Σαββατόβραδο σε παραλιακό ταβερνάκι 

 

 

 

Σαββατόβραδο σε παραλιακό ταβερνάκι, της νήσου Χίου, του πλανήτη Γη, Ιούλιος και εκείνη κάτι του λέει για σαλοτραπεζαρίες και Αστροφυσική. Σηκώνει το κεφάλι και ρίχνει καστανόχρωμους προβολείς κατευθείαν πάνω της. Του αρέσει να την ακούει.

   «Τον καναπέ τον φτιάχνει μαραγκός, η σπανακόπιτα απαιτεί σύζυγο ή μαγείρισσα και η οικοδομή οικοδόμο. Αυτά μας έλεγε η καλή μας δασκάλα η Εμπειρία. Και εξακολουθεί να μας λέει τα ίδια. Ακόμα κι έναν βαρύ γλυκό να θελήσεις να πιεις κάποιος πρέπει να τον φτιάξει. Και η Σκέψη μου, μεγαλωμένη με υλικό εμπειρίας, αδυνατεί να συλλάβει ότι κάτι μπορεί να φτιάχνεται μόνο του».

 

 Η φωνή της έχει έναν τόνο που αποθαρρύνει τον αντίλογο. 

 

 «Πώς έγιναν, λοιπόν, τα πρωτόνια, τα μακρομόρια και τα γαλαξιακά σμήνη; Το Σύμπαν χρειάστηκε Δημιουργό και εάν δεν υπήρξε, η Σκέψη μου νιώθει την παρόρμηση να τον πλάσει, τη ανάγκη να τον φανταστεί. και  τον φαντάζεται.»

  

Ο πλάσμα της Σκέψης Δημιουργός, αόρατος, στην τρίτη άδεια καρέκλα, παρακολουθεί και δείχνει ευχαριστημένος. Τα πρωτόνια πάνε καλά, τα γλοιόνια κατά τη διαδρομή τους αναπαράγονται, τα μόρια δουλεύουν μια χαρά και το αγόρι, το καθισμένο απέναντι, δείχνει να αγαπάει το κορίτσι. Πιάνει με τα δύο δάχτυλα το μουστάκι του - μια κίνηση που κάνει όποτε είναι ικανοποιημένος με κάτι - και φέρνει στο «δημιουργικό» μυαλό του την εξολόθρευση των πρωτονίων, την αποτυχία του με το Ήλιον και τα άστρα του Σαββάτου. Καλή ιδέα, τελικά, αυτή με το Σουπερνόβα. Αν δεν την είχε αξιοποιήσει, δεν θα υπήρχαν τώρα αυτοί οι δύο, να κοιτάζονται τόσο τρυφερά. Αλλά και αν κάτι οτιδήποτε είχε πάει διαφορετικά δεν θα υπήρχαν όντα όπως αυτά να τον επινοήσουν.

    To κορίτσι αδυνατεί, φυσικά, να ανιχνεύσει την ύπαρξη του αόρατου πλάσματος. Αγγίζει το υπαρκτό χέρι του αγοριού και συνεχίζει:

 «Το Υδρογόνο της επιδερμίδας σου ενωμένο χημικά με Οξυγόνο, με Άζωτο και με Άνθρακα έχει πρωτόνια μεγάλης ηλικίας, φτιαγμένα μάλλον την Τετάρτη. Πρωτόνια αθάνατα, τουλάχιστον για  τα δικά μας μέτρα. Τα αόρατα πρωτόνια της παλάμης σου θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν στο Σύμπαν και τότε που δεν θα υπάρχει κανείς από τους δυο μας. Το Οξυγόνο σου βέβαια είναι πολύ νεότερο και οπωσδήποτε αστρογέννημα, όπως και το ασβέστιο της ωμοπλάτης σου. Σαββατογεννημένα και τα δύο, μαγειρεύτηκαν πριν από πάρα πολλά χρόνια στο ζεστό στομάχι ενός Κόκκινου Γίγαντα. Έτσι  που με ακούω να το λέω, μου φαίνεται σαν παραμύθι. Αλλά και ο Σίδηρος που υπάρχει στο αίμα μας, κάπως έτσι πρέπει κι αυτός να ήρθε στον Κόσμο».

 

   Του αρέσει που του αγγίζει το χέρι. Την κοιτάζει και σκέφτεται ότι το πιο νεαρό απ’ όλα είναι μάλλον το χρυσάφι στο σκουλαρίκι της. Πρέπει να ήρθε στον Κόσμο μέσα σε συνθήκες τρομακτικά υψηλής θερμοκρασίας, λίγο πριν από την έκρηξη μιας Σουπερνόβα.

 

   Κοντεύουν μεσάνυχτα. Η έβδομη ημέρα της Δημιουργίας είναι ακόμα εκεί. Το Σύμπαν είναι πια τόσο μεγάλο που η θερμοκρασία της ακτινοβολίας «υποβάθρου» (8) είναι 3 βαθμοί της κλίμακας Κέλβιν. Καμία σχέση με την Κόλαση των πρώτων ημερών.

  

             

 

                                                         

  Επιστροφή στην πρώτη σελίδα

 

                                Παραπομπές