υπερτερώ, υπερισχύω
ακρατής ανδροκρατία γραφειοκρατία εγκρατής επικρατώ κρατητήριο κρατικοποιώ τεχνοκράτης τιμοκρατία τρομοκράτης
πολίτευμα όπου η συμμετοχή των πολιτών στην εξουσία ήταν ανάλογη της περιουσίας τους
κάνω μια επιχείρηση ή οργανισμό ιδιοκτησία του κράτους
κυριαρχία των αντρών σε κάποιο χώρο κοινωνικής δραστηριότητας
ειδικός χώρος σε αστυνομικό τμήμα για τους κρατουμένους
η προσήλωση στους τύπους
πολιτικός ή ανώτερο κρατικό στέλεχος, ειδικός σε τεχνικά θέματα
μέλος πολιτικής οργάνωσης που χρησιμοποιεί τη βία ως μέσο δράσης
αυτός που έχει την εξουσία, αυτός που είναι κύριος του εαυτού του
αυτός που δεν μπορεί να ελέγξει, να συγκρατήσει τα πάθη του