Σύνορα
οίκαδε Πάνω Χάραξη 1923 Σημάδια

Τα σύνορα όλων των ειδών, επομένως και τα γεωγραφικά και πολιτικά, δεν είναι τίποτα άλλο από μια ανθρώπινη επινόηση. Έξω από τις διανοητικές δυνατότητες της λογικής, της φαντασίας και της μνήμης δεν υπάρχει κανένα σύνορο. Η λογική σκέψη προσπαθεί συνεχώς να χαράξει (αόρατες) γραμμές συνόρων, και να ορίσει με ακρίβεια τις περιοχές που ανήκουν στη μία ή την άλλη ομάδα, καθώς και τους διαδρόμους επικοινωνίας. Προκειμένου να καταστήσει τα αόρατα, φανταστικά σύνορα ορατά και αποτελεσματικά, εξοπλίζεται αναλόγως: Τα χωρικά σύνορα σημαίνονται με διάφορες ενδείξεις, σημάδια όπως οι τσιμεντένιες πυραμίδες των συνόρων, εμπόδια όπως φράχτες και συρματοπλέγματα  και μπορούν να ενισχυθούν από τελετουργικά όπως οι συνοριακοί έλεγχοι.

Τα εδαφικά, πολιτικά σύνορα είναι εκείνα τα χωρικά σύνορα, τα οποία είναι τα πιο φανερά και τα πιο αποτελεσματικά. Ως ιδιαίτερα χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί το πάλαι ποτέ „σιδηρούν παραπέτασμα“, το οποίο χώρισε  τις αρχικά ομοιόμορφες περιοχές, έτσι ώστε σε κάθε πλευρά να εγκαθιδρυθεί ένα εντελώς διαφορετικό σύστημα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, το ξεπέρασμα  των οποίων εν μέρει υπήρξε σχεδόν αδύνατο και εν μέρει συνδέθηκε με τεράστια προβλήματα, οικονομικά κοινωνικά και πολιτικά.

Ο EBELING καθορίζει τα εδαφικά, πολιτικά σύνορα με τα ακόλουθα κριτήρια (τα οποία βέβαια μπορεί να παρουσιάζουν αντιφάσεις μεταξύ τους):

  • Σαφής διάκριση των περιοχών κυριαρχίας

  •  Ασφάλεια ενάντια στους εχθρούς

  • Ενοποίηση ή Διαχωρισμός οικονομικών χώρων

  • Ενοποίηση ή Διαχωρισμός εθνικών ομάδων 

  • Ελεύθερη πρόσβαση στον εξωτερικό χώρο

  • Έλεγχος (και ασφάλεια) των σημαντικών διαδρομών κυκλοφορίας.

Ο διαχωρισμός των εθνικών ομάδων ήταν στην Ευρώπη σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα το κρισιμότερο κριτήριο για τη δημιουργία νέων πολιτικών (κρατικών) συνόρων. Η παρούσα εργασία έχει ως αντικείμενο ένα τέτοιο σύνορο: Το σύνορο στη λωρίδα της Σαγιάδας και των χωριών που συναντάει κανείς βαδίζοντας βορειοανατολικά, Παλαμπά, Τσαμαντά και μέχρι την Αγία Μαρίνα στο Νομό Ιωαννίνων, τη Χαραυγή τα Κτίσματα, την Κακαβιά, η εξέλιξη του οποίου από την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων βασίστηκε κυρίως στην εθνο-γλωσσική διάκριση της αλβανικής και ελληνικής εθνικής ομάδας.