Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

Andreas Ioannou Kassetas

 

PHILOSOPHIAE NATURALIS

PRINCIPIA MATHEMATICA

Οι ορισμοί 

 

 

 

 


Το κείμενο του

Isaac Newton

στα ΛΑΤΙΝΙΚΑ

Η μετάφραση στα ΑΓΓΛΙΚΑ από τον Andrew Motte 1729

Απόδοση  σε γλώσσα ΕΛΛΗΝΙΚΗ 

( Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας )

Παρατηρήσεις

Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

DEFINITIO  I.

Quantitas Materiæ est mensura ejusdem orta

 ex illius Densitate

& Magnitudine

 conjunctim.

 

AER, densitate duplicata, in spatio etiam duplicato fit qua­ druplus; in triplicato sextuplus.

. . . . . . . .  .

Hanc autem  Quantitatem sub nomine Corporis vel Massæ in se­ quentibus passim intelligo. Innotescit ea per corporis cujusque Pondus.

DEFINITION I.

The quantity of matter is the measure of the same, arising from its density and bulk conjunctly.


THUS air of double density, in a double space, is quadruple in quantity; in a triple space, sextuple in quantity.

. . . . . . . . . . .  ..

 

 

It is this quantity that I mean hearafter everywhere under the name of  Corporis or  Massæ

Ορισμός 1

Η ποσότητα της ύλης είναι το μέτρο αυτής της ύλης, και απορρέει από το γινόμενο της πυκνότητας και του όγκου

 

Έτσι αέρας διπλάσιας ποσότητας, σε διπλάσιο χώρο είναι τετραπλάσιος σε ποσότητα. Σε τριπλάσιο χώρο εξαπλάσιος σε ποσότητα.

. . . .

 

Σε αυτή την ποσότητα της ύλης από δω και πέρα θα αναφέρομαι  με το όνομα corpus ή ΜΑΖΑ

Στο ερώτημα

«τι λέγεται μάζα ενός σώματος ;»

τα σχολικά βιβλία Χημείας δίνουν συνήθως την απάντηση

« το ποσό της ύλης του σώματος » και διδάσκουν ότι τη μετράμε με ζυγό. Οι φυσικοί βιάζονται να τους κάνουν κριτική γιατί στην ίδια σχολική τάξη το βιβλίο της Φυσικής ορίζει τη μάζα ως μέτρο της αδράνειας. Και βλέπουμε ότι  ο ορισμός των βιβλίων Χημείας  εμφανίζεται στο Ευαγγέλιο των φυσικών διατυπωμένος από τον Newton. Παραμένουν ωστόσο έκθετα ερωτήματα όπως το «πως θα μετρήσουμε τη μάζα ενός σώματος εάν αυτό  βρεθεί εκτός πεδίου βαρύτητας;»  ( οπότε ο ζυγός είναι άχρηστος )  ή «πώς μετρήσαμε τη μάζα του πρωτονίου;» Το ζυγίσαμε ; Οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα απαιτούν Φυσική. Και ο πατριάρχης Newton μπορεί να ορίζει τη μάζα ως ποσό της Mater αλλά στη συνέχεια στο Definitio III τη συνδέει με την αδράνεια επιλέγει δηλαδή από τα στοιχεία που περιγράφουν την υλικότητα ενός σώματος , την αδράνειά του

DEFINITIO II.

 

Quantitas Motus

est mensura ejusdem

orta ex Velocitate

& Quan­titate

Materiæ conjunctim.

 

 

Motus totius est summa motuum in partibus singulis; adeoque in corpore duplo majore æquali cum velocitate duplus est, & du­ pla cum velocitate quadruplus.

 

DEFINITION II.
The quantity of motion is the measure of the same, arising from the velocity and quantity of matter conjunctly.

 

The motion of the whole is the sum of the motions of all the parts; and therefore in a body double in quantity, with equal velocity, the motion is double; with twice the velocity, it is quadruple.

 

 

 

Ορισμός 2

Η ποσότητα της Motus  είναι το μέτρο αυτής της Motus  και απορρέει από το γινόμενο της ταχύτητα επί μέτρο  ύλης ( μάζα)

 

Η Motus ενός συνόλου είναι το άθροισμα των

Motus όλων των τμημάτων του.

Γι αυτό και σε ένα σώμα με διπλάσια ποσότητα ύλης

( μάζα ) και με ίση ταχύτητα η Motus είναι διπλάσιο.  Με διπλάσια Motus και διπλάσια ταχύτητα η είναι τετραπλάσια

 

 

Τον λατινικό όρο Motus ο Άγγλος μεταφραστής τον αποδίδει με το motion- κίνηση

Η απόδοση αυτή προκαλεί δυσκολία στην κατανόηση από έναν αναγνώστη του σήμερα. Και η σύγχυση είναι φυσιολογική διότι η ΚΙΝΗΣΗ είναι το φαινόμενο ενώ το Motus έχει τη σημασία μιας ποσότητας .

Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τι ακριβώς θέλει να πει με το λατινικό Motus ο Νεύτων θα χρειαστεί να δεχτούμε ότι

Quantitas Motus = ΟΡΜΗ αλλά και – στην επόμενη πρόταση - Motus = ΟΡΜΗ . Έτσι με τον δεύτερο ορισμό ο Νεύτων αποσαφηνίζει και τι λέγεται Ορμή αλλά και ότι η ορμή ενός συστήματος είναι ίση με το άθροισμα των ορμών των τμημάτων του

 

 

 

Το κείμενο του

Isaac Newton

στα ΛΑΤΙΝΙΚΑ

Η μετάφραση στα ΑΓΓΛΙΚΑ από τον Andrew Motte 1729

Απόδοση  σε γλώσσα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

( Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας )

Μια παρατήρηση

Definitio. III.

Materiæ vis insita est potentia resistendi, qua corpus unumquodque, quantum in se est, perseverat in statu suo vel quiescendi vel movendi uniformiter in directum.

 

Hæc semper proportionalis est suo corpori, neQ.E.D.ffert quic­ quam ab Inertia massæ, nisi in modo concipiendi.

Per inertiam materiæ, fit ut corpus omne de statu suo vel quiescendi vel moven­ di difficulter deturbetur.

Unde etiam vis insita nomine significan­ tissimo Vis Inertiæ dici possit. Exercet vero corpus hanc vim solum­ modo in mutatione status sui per vim aliam in se impressam facta;

 

Definition III.

The vis insita, or innate force of matter, is a power of resisting, by which every body endeavours to persevere in its present state, whether it be of rest, or of moving uniformly forward in a right line.

This force is always proportional to the body whose force it is and differs nothing from the inactivity of the mass, but in our manner of conceiving it.

A body, from the inert nature of matter, is not without difficulty put out of its state of rest or motion.

Upon which account, this vis insita may, by a most significant name, be called inertia

(vis inertiae) or force of inactivity.

But a body only exerts this vis insita when another force, impressed upon it endeavors to change its condition.

Ορισμός 3

Η vis insita  της ύλης είναι μια «potentia» αντίστασης λόγω της οποίας κάθε σώμα «επιδιώκει» να διατηρείται στην παρούσα κατάστασή του είτε αυτή είναι ακινησία είτε μια ευθύγραμμη ομοιόμορφη κίνηση. 

Η «potentia» αυτή είναι πάντοτε ΑΝΑΛΟΓΗ προς τη ΜΑΖΑ του σώματος του οποίου είναι «potentia» και δεν διαφέρει σε τίποτα από την Inertia της μάζας παρά στον τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε.

Λόγω της αδρανούς φύσης της ύλης του ένα σώμα  εκδηλώνει δυσκολία  στο να αλλάξει την κατάσταση της ακινησίας του ή της κίνησής του 

Πάνω σ’ αυτή τη λογική η ενδογενής αυτή «potentia»  αντίστασης θα μπορούσε να έχει ένα πιο αξιοσημείωτο όνομα, να λέγεται ΑΔΡΑΝΕΙΑ. Αλλά το σώμα εκδηλώνει την ενδογενή αυτή «potentia»  αντίστασης μόνο εφόσον μια δύναμη ασκούμενη πάνω του «επιδιώκει» να του αλλάξει την ( κινητική ) κατάσταση

 Επιχειρεί να αποσαφηνίσει την έννοια ΑΔΡΑΝΕΙΑ

Την θεωρεί μια εσωτερική «potentia» αντίστασης στις αλλαγές .

Καταθέτει τον ισχυρισμό ότι η ενδογενής αυτή «potentia» αντίστασης είναι ΑΝΑΛΟΓΗ ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΑΖΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Έχοντας ήδη δώσει το όνομα ΜΑΖΑ σώματος στην ποσότητα της ΥΛΗΣ του σώματος,

από τις εκδηλώσεις της υλικότητας ενός σώματος επιλέγει την ενδογενή αυτή «potentia» κάθε σώματος ως μέτρο της μάζας του

 

Προτείνει η ενδογενής αυτή «potentia» αντίστασης να λέγεται ΑΔΡΑΝΕΙΑ.

Definitio IV

Vis impressa est actio in corpus exercita, ad mutandum ejus statum vel quiescendi vel movendi uniformiter in directum.

Consistit hæc vis in actione sola, neque post actionem permanet in corpore. Perserverat enim corpus in statu omni novo per solam vim inertiæ. Est autem vis impresa diversarum originum, ut ex ictu, ex pressione, ex vi centripeta.

Definition IV

An impressed force is an action exerted upon a body, in order to change its state, either of rest, or of moving uniformly forward in a right line.

This force consists in the action only; and remains no longer in the body when the action is over. For a body maintains every new state it acquires, by its vis inertiæ only. Impressed forces are of different origins as from percussion, from pressure, from centripetal force

Ορισμός 4

Μία ασκούμενη δύναμη είναι μία δράση που ασκείται σε ένα σώμα για να αλλάξει την κατάστασή του είτε της ακινησίας είτε της ομοιόμορφης ευθύγραμμης κίνησης.  Η δύναμη συνίσταται μόνο στη δράση και δεν συνεχίζει να υφίσταται εφόσον παύσει η δράση.

Το σώμα διατηρεί κάθε νέα κατάσταση που αποκτά λόγω της αδράνειάς του.

Υπάρχουν ασκούμενες δυνάμεις με διαφορετική προέλευση,  όπως από σύγκρουση, από συμπίεση, από κεντρική δράση

 

Θέλει να επισημάνει  ότι η ασκούμενη σε ένα σώμα ΔΥΝΑΜΗ δεν διατηρείται ως «ανάμνηση» αλλά υφίσταται μόνο εφόσον λειτουργεί κάποια «επίδραση»

Definitio V

Vis centripeta est qua corpus versus punctum aliquod tanquam ad centrum trahitur, impellitur, vel utcunq; tendit.

Definition V

A centripetal force is that by which bodies are drawn or impelled, or any way tend, towards a point as to a centre

Ορισμός 5

Μία κεντρική δύναμη είναι «αυτό» εξαιτίας του

οποίου τα σώματα σύρονται

ή εξαναγκάζονται,  ή εν πάση περιπτώσει τείνουν να κινηθούν, προς ένα σημείο όπως προς ένα κέντρο.

 

 

ΧΡΟΝΟΣ και ΧΩΡΟΣ
 

 

 

 

 


Scholium.

Hactenus voces minus notas, quo in sensu in sequentibus accipiendæ sunt, explicare visum est. Nam tempus, spatium, locum et motum ut omnibus notissima non definio. Dicam tamen quod vulgus quantitates hasce non aliter quam ex relatione ad sensibilia concipit. Et inde oriuntur præjudicia quædam, quibus tollendis convenit easdem in absolutas & relativas, veras & apparentes, Mathematicas et vulgares distingui.

 

 

 

Scholium.

Hitherto I have laid down the definitions of such words as are less known and explain the sense in which I would have them to be understood in the following discourse.

I do not define time, space, place and motion as being well known to all. Only I must observe that the common people conceive those quantities under other notions but from the relation they bear to sensible objects.

And thence arise certain prejudices, for the removing of which it will be convenient to distinguish them into absolute and relative, true and apparent, mathematical and common.

 

 

ΣΧΟΛΙΟ

Μέχρι εδώ έχω παρουσιάσει τους ορισμούς λέξεων όπως οι λιγότερο γνωστές και έχω εξηγήσει τη σημασία την οποία θα τους αποδίδω για να γίνομαι κατανοητός σε όσα θα λέω στη συνέχεια.  Δεν έχω δώσει ορισμό για τον χρόνο, τον χώρο, τη θέση και την κίνηση καθώς είναι πολύ γνωστά σε όλους.

Το μόνο που πρέπει να παρατηρήσω είναι ότι οι συνήθεις άνθρωποι εκλαμβάνουν αυτές τις ποσότητες με διαφορετική έννοια αλλά μέσα από τη σχέση που διατηρούν με τα αισθητά αντικείμενα .  Κατ’ αυτόν τον τρόπο προκύπτουν ορισμένες προϊδεάσεις για την ανατροπή των οποίων θα είναι βολικό το να τις διακρίνω τις ποσότητες αυτές σε απόλυτες και σχετικές, σε πραγματικές και φαινομενικές, σε μαθηματικές και σε συνήθεις.

I. Tempus absolutum verum & Mathematicum, in se & natura sua absq; relatione ad externum quodvis, æquabiliter fluit, alioq; nomine dicitur Duratio; relativum apparens & vulgare est sensibilis & externa quævis Durationis per motum mensura, (seu accurata seu inæquabilis) qua vulgus vice veri temporis utitur; ut Hora, Dies, Mensis, Annus.

Ι. Absolute, true and mathematical time, or itself, and from his own nature, flows equably without relation to anything external, and by another names called duration; relative apparent and common time, is some sensible and external ( whether accurate or unequable ) measure of duration by the means of motion, which is commonly used instead of true time; such an hour, a day , a month, a year

I. Ο απόλυτος, πραγματικός και μαθηματικός ΧΡΟΝΟΣ, είτε αφεαυτού είτε από τη φύση του, κυλάει ομαλά χωρίς να έχει σχέση με οτιδήποτε εξωτερικό και με άλλο όνομα λέγεται διάρκεια. Ο σχετικός, ο φαινομενικός και ο συνήθης χρόνος είναι ένα αισθητό και εξωτερικό (εάν είναι ακριβής) μέτρο της χρονικής διάρκειας σε συνάρτηση με την κίνηση,

η οποία χρησιμοποιείται συνήθως αντί του πραγματικού χρόνου,  όπως η μία ώρα,

η μία ημέρα, ο ένας μήνας,

το ένα  έτος.

II. Spatium absolutum natura sua absq; relatione ad externum quodvis semper manet similare & immobile; relativum est spatii hujus mensura seu dimensio quælibet mobilis, quæ a sensibus nostris per situm suum ad corpora definitur, & a vulgo pro spatio immobili usurpatur: uti dimensio spatii subterranei, aerei vel cælestis definita per situm suum ad Terram. Idem sunt spatium absolutum & relativum, specie & magnitudine, sed non permanent idem semper numero. Nam si Terra, verbi gratia, movetur, spatium Aeris nostri quod relative & respectu Terræ semper manet idem, nunc erit una pars spatii absoluti in quam Aer transit, nunc alia pars ejus, & sic absolute mutabitur perpetuo.

 

II. Absolute space, in its own nature, without relation to anything external, remains always similar and immovable. Relative space is some movable dimension or measure of the absolute space; which our senses determine by its position to bodies; and which is commonly taken for immovable space; such is the dimension of a subterraneous an aerial or celestial space, determined by its position in respect to the earth. Absolute and relative space is the same in figure and in magnitude; but they do not remain always numerically the same. For if the earth, for instance, moves, a space of our air, relatively and in respect of the earth remains always the same, will at one time be one part of the absolute space into which the air passes; et another time it will be the another part of the same, and so, absolutely understood, it will be continually changed

 

II. Ο απόλυτος ΧΩΡΟΣ, από την ίδια του τη φύση, χωρίς να έχει σχέση με οτιδήποτε το εξωτερικό, διατηρείται πάντα όμοιος και ακίνητος. Ο σχετικός χώρος είναι μια κινητή διάσταση ή μέτρο του  απόλυτου χώρου. Τον σχετικό αυτό χώρο οι αισθήσεις μας τον προσδιορίζουν από τις   θέσεις των σωμάτων σε αυτόν. και συνήθως εκλαμβάνεται ως αμετακίνητος χώρος. Τέτοια είναι η διάσταση ενός υπόγειου, ενός αέριου ή ενός ουράνιου χώρου, προσδιοριζόμενη από τη θέση της αναφορικά με τη Γη.

Ο απόλυτος και ο σχετικός χώρος είναι ίδιοι σε μορφή και σε μέγεθος  αλλά δεν παραμένουν πάντοτε αριθμητικά ίδιοι. Γι αυτό,  εάν,  λόγου χάρη, η Γη κινείται ένας χώρος στον αέρα μας σχετικά και αναφορικά με τη Γη παραμένει ίδιος. Σε μια χρονική στιγμή θα είναι μέρος του απόλυτου χώρου μέσα στον οποίο περνά ο αέρας και μια άλλη χρονική στιγμή θα είναι κάτι διαφορετικό ένα άλλο μέρος του χώρου και έτσι από τη σκοπιά του απόλυτου θα είναι συνεχώς μεταβαλλόμενος.

 

 

Οι νόμοι της κίνησης