Η Ταράξανδρα ή Ταραξάνδρα ήταν μάντισσα ή σίβυλλα και ο Κλήμης Αλεξανδρείας την ονομάζει ανάμεσα σε άλλες σίβυλλες μετά από τους άρρενες χρησμολόγους (Κλήμ. Στρωμ. 1.21.132). Κατά μία εκδοχή κατάγεται από τη Φρυγία και είχε διάφορα ονόματα: Σίβυλλα Φρυγία, ἡ κληθεῖσα ὑπό τινων Σάρυσις, ὑπὸ δέ τινων Κασσάνδρα, ἄλλων δὲ Ταραξάνδρα. καὶ αὐτὴ χρησμούς (Σουίδ. Σίβυλλα)· κατά άλλη ήταν Κυμαία, έβδομη στη σειρά των δέκα Σιβυλλών και αποκαλούνταν, εκτός από Ταράξανδρα, Αμαλθία ή Ερωφίλη. Ο λατίνος ποιητής Βιργίλιος την ονόμασε Δηιφόβη και έλεγε ότι ήταν κόρη του Γλαύκου, ίσως του θαλάσσιου θεού Ἑβδόμη ἡ Κυμαία μὲν γένος, ὄνομα δὲ Ἀμαλθία· οἱ δὲ Ἐρωφίλην φασί· παρά τισιν δὲ κλῆσιν ἠνέγκατο Ταράξανδρα· Βιργίλιος δὲ ὁ Ῥωμαίων ποιητὴς Δηιφόβην αὐτὴν ὀνομάζει. (Σχόλ. Πλ. Φαίδρ. 244 b· και Βιργ. Αιν. 6.36).