Όσο ο Οδυσσέας πάλευε με τα κύματα, εμφανίστηκε η θεά...
Λευκοθέα.
Αθηνά.
Ήρα.
Η Αθηνά έπαυσε τους ανέμους εκτός από τον βοριά, για να βοηθήσει τον Οδυσσέα
να βγει στη στεριά.
ΣΩΣΤΟ
ΛΑΘΟΣ
Ο Οδυσσέας πόσο χρειάστηκε να κολυμπήσει ως τη στεριά;
πέντε ώρες.
μία ημέρα.
δύο ημέρες.
Την τρίτη ημέρα είδε τη στεριά, κολύμπησε γρήγορα και βγήκε έξω.
ΣΩΣΤΟ
ΛΑΘΟΣ
Ο Οδυσσέας φτάνοντας στη στεριά διαπίστωσε ότι...
ήταν γεμάτη βράχια.
είχε μια καταπληκτική παραλία.
...ο Οδυσσέας μόνος του μιλούσε λέγοντας στην περήφανη ψυχή του:
«Τώρα τι γίνεται. Αφού ο Δίας ανέλπιστα μου δίνει... κ.τ.λ.
Το
παραπάνω απόσπασμα είναι
περιγραφή
μονόλογος
διάλογος
Ο Οδυσσέας μονολογώντας σκεφτόταν ποια λύση να διαλέξει
να κολυμπήσει προς τα βράχια;
να κάνει ένα γύρο, μέχρι να βρει ένα απάνεμο ακρογιάλι;
μήπως τον φάει κανένα θαλάσσιο κήτος;
όλα τα παραπάνω!
Μέχρι να σκεφτεί τι θα κάνει...
τον άρπαξε ένα γιγάντιο χταπόδι.
είδε αριστερά του ένα απάνεμο ακρογιάλι.
τον πήρε ένα κύμα και τον έριξε στα βράχια της ακτής.
Το κύμα τον παράσυρε και πάλι πίσω στη θάλασσα, αλλά τότε τον φώτισε...
η Αθηνά.
η Λευκοθέα.
Τελικά ο Οδυσσέας είδε ένα απάνεμο ακρογιάλι όπου ήταν οι εκβολές ενός
ποταμού.
Σωστό!
Λάθος! Είδε κάτι ψαράδες και ζήτησε βοήθεια.
Οι ποταμοί στην αρχαιότητα θεωρούνταν θεοί.
ΣΩΣΤΟ
ΛΑΘΟΣ
Ο Οδυσσέας ικέτευσε τον ποταμό να γαληνέψει τα νερά, για να μπορέσει να βγει
στη στεριά.
ΣΩΣΤΟ
ΛΑΘΟΣ
Ο Οδυσσέας, καθώς έφτανε στη στεριά, σκέφτηκε το πανί της Λευκοθέας.
Προτίμησε να το κρατήσει για ενθύμιο.
Το έριξε πίσω του, όπως του είχε πει η θεά.
Μόλις βγήκε στη στεριά ο Οδυσσέας,...
έπεσε και κοιμήθηκε.
έσκυψε και φίλησε το χώμα.
Τότε σκέφτηκε...
να μείνει κοντά στο ποτάμι.
να ανέβει την πλαγιά προς το δάσος.
και τα δύο.
Αν έμενε στο ποτάμι φοβόταν...
την πάχνη και την παγωνιά.
το κρύο και τη θάλασσα.
όλα τα παραπάνω.
Αν έμενε στο βουνό φοβόταν...
μήπως τον σπαράξουν τα άγρια θηρία.
μήπως παγώσει από το κρύο.
όλα τα παραπάνω.
Θεώρησε ότι ήταν καλύτερο...
να μείνει κοντά στο ποτάμι.
να ανέβει προς το βουνό.
Στο βουνό βρήκε...
μια σπηλιά και χώθηκε μέσα.
δύο δέντρα και χώθηκε ανάμεσά τους.
Πώς κάποιος έκρυψε δαυλό 6 μέσα στη μαύρη στάχτη, σε χτήμα απόμερο, που
γείτονες στο πλάι του δεν έχει, σώζοντας έτσι το σπέρμα της φωτιάς, που
να μην είναι ανάγκη απ’ αλλού ν’ ανάβει· με ένα δαυλό παρόμοιος ο
Οδυσσέας σκεπάστηκε με φύλλα.