Το αντάρτικο στα βουνά

Πηγές

Αρχική Σελίδα



Χάρτης Πλοήγησης




Οδηγίες Χρήσης


Ανώτερο επίπεδο

Πάνω

Κάτω
Μεγέθυνση εικόνας

Ο Άρης Βελουχιώτης έφιππος. Γεωπόνος από τη Λαμία, κομμουνιστής που είχε διωχθεί κατά την προπολεμική εποχή, ο Άρης Βελουχιώτης (αληθινό όνομα Θανάσης Κλάρας) υπήρξε ο δημιουργός και ηγέτης του ΕΛΑΣ.

Μεγέθυνση εικόνας

Ο Άρης Βελουχιώτης συνομιλεί με αντάρτες του ΕΛΑΣ κάπου στην ελεύθερη Ελλάδα.

Μεγέθυνση εικόνας

Αντίποινα για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου.

Μεγέθυνση εικόνας

Η ανατιναγμένη γέφυρα του Γοργοπόταμου.

Μεγέθυνση εικόνας

Ο Άρης Βελουχιώτης.

Παράλληλα με τις άλλες μορφές πάλης, από τους πρώτους μήνες της Κατοχής, εξεταζόταν το ενδεχόμενο της ένοπλης αντίστασης στα βουνά. Μάλιστα είχαν δημιουργηθεί διάφορες μικρές και απομονωμένες ομάδες (Οδυσσέας Ανδρούτσος στην περιοχή της Νιγρίτας, Αθανάσιος Διάκος στο νομό Κιλκίς), που προέβησαν σε επιχειρήσεις δολιοφθοράς και επιδρομές σε χωριά όπου καταργούσαν τις τοπικές αρχές και τα σύμβολα εξουσίας τους. Οι δυνάμεις κατοχής απάντησαν, όμως, με μαζικά αντίποινα εκτελώντας εκατοντάδες ανθρώπους, τόσο αντάρτες όσο και αμάχους.

Αποδείχθηκε λοιπόν με αιματηρό τρόπο ότι ο ένοπλος αγώνας δεν μπορούσε να βασιστεί σε πρωτοβουλίες μεμονωμένων ανθρώπων ή μικρών ομάδων, αν δεν είχαν ωριμάσει προηγουμένως οι επιπτώσεις στον κοινωνικό περίγυρο.

Έτσι, το Φεβρουάριο του 1942, ιδρύθηκε, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, ο Εθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ).

Λίγο καιρό αργότερα, στις 22 Μαΐου 1942, έξω από τη Σπερχειάδα, ξεκίνησαν για το "βουνό" λιγοστοί αντάρτες με αρχηγό τον Θανάση Κλάρα που υιοθέτησε πλέον το όνομα Άρης Βελουχιώτης, με το οποίο και έγινε ευρύτερα γνωστός. Μάλιστα, επέβαλε και στους άνδρες του τη χρήση ψευδωνύμων προκειμένου να αποφευχθούν τα αντίποινα των κατακτητών κατά συγγενών τους.

Στις 7 Ιουνίου 1942 η ομάδα του Βελουχιώτη εμφανίστηκε στο κεφαλοχώρι Δόμνιστα με τη γαλανόλευκη και πατριωτικά τραγούδια κάνοντας έκκληση για ένοπλο αγώνα εναντίον των κατακτητών και των προσκυνημένων, όπως το '21. Με τη στρατηγική αυτή και τις λίγο ως πολύ εκούσιες εισφορές των χωρικών, οι ομάδες του ΕΛΑΣ, που πλήθαιναν συνεχώς, εξασφάλιζαν την επιβίωσή τους χωρίς να υποχρεώνονται να κλέψουν ή να πλιατσικολογήσουν. Ξεχώριζαν έτσι έμπρακτα από τις συμμορίες των ληστών, που ιδίως κατά τον πρώτο χρόνο της Κατοχής, τρομοκρατούσαν και εκβίαζαν, ανενόχλητες ιδίως τις ορεινές κοινότητες. Η νέα αρχή κτύπησε την αισχροκέρδεια σε βάρος των χωρικών και κάλεσε τους ζωοκλέφτες και τους ληστές είτε να αφοπλιστούν είτε να εξιλεωθούν κατατασσόμενοι στον ΕΛΑΣ και θέτοντας τις υπηρεσίες τους στη διάθεση του απελευθερωτικού αγώνα. Όσοι αρνήθηκαν να συμμορφωθούν τιμωρήθηκαν σκληρά.

Παράλληλα, το αντάρτικο αποδείκνυε και στρατιωτικά τις δυνατότητές του, όταν ο ΕΛΑΣ, το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1942, κατάφερε να αφοπλίσει μια ομάδα Ελλήνων χωροφυλάκων και δύο ιταλικά ανιχνευτικά αποσπάσματα.

Περίπου την ίδια εποχή έκαναν τη δυναμική εμφάνισή τους και ένοπλες ομάδες του ΕΔΕΣ. Μάλιστα κατάφεραν να σημειώσουν και τις πρώτες στρατιωτικές επιτυχίες τους αφοπλίζοντας μονάδες Ιταλών στρατιωτών.

Τμήματα του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ συνεργάστηκαν το Νοέμβριο του 1942 με άνδρες των βρετανικών ειδικών δυνάμεων και ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου, λίγα χιλιόμετρα νότια της Λαμίας. Έτσι, διακόπηκε η κίνηση στη σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης. Η επιχείρηση αυτή, η μοναδική κοινή ενέργεια ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων στη διάρκεια της Κατοχής, είχε διπλό αντίκτυπο: διέκοψε για μεγάλο διάστημα τον εφοδιασμό των γερμανικών δυνάμεων της Αφρικής μέσω Ελλάδας ενώ, παράλληλα, προκάλεσε αίσθηση τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα, τονώνοντας το ηθικό των Ελλήνων.

Τέλος, οι Βρετανοί σαμποτέρ αποτέλεσαν, μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης στο Γοργοπόταμο, τον πυρήνα της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα, που συγκροτήθηκε με σκοπό το συντονισμό αλλά και τον έλεγχο του αναπτυσσόμενου αντάρτικου κινήματος. Επικεφαλής ορίστηκε ο ταξίαρχος Έντι Μάιερς με υπαρχηγό τον 23χρονο ελληνομαθή Κρις Γούντχαουζ.