Login Form
Αναδρομή στους νεότερους χρόνους (μέχρι το 1863)
Αναδρομή στους νεότερους χρόνους (μέχρι το 1863)
Κατά τον μεσαίωνα το παιχνίδι της μπάλας εξέφραζε τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε γειτονικά χωριά ή μεταξύ φατριών του ιδίου χωριού. Παιζόταν με διαφορετικούς κανονισμούς από τόπο σε τόπο και ήταν εντελώς διαφορετικοί από εκείνους της αρχαιότητας.
Η επιδίωξη της νίκης γινόταν με ιδιαίτερο φανατισμό και αυτό άρχισε να προβληματίζει τους φορείς της εξουσίας. Μάλιστα ο Ερρίκος ο Β΄ της Αγγλίας έφθασε στο σημείο να απαγορεύσει το παιχνίδι, γιατί ο μεγάλος ενθουσιασμός που έδειχναν οι υπήκοοι του, οδηγούσε πολλές φορές σε υπερβολές και ακρότητες. Όπως προκύπτει από ένα χρονικό του Λονδίνου του 1175, οι κάτοικοι άρχισαν να διαμαρτύρονται για τον επικίνδυνο και βίαιο τρόπο με τον οποίο παιζόταν το ποδόσφαιρο κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού.
Το παιχνίδι με τη μπάλα ξεκίνησε στους αγρούς και τους δρόμους ανάμεσα σε αγροτόπαιδα και μαθητευόμενους. Ήταν ένα λαϊκό παιχνίδι με ραγδαία ανάπτυξη που άνηκε στο λαό. Στα μάτια των αρχών και της υψηλής κοινωνίας όμως, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα χυδαίο, θορυβώδες χόμπι, που από το 14ο αιώνα και μετά, ο αξιοσέβαστος και ο ευσεβής κύκλος το παρατηρούσε με αποστροφή και κατέβαλλε συνεχείς προσπάθειες για να εμποδιστεί η ανάπτυξη του. Κρατούσε τους ανθρώπους μακριά από την άσκηση των χριστιανικών καθηκόντων τους και από τα επαγγέλματα τους, και επομένως από τα συμφέροντα των εργοδοτών τους. Σπαταλούσε χρόνο που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί επικερδώς στην πρακτική της τοξοβολίας και άλλων στρατιωτικών δεξιοτήτων. Αλλά παρόλο που οι νομοταγείς δήμαρχοι, σερίφηδες και οι κληρικοί προσπάθησαν να το πατάξουν, η επίδραση τους ήταν ελάχιστη έως μηδαμινή και ο κόσμος απλά συνέχιζε να παίζει.
Όμως αυτό που παιζόταν, δεν ήταν ακόμα ποδόσφαιρο, αλλά πράγματι είναι αλήθεια ότι ήταν θορυβώδες και επικίνδυνο. Τα παιχνίδια στους δρόμους κατέληξαν να ονομάζονται «ποδόσφαιρο όχλου», που δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μικρές και βίαιες οδομαχίες. Ο τομέας ποδοσφαίρου, είχε το μήκος μιας πόλης, οι δε παίκτες έφταναν μέχρι και τους πεντακόσιους, ενώ η σύγκρουση συνεχιζόταν καθ? όλη την διάρκεια της ημέρας. Μεγάλος αριθμός ποδιών έσπαζαν, ενώ καταγράφηκαν και μερικοί θάνατοι.
Με το όνομα Savate έπαιζαν και στη Γαλλία κατά το Μεσαίωνα ένα αντίστοιχο παιχνίδι με μπάλα, στο οποίο χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά τα πόδια με τρόπο βίαιο. Στις διάφορες μορφές του, το ποδόσφαιρο, καθ΄ όλη την πορεία της εξέλιξής του, οδήγησε σε απίθανες εκρήξεις πάθους μεταξύ των θεατών και σκληρότητας μεταξύ των παικτών. Μάλιστα ο Άγγλος Τζον Λαντζένιους, το 1200, περιγράφει με μελανά γράμματα την βιαιότητα που χαρακτήριζε τις ποδοσφαιρικές συναντήσεις. Το 1300 το συμβούλιο των Γερόντων της Πίζας, απείλησε με αυστηρές ποινές όσους συνέχιζαν να παίζουν ποδόσφαιρο στη πλατεία της Μητρόπολης και του νεκροταφείου.
Η Φλωρεντία είναι η πόλη στην οποία το ποδόσφαιρο βρήκε τη μεγαλύτερη διάδοση κατά την εποχή των Μεδίκων. Τον 17ο αιώνα εκδόθηκε στη Βενετία το λεξικό της Ακαδημίας της Κρούσκα. Σ? αυτό συναντούμε τα παρακάτω στοιχεία: «Ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που παίζεται στη Φλωρεντία, με δύο ομάδες, όπως σε παράταξη μάχης, με μια μπάλα φουσκωμένη με αέρα. Μοιάζει με τη σφαιρομαχία που πέρασε από τους Έλληνες στους Λατίνους και από τους Λατίνους σ? εμάς». Το ποδόσφαιρο στη Φλωρεντία παιζόταν τις ημέρες των μεγάλων γιορτών και ήταν τόσο διαδεδομένο, ώστε συχνά και οι πιο λαμπροί άρχοντες και οι πιο διάσημοι καλλιτέχνες δεν δίσταζαν να συμμετάσχουν στον αγώνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στις προσωπικότητες που ασχολήθηκαν με φανατισμό με το άθλημα, την εποχή αυτή, είναι τρεις άνθρωποι που μετέπειτα κατέλαβαν τον Παπικό θρόνο, ο Κλήμεντας ο Γ?, ο Λέοντας ο Ι? και ο Ουρβανός ο Ζ?. Στη Φλωρεντία οι ποδοσφαιρικές συναντήσεις γίνονταν στην Πλατεία της Σάντα Κρότσε. Οι ομάδες ονομάζονταν Partiti και ήταν δύο: οι «Πράσινοι» της αριστερής όχθης του Άρνου και οι «Λευκοί» της δεξιάς όχθης. Όταν μια ομάδα κέρδιζε τον αγώνα έπαιρνε ως έπαθλο τα λάβαρα της αντίπαλης ομάδας. Σύμφωνα με το έθιμο που επικρατούσε, μετά από μια επίσημη δοξολογία που γινόταν στην Εκκλησία του Ευαγγελισμού, τα λάβαρα παραδίδονταν στον αρχηγό της ομάδας που νικούσε. Αυτός, σύμφωνα με τα ιπποτικά έθιμα μπορούσε να τα προσφέρει σε μια όμορφη γυναίκα της γειτονιάς του.
Ο Ιάκωβος ο Α? ο Στιούαρτ, εξέδωσε στην Αγγλία το 1617 την «Decleration of Sports». Η απόφαση αυτή δημιούργησε καινούργια δεδομένα και νέα προοπτικές για το ποδόσφαιρο. Κατάργησε όλες τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς που υπήρχαν σχετικά με το ποδόσφαιρο και ευνόησε τη γρήγορη διάδοση του ποδοσφαίρου στα κολλέγια. Υπάρχει μια παράδοση ότι ο αριθμός των παικτών μιας ποδοσφαιρικής ομάδας καθιερώθηκε από τον αριθμό των σπουδαστών κάθε θαλάμου κολλεγίου που ήταν δέκα συν ένα παιδαγωγό, οι οποίοι αποτελούσαν και την ομάδα. Μέχρι και το 1820 παρότι το ποδόσφαιρο δεν είχε πάρει ακόμα το όνομα football, χρησιμοποιείτο ο όρος οφσάιντ και είχε κανονισμούς παραπλήσιους με τους σημερινούς.
Το 1849 έγιναν στο Κέμπριτζ αγώνες ποδοσφαίρου σύμφωνα με κανονισμούς που πήραν το όνομα της πόλης. Οι κανονισμοί αυτοί διατηρήθηκαν πολύ λίγο, συνέβαλαν όμως σημαντικά στην ενοποίηση και κωδικοποίηση του πρώτου τεχνικού κανονισμού.
Αρχαιότητα και ποδόσφαιρο

Η προέλευση του ποδοσφαίρου χάνεται κυριολεκτικά στα βάθη του παρελθόντος. Υπάρ Αρχαιότητα και ποδόσφαιρο χουν ιστορικά αρχεία που μαρτυρούν την ύπαρξη προγενέστερων τύπων ποδοσφαίρου στην Κίνα, στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη. Παίζονταν πολλά παιχνίδια με αντικείμενα που ομοίαζαν με μπάλα. Δεν μπορούμε όμως να πούμε με βεβαιότητα, ότι το ποδόσφαιρο αποτελεί την απευθείας εξέλιξη κάποιου από αυτά τα παιχνίδια της αρχαιότητας. Υπάρχουν ακόμα πολλές πληροφορίες, για κάποια παιχνίδια που παίζονταν κατά καιρούς και παρουσίαζαν μερικά κοινά χαρακτηριστικά με το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Προέρχονται από διάφορες χώρες και αντιστοιχούν σε διάφορες εποχές. Αυτό αποδεικνύει ότι τα παιχνίδια με τη μπάλα ήταν ευρέως διαδεδομένα σε όλες τις εποχές. Μερικά από αυτά μάλιστα, παίζονταν από ομάδες αντιμέτωπες, που έσπρωχναν την μπάλα ακόμα και με τα πόδια, προκειμένου να επιτύχουν να περάσει σε μια καθορισμένη ζώνη και με αυτόν τον τρόπο να αποκτήσουν ένα προβάδισμα απέναντι στον αντίπαλου. Δεν μπορούμε να πούμε ότι σε κάποιο από αυτά τα παιχνίδια βρίσκουμε τον πρόγονο του ποδοσφαίρου, έστω και αν σε μερικά όπως, το ράγκμπι, το μπάσκετ, το αυστραλιανό ποδόσφαιρο, υπάρχουν κάποια τεχνικά στοιχεία, όμοια με αυτά που συναντούμε και σήμερα. Ένα είδος ποδοσφαίρου, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες παιζόταν στην Κίνα τον 11ο π.χ. αιώνα. Ήταν πολύ διαδεδομένο το τσου-κου (μπάλα από δέρμα που σπρωχνόταν με το πόδι). Η δερμάτινη μπάλα με την οποία παιζόταν, ήταν γεμισμένη με γυναικεία μαλλιά. Την μπάλα την κλωτσούσαν προς ένα «τέρμα» από μπαμπού 3-4 μέτρων, πίσω από το οποίο ήταν τεντωμένο ένα δίχτυ από μετάξι. Κατά τον 5ο π.χ. αιώνα το τσου-κου αποτελούσε μέρος της στρατιωτικής εκπαίδευσης των Κινέζων. Στο Εθνολογικό Μουσείο του Μονάχου διατηρείται ένα χειρόγραφο του Λι-Γου, χρονολογημένο στον 5ο π.χ. αιώνα που μιλάει για την εισαγωγή του τσού-κου στην Ιαπωνία. Επίσης αναφέρει και τη διοργάνωση αγώνων μεταξύ των ομάδων Κίνας και Ιαπωνίας. Αν ανατρέξουμε στα Ομηρικά έπη θα βρούμε τις πρώτες πληροφορίες για παιχνίδι με μπάλα στη λεκάνη της Μεσογείου. Μια παρόμοια αναφορά γίνεται και στον Θεαίτητο του Πλάτωνα. Την μεγαλύτερη επιτυχία όμως στην αρχαία Ελλάδα γνώρισε το παιχνίδι «επίσκυρος» που είχε πάρει το όνομά του από τη γραμμή με σκύρα, που χώριζε το γήπεδο. Το παιχνίδι «επίσκυρος» κάποτε οι Ρωμαίοι το έφεραν και στη Ρώμη, το ονόμασαν «harapastum» και το έπαιζαν κυρίως στρατιώτες. Ο Μαρτιάλιος σε ένα του επίγραμμα, περιγράφει τους τύπους της μπάλας που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι: Την «pilapaganica» που χρησιμοποιούσαν κυρίως οι χωρικοί που ήταν φτιαγμένη από δέρμα και γεμισμένη με πούπουλα και τη follies που ήταν από δέρμα αλλά γεμισμένη με μια φούσκα γεμάτη αέρα. Ανάγλυφο του 4ου π.Χ. αιώνα που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αθηνών απεικονίζει έναν έφηβο να παίζει τη σφαίρα με το πόδι χωρίς όμως ωστόσο να σχετίζεται με ποδόσφαιρο όμοιο με το σύγχρονο. Από ανασκαφές που έκαναν στη Σαμοθράκη οι Αμερικανοί με επικεφαλής την Ελίζαμπεθ Ντούζμπερι και τον Έλληνα αρχαιολόγο Ανδρέα Βαβρίτσα, προήλθε ένα ακόμη σημαντικό εύρημα, μια μπάλα ποδοσφαίρου. Σ' έναν τάφο του 3ου π.Χ. αιώνα, βρέθηκε μεταξύ άλλων κι ένα πήλινο συμπαγές ομοίωμα μπάλας, που μοιάζει με τις μπάλες που χρησιμοποιούνται στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
