Οι
επιστήμονες του Royal
Society καμία υπεύθυνη απάντηση δεν μπορούσαν να δώσουν. Ας μη μας
διαφεύγει ότι εκείνη την εποχή ουδείς
έχει διανοηθεί ότι ο κεραυνός είναι ηλεκτρικό ρεύμα. Στα χιλιάδες χρόνια που προηγήθηκαν οι άνθρωποι
συσχέτιζαν με αρκετή δόση βεβαιότητας
την πτώση του κεραυνού με την οργή των διαφόρων θεών και ειδικά στην
ελληνική αρχαιότητα κυριαρχούσε η βεβαιότητα ότι επρόκειτο για έκφραση της
οργής του Δία.
Στις
δεκαετίες όμως που ακολούθησαν οι μαρτυρίες πάνω σε αυτό το ζήτημα πολλαπλασιάζονται
και εμπλουτίζονται.
Είναι
γνωστή μία δεύτερη επιστολή, σταλμένη στο ίδιο περιοδικό, από το Άμστερνταμ από
τον Musschenbroek 55
χρονια αργότερα, (τόμος 37, 1731) η οποία ζητεί μια απάντηση στο ίδιο ζήτημα.
Σε παρόμοιο ζήτημα αναφέρεται και ο Ρήγας
Βελεστινλής στο Φυσικής απάνθισμα (1790)
Εις
την Φράντζαν έπεσεν κεραυνός εις ένα σπίτι …. Και όντας εκεί ένα σεντούκι με
μαχαίρια και πηρούνια, μερικά μεν
ανέλυσαν, μερικά δε απόκτησαν μίαν
μαγνητικήν δύναμιν οπού εσύκωναν χοντρά
καρφιά.
Στα
μέσα του 18ου αιώνα ο Benjamin
Franklin, ένας από τους σκαπανείς
της επιστήμης του Ηλεκτρισμού, διέγνωσε ότι ο κεραυνός δεν ήταν τίποτε άλλο από
μία ηλεκτρική εκκένωση
ανάμεσα
στο σύννεφο και το έδαφος της Γης.
Ύστερα
από αυτό, θα περίμενε κανείς να φανεί η σχέση του ηλεκτρισμού με τον
μαγνητισμό.
Κάτι
τέτοιο όμως δεν συνέβη για τα επόμενα 70 χρόνια. Η ιστορία της επιστήμης είναι γεμάτη από παραδείγματα
όπου ενώ όλα φαίνονται έτοιμα για να γίνει το βήμα προς μία κατεύθυνση, το βήμα
αυτό δεν γίνεται. Και οι αιτίες ποικίλλουν.
Στη
συγκεκριμένη περίπτωση υπήρχε η αδυναμία να πραγματοποιηθούν σοβαρές
εργαστηριακές έρευνες, αλλά «βάραινε»
και η γνώμη του Benjamin
Franklin, ο
οποίος ενώ στην αρχή είχε εκφράσει βάσιμη υποψία ότι το ρεύμα του κεραυνού
έπρεπε να δημιουργεί μαγνητισμό, άλλαξε αργότερα γνώμη και τελικά τοποθετήθηκε
με βεβαιότητα ενάντια στην ενοποίηση του ηλεκτρισμού με τον μαγνητισμό.
Αν συνυπολογίσουμε ότι στα ζητήματα του
Ηλεκτρισμού η γνώμη του είχε πια αποκτήσει το ειδικό βάρος μιας αυθεντίας θα
μπορέσουμε να δούμε άλλη μία αιτία που συνέβαλε στο να καθυστερήσει να
υλοποιηθεί η ιδέα της ενοποίησης.
Τα
γεγονότα άρχισαν να επιταχύνονται προς την τελική τους κατεύθυνση με την είσοδο
του επόμενου αιώνα, του 19ου.
Προς
αυτή την εξέλιξη συνέβαλαν τόσο η ανακάλυψη της βολταϊκής στήλης,
όσο και
η κυριαρχία ενός ορισμένου φιλοσοφικού κλίματος στις γερμανικές και στις σκανδιναβικές χώρες.
Το έτος
1800 στην Παβία της Ιταλίας ο Alessandro
Volta θα κατασκευάσει την πρώτη
ηλεκτρική στήλη και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν στα χέρια κάθε ερευνητή η
στήλη θα παρέχει ποσά ηλεκτρισμού πολύ μεγαλύτερα από όσα μία ηλεκτροστατική
μηχανή του παρελθόντος. Ο δρόμος για την ουσιαστική εργαστηριακή μελέτη του
ηλεκτρικού ρεύματος
χειρόγραφο του Alessandro Volta
είχε
ανοίξει. Σε επιστολή του -20 Μαρτίου 1800- στον J. Banks,
πρόεδρο του Royal
Society, o
Volta γράφει
:
« . . . η συσκευή για την οποία σας μιλάω,
είναι αναμφίβολο ότι θα σας καταπλήξει. Είναι ένα σύστημα αγωγών που έχουν τοποθετηθεί
κατά ένα ειδικό τρόπο. Είκοσι, σαράντα,
εξήντα κομμάτια χαλκού ή καλύτερα αργύρου καθένα από τα οποία προσαρμόζεται σε
ένα κομμάτι κασσιτέρου ή καλύτερα ψευδαργύρου κα ανάμεσά τους στρώματα χαρτιού
ή δέρματος εμποτισμένα με αγώγιμο υγρό . . . .»
Την
ίδια εποχή ο γερμανικός στοχασμός των ρομαντικών βρίσκεται στον αστερισμό της
Φυσικής Φιλοσοφίας, μιας πνευματικής κίνησης
με βασικό εκπρόσωπο τον Schelling, που
επηρεάζει και τους στοχαστές των σκανδιναβικών χωρών. Οι περισσότεροι από αυτούς
πιστεύουν σε βαθμό πεποίθησης ότι όλα τα φαινόμενα που παρατηρούνται στη φύση
αποτελούν ιδιαίτερες εκδηλώσεις ενός ενιαίου τύπου «δύναμης». Η πίστη τους σε
αυτό το ενιαίο των δυνάμεων της φύσης θα κατευθύνει τη σκέψη ορισμένων φυσικών στο να δεχθούν ως «a
priori, σίγουρη» την ύπαρξη ενός
δεσμού ανάμεσα στις ηλεκτρικές και τις μαγνητικές δυνάμεις.
Πάνω
στον δρόμο που είχε ανοίξει στο πειραματικό επίπεδο η βολταϊκή στήλη και στο
επίπεδο των ιδεών η Φυσική Φιλοσοφία περπάτησε ο Hans Christian
Oersted. Έχοντας μελετήσει όλα τα
έργα του Schelling ειχε
επηρεαστεί σοβαρά από τις ιδέες του. Από τα πρώτα του κιόλας γραπτά – και
μολονότι ακουγόταν ακόμα ο απόηχος της αυθεντίας του Franklin -υποστήριξε ότι ο μαγνητισμός κα ο
ηλεκτρισμός οφείλονται στις ίδιες αιτίες και ότι αυτό το θεωρούσε φυσική
συνέπεια της θεμελιακής ενότητας που πίστευε ότι ενυπάρχει στα πράγματα. Το
κρίσιμο πείραμα έγινε στην Κοπεγχάγη. Ήταν καλοκαίρι του 1820.