Σημαίες της Επανάστασης του 1821

Πηγές

Βιβλιογραφία

Αρχική Σελίδα



Χάρτης Πλοήγησης




Οδηγίες Χρήσης


Ανώτερο επίπεδο

Πάνω

Κάτω

Με την κήρυξη της Επαναστάσεως (βλ. Εικόνα 39) και όλον το πρώτο χρόνο της Ελευθερίας, τα διάφορα σώματα έφεραν το καθένα τη δική του σημαία. Δεν υπήρχε ενιαία διοίκηση και δεν ήταν συνεπώς δυνατόν να επικρατήσει ευθύς εξ αρχής ένας τύπος σημαίας. Άλλες σημαίες έφεραν τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας ή την Αθηνά, άλλες τον Φοίνικα του Υψηλάντη κι άλλες αυτοσχέδιες ακολουθούσαν την παλιά αρματολική παράδοση, με τα μπαϊράκια τα πολεμικά, με το σταυρό και τους αγίους ή με τον αητό και το σταυρό, σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Όλες όμως ανεξαιρέτως οι σημαίες είχαν τον Σταυρό (βλ. εικόνες 32, 34, 37 και 40) και οι λέξεις «Ελευθερία ή Θάνατος» κυριαρχούσαν. Έπρεπε να εγερθεί μία σημαία με σταυρό για να επισημοποιηθεί ο υπέρ της ελευθερίας πόθος, η κατάλυση της δεσποτικής τυραννίας και η ανάσταση του Γένους. Εκτός από το «Ελευθερία ή Θάνατος» χρησιμοποιήθηκε και το «Ιησούς Χριστός Νικά» το «Εν τούτω νίκα» το «Μεθ' ημών ο Θεός» αλλά και το «Ή ταν ή επί τας» της αρχαίας Σπάρτης ακόμα το «Εκ της στάκτης μου αναγεννώμαι» και δεν έλειπε βέβαια το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδας» (βλ. Εικόνα 5).

Όταν ένα σώμα δεν είχε προκατασκευασμένη σημαία, προέβαινε στην κατασκευή μιας αυτοσχέδιας, από απλό πανί. Ακόμα και οι «τσεμπέρες», * τα καλύμματα κεφαλής των γυναικών, χρησίμευσαν για σημαίες την πρώτη στιγμή. Οι οπλαρχηγοί διατηρούσαν την παλιά αρματολική παράδοση με τα μπαϊράκια τους και τα φλάμπουρα με το σταυρό, ενώ τα χωριά ξεσηκώνονταν και ακολουθούσαν το λάβαρο της εκκλησίας με τους αγίους, η κάθε ενορία το δικό της (βλ. εικόνες 25 και 26).

Στις 24 Μαρτίου ο Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Ζαϊμης μπήκαν στη Πάτρα ενώ έφθασαν εκεί ο Μπενιζέλος Ρούφος και ο Ανδρέας Λόντος, ο οποίος έφερε σημαία αυτοσχέδια ερυθρού χρώματος που από τη μία μόνο όψη της είχε μαύρο σταυρό (βλ. Εικόνα 8). Όλοι τους υποδέχτηκαν με την ευχή «Και στην Πόλη να δώσει ο Θεός». Ύστερα, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε τη σημαία αυτή και έστησε ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου. Όλοι έτρεχαν να προσκυνήσουν και να τον ασπαστούν ορκιζόμενοι Ελευθερία ή Θάνατο, ενώ οι αρχηγοί μοίραζαν εθνόσημα από ερυθρό ύφασμα με σταυρό κυανό. Αμέσως σχηματίστηκε το Αχαϊκό Διευθυντήριο (26 Μαρτίου) που απηύθυνε διακήρυξη προς τους προξένους των δυνάμεων και άλλες προκηρύξεις καλώντας όλες τις επαρχίες σε επανάσταση. Βλέποντας το άμεσα και επιτυχή αποτελέσματα της εξέγερσης, το Αχαϊκό Διευθυντήριο φρόντισε «διά των εν Πάτραις ιστοτύπων (=τα εργαστήρια που κατασκεύαζαν σταμπωτά υφάσματα)» να κατασκευάσει σημαίες με τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας και τις σημαίες αυτές μοίρασαν σε όλη την Πελοπόννησον και τα στρατόπεδα. * Ο τύπος της σημαίας αυτής, που κατασκευάστηκε με τις οδηγίες του Παλαιών Πατρών Γερμανού, ήταν από λευκό ύφασμα και έφερε τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της Φιλικής Εταιρείας -δηλαδή τον ιερό δεσμό με τις 16 στήλες και πάνω σε αυτόν ερυθρό σταυρό που τον περιέβαλλε κλάδοι ελιάς. Από τις δύο πλευρές του σταυρού βρίσκονταν σε πλάγια θέση δύο λογχοφόροι σημαίες με τα αρχικά ΗΕΑ-ΗΘΣ της επιγραφής «Ή Ελευθερία Ή Θάνατος» (βλ. Εικόνα 6). * Δείγμα αυτών των σημαιών είναι η μεγάλη σημαία του Γεωργίου Σισίνη που φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Στη Μάνη, οι Μαυρομιχαλαίοι σήκωσαν τη σημαία του σταυρού και ενώθηκαν με τον Τζανετάκη-Γρηγοράκη στην Ανατολική Λακωνία. Η σημαία του Γρηγοράκη που φέρει έντονα τα Φιλικά σύμβολα, με αλληγορικές παραστάσεις και επιγραφές «Ελευθερία ή Θάνατος», «Εν τούτω νίκα», «Ο Θεός μεθ' ημών» σώζεται επίσης στο Μουσείο. Αυτή η σημαία χρησιμοποιήθηκε κατά την πολιορκία και την άλωση της Μονεμβασίας το 1821. * Στις 23 Μαρτίου ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης με τον Θεοδ. Κολοκοτρώνη, τον Αναγνωσταρά, Δικαίο, Νικήτα και άλλους, με δύο χιλιάδες οπλοφόρους μπήκαν στην Καλαμάτα, όπου έγιναν δεκτοί μ' ενθουσιασμό. Τελέστηκε δοξολογία, έγινε δέηση για τη σωτηρία της πατρίδας και ευλογήθηκαν οι σημαίες του σταυρού, στις οποίες ορκίστηκαν οι πάντες. Ο Πετρόμπεης όχι πια ως ηγεμόνας δούλος, αλλά ως Αρχιστράτηγος των Ελλήνων με τη σημαία του Σταυρού και της Ορθοδοξίας, απηύθυνε από το Σπαρτιατικό Στρατόπεδο την προκήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές στις 25 Μαρτίου 1821. * Ο Κολοκοτρώνης, που διατηρούσε την αρματολική παράδοση, χρησιμοποίησε αυτοσχέδιες σημαίες τις πρώτες ημέρες της Επαναστάσεως. Έφερε δύο σημαίες, λέει ο Φιλήμων, για τα δύο σώματα που τον ακολουθούσαν, των Μαυρομιχαλαίων και των Τρουπάκηδων «ας εσχημάτισεν προχείρως από κοινού ιστού (= από συνηθισμένο πανί), μόνον σημειώσας επί τούτων έμβλημα, τον Σταυρόν». Η προτροπή του Κολοκοτρώνη και του Δικαίου προς τους Καλαματιανούς «Η ώρα έφθασε! Το στάδιον της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη. Τα πάντα εδικά μας και ο Θεός του παντός μεθ' ημών έσεται. Μη πτοηθείτε εις το παραμικρόν», στις 25 Μαρτίου και το προς τους Τριφυλίους «Γενικώς οπλισθείτε με ανοικτά μπαϊράκια και τρέξατε εναντίον του εχθρού της πίστεως και της πατρίδος», είναι πολύ χαρακτηριστικά. * Αλλά και τις παραμονές της μάχης στο Βαλτέτσι (8 Μαΐου), όταν οι Έλληνες δίσταζαν να αντιπαραταχθούν στους Τούρκους, ο Κολοκοτρώνης σε γράμμα του προς τους αρχιερείς και τους γενναίους αδελφούς στα Βέρβενα γράφει: «Το να μη έχωμεν μπαϊράκια καλόν είναι, πλην το να μη σηκωθούν διόλου (εννοεί πολεμικές σημαίες) δεν είναι καλόν. Εις τον τόσον των μπαϊρακίων μας να βάλετε μίαν φιάμουλαν, χωρίς σταυρόν, πανί σκέτον πλάτους μιάμιση σπιθαμή και μάκρος όσον ανήκει, χωρίς να σηκώσετε τους σιδερένιους σταυρούς και τα μπαϊράκια ας φυλαχτούν δι' άλλην περίστασιν». Είναι λοιπόν ακατανόητο να υπάρχει σώμα χωρίς σημαία κι αν υπάρχει δισταγμός να φανούν τα μπαϊράκια τα πολεμικά και οι σιδερένιοι σταυροί, ας χρησιμοποιηθεί ένα απλό χρωματιστό πανί, το φλάμπουρο το εορταστικό που διασκεδάζει τα πράγματα. Ο Κολοκοτρώνης δεν ήταν μόνο πολεμιστής αλλά και διπλωμάτης, προσαρμοζόμενος στις περιστάσεις.

«Μεγάλην ενεποίησαν τοις συλλογιζομένοις των Τούρκων εντύπωση και απορίαν τα επί των ελληνικών σημαιών κεφαλαιώδη γράμματα ΙΧ.ΝΚ., το σύμβολον του Φοίνικος και αι επιγραφαί «εκ της στάκτης μου αναγεννώμαι» «Ή Ελευθερία ή Θάνατος» γράφει ο Φιλήμων. * Στη Στερεά η επανάσταση εκδηλώθηκε σχεδόν ταυτόχρονα μ' εκείνη της Πελοποννήσου. Πρόκριτοι και καπεταναίοι ύψωσαν τις σημαίες του σταυρού. Πρώτα κινήθηκαν τα Σάλωνα (Άμφισσα) στις 27 Μαρτίου και ο Πανουριάς ύψωσε τη σημαία της ελευθερίας. Την ίδια ημέρα οι Γαλαξειδιώτες αρμάτωσαν τα πλοία τους. Η Λεβαδιά με τον Διάκο και τους Προκρίτους της ξεσηκώθηκε στις 30 Μαρτίου. Ακολούθησε η Δωρίδα με το Σκαλτσά, το Ταλάντι με το Νεόφυτο, η Μπουντουνίτσα με το Δυοβουνιώτη και η επανάσταση στη Ρούμελη γενικεύτηκε.

Στη Μονή του Οσίου Λουκά ο Διάκος, ο επίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος και ο Σαλώνων Ησαϊας, όλοι μυημένοι στη Φιλική, αποφάσισαν να κινηθούν και να «κλείσουν» (να πολιορκήσουν) τους Τούρκους. Τότε ο Διάκος σχημάτισε τη σημαία του «χρώμα μεν φέρουσα λευκόν, σύμβολα δε τον Άγιο Γεώργιο και την επιγραφήν με μεγάλα γράμματα «Ελευθερία ή Θάνατος». * Ενώ ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, όταν επέστρεψε από τη Πάτρα όπου βρισκόταν, φαίνεται να χρησιμοποίησε σημαία με τα σύμβολα της Φιλικής, καθώς και οι Γαλαξειδιώτες.

Στη Θετταλομαγνησία και το Πήλιο επανεστάτησε ο Άνθιμος Γαζής με τους εντοπίους οπλαρχηγούς, τον Βασδέκη, το Γαρέφη και άλλους και ύψωσε την σημαία της ελευθερίας. * Η σημαία αυτή ήταν λευκή με κόκκινο σταυρό και με τέσσερις μικρότερους σταυρούς στα λευκά τετράγωνα της σημαίας (βλ. Εικόνα 9).

Η Δυτική Ελλάδα άργησε να ξεσηκωθεί. Υπήρχε όμως βορειότερα το προπύργιο του Σουλίου και συνεχιζόταν ο αγώνας των στρατευμάτων του Χουρσίτ με τον Αλή Πασά στα Γιάννενα.

Ο Μάρκος Μπότσαρης είχε σημαία ολόλευκη με σταυρό πλαισιωμένο από δάφνη. Σ' ένα γράμμα τους προς τους Παργίους (28 Ιουνίου 1821), ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Κίτσος Τζαβέλλας γράφουν: «Ο όφις (=νικήθηκε) επατάχθη από τον Σταυρόν... δράμετε (=τρέξτε) υπό τας σημαίας ημών. Η ιερά σημαία του Σταυρού κυματίζει απανταχού της Ηπειρωτικής ακτής... Αι σημαίαι ημών φέρουσιν ένα Σταυρόν κι ένα στέφανο εκ δάφνης. Ελευθερία! Θρησκεία! Πατρίς! Ιδού το έμβλημα ημών.» * Στην Αθήνα οι Τούρκοι βλέποντας την εξέγερση να γενικεύεται, εγκατέλειψαν την πόλη και κλείστηκαν στο Κάστρο (την Ακρόπολη). Ένοπλοι από τα περίχωρα εισπήδησαν το χαμηλό περιτείχισμα και σκόρπισαν στην πόλη πυροβολώντας και φωνάζοντας «Χριστός ανέστη - Ελευθερία». Στις 28 Απριλίου υψώθηκε η επαναστατική σημαία στο διοικητήριο. Ήταν λευκή με κόκκινο σταυρό που τη διαιρούσε στα τέσσερα. Επάνω αριστερά έφερε τη γλαύκα της ΑΘηνάς και δεξιά δύο άγρυπνους οφθαλμούς. Κάτω ήταν γραμμένες οι λέξεις «Ή ταν ή επί τας» και στη μέση έφερε τις 16 κόκκινες γραμμές, τον ιερό δεσμό της Φιλικής Εταιρείας. * Στη Μακεδονία η βαρβαρότητα των Τούρκων αλλά και η παρουσία ισχυρών δυνάμεων στρατού παρεμπόδιζαν την επανάσταση. Παρά ταύτα ο Εμμανουήλ Παπάς από τις Σέρρες, μυημένος στη Φιλική, με οδηγίες του Αλεξ. Υψηλάντη και της Εφορείας της Κωνσταντινουπόλεως είχε φροντίσει να προμηθευτεί όπλα και πολεμοφόδια και με το πλοίο του Χατζή Βισβίζη από την Αίνο της Θράκης και τη Λήμνο έφθασε στις 23 Μαρτίου στον Άθω. Οι κάτοικοι της Χαλκιδικής ξεσηκώθηκαν και η σημαία του Σταυρού με το Φοίνικα στήθηκε στην Κασσάνδρα και τα Μαδεμοχώρια. Αργότερα, κατά την επανάσταση της Νάουσας το 1822, υψώθηκε σημαία Ελληνική με τον αναγεννώμενο Φοίνικα και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» από τη μία πλευρά και το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» από την άλλη. * Όσον αφορά την Κύπρο, στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο διασώζεται σημαία Κυπρίων αγωνιστών που έλαβαν μέρος στον Αγώνα. Είναι λευκή με γαλάζιο σταυρό και φέρει την επιγραφή «Σημαία Ελληνική Πατρίς Κύπρου» (βλ. Εικόνα 36). Παρόμοια σημαία είναι και των εθελοντών από την Μακεδονία, με την επιγραφή «Σημαία Ελληνική - Νικόλα Τσάμης» (βλ. Εικόνα 35). Και άλλη με την Αθηνά πρόμαχο εντός κλάδων ελαίας στο κέντρο του σταυρού. Στην Κρήτη η πρώτη επαναστατική σημαία υψώθηκε στις 14 Ιουν. 1821, από τον Γεώργ. Δασκαλάκη στην Ανώπολη των Σφακίων.

Οι επαναστατικές σημαίες φέρονταν πάνω σε ξύλινο κοντάρι και είχαν σχήμα όπως οι σημερινές. Τα σύμβολα και τα γράμματα, τα αποτύπωναν ειδικοί ιστοτcοιοί, οι πασματζήδες, ή ζωγραφίζονταν πρόχειρα από κάποιον που είχε την ικανότητα, ή κατασκευάζονταν χωριστά και επιρράβονταν στη σημαία. Το κοντάρι στο επάνω άκρο του είχε σφαίρωμα με σταυρό ή μόνο σταυρό σιδερένιο και κάτω σιδερένια αιχμή για να μπήγεται στο έδαφος η σημαία. Ο σιδερένιος σταυρός κατασκευάζονταν έτσι ώστε η επάνω απόληξή του να είναι μεγαλύτερη από τις πλάγιες κεραίες και καθώς λέπταινε και γινόταν πιο μυτερή , σχημάτιζε είδος λόγχης, γιατί η σημαία χρησίμευε και για όπλο στη μάχη σώμα με σώμα. Άλλα κοντάρια έφεραν μόνο μία σεδερένια λεπίδα λεπτή και μακρά, πραγματική αιχμή δόρατος και πάνω σ' αυτήν σχηματιζόταν διάτρητος ο Σταυρός.

Κάθε οπλαρχηγός έκανε αγιασμό για την καινούργια του σημαία και έστηνε συνήθως έναν ξύλινο σταυρό μεγάλων διαστάσεων, που προσκυνούσαν και ασπάζονταν οι οπλοφόροι, ορκιζόμενοι υπέρ πίστεως και πατρίδος στη σημαία. Τα λάβαρα των εκκλησιών και οι εικόνες των αγίων που τα κρατούσαν ιερείς ή χωρικοί, βοηθούσαν στη στρατολογία. Οι Έλληνες ονόμαζαν τις πολεμικές τους σημαίες μπαϊράκια, αλλά οι Τούρκοι τις αποκαλούσαν καταφρονητικά παλιόπανα ή πατσαβούρες. Οι μπαϊρακτάρηδες ή φλαμπουριάρηδες οι σημαιοφόροι- διαλέγονταν ανάμεσα στους πιο γενναίους αλλά και τους πιο μεγαλόσωμους και δυνατούς, γιατί η θέση ήταν τιμητική αλλά και δύσκολη. Ενδεικτικά ο Φωτάκος αναφέρει για το σημαιοφόρο του Παπαφλέσσα: «Καθώς έβλεπαν οι Έλληνες τις σημαίες και τους στρατιώτες εσήμαινον (-χτυπούσαν) των εκκλησιών τα σήμαντρα (=καμπάνες) και οι μεν ιερείς έβγαιναν ενδεδυμένοι τα ιερά άμφια και με το ευαγγέλιον ανά χείρας, οι δε χριστιανοί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, επαρακαλούσαν τον Θεόν να τους ενδυναμώνει. Ο Αρχιμανδρίτης μάλιστα φορούσε μιαν περικεφαλαίαν και δια τούτο τον εκοίταζαν με πολλήν περιέργειαν οι άνθρωποι και τον εδέχοντο με μεγάλην υποδοχήν. Είχε δε σημαιοφόρον έναν καλόγερον Θεόρατον, Παπατούρταν ονομαζόμενον, ο οποίος εκράτει ένα μεγάλο σταυρό υψηλά εις τα χέρια και επήγαινε πάντοτε μπροστά εις το στράτευμα. Ο κόσμος εγένετο τοίχος, και έκαμε το σταυρό του καθώς επέρνα ο καλόγερος με τον σταυρόν». * Οι επαναστατικές σημαίες των ναυτικών νήσων ήταν διαφορετικές από εκείνες της ξηράς αλλά και μεταξύ τους διέφεραν (βλ. εικόνες 42 και 45 ). Όλες όμως ανεξαιρέτως έφεραν τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας. * Οι Σπέτσες, κινήθηκαν πρώτες με τους Μποτασαίους και τον Γεώργιο Πάνου μυημένους στη Φιλική. Στις 2 και 3 Απριλίου ύψωσαν με μεγάλη τελετή και κανονιοβολισμούς την σημαίαν της ελευθερίας στα πλοία τους. Η σημαία της ελευθερίας κυμάτιζε σ εόλα τα πλοία και σστους εξώστες πολλών σπιτιών.Την ημέρα αυτή είχε φθάσει ο Χρυσοσπάθης και άλλοι εταιριστές οι οποίοι ενθουσιάστηκαν και ανέβηκαν στο δώμα ενός σπιτιού στην αγορά και άρχισαν να τραγουδούν με δυνατή φωνή το Θούριο του Ρήγα Φερραίου. «Δεύτε παίδες των Ελλήνων». Αυτό ενθουσίασε το λαό και με δάκρυα στα μάτια όλοι έτρεχαν να δώσουν τον υπέρ πίστεως όρκο. Αμέσως οι Σπετσιώτες όπλισαν τα πλοία τους και έσπευσαν να αποκλείσουν από τη θάλασσα τα φρούρια του Μοριά.

Η σημαία των Σπετσών (βλ. Εικόνα 16) ήταν χρώματος κυανού και γύρω περιβαλλόταν από ταινία ερυθρά (ποταμός αίματος). Στο μέσο έφερε σταυρό που πατούσε σε μια ανεστραμμένη ημισέληνο. Από τη βάση του σταυρού υψώνονταν στη μία πλευρά άγκυρα, Γύρω της ήταν τυλιγμένο ένα φίδι, που του έτρωγε τη γλώσσα μια κουκουβάγια. Στην άλλη πλευρά είχε λόγχη και έφερε την επιγραφή «Ελευθερία ή Θάνατος». Τα σύμβολα και η επιγραφή ήταν ερυθρού χρώματος. * Ο σταυρός δήλωνε την δικαιοσύνη του αγώνα, η ανεστραμμένη ημισέληνος την μελλοντική πτώση του Οθωμανικού κράτους, η άγκυρα την σταθερότητα του αγώνα, το φίδι την ιερότητα του σκοπού και η κουκουβάγια την φρόνηση στην διεξαγωγή του αγώνα. Τα σύμβολα αυτά προέρχονταν από τη Φιλική Εταιρεία και σε διάφορες μορφές υπάρχουν στα εφοδιαστικά των Φιλικών.

Στα Ψαρά, την ημέρα του Πάσχα (11 Απρ.) έφθασε το Σπετσιώτικο πλοίο του Τσούπα, έχοντας υψωμένη τη σημαία της ελευθερίας. Ο ενθουσιασμός ήταν ακράτητος και την ίδια ημέρα συγκεντρώθηκε ο λαός στο Δημογεροντείο, κατέβασε την τουρκική σημαία, την καταξέσχισε και καταστράφηκαν τα οθωμανικά σύμβολα. Όλοι εύχονταν «Χριστός ανέστη Ελλάς ανέστη». Στις 20 Απριλίου αποφασίστηκε και επίσημα η επανάσταση και να εκπλεύσουν τα πλοία αρματωμένα, αφού προηγουμένως τέλέστηκε λιτανεία και ανυψώθηκε η σημαία της ελευθερίας. Μαζεύτηκαν όλοι στο ναό του Αγίου Νικολάου, άνδρες, γυναίκες, νέοι και γέροντες ψάλλοντας και δοξολογούντας για την ευόδωση του ιερού σκοπού. Ύστερα από τη λιτανεία οι ιερείς ντυμένοι με τα ιερατικά τους άμφια, βγήκαν από το ναό ακολουθούμενοι από το πλήθος, ανδρών, γυναικών και παιδιών που φώναζαν «Κύριε ελέησαν» και διευθύνθηκαν στο οίκημα της Δημογεροντίας όπου οι ιερείς έκανα δέηση υψώνοντας την σημαία στο κατάστημα.

Την ίδια στιγμή υψώνονταν οι σημαίες στα πλοία με συνοδεία πτροβολισμών. Με την τελετήν αυτήν έδωσαν όλοι, ενώπιον του Θεού τον όρκον «Ελευθερία ή Θάνατος».

Η σημαία των Ψαρών (βλ. Εικόνα 18) ήταν λευκή, και είχε γύρω της κόκκινη ταινία (ποταμός αίματος). Υπήρχε σταυρός, στα δεξιά του άγκυρα και γύρω της τυλιγμένο ένα φίδι. Πάνω από το κεφάλι του φιδιού, ένα πτηνό, που δάγκωνε τη γλώσσα του ερπετού. Στα αριστερά είχε λόγχη, και στο κάτω μέρος, δεξιά και αριστερά του σταυρού ήταν γραμμένο το «Ή ελευθερία ή Θάνατος». Τα σύμβολα και τα γράμματα ήταν ερυθρά. * Το σήμα του ναυάρχου (βλ. Εικόνα 21) ήταν και αυτό λευκό, τρίγωνο όμως με ταινία ερυθρά γύρω γύρω, στο μέσο του σήματος υπήρχε σταυρός, στα δεξιά και στα αριστερά του οποίου ήταν γραμμένο το «Εν τούτω νίκα» , γραμμένο με κόκκινα γράμματα και αυτό.

Στην Ύδρα είχαν φθάσει οι πληροφορίες για την επανάσταση στη Πελοπόννησο και την πολιορκία των φρουρίων. Οι αναγγελίες για τις επιτυχίες του Αλεξ. Υψηλάντη Θέρμαιναν τα πνεύματα, οι πρόκριτοι όμως δίσταζαν. Ο Αντώνιος Οικονόμου, από τους δευτερεύοντες τότε πλοιάρχους, μόλις είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία. Φιλόπατρις και ενθουσιώδης βρήκε τότε την ευκαιρία. Χτύπησε τις καμπάνες και κάλεσε το λαό στ' άρματα, με τους ναύτες κατέλαβε τα πλοία και κατήργησε το διοικητή της νήσου Ν. Κοκοβίλα. Οι πρόκριτοι φοβισμένοι, με έγγραφο, του παραχώρησαν την εξουσία (31 Μαρτίου).

Στις 16 Απριλίου, ο Οικονόμου, οι πρόκριτοι, οι πλοίαρχοι και ο λαός, με δοξολογία για την έναρξη του εθνικού αγώνα και με πομπή περιφανέστατη, «απείρων κροτούντων τηλεβόλων, καθιέρωσαν την σημαίαν της ελευθερίας». 'Οταν τελείωσε η τελετή τα παληκάρια έφεραν τη σημαία στον αρχιερέα της νήσου Γεράσιμο και αυτός ανέβηκε στο διοικητήριο και την έστησε εκεί όπου ήταν υψωμένη πρωτύτερα η τουρκική. * Η σημαία της 'Υδρας (βλ. Εικόνα 14) ήταν χρώματος γκρίζου και έφερε τα σύμβολα της Φιλικής, τον σταυρόν, το φίδι και την κουκουβάγια που συμβόλιζαν την ιερότητα του αγώνα, την δικαιοσύνη και την φρόνηση με την οποίαν έπρεπε να διεξαχθεί ο αγώνας. * Μερικοί Υδραίοι έβαζαν στις σημαίες τους και το σπαρτιατικό «Ή ταν ή επί τας» το οποίο ερμηνεύονταν από αυτούς με το «Ή ελευθερία ή με το πλοίο και τη σημαία εις τον πυθμένα της Θάλασσας.»

Στη Σάμο υψώθηκαν τρεις διαφορετικές σημαίες. Στο Βαθύ, όπου αγκυροβόλησαν δύο Σπετσιώτικα πλοία και έριξαν μερικές κανονιές προς τιμήν της επαναστατικής τους σημαίας, ηλέκτρισαν με την παρουσία τους τα πνεύματα και έδωσαν την αφορμή στον Κ. Λαχανά να επαναστατήσει στις 17 Απριλίου. «Εν μέσω κωδωνοκρουσιών και αλλαλαγμών και ελπίδων ανεπετάσθη (-ανυψώθηκε) μετά προηγηθείσαν εκκλησιαστικήν τελετήν η της ελευθερίας σημαία». Ήταν κυανή και είχε στο μέσον λευκό σταυρό επί ερυθράς ημισελήνου ανεστραμένης. Εκατέρωθεν (=στις δύο πλευρές) του σταυρού υπήρχε λόγχη με σπόγγο από τη μία και άγκυρα από την άλλη και η επιγραφή «Ή ελευθερία ή θάνατος.» (βλ. Εικόνα 24) * Η επανάσταση στη Σάμο γενικεύτηκε στις 26 Απριλίου και ο Λυκούργος Λογοθέτης οργάνωσε χιλιαρχίες από τα τέσσερα τμήματα της νήσου. Στις 8 Μαΐου ύψωσε και επίσημα τη σημαία της εθνεγερσίας στο Καρλόβασι «μετά τελετής αρχιερατικής, παρόντος του κλήρου, των στρατιωτικών σωμάτων και πλήθος λαού». Η σημαία αυτή (βλ. εικόνα 22) ήταν γκριζωπή και έφερε στο μέσον τον σταυρόν πάνω σε ημισέληνο. Στις δύο πλευρές του είχε λόγχη και καλάμι με σπόγγο. Προς τα πάνω και μέσα τα αρχικά ΗΕΑ - ΗΘΣ και κάτω τον Φοίνικα που ορμούσε και κατασποάραζε ένα φίδι. * Αλλά υπήρχε και άλλη επίσημη σημαία της κυβερνήσεως (βλ. εικόνα 23). Αυτή ήταν λευκή και είχε στο μέσο τις 16 στήλες, τον ιερό δεσμό, σύμβολο της Φιλικής Εταιρείας, και από τις δύο πλευρές προς τα πάνω έφερε τα αρχικά ΗΕΑ - ΗΘΣ. * Την ίδια εποχή κεπαναστάτησαν και τα άλλα νησιά, ιδιαίτερα των Δωδεκανήσων. Πρώτη η Κάσσος όπου υψώθηκε η σημαία της ελευθερίας με τελετή εκκλησιαστική. Ακολούθησαν τα άλλα νησιά, η Κάρπαθος, η Χάλκη, η Τήλος, η Νίσυρος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Πάτμος και η Αστυπάλαια. * Στις σημαίες της επαναστάσεως, ιδιαίτερα τις ναυτικές, εκτός από το Σταυρό πάνω στην ανεστραμμένη ημισέληνο, υπάρχει και η άγκυρα, σύμβολο της σταθερής απόφασης για την ελευθερία (βλ. εικόνες 15, 17, 19 και 20). Υπάρχει ακόμα αετός που με το ράμφος τρώει τη γλώσσα φιδιού. Το φίδι είναι εχθρός των αετών γιατί μόνο αυτό φθάνει έως τη φωλιά τους και τρώει τα αυγά τους, δηλαδή καταστρέφει τη γενιά τους (το Γένος). Ο συμβολισμός είναι προφανής στις Φιλικές αλληγορικές παραστάσεις. Η πάλη του αετού με το φίδι από τις πιο παλιές εποχές συμβολίζει ακόμα τον αγώνα των δυνάμεων του καλού με τις χθόνιες δυνάμεις. Σε άλλες όμως περιπτώσεις το φίδι είναι σύμβολο δικαιοσύνης όταν μάλιστα δεν υπάρχει αετός αλλά κουκουβάγια, που συμβολίζει τη σύνεση (βλ. Εικόνα 13).

Τα σημεία των εφοδιαστικών της Φιλικής Εταιρείας που χρησιμοποιούνται στις πρώτες επαναστατικές σημαίες υποδηλώνουν: η ημισέληνος ανεστραμμένη τη μέλλουσα πτώση του Οθωμανικού κράτους, η άγκυρα τη σταθερότητα του αγώνα, το φίδι την ιερότητα του σκοπού, ο σταυρός τη δικαιοσύνη και η κουκουβάγια τη φρόνηση με την οποία πρεπει να διεξαχθεί ο αγώνας, *