Ο όρος «σκηνή» στη Λογοτεχνία


 

αρχική   Οδύσσεια αφηγηματικές τεχνικές

Τι σημαίνει ο όρος «σκηνή» στη λογοτεχνία;

Ο όρος σκηνή είναι έννοια παρμένη από τον κινηματογράφο. Στις κινηματογραφικές ταινίες που έχεις δει ή στις τηλεοπτικές σειρές θα έχεις προσέξει ότι όλο το έργο δε διαδραματίζεται στο ίδιο σημείο ούτε παίζουν συνέχεια τα ίδια πρόσωπα. Για να έχει ενδιαφέρον η δράση, κάθε λίγο και λιγάκι αλλάζει ο χώρος (π.χ. από το δωμάτιο στην κουζίνα, από την κουζίνα ξανά στο δωμάτιο κλπ.) ή αλλάζουν τα πρόσωπα, άλλος έρχεται άλλος φεύγει. Αυτές, λοιπόν, οι αλλαγές στο χώρο και στα πρόσωπα καθορίζουν την αλλαγή της σκηνής. Άρα, συμπεραίνουμε ότι σκηνή είναι ένα μέρος της δράσης που διαδραματίζεται σε κάποιο χώρο με κάποια πρόσωπα. Αν αλλάξει ο χώρος ή αν αλλάξουν τα πρόσωπα ή αν αλλάξουν και ο χώρος και τα πρόσωπα, τότε θα έχουμε διαφορετική σκηνή. Έτσι,
βασικά κριτήρια για τη διάκριση των σκηνών είναι:
α. η αλλαγή χώρου,
β. η αλλαγή προσώπων,
γ. η αλλαγή χώρου και προσώπων,
δ. η διαφοροποίηση του χρόνου.

 

(Η διαφοροποίηση του χρόνου σημαίνει ότι μπορούν τα ίδια πρόσωπα να βρίσκονται στον ίδιο χώρο σε μια άλλη όμως εποχή, π.χ. έστω ότι βλέπουμε μια ταινία και σ' ένα δωμάτιο (χώρο) υπάρχουν ο Γιώργος και η Ελένη (δύο πρόσωπα) που κάθονται και συζητούν. Κάποια στιγμή θυμούνται μια συζήτηση που είχαν στο ίδιο δωμάτιο πριν από μια βδομάδα και εμείς τους βλέπουμε να κάνουν αυτήν τη συζήτηση. Άλλαξε λοιπόν ο χρόνος, άρα άλλαξε και η σκηνή.) Το ίδιο θα άλλαζε αν τους βλέπαμε καθισμένους στο ίδιο δωμάτιο να συζητούν μετά από μια βδομάδα.

Πώς εντοπίζουμε την αλλαγή σκηνής;

 

Αν βλέπουμε μια ταινία ή μια τηλεοπτική σειρά είναι εύκολο να καταλάβουμε το χώρο (π.χ. κουζίνα, πάρκο, αεροπλάνο) ή τα πρόσωπα. Σ' ένα βιβλίο όμως, επειδή δεν έχει εικόνες, πρέπει, καθώς διαβάζουμε, να σημειώνουμε στο μυαλό μας ή σ' ένα τετράδιο:

α) σε ποιο χώρο βρισκόμαστε;

β) ποια είναι τα πρόσωπα;

γ) μήπως αλλάζει ο χώρος;

δ) μήπως αλλάζουν τα πρόσωπα;

ε) μήπως τα πρόσωπα και ο χώρος είναι ίδια, αλλάζει όμως ο χρόνος;

 

Όταν διαπιστώσουμε ότι αλλάζει ο χώρος ή φεύγουν - έρχονται νέα πρόσωπα, ή αλλάζει ο χρόνος τότε θα έχουμε αλλαγή σκηνής. Εννοείται πως αρκεί να αλλάξει ένα από τα παραπάνω, για να πούμε ότι έχουμε αλλαγή σκηνής.

Για βοήθεια μπορούμε να οργανώσουμε τις σημειώσεις μας κάπως έτσι:

 

Σύρτε στον πίνακα για να δείτε όλες τις στήλες

σκηνή από ... έως πρόσωπα τόπος χρόνος
α) σκηνή        
β) σκηνή        
γ) σκηνή        

 

Παραδείγματα εντοπισμού χώρου, προσώπων, χρόνου

 

Διάβασε τα παραδείγματα που ακολουθούν:

 

1. Κάρολος Ντίκενς, "Παραμονή Χριστουγέννων":

Μια φορά κι έναν καιρό, κάποια παραμονή Χριστουγέννων, ο γερο-Σκρουτζ βρισκόταν απασχολημένος στο λογιστήριό του.

Διαβάζοντας την πρώτη σειρά του κειμένου μαθαίνουμε ότι τα πρόσωπα είναι ο γερο-Σκρουτζ· τόπος είναι το λογιστήριό του· ο χρόνος είναι κάποια παραμονή Χριστουγέννων.

Όταν λέμε χρόνος, δε σημαίνει ότι πρέπει να πούμε, για παράδειγμα, 2000 ή 2100. Μπορεί να είναι απλώς πρωί ή μεσημέρι ή μερικές φορές ο χρόνος να δίνεται από κάποιο γεγονός του έτους ή να αόριστος. Το ίδιο το κείμενο μάς δίνει το χρόνο, έτσι στο παραπάνω παράδειγμα ο χρόνος είναι κάποια παραμονή Χριστουγέννων.

 

2. Δημήτρης Ψαθάς, "Οι πιτσιρίκοι"

 

Γενάρης του ’42. Σκελετωμένοι οι άνθρωποι γυρίζουνε στους δρόμους. Νομίζεις πως το κρύο, η πείνα και ο φόβος αγωνίζονται ποιο απ’ τα τρία αυτά κακά θα καταφέρει να γονατίσει μια ώρ’ αρχύτερα τον αναιδέστατον αυτό λαό, που σε πείσμα κάθε λογικής εξακολουθεί να ζει και να υπάρχει. Κι όχι μονάχα αυτό, παρά και ν’ αστειεύεται.

O πιτσιρίκος προπάντων έχει κέφι. Γελά. Φλυαρεί. Πειράζει. Κλείνει το μάτι και χαιρετά φασιστικά τους Ιταλούς, ξεροβήχει όταν περνάνε Γερμανοί, κορδώνεται και κάνει την περπατησιά τους. O φόβος τού είναι πράγμα άγνωστο, το αστείο η ζωή του.

 

Διαβάζοντας το κείμενο μαθαίνουμε ότι τα πρόσωπα είναι οι σκελετωμένοι άνθρωποι, ο πιτσιρίκος, Ιταλοί, Γερμανοί·  τόπος είναι οι δρόμοι· χρόνος είναι Γενάρης του '42.

 

3. Λαϊκό παραμύθι, "Το πιο γλυκό ψωμί"

Κάποτε ήταν ένας πλούσιος βασιλιάς, πολύ πλούσιος, που ό,τι επιθυμούσε η καρδιά του το ’χε. Όλα τα είχε, και τον έλεγαν ευτυχισμένο, ώσπου έπαθε μια παράξενη ανορεξιά και δεν είχε όρεξη να βάλει τίποτα στο στόμα του. Σιγά σιγά αδυνάτιζε, κι άρχισε να γίνεται γκρινιάρης και παράξενος. Πολλοί γιατροί επήγαιναν και τον έβλεπαν, μα τα γιατρικά τους τίποτα δεν μπορούσαν να του κάμουν. Η ανορεξιά του βασιλιά όλο και κρατούσε, κι εκείνος έρεβε μέρα με την ημέρα. Τίποτα δε λιμπιζόταν να φάει· ούτε «του πουλιού το γάλα», που λέει ο λόγος.

 

Διαβάζοντας ως εδώ το κείμενο μαθαίνουμε ότι πρόσωπο είναι ο βασιλιάς· ο  τόπος δε δίνεται, υποθέτουμε όμως ότι ο βασιλιάς βρίσκεται στο παλάτι του· ο χρόνος επίσης δε δίνεται, άρα λέμε κάποτε.

Oπού κάποια μέρα, έτυχε να περνάει από το παλάτι του ένας ασπρομάλλης γέροντας φτωχός, που ήτανε όμως σοφός κι ήξερε από γιατρικά. Του είπανε λοιπόν για το βασιλιά, κι ανέβηκε να τον δει. «Μήπως κουράζεσαι, βασιλιά μου;», τον ρώτησε. «Τι λες, γιατρέ μου», του λέει ο βασιλιάς. «Όλη μέρα ξαπλωμένος απάνου στο θρόνο μου, ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι δεν κουνώ». «Μήπως έχεις έγνοιες και σκοτούρες για το λαό σου;» «Όχι, κάθε άλλο. Εγώ ζω ξέγνοιαστος, και καρφάκι δε μου καίεται για κανέναν!» «Μήπως επιθύμησες ποτέ σου κάτι και δεν μπόρεσες να το ’χεις;» «Oύτε κι αυτό! Βασιλιάς είμαι, κι ό,τι γυρέψω, το βλέπω μπροστά μου!…».

Σκέφτηκε, σκέφτηκε λίγο ο γέροντας, ύστερα γυρίζει και λέει του βασιλιά: «Άκουσε, βασιλιά μου: Καθώς βλέπω, δεν έχεις τίποτα σοβαρό. Εκείνο που φταίει και δεν έχεις όρεξη να τρως, είναι το ψωμί που σου δίνουν στο παλάτι! Να διατάξεις να σου φέρουν να φας το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου. Αν μπορέσεις να το ’χεις αυτό, τότε θα γιατρευτείς!».

 

Διαβάζοντας ως εδώ το κείμενο μαθαίνουμε ότι εμφανίστηκε νέο πρόσωπο: ένας ασπρομάλλης γέροντας· ο  τόπος δε φάνηκε να αλλάζει· ο χρόνος  έγινε κάποια μέρα. Αφού άλλαξε το πρόσωπο, λέμε πως άλλαξε και η σκηνή.

 

Από την ίδια μέρα ο βασιλιάς έδωσε διαταγή στους φουρναραίους του παλατιού να ζυμώσουν και να του ψήσουν «το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου!». Έπεσαν με τα μούτρα στη δουλειά οι ψωμάδες σ’ όλο το βασίλειο, ποιος θα κάμει στο βασιλιά το πιο γλυκό ψωμί! Ζύμωσαν με ζάχαρη κι ανθόγαλα κάθε λογής ψωμιά και του τα ’φερναν στο παλάτι να τα δοκιμάσει. Μα κανένα απ’ όλα εκείνα τα ψωμιά δεν άνοιγε την όρεξη στο βασιλιά. Oύτε κι ήθελε να τα φάει. Το ’να του μύριζε, τ’ άλλο του βρομούσε. Ώσπου μια μέρα, έξω φρενών ο βασιλιάς, έστειλε ανθρώπους του να πάνε να βρούνε το γέροντα και να τον ξαναφέρουνε μπροστά του. Έτσι λοιπόν κι έγινε.

 

Διαβάζοντας ως εδώ το κείμενο μαθαίνουμε ότι έφυγε ένα πρόσωπο ο ασπρομάλλης γέροντας· ο  τόπος δε φάνηκε να αλλάζει· ο χρόνος  συνεχίζει. Αφού έφυγε ένα πρόσωπο, λέμε πως άλλαξε και η σκηνή.

 

Συνεπώς μέχρι εδώ στο κείμενο έχουμε τρεις σκηνές και θα πρέπει να έχουμε σημειώσει στο τετράδιό μας τα παρακάτω:

 

Σύρτε στον πίνακα για να δείτε όλες τις στήλες

σκηνή από ... έως πρόσωπα τόπος χρόνος
α) σκηνή Κάποτε ήταν ... που λέει ο λόγος: βασιλιάς παλάτι κάποτε
β) σκηνή Oπού κάποια μέρα ... τότε θα γιατρευτείς!». βασιλιάς, γέροντας παλάτι κάποια μέρα
γ) σκηνή Από την ίδια μέρα ... Έτσι λοιπόν κι έγινε. βασιλιάς παλάτι από την ίδια μέρα

 

4. Οδύσσεια, α' ραψ. στ. 109-117

Είπε κι ευθύς δένει στα πόδια της τα ωραία σαντάλια,
110 θεσπέσια και χρυσά, εκείνα που την ταξιδεύουν στη θάλασσα
και στην απέραντη στεριά ανάλαφρα, με τις πνοές του ανέμου.
Ύστερα στο χέρι κράτησε άλκιμο κοντάρι, ακονισμένο με χαλκό,
βαρύ, θεόρατο και στιβαρό· μ’ αυτό η κόρη του πανίσχυρου Διός
δαμάζει των γενναίων πολεμιστών τις τάξεις που της ξανάψαν τον θυμό.
115 Χύθηκε τότε, ακροπατώντας τις κορφές του Ολύμπου,
και βρέθηκε μεμιάς στον δήμο της Ιθάκης, να στέκει
στην εξώθυρα του Οδυσσέα, πατώντας το κατώφλι της αυλής του.

 

Διαβάζοντας ως εδώ το κείμενο μαθαίνουμε ότι στην έχουμε ένα πρόσωπο η Αθηνά· ο  τόπος είναι ο Όλυμπος·

Στο στίχο 116 διαπιστώνουμε ότι η Αθηνά βρίσκεται στην Ιθάκη, συνεπώς άλλαξε ο τόπος, άρα άλλαξε και η σκηνή.

 

Σύρτε στον πίνακα για να δείτε όλες τις στήλες

σκηνή από ... έως πρόσωπα τόπος
α) Είπε κι ευθύς ... τις κορφές του Ολύμπου (109-114) Αθηνά Όλυμπος
β) και βρέθηκε μεμιάς ... αυλής του (115-117) Αθηνά δήμος Ιθάκης, αυλή παλατιού Οδυσσέα

 

Διάβασε τη συνέχεια της ενότητας και προσπάθησε να εντοπίσεις που αλλάζει η σκηνή και γιατί.

 

Με το χαλκό κοντάρι της στο χέρι, επήρε τη μορφή ενός ξένου·
κι ολόιδια με τον Μέντη, άρχοντα των Ταφίων έπεσε πάνω στους αγέρωχους
120 μνηστήρες· που εκεί, μπροστά στις πύλες του σπιτιού, έβρισκαν
ευχαρίστηση παίζοντας τους πεσσούς, σε τομάρια βοδιών καθισμένοι,
που τα σφάξαν οι ίδιοι.
Κήρυκες και παιδόπουλα πρόθυμα τους υπηρετούσαν:
άλλοι να σμίγουν σε κρατήρες με νερό κρασί, άλλοι να πλένουν
125 τα τραπέζια με σφουγγάρια τρυπητά και να τα στήνουν,
κάποιοι να κομματιάζουν άφθονα τα κρέατα.
Πρώτος απ’ όλους ο Τηλέμαχος την είδε, ωραίος σαν θεός·
ήταν με τους μνηστήρες καθισμένος, κι όμως ταξίδευε ο νους του πικραμένος.
Έβλεπε με τα μάτια της ψυχής του τον πατέρα του ένδοξο:
130 αν ξαφνικά γύριζε πίσω· αν τους μνηστήρες πετούσε έξω απ’ το παλάτι·
αν έπαιρνε ο ίδιος πάλι την αρχή στα χέρια του, και μέσα στα αγαθά του
βασίλευε σαν πρώτα…
Το όραμα αυτό ανέβαινε στον νου του, πλάι στους μνηστήρες –
κι είδε την Αθηνά. Ευθύς προς την αυλόθυρα έτρεξε, γιατί
135 τον έπιασε η ντροπή, να στέκει τόσην ώρα στην πόρτα του ένας ξένος.
Κοντά της στάθηκε, της έσφιξε το χέρι το δεξί, με τ’ άλλο
πήρε το χάλκινο κοντάρι της, ύστερα την προσφώνησε
μιλώντας, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:
«Ξένε μου, καλωσόρισες, έλα να σε φιλέψουμε κι αφού το δείπνο μας
140 χορτάσεις, τότε μας λες τον λόγο της επίσκεψής σου.»
Είπε και τράβηξε μπροστά· η Αθηνά Παλλάδα, λάμποντας τα μάτια,
ακολουθούσε, κι οι δυο τους μπήκαν στο μεγάλο δώμα.
Το δόρυ της μετέφερε, για να το στήσει σε ψηλή κολόνα,
το ’βαλε μέσα στην καλοξυσμένη θήκη, όπου και τ’ άλλα δόρατα
145 περίμεναν, άνεργα και πολλά, του καρτερόψυχου Οδυσσέα.

 

Απάντηση

 

Ελπίζω να σε βοήθησαν τα παραπάνω. Όπως διαπιστώνεις χρειάζεται προσεκτικό διάβασμα του κειμένου κι ένα τετράδιο για να κρατάμε σημειώσεις.