244 245 246 247 248 E Δ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ


244

ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ

H μεταμφίεση

Μεταμφίεση Ανάγνωση του κειμένου

Στο μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη Ελένη, ή ο Κανένας (1998) κεντρική ηρωίδα είναι η Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα, η πρώτη σπουδασμένη Eλληνίδα ζωγράφος, που γεννήθηκε το 1821 στις Σπέτσες και πέθανε το 1900, αφού έζησε μια ζωή εντελώς ασυνήθιστη για μια γυναίκα της εποχής της. Η Γαλανάκη συνδυάζει το ιστορικό και βιογραφικό υλικό με καθαρά μυθοπλαστικά στοιχεία, στην απόπειρά της να εκφράσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τα όνειρα μιας καλλιτεχνικής προσωπικότητας που αντιμετωπίζει θαρραλέα τις κοινωνικές προκαταλήψεις, αλλά νικιέται από την τραγική μοίρα της. Το απόσπασμα που ακολουθεί αναφέρεται στην εποχή της νεότητας της Ελένης, όταν μαζί με τον πατέρα της, παλιό Σπετσιώτη καπετάνιο και αργότερα θεατρώνη της Αθήνας, φτάνει στην Ιταλία και ντύνεται με αντρικά ρούχα, για να μπορέσει να γίνει δεκτή στη Σχολή των Ναζαρηνών ζωγράφων.

Έξω από τη Νάπολη κρύφτηκα σε μια συστάδα από πικροδάφνες και συκιές, που θέριευαν αντλώντας από τα χαλάσματα μιας αγροικίας. Εκεί άλλαξα. Είχα αγοράσει ένα αντρικό σκούρο κουστούμι, ακριβώς σαν εκείνα που φορούσανε οι κομψοί νέοι της πόλης. Τόνισα τη σοβαρότητα του χρώματος και των προθέσεών μου, συντάσσοντας με το σκούρο χρώμα του ένα πουκάμισο από λευκή φίνα βατίστα*. Έκανε ζέστη, μα καθώς τρέμοντας ντυνόμουν, γύρισα να κοιτάξω ποιοι βρίσκονταν μάρτυρες στη μεταμόρφωσή μου. Επισήμανα της θάλασσας το μπλάβο, το κεραμιδί και το ωχρό της πολιτείας πιο πέρα, το κοντινό μου πράσινο και το φαιό, το φωτεινό ουρανί και το φλύαρο των ασπροκίτρινων χαμομηλιών. Φιλάρεσκα έδεσα ένα μεταξωτό φουλάρι στον λαιμό μου· ρόδο με ελάχιστο γαλάζιο, ανταύγεια νερών όταν πλαγιάζει ο ήλιος. Φόρεσα τις δερμάτινές μου μπότες και διόρθωσα την καμπύλη της ασημένιας μου καδένας. Στην άκρη της κρεμότανε ένα ρολόι. Το κοίταξα. Μετέωρη, εύθραυστη, σημαδεμένη μού έδειξε την ώρα. Στερέωσα ένα καθρεφτάκι στα κλαδιά, για να δω να βάλω πάνω στα κουρεμένα μου μαλλιά ένα αντρικό καπέλο. Κοίταξα το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Η παρθένος ζωγράφος απουσίαζε, έχοντας φαίνεται ξεκινήσει για να επιστρέψει στην αττική Ανατολή, όπου ανήκε. Υποσχέθηκα να μην ξεχάσω τη μορφή της, ούτε καν με εκείνο το πολύ λίγο, που ξεχνάνε οι γυναίκες. Όμως τώρα να τρέξει, να πάει στον Τσέκολι* μαντάτα για τις εξελίξεις της φιλτά-

 


245

 

της του πατρίδας. Ακόμη να του πει ότι η μαθήτριά του δε φοβόταν, κι ότι, καθώς ντυνόταν, για να μεταμορφωθεί από γυναίκα σε άντρα, άκουγε τα λόγια και τις διδαχές του ένα μελίσσι γύρω της. Κι ότι μάντευα, όπως δύναται να μαντεύει κάποιος τέτοιαν ώρα, πως εκτός από το ζήτημα της τέχνης, η υπεσχημένη γη θα άφηνε πάνω μου ανεξίτηλα τα ίχνη της ζωής. Ήδη πάσχιζα να σκεφτώ σαν άντρας. Ήδη είχα μιλήσει με το εγώ.


Φωτογραφία
της Ελένης Μπούκουρα-Αλταμούρα
μεταμφιεσμένης σε άνδρα

Στον κήπο του πανδοχείου είχαμε τελειώσει το μεσημεριανό μας γεύμα και περιμέναμε καφέ. Παράδεισος μας εφαινόταν η ανακωχή του κήπου. Μακάρι να αργούσε ο σερβιτόρος, μολονότι μας είχε διαβεβαιώσει για το αντίθετο, αφού τέτοιες μέρες δεν έβγαινε στις εξοχές ο κόσμος και δεν είχε άλλους πελάτες. Είχα αρχίσει το τραγούδι μου, όταν τον είδα από μακριά να επιστρέφει. Έκανα ότι δεν τον πρόσεξα, γιατί, κρατώντας πάντοτε τον δίσκο, στηρίχτηκε στο κάσωμα της πόρτας για να με ακούσει: «Σαν τη σπίθα κρυμμένη στη στάχτη, εκρυβόταν για μας λευτεριά. Ήλθε η μέρα, πετιέται, ανάφτει εξανοίχτη σε κάθε μεριά». Σταμάτησα να τραγουδώ. Τον παρατηρούσα που κοντοστεκόταν. Έπειτα, σαν να ξύπνησε, πλησίασε με τους καφέδες, υποκλίθηκε και ρώτησε με σεβασμό αν ο νεαρός κύριος ήταν τενόρος. Δίστασε μια στιγμή προτού ρωτήσει κάτι ακόμη, αν το τραγούδι της άγνωστής του γλώσσας μιλούσε για τα γνωστά σε όλους πάθη του έρωτα, διότι έτσι του είχε φανεί. Του εξήγησα με προσήνεια* για την Ιόνιο καταγωγή του άσματος, ενώ σκεφτόμουν τι το γνωστό και τι το άγνωστο βρισκότανε μπροστά σ' αυτό τον άνθρωπο. Θέλοντας να τον ευχαριστήσω, αφού ήταν ο πρώτος που με χειροκρότησε στον δύσκολο μου ρόλο, του τραγούδησα μιαν ιταλική πατριωτική άρια. Την άκουσε σχεδόν δακρυσμένος, αφού αυτά τα τραγούδια είχαν πρόσφατα απαγορευτεί*. Το γνωρίζαμε κι οι δυο.

O καπετάν Γιάννης με εγκατέστησε στη Ρώμη και βιάστηκε να επιστρέψει στις επιχειρήσεις

 


246

 

του Αθηναίου θεατρώνη Ιωάννη Μπούκουρη, που δεν του επέτρεπαν πια το αργόσχολο βλέμμα των θαλασσινών πάνω στα πράγματα του κόσμου. Αυτό δεν του άρεσε, αλλά δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά. Η αναγκαστική πεζοπορία εξαιτίας της επανάστασης, ώσπου να βρούμε κάποιαν άμαξα για το υπόλοιπο ταξίδι, μας είχε αφάνταστα καθυστερήσει. Έφυγε όμως ήσυχος, αφού είχα πάντοτε μαζί μου τις συστατικές επιστολές, που τις είχα δείξει και στη Νάπολη, σε μερικούς ζωγράφους. Από τη μεριά μου προετοιμαζόμουν να παρουσιαστώ στις εξετάσεις των περίφημων Ναζαρηνών ζωγράφων. Αν περνούσα, θα σπούδαζα ζωγραφική στο μοναστήρι έξω από τη Ρώμη όπου ζούσαν, για ένα δυο χρόνια, όσο να υποστηρίξω με χαρτιά την κεκτημένη γνώση. Λιγότερο από ένα υπερπόντιο ταξίδι, υπολόγιζε ο πατέρας μου, και να γυρίσω έπειτα πίσω, αφού όποιος βγαίνει σε μακρύ ταξίδι πρέπει να έχει στο μυαλό του την εστία που τον περιμένει. Σ' ένα μονάχα επέμενε, να μη λησμονήσω ότι είμαι Ελληνίδα. Αυτό τα λέει όλα, ισχυρίστηκε λίγο πριν φύγει.

 

Δεν το λησμόνησα, αφού αυτό σήμαινε για μένα περισσότερα από το όλα του πατέρα μου. Μόνη μου τόλμησα να σκεφτώ και να εξηγήσω με τον δικό μου τρόπο την παραγγελία του. Τόλμησα ακόμη, ζητώντας κάπου να στηρίξω τα επιχειρήματά μου, να υποθέσω ότι κάτι το αντίστοιχο θα είχε κάνει πολεμώντας κι η Μεγάλη μας Κυρά*. Διότι, ενώ είχα χρόνια να τη δω, ήρθε και με επισκέφθηκε μιαν από τις πρώτες ρωμαϊκές μου νύχτες, αν δεν σφάλλω τότε ακριβώς που αναχώρησε ο κύρης μου. Όρθια στην πλώρη, εφορμώντας με τον στόλο της στο απόρθητο Ανάπλι, έδειχνε στους κανονιέρηδες με το δεξί της υψωμένο χέρι πού ακριβώς να βαρέσουν. Δεν εφορούσε όμως τα ρούχα της περίφημης ζωγραφιάς της, αλλά τα ρούχα των ψιθύρων και των αποσιωπήσεων. Καταπώς άφηναν οι γυναίκες στα κατώφλια να εννοηθεί, όταν παιδί αποσπέριζα* ακούγοντάς τες, αλλά τώρα μονάχα καταλάβαινα τη σημασία των λόγων, με γυναικεία ενδύματα δεν μπαίνει άνθρωπος στην πράξη του πολέμου. Oύτε τα όπλα του χειρίζεται σωστά ούτε και σκέφτεται σωστά. Και το χειρότερο, με τα παράταιρα γυναικεία ρούχα έδινε στόχο στον εχθρό σέρνοντας γρουσουζιά στους δικούς του. Άρα, συμπέραιναν δίχως βέβαια να την έχουν δει σε ώρα μάχης, η Λασκαρίνα ανέβαινε στα πλοία και κατέβαινε με τις φούστες της και με τις χρυσές μαντίλες, ενόσω όμως έκανε κουμάντο, δεν μπορεί παρά να βρισκότανε μέσα σε αντρίκεια φορεσιά, πότε του πρώτου της, πότε του δεύτερού της άντρα, σκοτωμένων και των δυο τους.

 

Την ονειρεύτηκα να οδηγεί τους κανονιέρηδες ντυμένη στα ματωμένα ρούχα ενός αδικοθάνατου κι αγαπημένου άντρα. Πρόσεξα, ωστόσο, και το ανήσυχο πέταγμα ενός γλάρου γύρω της. Τον οιωνό του σύντομου δικού της τέλους κατά τον τρόπο των ζωγράφων,

 


247

 

που συχνά στερέωναν μέσα στο ζωντανό παρόν του πίνακά τους έναν αδιόρατο υπαινιγμό της μοίρας του εικονιζόμενου προσώπου, εάν την ήξεραν ή την εμάντευαν. Η Κυρά τράβηξε μια στιγμή το βλέμμα της απο τον στόχο, γύρισε και μου είπε να συνεχίσω να ντύνομαι σαν άντρας, γιατί έτσι θα μάθω τα διπλάσια κι από τους άντρες κι από τις γυναίκες. Να αποδεχτώ τη φιλοδοξία και το ήθος που εγείρει μέσα μου ο έρωτας της τέχνης, ομόλογος προς τον δικό της έρωτα της λευτεριάς. Στην επικράτειά τους, χαμογέλασε, τίποτε δεν μοιράζεται στα δυο μοιραία και ξεκάθαρα, όπως γινόταν μέχρι τότε. Αυτή είναι η πιο λεπτή ανατροπή, η πιο μεγάλη πρόκληση που κομίζουν ξαναφτιάχνοντας τον κόσμο. Πλην όμως, έπρεπε να το σκεφτώ καλά πριν ξεκινήσω τούτο το δεινό ταξίδι, αφού η έκτοτε ζωή μου θα διαβεί χωρίς επιστροφή, χωρίς μετάνοια, χωρίς έλεος. Είναι και τούτο ένας τρόπος για να είσαι Ελληνίδα, είπε. Και ξαναγυρνώντας στη φρόνηση και τη σιωπή της ζωγραφιάς της, ξαναγυρνώντας στο επείγον του πολέμου, έπλευσε τόσο βιαστικά προς το Ανάπλι, ώστε δεν πρόλαβα να καταλάβω αν είπε την τελευταία της πρόταση σοβαρά ή με ειρωνεία.

Το πρωί συλλογίστηκα ότι ποτέ της, τα χρόνια που τη συναντούσα στα παραμύθια, στα όνειρα και κατά την εγρήγορση, ποτέ της δεν μου είχε απευθύνει λέξη. Ανησύχησα με τούτο το ενύπνιο*, αν ήταν ένα προφητικό σημάδι για τη μοίρα μου, εφόσον σύντομα επρόκειτο να δώσω εξετάσεις στη Σχολή των Ναζαρηνών ζωγράφων. Κι εκεί έπρεπε οπωσδήποτε να παρουσιαστώ σαν άντρας. Στο μοναστήρι τους δεν έκαναν δεκτές για τη ζωγραφική γυναίκες, όμως αυτό το είχα αποκρύψει από τον πατέρα μου, ενισχύοντας την απόφασή του να γυρίσει στην Αθήνα το ταχύτερο.

Κι εγώ, αποφασίζοντας εκείνο το πρωί σε μιαν ξένη πολιτεία να δώσω ως άντρας εξετάσεις, ενδεχομένως να ζήσω έτσι λίγα χρόνια, γέννησα τον εαυτό μου ως Κανένα. Δεν είχε σημασία με ποιο όνομα θα υπέγραφα τις εξετάσεις, τις σπουδές και τα έργα μου, μιας και το Χρυσίνη, ακόμη και το Μπούκουρα ή Μπούκουρη, μεταφρασμένα ιταλικά δε διαχώριζαν το φύλο. Θα ζούσα εφεξής ως ένας Κανένας. Άλλωστε, εάν επέμενα να αναζητώ στηρίγματα στη μεταβατική μου ώρα, στον ίδιο κύκλο είχαν συνταιριάξει κάποτε τα ονόματα Ελένη και Κανένας.

 

Ρ. Γαλανάκη, Ελένη, ή ο Κανένας, Άγρα

Παράλληλα Κείμενα
Ρ. Γαλανάκη, «Ελένη ή ο Κανένας» (απόσπασμα) Ρ. Γαλανάκη, «Ελένη ή ο Κανένας» (απόσπασμα)
Ελ. Μουτζάν-Μαρτινέγκου, «Αυτοβιογραφία» [Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου] Ελ. Μουτζάν-Μαρτινέγκου, «Αυτοβιογραφία»


Λεξιλόγιο
*φίνα βατίστα: ύφασμα εξαιρετικής ποιότητας *Ραφαέλο Τσέκολι: Ιταλός ζωγράφος, αρχαιολόγος και γιατρός που βρήκε άσυλο στην Ελλάδα, διωγμένος από το Βασίλειο των δύο Σικελιών· ήταν ο πρώτος δάσκαλος ζωγραφικής της Ελένης *προσήνεια: καταδεκτικότητα *είχαν πρόσφατα απαγορευτεί: στη Νάπολη είχε ξεσπάσει πατριωτική επανάσταση εναντίον του Βασιλιά των δύο Σικελιών *Μεγάλη Κυρά: η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα  *αποσπέριζα: περνούσα τα βράδια, ξενυχτούσα *ενύπνιο: όνειρο

 

1 Μπουμπουλίνα Λασκαρίνα (1771-1825) [πηγή: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού]

 


248

ΕΡΓΑΣΙΕΣ

  • Ποιοι ήταν οι «μάρτυρες της μεταμόρφωσης» της Ελένης; Τι φανερώνει ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται στο κείμενο;
  • «Σαν τη σπίθα… είχαν απαγορευτεί»: Συσχετίστε τις ιστορικές αναφορές του χωρίου με την ατμόσφαιρα της εποχής και με την προσωπικότητα της Ελένης.
  • Ποιο είναι το πρότυπο της Ελένης στον δύσκολο δρόμο που ανοίγεται μπροστά της και γιατί το έχει επιλέξει; Απαντήστε, αφού διαβάσετε προσεχτικά το σχετικό απόσπασμα.
  • Η αφηγηματική τέχνη της Ρέας Γαλανάκη συνδυάζει τον ρεαλισμό με το ονειρικό στοιχείο. Εντοπίστε αυτά τα στοιχεία μέσα στο κείμενο και εξετάστε το αισθητικό αποτέλεσμα που προκύπτει από τον συνδυασμό τους.


ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

  • Η Ελένη ταξίδεψε με ιστιοφόρο από τον Πειραιά στη Νάπολη. Από εκεί, ντυμένη άντρας και συνοδευόμενη από τον πατέρα της, πήρε τον δρόμο για τη Ρώμη πότε πεζή και πότε σε άμαξα. Βρείτε αυτή την πορεία στον χάρτη και εξετάστε την ιστορική περίοδο του 1848 από πλευράς εθνικοαπελευθερωτικών και κοινωνικών κινημάτων.

    Google Maps Google Maps
    Τα επαναστατικά κύματα του 1830 και του 1848 στην Ευρώπη [Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία Γ΄ Γυμνασίου] Τα επαναστατικά κύματα του 1830 και του 1848 στην Ευρώπη [Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία Γ΄ Γυμνασίου]
    Nicola Sanesi (1818-1889), «Η επανάσταση του Παλέρμο, 12 Ιανουαρίου 1848» (περ. 1850) [πηγή: Βικιπαίδεια] Nicola Sanesi (1818-1889), «Η επανάσταση του Παλέρμο, 12 Ιανουαρίου 1848» (περ. 1850) [πηγή: Βικιπαίδεια]
  • Τι μαρτυρεί η αναγκαστική μεταμφίεση της Ελένης για τη θέση της γυναίκας στα μέσα του 19ου αιώνα στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία; Σχολιάστε την απόφαση της Ελένης να σπουδάσει ζωγραφική, καθώς και τη στάση του πατέρα της απέναντι στην επιθυμία της κόρης του.



Φωτογραφία από την ταινία O Θίασος του Θ. Αγγελόπουλου



Ελένη Mπούκουρα-Aλταμούρα, Αυτοπροσωπογραφία με στολή μοναχού


Γαλανάκη Ρέα (1947 - )


Ρέα Γαλανάκη

Διάβασε για τη ζωή και το έργο της εδώ. Κατέβασε σύντομο βιογραφικό . Δες και παρακάτω στο Υλικό.


Η Ελένη Αλταμούρα (1821-1900) ήταν κόρη του καπετάνιου των Σπετσών Ιωάννη Μπούκουρη, ο οποίος πήρε ενεργό μέρος στην ελληνική επανάσταση και μετά την ανεξαρτησία ίδρυσε το πρώτο θέατρο της Αθήνας, μόλις η πόλη έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους. Η Ελένη, προικισμένη με το ταλέντο της ζωγραφικής, πήρε τη μεγάλη απόφαση, ύστερα από τη μαθητεία της στην Αθήνα κοντά στον ζωγράφο Ραφαέλο Τσέκολι, να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία. Ο πατέρας της, υποχωρώντας μπροστά στο πείσμα και στον ισχυρό χαρακτήρα της κόρης του, δίνει τη συγκατάθεσή του σε αυτό το τολμηρό εγχείρημα και τη συνοδεύει ως τη Ρώμη το 1848, τη χρονιά των μεγάλων ευρωπαϊκών επαναστάσεων. Η Ελένη, έχοντας μάθει την τέχνη της μεταμφίεσης κοντά στους ηθοποιούς του πατέρα της, ντύνεται άντρας, για να γίνει δεκτή στη Σχολή των Ναζαρηνών, όπου απαγορευόταν η φοίτηση γυναικών. Με αυτήν τη μεταμφίεση θα ζήσει στη Ρώμη και στη Φλωρεντία. Με αυτήν τη μεταμφίεση θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τον ζωγράφο Σαβέριο Αλταμούρα, με τον οποίο θα αποκτήσει τρία παιδιά. Αργότερα, για να νομιμοποιήσει τη σχέση τους, ασπάζεται τον καθολικισμό. Όταν ο Σαβέριο την εγκαταλείπει παίρνοντας μαζί του τον μικρότερο γιο τους, η Ελένη επιστρέφει στην Ελλάδα με τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της, τα οποία πεθαίνουν σε νεαρή ηλικία από φυματίωση. Τότε η Ελένη παύει πια να ζωγραφίζει και αποσύρεται στις Σπέτσες, όπου ζει ως το τέλος της ζωής της μέσα στο πένθος, ενώ, καθώς φημολογείται, αναζητά μέσα από τη μαγεία και τη σολομωνική τρόπους, για να επικοινωνήσει με τα πεθαμένα παιδιά της.

Το μυθιστόρημα Ελένη, ή ο Κανένας χωρίζεται σε τρία άνισα μέρη και σε είκοσι τέσσερα κεφάλαια, τα οποία φέρουν αρίθμηση από το Α ως το Ω, έτσι ώστε να θυμίζουν ομηρικό έπος. Το Κανένας του τίτλου παραπέμπει βεβαίως και στην Οδύσσεια, χωρίς φυσικά να εξαντλείται εκεί η σημασία του για το μυθιστόρημα. Το πρώτο και το τελευταίο μέρος του βιβλίου είναι γραμμένα σε τριτοπρόσωπη αφήγηση και η φωνή του αφηγητή ακούγεται φαινομενικά ουδέτερη, χωρίς ιδιαίτερους συναισθηματικούς λυρικούς τόνους. Στα μέρη αυτά η αφήγηση είναι γραμμική, τα γεγονότα του παρελθόντος εμφανίζονται με ευταξία. Αντίθετα, στο μεσαίο και μεγαλύτερο σε έκταση μέρος του βιβλίου η αφήγηση κυριαρχείται από έναν πρωτοπρόσωπο εξομολογητικό λόγο, που μοιράζεται σε εναλλασσόμενες ενότητες με ορθά και πλάγια γράμματα. Στα ορθά αφηγείται τη ζωή της και στα πλάγια συνομιλεί με τους νεκρούς της. Το απόσπασμα που έχει επιλεγεί προέρχεται από το πρώτο μέρος του βιβλίου. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου αναφέρεται το παρακάτω κριτικό απόσπασμα της Μαίρης Μικέ (βλ. βιβλιογραφία):

«Σε ολόκληρο αυτό το πρώτο μέρος υπάρχουν πλήθος σημάτων που προοικονομούν τόσο την απόφαση της ηρωίδας να ντυθεί άντρας, όσο και τις συνέπειες που θα έχει αυτή η μεταμφίεση στη μετέπειτα ζωή της. Άλλωστε στο τμήμα αυτό πλανιέται ως φάσμα η μορφή της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, της κυράς των Σπετσών, που αναλαμβάνει αντρικά καθήκοντα και φορά αντρικά ρούχα την ώρα της δράσης (όπως και τόσες άλλες μυθοπλαστικές ηρωίδες ιστορικών μυθιστορημάτων) και που μπορεί να λειτουργεί δυνάμει ως πρότυπο του βίου της Ελένης: ο έρωτας της λευτεριάς στη μία και ο έρωτας της τέχνης στην άλλη οδηγούν στο ίδιο εγχείρημα, της παρενδυσίας.

Στο δεύτερο τμήμα, όπου κυριαρχεί η φωνή της ηρωίδας, μπορεί να παρακολουθήσει κανείς τη στάση της ίδιας απέναντι στη μεταμφίεσή της (διαφορετικοί είναι οι λόγοι που προβάλλονται στον πατέρα για το εγχείρημα της παρενδυσίας, λόγοι ασφάλειας σε μια περίοδο πολιτικά ταραγμένη), να διαπιστώσει τις αλλεπάλληλες εναλλαγές των εγώ, τις κατασκευές νέων ταυτοτήτων, τις οριοθετήσεις νέων περιοχών, τον ευνουχισμό του (ερωτικού) σώματος όσον καιρό διαρκεί η αποκλειστικότητα του έρωτα της τέχνης. "Έπρεπε να ξεχάσω το δικό μου σώμα και το κρυμμένο θηλυκό και το ψευδεπίγραφο αρσενικό, αν ήθελα να λέγομαι ζωγράφος."

Ακόμα, μπορεί κανείς να διαπιστώσει σε αυτό το κεντρικό τμήμα της αφήγησης την ανακοπή του ταξιδιού της γνώσης από την ορμητική εισβολή του έρωτα για τον Σαβέριο.

Για μία ακόμα φορά, όπως συμβαίνει, τηρουμένων των αναλογιών, και στην Πάπισσα Ιωάννα, ο έρωτας αποδεικνύεται καταστροφικός και ανασταλτικός σε γυναίκες που τολμούν να διεκδικήσουν αντρικά προνόμια (εκεί εξουσίας, εδώ γνώσης)».

 


Ρέα Γαλανάκη
Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα, Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Ρέα Γαλανάκη [πηγή: Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα)]
Ανάγνωση του κειμένου Μεταμφίεση
Βιβλιονέτ βιβλιονετ
ΕΚΕΒΙ εκεβι

Βικιπαίδεια

Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα, βιογραφία και έργα
στο paleta art Ελένη Αλταμούρα
στο Βικιπαίδεια Ελένη Αλταμούρα
στο art magazine Ελένη Αλταμούρα, art magazine

 

Για τα λογοτεχνικά ρεύματα - κινήματα δείτε εδώ

Γενικά στοιχεία αφηματολογίας θα βρείτε εδώ

 

Μπορείτε να γράψετε τις απαντήσεις σας και να τις εκτυπώσετε ή να τις σώσετε σε αρχείο pdf.

 

Ήρωες

Οι ήρωες του κειμένου είναι:

 

Τόπος

Τα γεγονότα του κειμένου διαδραματίζονται:

 

Η χρονική σειρά των γεγονότων

Διακρίνουμε αναδρομικές αφηγήσεις, πρόδρομες, in medias res, εγκιβωτισμό, παρέκβαση, προϊδεασμό, προοικονομία:

 

Η χρονική διάρκεια

Σχέση του χρόνου της αφήγησης με τον χρόνο της ιστορίας (μικρότερος, ίσος, μεγαλύτερος).

Διακρίνουμε επιτάχυνση, παράλειψη, περίληψη, έλλειψη, αφηγηματικό κενό, επιβράδυνση:

 

Γλώσσα

Η γλώσσα του κειμένου είναι:

 

Αφήγηση

Η αφήγηση είναι πραγματική ή πλασματική, αφήγημα γεγονότων, λόγων ή σκέψεων…

 

Ο αφηγητής

Ο αφηγητής είναι ομοδιηγητικός, ετεροδιηγητικός…

 

Η εστίαση

Η εστίαση είναι μηδενική, εσωτερική, εξωτερική…

 

Τα αφηγηματικά επίπεδα

Τα αφηγηματικά επίπεδα είναι εξωδιηγητικά, διηγητικά, μεταδιηγητικά:

 

Αφηγηματικοί τρόποι

Οι αφηγηματικοί τρόποι είναι: έκθεση, διάλογος, περιγραφή, σχόλιο, ελεύθερος πλάγιος λόγος, μονόλογος:

 

Ενότητες

Το κείμενο μπορεί να χωριστεί στις εξής ενότητες:

 

Το σχόλιό σας...

 

pano