I.
Ο
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΑΡΕΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ
ΙΟΥΛΙΑΣ
Iulia, Augusti filia, matūre
habēre coeperat canos, (quos legere secrēte solēbat). Hac re audīta
Augustus voluit filiam deterrēre (quominus id faceret). Eo consilio
aliquando repente intervēnit oppresitque ornatrīces. (Etsi super
vestem eārum deprehendit canos), tamen
Augustus dissimulāvit eos vidisse et
aliiis sermonibus tempus extraxit, (donec induxit mentionem aetatis). Tum
interrogāvit filiam, (utrum post aliquot annos cana esse mallet an calva).
(Cum illa respondisset) “ego, pater, cana esse malo”, mendacium illi pater
obiēcit: “Non dubito (quin calva esse nolis). Quid ergo non times (nē
istae te calvam faciant?)” II.
Μετάφραση
Η Ιουλία,
η κόρη του Αυγούστου, είχε αρχίσει να
εμφανίζει πρόωρα άσπρες τρίχες, τις οποίες
συνήθιζε να βγάζει κρυφά. Όταν ο Αύγουστος
πληροφορήθηκε αυτό το πράγμα θέλησε να
αποθαρρύνει την κόρη του από το να κάνει
αυτό. Μ’ αυτό το σχέδιο εμφανίστηκε κάποτε
απρόοπτα και ξαφνικά και έπιασε τις
κομμώτριες επ’ αυτοφώρω. Παρ’ όλο που
ανακάλυψε άσπρες τρίχες πάνω στα φορέματά
τους, εντούτοις ο Αύγουστος προσποιήθηκε
ότι δεν τις είδε και παρέτεινε το χρόνο (καθυστέρησε)
με άλλες κουβέντες, ώσπου έφερε τη συζήτηση
στην ηλικία της. Τότε ρώτησε την κόρη του αν
θα προτιμούσε σε μερικά χρόνια να είναι
ασπρομάλλα ή φαλακρή. Όταν εκείνη απάντησε:
«εγώ, πατέρα, προτιμώ να είμαι ασπρομάλλα»,
ο πατέρας της πρόβαλε σ’ εκείνη το εξής
ψεύτικο επιχείρημα: «δεν αμφιβάλλω πως δε
θέλεις να μείνεις φαλακρή. Γιατί λοιπόν δε
φοβάσαι μήπως αυτές εδώ σε κάνουν φαλακρή»; III.
Παρατηρήσεις
a.
Ενδοιαστικές
προτάσεις Ουσιαστικές
προτάσεις που εκφράζουν φόβο. Εισάγονται με
το nē (φόβος
μήπως γίνει κάτι) ή με το nē
non
ή το ut
(φόβος μήπως δε γίνει κάτι). Εκφέρονται
πάντα με υποτακτική b.
Προτάσεις
του quominus και του quin.
Ουσιαστικές προτάσεις που εξαρτώνται από
ρήματα που σημαίνουν εμποδίζω ή αρνούμαι
εισάγονται με το quominus ή το nē. Με άρνηση έχουμε το quin c.
Προτάσεις
του quominus και του quin ακολουθούν και μετά από
εκφράσεις όπως per me stat
quominus, non multum
abest
quin. Τέλος
προτάσεις του ακολουθούν μετά από
εκφράσεις που σημαίνουν δεν αμφιβάλλω (non
dubito quin) d.
Οι
ενδοιαστικές προτάσεις, καθώς και οι
προτάσεις του quominus και του quin εκφέρονται
με υποτακτική ενεστώτα και παρατατικού,
εκτός κι αν το περιεχόμενο της
δευτερεύουσας πρότασης έχει ήδη
πραγματοποιηθεί, οπότε εκφέρονται με
υποτακτική παρακειμένου.
IV.
Συντακτικές
Παρατηρήσεις
i.
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΣΤΙΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
I.
Να αναγνωριστούν οι
ενδοιαστικές προτάσεις και οι προτάσεις
του quominus
και του quin που υπάρχουν στο
κείμενο (εξάρτηση, εισαγωγή, εκφορά,
ακολουθία) II.
Να μετατραπούν σε
ενδοιαστικές ή προτάσεις του quominus
και του quin οι παρακάτω
κύριες προτάσεις (το ρήμα εξάρτησης υπάρχει
στην παρένθεση. III.
Να προσδιοριστεί το είδος
των παρακάτω προτάσεων που εισάγονται με το
ut: I.
Etsi … canos, utrum … calva: Να αναγνωριστούν οι
προτάσεις etsi … canos: δευτερεύουσα
εναντιωματική πρόταση. Εισάγεται με τον etsi
και εκφέρεται με οριστική παρακειμένου,
γιατί εκφράζει μια πραγματική κατάσταση,
παρά την οποία ισχύει το περιεχόμενο της
κύριας πρότασης. utrum post … an calva: δευτερεύουσα πλάγια
ερωτηματική, έμμεσο αντικείμενο του
ρήματος interrogavit. Η πρόταση είναι διμελής,
ολικής αγνοίας. Εισάγεται με το utrum
(α΄ μέλος) … an (β΄ μέλος), εκφέρεται
με υποτακτική (όπως όλες οι πλάγιες
ερωτήσεις) παρατατικού, γιατί εξαρτάται από
ιστορικό χρόνο (interrogavit)
και δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν. II.
Voluit, mallet:
Να γίνει χρονική αντικατάσταση (Για την
κλίση του volo, του nolo και του malo
βλ. τη Γραμματική) III.
Να μεταφραστούν στα λατινικά
οι προτάσεις:
Φοβάμαι
μήπως δεν πει την αλήθεια (veritas,
θ.) -
Vereor nē non (ή ut) veritatem dicat.
Τον εμπόδισα να φύγει
(abeo) - Eum impedivi quominus (ή nē) abiret
Vereor
nē non (ή ut) veritatem dicat. Eum impedivi quominus (ή nē) abiret Macrobii Saturnalia Liber II[7] Eadem Iulia mature habere coeperat canos, quos legere secrete solebat. Subitus interventus patris aliquando oppressit ornatrices. Dissimulavit Augustus deprehensis super vestem earum canis: et aliis sermonibus tempore extracto induxit aetatis mentionem, interrogavitque filiam, utrum post aliquot annos cana esse mallet an calva: et cum illa respondisset: Ego, pater, cana esse malo, sic illi mendacium obiecit: Quid ergo istae te calvam tam cito faciunt? Il lui etait survenu de bonneheure des cheveux blancs, qu'elle se faisait
secretement arracher : l'arrivee inopinee de son pere surprit une fois ses
coiffeuses. Auguste apercut des cheveux blancs sur les vetements de sa fille,
mais n'en temoigna rien. Quelque temps apres, au milieu de plusieurs autres
propos, il amena la conversation sur l'age, et demanda a sa fille si, en
vieillissant, elle preferait voir ses cheveux blanchir ou tomber: elle repondit:
" J'aime mieux les voir blanchir. " Alors il la convainquit de
mensonge, en lui disant Pourquoi donc tes femmes te font-elles chauve de si
bonne heure? " |
|