Αίτησις
[Όνομα
Πατρών. Επώνυμο]
Κατοίκου
Μαραθοκάμπου Σάμου
Εν
Μαραθοκάμπω Σάμου
Τη 1η
Απριλίου 1937
|
Εξοχώτατον
κ. Ιωάννην Μεταξάν
Πρόεδρον Κυβερνήσεως
Αθήνας
Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε,
Λαμβάνω την τιμήν να παρακαλέσω την Υμετέραν Εξοχότητα όπως
δαπανήση ελάχιστον εκ του πολιτιμωτάτου δια την Πατρίδα μας χρόνου,
ήτις έχει αναθέσει τας τύχας της εις τας στιβαράς Αυτού χείρας, ίνα
εξετάση τα δίκαιά μου παράπονα, εν τη διακρινούση Αυτόν ευθυκρισίαν
και εκδώση την σχετικήν Αυτής απόφασιν.
Ήμην, Εξοχώτατε, μαθητής της Ε! τάξεως του Γυμνασίου
Μαραθοκάμπου μέχρι της 27ης Μαρτίου ε.έ., λέγω δε ήμην, διότι από
της επομένης έπαυσα πλέον να είμαι, καθ' ό αποβληθείς του Γυμνασίου
δυνάμει αποφάσεως του Σ/τού Υπουργείου της Παιδείας, δια μίαν
σύνθεσίν μου ήτις εχαρακτηρίσθη ως αντεθνική, επειδή ανέφερον εν
αυτή την κρατούσαν κρίσιν και φτώχειαν ως και το ακριβό ψωμί.
Αλλ' Εξοχώτατε, τα όσα εν τη συνθέσει μου αναφέρονται δεν είναι
πηγαίαι ατομικαί μου σκέψεις, ουδέ απόρροια ατομικών μου στοχασμών,
παρά εν τη αφελεία μου και χωρίς να γνωρίζω τι συνεπείας θα είχεν η
περιγραφή αύτη, περιέγραψα το εξής περίπου. "ότι ευρέθην εντός
καφενείου μετά τινων φίλων μου και ήκουσα διαλόγους ετέρων προσώπων,
συζητούντων σχετικώς δια την εορτήν των Χριστουγέννων και προέτεινεν
είς εξ αυτών "δεν πίνουμε από ένα κρασάκι;" Πώς να πιούμε κρασάκι
που όλα τα χρήματά μου είναι 30 δραχμαί απαντά ο άλλος, θέλω να
αγοράσω κρέας δια την κοσμοσωτήριον εορτήν, να πάρω ψωμί που τόσον
ακρίβηνε τελευταίως κ.λ.π. και είμαι καταστεναχωρημένος." Αυτά όλα
και άλλα σχετικά περιέγραψα εν τη συνθέσει μου, νομίζων ότι κάτι
σοβαρόν θα παρουσίαζον εις τον κ. Γυμνασιάρχην, και μάλιστα, εν τη
αφελεία μου, ανέμενον να αποσπάσω τα συγχαρητήρια εκ μέρους του κ.
Γυμνασιάρχου, διότι ανεμιγνυόμην εις τόσον υψηλά, κατά την πτωχήν
αντίληψίν μου, ζητήματα, χωρίς να γνωρίζω ο τάλας, ότι το αποτέλεσμα
θα ήτο δι' εμέ τόσον οδυνηρόν αλλά και τόσον συντριπτικόν.
Η σύνθεσις φυσικά υπεβλήθη εκ μέρους του κ. Γυμνασιάρχου εις το
Σεβαστόν Υπουργείον της Παιδείας και διετάχθη η δια παντός αποβολή
μου εκ του Γυμνασίου τούτου, κριθείσα ως περιέχουσα αντεθνικόν
περιεχόμενον. Έχω όμως το δικαίωμα, λέγει η απόφασις, να φοιτήσω εις
έτερον οιονδήποτε Γυμνάσιον.
Πώς όμως να φοιτήσω εις έτερον Γυμνάσιον και να απομακρυνθώ της
οικογενειακής μου εστίας, που τυγχάνω μέλος δεκαμελούς αλλά και
πτωχοτάτης οικογενείας; Ο πατήρ μου μετά δυσκολίας και πολλών μόχθων
κατορθοί να εξοικονομή τα προς το ζήν, πώς θα ανθέξη να διατηρή εμέ
εις άλλο Γυμνάσιον πολύ μακράν κείμενον με δεκαπλάσια έξοδα.
Η απόφασις αύτη του Σ/τού Υπουργείου της Παιδείας τυγχάνει δι'
εμέ συντριπτική καθώς και δια την γεωργικήν οικογένειά μου ήτις
πλήσσεται καιρίως.
Πώς είναι δυνατόν να έχω αντεθνικάς ιδέας αφ' ού ο πατήρ μου
τυγχάνει εκ των πλέον εθνικοφρόνων της Κοινότητός μας, παλαιός
πολεμιστής και ανήρ καλός καγαθός; η δε οικογένειά μας, άπαντες
εθνικισταί αλλά και θύματα πολέμου και εντιμότατοι πατριώται. Πώς
είναι δυνατόν, λέγω, εγώ όστις ανεπτύχθην εις τοιούτον εθνικόν
περιβάλον να έχω αντεθνικάς ιδέας εις ηλικίαν 16 ετών; διαμαρτύρομαι
δι' όλων μου των δυνάμεων δια την αδικίαν ήτις μοι προσεγένετο,
μάρτυς μου δε ο θεός, αν έστω και επ' ελάχιστον προσπαθώ να μεταβάλω
την αλήθειαν.
Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε.
Εν τη διακρινούση Υμάς ευθικρισία και αγάπη προς τον πάσχοντα
Λαόν, ευελπιστώ ότι η παρούσα μου θέλει τύχει της ευμενούς Υμών
κρίσεως παρ' ής εξαρτώ την τύχην μου και την μόρφωσίν μου ως επίσης
και τον εν γένει βίον μου εν τη κοινωνία.
Υστάτη μου δε παράκλησις είναι όπως τύχω απαντήσεως,
διατασσούσης το Γυμνάσιον ίνα με δεχθή και πάλιν, ακυρουμένης της
αποφάσεως του Σ/τού Υπουργείου της Παιδείας, καθ' όσον παρέρχεται
χρόνος πολιτιμότατος δι' ένα μαθητήν και δη εις το τέλος του
σχολικού έτους.-
Μετά βαθυτάτου Σεβασμού
Ευπειθέστατος
Ο αιτών
[Όνομα Πατρών. Επώνυμο] |