Σύντομο ιστορικό: Το ψηφιδωτό αυτό είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα της ελληνιστικής περιόδου. Χρονολογείται γύρω στο 325 π.Χ., εποχή μεγάλης ακμής για τη Μακεδονία. Αποτελεί το δάπεδο οικίας γνωστής ως «Οικία της αρπαγής της Ελένης», που βρέθηκε στην Πέλλα, πρωτεύουσα των Μακεδόνων βασιλέων και γενέτειρα του Αλεξάνδρου. Οι ανασκαφές έγιναν το 1961 και στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο ανακαλύφθηκαν τέσσερα ψηφιδωτά. Το ένα από αυτά είναι κατεστραμμένο, ενώ τα άλλα τρία είναι: «Η αρπαγή της Ελένης», «Το κυνήγι της ελάφου» και «Αμαζονομαχία». Τα ψηφιδωτά ήταν τοποθετημένα στο κέντρο των δωματίων ή μπροστά στο κατώφλι.
Ανάλυση του έργου: Το ψηφιδωτό αποτελείται από το κεντρικό θέμα, που είναι το κυνήγι του ελαφιού, και πλαισιώνεται από κοσμοφόρους με λουλούδια, κλαδιά, φύλλα ακάνθου και έλικες, ενώ στα άκρα του υπάρχει ένας διακοσμητικός σπειρομαίανδρος.
Το έργο φέρει το όνομα του ψηφιδοθέτη που το δημιούργησε (ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΙΗΣΕΝ). Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πιθανόν ο Γνώσις αντέγραψε τη σκηνή από ένα έργο του περίφημου ζωγράφου Απελλή (είχε προσληφθεί στην αυλή του βασιλιά Φιλίππου), το οποίο παρουσίαζε τον Αλέξανδρο και τον φίλο του Ηφαιστίωνα. Το προφίλ του δεξιού κυνηγού μοιάζει με αυτό του Αλεξάνδρου, όπως απεικονιζόταν σε νομίσματα της εποχής.
Στο κυρίως θέμα του ψηφιδωτού παρουσιάζονται δύο νεαροί κυνηγοί με τον σκύλο τους, τη στιγμή που έχουν πιάσει ένα ελάφι και ετοιμάζονται να το σκοτώσουν. Οι χλαμύδες τους ανεμίζουν, ενώ το καπέλο του ενός έχει φύγει από το κεφάλι του και είναι στην επάνω δεξιά πλευρά του έργου. Και οι δύο κυνηγοί έχουν υψωμένα τα όπλα τους (ο ένας το ξίφος και ο άλλος τον πέλεκυ), είναι γυμνοί, με σώμα γεμάτο σφρίγος, και σε στάση χαρακτηριστική της έντασης του κυνηγιού (ανοιχτά πόδια, υψωμένα χέρια κτλ.). Ο κυνηγός στα δεξιά κρατά το ελάφι από το κέρατο, τη στιγμή που ο αδύνατος και νευρώδης σκύλος μπήγει τα δόντια του στα πλευρά του ελαφιού. Ο κυνηγός στα αριστερά φέρει εκτός από τον πέλεκυ και ένα ξίφος στη θήκη του.
Ο πραγματικός χώρος, το δάσος, υποδηλώνεται από το ανάγλυφο του εδάφους και το μαύρο φόντο. Το μαύρο φόντο αναδεικνύει με μοναδικό τρόπο τις μορφές. Τα χρώματα των ψηφίδων που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι τα συνηθισμένα στην αρχαία ελληνική τέχνη: μαύρο, άσπρο, κόκκινο και όχρα, και το γκρι συμπληρωματικό.
Οι ψηφίδες είναι φυσικές (βότσαλα, χαλίκια), αλλά και τεχνητές. Όσον αφορά τα πρόσωπα, ο Γνώσις παρουσιάζεται καινοτόμος για την εποχή του, αφού χρησιμοποιεί μικρότερου μεγέθους ψηφίδες σε πυκνή τοποθέτηση, για να αποδώσει τις λεπτομέρειες.
Τα κατσαρά μαλλιά των νεαρών κυνηγών είναι πυρόξανθα και για την απόδοσή τους έχουν χρησιμοποιηθεί κόκκινες και κίτρινες ψηφίδες, ενώ για το σώμα τους έχουν χρησιμοποιηθεί λευκές ψηφίδες και τόνοι του γκρι για τις φωτοσκιάσεις. Η προσπάθεια να αποδοθεί το τρισδιάστατο του σώματος με τη φωτοσκίαση έχει άριστο αποτέλεσμα. Περιγράμματα από μαύρες ψηφίδες σε λεπτή γραμμή υπάρχουν μόνο εκεί όπου ήταν απαραίτητο, όπως για παράδειγμα στα πόδια του σκύλου και του ελαφιού, για να ξεχωρίζουν από το έδαφος.
Τα κέρατα του ελαφιού είναι λευκά, όπως και το σώμα του, το οποίο φέρει μικρά μαύρα ημικύκλια. Η γλώσσα του, που είναι έξω από το στόμα, για να δείξει το έντονο λαχάνιασμα από τη μάταιη προσπάθεια του ζώου να σωθεί, έχει κόκκινο χρώμα, όπως και η μικρή ουρά του. Με τα ίδια χρώματα περίπου έχει αποδοθεί και ο σκύλος, ενώ στο έδαφος έχουν προστεθεί ψηφίδες από πράσινο και άλλα χρώματα.
Η εντυπωσιακή και περίπλοκη σύνθεση του έργου έχει γεωμετρική σαφήνεια και μαθηματική συμμετρία. Αναπτύσσεται σε ένα τετράγωνο, σταθερό και ισορροπημένο πλαίσιο, αλλά διακρίνεται από έντονο ρυθμό και κίνηση. Οι επικαλύψεις των μορφών δημιουργούν ενδιαφέρον και βάθος σε διάφορα επίπεδα: η μορφή του σκύλου καλύπτει αυτήν του ελαφιού και η μορφή του ελαφιού τα πόδια των κυνηγών. Οι άξονες των σωμάτων των κυνηγών είναι διαγώνιοι και σχηματίζουν μια νοητή πυραμίδα. Τα πόδια τους δημιουργούν δύο έντονα τρίγωνα. Το σώμα του ελαφιού και το σώμα του αριστερού κυνηγού σχηματίζουν έναν διαγώνιο άξονα που χωρίζει το έργο στα δύο. Αυτός ο άξονας έχει έναν αντίστοιχο που σχηματίζεται χιαστί από τη μορφή του σκύλου και το δεξί πόδι του δεξιού κυνηγού.
Συνθετικά οι δύο κυνηγοί έχουν παρόμοια στάση και είναι τοποθετημένοι αντικριστά, έτσι που το έργο να χωρίζεται σε δύο συμμετρικά τμήματα. Τα κεφάλια των κυνηγών με το κεφάλι του ελαφιού εντάσσονται σε ένα ημικύκλιο.
http://www.pi-schools.gr/lessons/aesthetics/eikastika/afises/index.php?id=10&v=1