Η αγορά

Πηγές

Βιβλιογραφία

Αρχική Σελίδα



Χάρτης Πλοήγησης




Οδηγίες Χρήσης


Εισαγωγή

Εισαγωγή

Πάνω

Κάτω
Μεγέθυνση εικόνας

Η αγορά της Ρόδου από δυτικό χειρόγραφο, 15ος αι., Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας.


Μεγέθυνση εικόνας

Παλαιοχριστιανικό ανθρωπόμορφο χάλκινο σταθμίο ζυγού, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Θεσσαλονίκη.


Μεγέθυνση εικόνας

Λίθινη μήτρα για περίαπτο, 12ος-13ος αι., Εθνικό Μουσείο Ιστορίας, Ουκρανία.


Μεγέθυνση εικόνας

Δερμάτινα παιδικά σανδάλια, έργο χαδαρίου (παπουτσή) 4ος-7ος αι., Αίγυπτος.


Το εμπόριο ήταν, κατά τους βυζαντινούς χρόνους, μια από τις σημαντικότερες οικονομικές δραστηριότητες. Η οικονομία του Βυζαντίου ήταν αγροτική, πράγμα που σημαίνει ότι τα περισσότερα προϊόντα που εμπορεύονταν οι Βυζαντινοί ήταν γεωργικά και κτηνοτροφικά.

Έτσι, στις βυζαντινές αγορές έβρισκε κανείς όλα εκείνα τα προϊόντα που κάλυπταν τις βιοτικές ανάγκες των κατοίκων της πόλης: δημητριακά, λάδι, κρέας, τυριά, φρούτα και λαχανικά, υφάσματα, παπούτσια, αγγεία και κάθε είδους εργαλεία. Στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της αυτοκρατορίας που είχαν τακτική εμπορική επικοινωνία με περιοχές του εξωτερικού έφταναν συχνά και προϊόντα πολυτελείας όπως μπαχαρικά, αρώματα και πολύτιμες πέτρες από την Ανατολή καθώς και γούνες, δέρματα και παστά ψάρια από το Βορρά.

Οι βυζαντινές πόλεις είχαν η καθεμιά το δικό της εμπορικό κέντρο που βρισκόταν, συνήθως, σε κάποιο κεντρικό σημείο της πόλης. Η καθημερινή εμπορική δραστηριότητα γινόταν στις μεγάλες πόλεις σε στοές (υπώροφες, κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα, ώστε να προστατεύονται οι πολίτες από τον ήλιο και τη βροχή) που αναπτύσσονταν κατά μήκος των κεντρικών δρόμων και στο εμπορικό κέντρο, την αγορά. Στις πόλεις των μεσοβυζαντινών και υστεροβυζαντινών χρόνων, ως χώρος αγοράς χρησιμοποιούνταν συνήθως οι πλατείες ή χώροι μπροστά από σημαντικά κτήρια. Στην Κωνσταντινούπολη, ο κυριότερος εμπορικός δρόμος, που ονομαζόταν Μέση, συνέδεε τις επτά σημαντικότερες αγορές της πόλης.

Αν και κάθε πόλη διέθετε πολυάριθμους χώρους για όλα τα εμπορεύματα δεν έλειπαν και οι πλανόδιοι μικροπωλητές, που πουλούσαν από πολύτιμα αντικείμενα μέχρι υφαντά και τρόφιμα.Ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο της εμπορικής ζωής κατά τους βυζαντινούς χρόνους ήταν οι πανηγύρεις, τα σημερινά πανηγύρια. Τα πανηγύρια οργανώνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα, έξω από τις πόλεις, σε διάφορα μεγάλα χωριά. Συχνά τα πανηγύρια συνδυάζονταν με θρησκευτικές εορτές.

Οι βιοτεχνίες, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, ήταν οργανωμένες σε συντεχνίες και σωματεία. Κάθε είδος βιοτεχνίας (αρτοποία, υποδηματοποία, υφαντουργία, αρωματοποία, μεταλλοτεχνία, αγγειοπλαστική κ.λπ.) διέθετε ξεχωριστή συντεχνία που ρύθμιζε τους όρους εργασίας, τα όρια των μισθών, τις τιμές πώλησης των αγαθών και τα νόμιμα κέρδη και, κυρίως, διευκόλυνε το κράτος στον έλεγχο της οικονομικής δραστηριότητας. Η βιοτεχνική δραστηριότητα στο Βυζάντιο ήταν οργανωμένη με βάση κανονισμούς που είχαν θεσπιστεί από το κράτος. Αυτοί όριζαν τους τρόπους εξασφάλισης της πρώτης ύλης, τις διαδικασίες παραγωγής, τις προδιαγραφές και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έπρεπε να έχουν τα διάφορα βιοτεχνικά προϊόντα καθώς και τον τρόπο και τον τόπο πώλησης τους.

Τα είδη πολυτελείας που παράγονταν στην αυτοκρατορία αποτελούσαν κρατικό μονοπώλιο, ενώ οι συντεχνίες που ασχολούνταν με την κατασκευή τους είχαν ιδιαίτερη θέση σε σχέση με τις άλλες. Αρχαιότερη ανάμεσά τους ήταν η συντεχνία των βαφέων της πορφύρας.

Επίσης, το κράτος καθόριζε την εισαγωγική-εξαγωγική δραστηριότητα και προσδιόριζε τις τιμές πώλησης-αγοράς των κύριων καταναλωτικών αγαθών. Τέλος, επέβαλλε φόρους, ενώ ήλεγχε τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και την ποιότητα των προϊόντων.

Οι βιοτέχνες ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες. Σε κάθε βιοτεχνικό κλάδο, η αντίστοιχη συντεχνία ρύθμιζε τους όρους εργασίας, τους μισθούς, τις τιμές πώλησης των προϊόντων καθώς και τα περιθώρια νόμιμου κέρδους.