Η ανάπτυξη του παιδικού σχεδίου

Η ζωγραφική των παιδιών είναι χαριτωμένη στα μάτια των ενηλίκων και ευχάριστη δραστηριότητα για το ίδιο το παιδί, αλλά και αντικείμενο μελέτης από ειδικούς ψυχολόγους. 

Τα σχέδιά των παιδιών μας παρέχουν πληροφορίες για το πώς αντιλαμβάνονται τον κόσμο γύρω τους και πώς προσπαθούν να αναπαράγουν την πραγματικότητα με τα μέσα που διαθέτουν.  Επίσης το σχέδιο έχει ομοιότητες και παράλληλη ανάπτυξη με το παιχνίδι των παιδιών, ενώ θεωρείται προοίμιο της γραφής. Τα παιδιά έτσι ενθαρρύνονται από γονείς και δασκάλους να ζωγραφίσουν. 

Γιατί όμως η ζωγραφική είναι σημαντική δραστηριότητα για το ίδιο το παιδί; Το παιδί μέσω της ζωγραφικής

  • χρησιμοποιεί τις αισθήσεις του και μαθαίνει για τον κόσμο γύρω του
  • αναπτύσσει τις δεξιότητες και τις γνωστικές του λειτουργίες μέσα από μια ευχάριστη δραστηριότητα και
  • εκφράζει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες του

Οι ψυχολόγοι που ασχολούνται με την μελέτη του παιδικού σχεδίου

  • επισημαίνουν τα στάδια της γνωστικής ανάπτυξης του παιδιού μέσα από το ιχνογράφημα
  • διερευνούν την ικανότητα του παιδιού να αναπαριστά τον κόσμο γύρω του μέσα από το σχέδιο και ποιοι παράγοντες και πώς διευκολύνουν ή παρεμποδίζουν τη σχεδιαστική ικανότητα του παιδιού και
  • εξετάζουν τα στάδια ανάπτυξης του παιδικού σχεδίου και τα παραλληλίζουν με την ανάπτυξη του παιδιού σε άλλους τομείς.

Πιο συγκεκριμένα, μέσω της μελέτης του παιδικού σχεδίου μαθαίνουμε για την ικανότητα του παιδιού να συντονίζει τις κινήσεις του, για τις στρατηγικές που χρησιμοποιεί, για την ικανότητα συμβολισμού που έχει, τη γνώση και την κατανόηση του κόσμου, καθώς και την ικανότητα να κατανοεί την αντίληψη που έχουν οι άλλοι άνθρωποι για τον κόσμο που μας περιβάλλει.  Επίσης το σχέδιο μπορεί να αποκαλύψει την αυτοεικόνα του παιδιού, τα συναισθήματα, τις απόψεις του, τα ταλέντα του.  Και τελικά, η κατανόηση του παιδικού σχεδίου μας βοηθά να οργανώσουμε και να βελτιώσουμε την καθημερινή ζωή του παιδιού τόσο σε εκπαιδευτικά πλαίσια όσο και στην οικογένεια.

Πώς όμως μελετάμε το παιδικό σχέδιο;

  • Παρατηρώντας ‘τι’ είναι αυτό που το παιδί ζωγραφίζει, δηλαδή τι δείχνει το αποτύπωμα που αφήνει στο χαρτί, ποιο είναι το τελικό ‘προϊόν’ της προσπάθειας του και
  • Παρατηρώντας ‘πώς’ τα παιδιά ζωγραφίζουν, πώς δηλαδή οργανώνουν τις κινήσεις τους την ώρα που σχεδιάζουν, ή αλλιώς ποια είναι η ‘διαδικασία’ της ζωγραφικής.

Από τη μελέτη αυτή προκύπτουν τα στάδια ανάπτυξης του παιδικού σχεδίου, ανάλογα με την ηλικία και τη νοητική ικανότητα του παιδιού.

Γενικά περιγράφοντας την ανάπτυξη του παιδικού σχεδίου παρατηρούμε πως από τα χωρίς νόημα ίχνη που αρχικά αφήνει στο χαρτί το παιδί (στο τέλος του πρώτου χρόνου), περνά στην προσπάθεια αναπαράστασης αντικειμένων, που γίνεται όλο και περισσότερο ρεαλιστική περίπου στην ηλικία των επτά ετών.

Προς το τέλος του 1ου χρόνoυ πολλά παιδιά εκδηλώνουν δραστηριότητες χάραξης, χαράζοvτας προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Δηλαδή αφήνουν σημάδια με το εργαλείο που χρησιμοποιούν. Παρατηρούμε τη συμμετοχή όλου του σώματος.

Υπάρχει παραλληλισμός μεταξύ των πρώτων γραφικών δραστηριοτήτων του παιδιού και της ανάπτυξης του λόγου.

Καθώς μεγαλώνει το παιδί, ανακοινώνει από πριν τι σκοπεύει να ζωγραφίσει, έτσι έχουμε το στοιχείο της πρόβλεψης.

Τα γραφικά ίχνη δεν είναι εφήμερα όπως οι ήχοι. Παρόλο που αρχικά μπορεί να μην έχουν επικοινωνιακή αξία, είναι κάτι που μένει.

Από τον 2ο χρόνο και μετά αυτά τα ίχνη μετατρέπονται σε μουντζούρες και πάλι με τη συμμετοχή όλου του σώματος.  Αποτελούνται από ελλειπτικές γραμμές που πηγαινοέρχονται χωρίς διακοπή, με αποτέλεσμα καθώς επαναλαμβάνονται να σχηματίζουν αλλεπάλληλα και μερικώς αλληλοεπικαλυπτόμενα ωοειδή και κυκλικά σχήματα.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ως τα 3 χρόνια του παιδιού υπάρχει ένας αυθαίρετος ρεαλισμός γιατί το παιδί αφήνει ένα ίχνος στο οποίο δίνει νόημα εκ των υστέρων.  Δεν υπάρχει από πριν πρόθεση αναπαράστασης.  Κάτι που στα μάτια των ενηλίκων μοιάζει μια απλή μουντζούρα, το παιδί θα το ονομάσει και θα πει π.χ. «αυτό είναι ένα λουλούδι», γιατί έχει αρχίσει να καταλαβαίνει ότι οι γραμμές που αφήνει στο χαρτί μπορούν να δείξουν κάτι. Γύρω στα  3 χρόνια εμφανίζονται τα πρώτα μιμητικά στοιχεία. Το παιδί προσπαθεί να αναπαραστήσει αυτό το οποίο αντιλαμβάνεται και εγκαταλείπονται πλέον οι μουντζούρες.

Μεταξύ 3 και 5 ετών είναι φανερό ότι το παιδί  έχει πρόθεση αναπαράστασης με τα σχέδιά του. Για παράδειγμα, αν ζωγραφίσει παιδάκια που τρέχουν, προσθέτει στο σχέδιο και κάτι που δηλώνει αυτή την κατάσταση, όπως μια συνεχή τεθλασμένη γραμμή. Αν τους ζητήσουμε να αντιγράψουν δεν νοιάζονται για το μοντέλο που έχουν μπροστά τους και εγκαταλείπουν το μοντέλο εάν αυτό είναι σύνθετο.

Εάν το συνδέσουμε και με τη γραφή βλέπουμε ότι γράμματα ή σύμβολα που είναι σύνθετα ή δύσκολα δεν τα μιμούνται. Έχουμε λοιπόν έναν αποτυχημένο ρεαλισμό (μεταξύ 3 και 4 ετών) όπου το παιδί κάνει προσπάθεια να αναπαραστήσει την πραγματικότητα αλλά δεν μπορεί να την αναπαραστήσει έτσι όπως τη βλέπει.  Στο σχέδιό του υπάρχουν όλα τα βασικά μέρη που αποτελούν ένα αντικείμενο, αλλά μοιάζουν ασύνδετα και η διάταξη δεν είναι σωστή.

Γύρω στα 4 χρόνια εμφανίζεται ο διανοητικός ρεαλισμός όπου η ζωγραφική είναι σχηματική. Είναι η εποχή που ενώ το σχέδιο είναι σωστά οργανωμένο, το παιδί δεν ζωγραφίζει αυτό που βλέπει αλλά αυτό που ξέρει.  Για παράδειγμα μπορεί να ζωγραφίσει στοιχεία ενός αντικειμένου που δεν είναι ορατά από την οπτική του γωνία.  Επίσης εμφανίζονται έντονα οι διαφάνειες.  Για παράδειγμα, αν του ζητήσουμε να ζωγραφίσει μια έγκυο γυναίκα, θα ζωγραφίσει και το έμβρυο που υπάρχει στην κοιλιά της.  Οι διαφάνειες εξαφανίζονται μεταξύ 5 και 7 ετών.

Μεταξύ 5 και 9 ετών έχουμε αρχικά την αντιγραφή γεωμετρικών σχημάτων και στη συνέχεια σύνθετων γεωμετρικών εικόνων. Σ’ αυτή την ηλικία κατακτούν και το συμβατικό κώδικα, δηλαδή τη γραφή.  Στις ζωγραφιές των παιδιών διαφοροποιούνται πλέον τα διάφορα στοιχεία, δηλαδή έχουμε τα βασικά σχήματα με όλο και περισσότερες λεπτομέρειες.  Επίσης έχουμε πλέον οπτικό ρεαλισμό, δηλαδή έχουν πλέον την ικανότητα να αναπαριστούν τα αντικείμενα όπως τα βλέπουν και τα σχέδιά τους αποκτούν προοπτική. 

Γύρω στα 9 με 13 χρόνια το παιδί προσπαθεί να μιμηθεί ένα συμβατικό ρεαλισμό. Έχουμε καλή αναπαράσταση της πραγματικότητας.

Το παιδί πάντως όταν ζωγραφίζει και όταν γράφει δεν έχει την πρόθεση να αναπαράγει παθητικά την πραγματικότητα. Παράγει μια άλλη μορφή της πραγματικότητας όπως τη γνωρίζει το ίδιο.

Οι ανθρώπινες φιγούρες στο παιδικό σχέδιο

Εμφανίζονται στην ηλικία των 3 ετών και υπάρχει ξεκάθαρα πρόθεση αναπαράστασης.

  • 3 χρονών: Ζωγραφίζει τον άνθρωπο «κεφάλα» με μάτια, στόμα και τα άκρα που φεύγουν προς οποιαδήποτε κατεύθυνση και αρχίζουν αμέσως μετά το κεφάλι
  • 5 χρονών: Το σώμα είναι ωοειδές, τα σημεία ένωσης είναι χωρίς αρθρώσεις, βρίσκονται περίπου στα σημεία που πρέπει να είναι αλλά χωρίς σημεία σύνδεσης, είναι κολλημένα επάνω.
  • 7 χρονών: Είναι η χαρακτηριστική φάση της τριγωνοποίησης του σώματος. Πάλι τα σημεία επαφής είναι χωρίς αρθρώσεις, δεν υπάρχει λαιμός.  Παράλληλα έχουμε την εμφάνιση λεπτομερειών.
  • 7,5 χρονών: Αρχίζουν να εμφανίζονται οι αναλογίες και οι λεπτομέρειες στα σημεία σύνδεσης των μελών με τον κορμό, ανάμεσα στον κορμό και τα χέρια υπάρχει συνέχεια και αρχίζει μια προσπάθεια ρεαλισμού.
  • 8 χρονών: συνυπάρχουν στοιχεία προφίλ και ανφάς.
  • 9,5 χρονών: Βλέπουμε πια την εμφάνιση ενός συμβατικού, τυποποιημένου, στερεότυπου στυλ αλλά έχουμε λεπτομέρειες που επιτρέπουν την αναγνώριση. Υπάρχουν όμως και μη ρεαλιστικά στοιχεία, π.χ. τα πόδια προς τα έξω.

Τα παραπάνω περιγράφουν ενδεικτικά κάποιες ζωγραφιές των παιδιών.   Δηλαδή, για το κάθε παιδί τα στάδια αυτά μπορεί να έχουν διαφορετική χρονική διάρκεια. Επίσης, ενώ η όλη η διαδικασία έχει κατεύθυνση από τα λιγότερο προς τα περισσότερο ώριμα στάδια, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν και παλινδρομήσεις.

Όλα τα παιδιά παρουσιάζουν αυτή τη συμπεριφορά (να ζωγραφίζουν), ακολουθούν την ίδια ανάπτυξη και υπάρχουν σύμβολα που χρησιμοποιούνται από τα παιδιά παγκοσμίως όπως έχουν δείξει οι έως τώρα έρευνες. Βεβαίως, και ο πολιτισμός και το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το παιδί παίζουν σημαντικό ρόλο.

Νοnμοσύνη και Παιδικό Σχέδιο

Όσο αυξάνεται η ηλικία των παιδιών (συνεπώς αναπτύσσεται και η νοημοσύνη) τόσο περισσότερες λεπτομέρειες και πραγματικές αναλογίες παρατηρούμε στα σχέδιά τους. Η γνωστότερη δοκιμασία που κατασκευάστηκε για την συσχέτιση του δείκτη νοημοσύνης και του παιδικού σχεδίου είναι το Draw-A-Man Test της F.Goodenough . Πολύ γνωστή δοκιμασία επίσης είναι το Draw-Α-Ρersοn Test της Ε. Koppitz.

Όσα περιγράψαμε προηγουμένως για την ανάπτυξη του παιδικού σχεδίου, μπορείτε να τα παρατηρήσετε στα παρακάτω σχέδια ψαλιδιών από την ηλικία των 3 (πάνω αριστερά) ως την ηλικία των 7 ετών (κάτω δεξιά):

ΤΖΙΝΑ ΧΟΝΔΡΟΥ, M.Sc.
ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ για τη Σύγχρονη Οικογένεια”, τεύχος 46, Ιούνιος-Ιούλιος 2007

Τα παιδιά ανακαλύπτουν το κόσμο των Μαθηματικών από το Νηπιαγωγείο

Τα Μαθηματικά σύμφωνα με τo Διαθεματικó Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών για το Νηπιαγωγείο και τον Οδηγό Νηπιαγωγού (Δαφέρμου, Κουλούρη & Μπασαγιάννη, 2006) αφορούν σε ένα πλαίσιο δράσης και αλληλεπίδρασης, που συνδέονται με ένα πλήθος από ικανότητες και δεξιότητες, σημαντικές για την ολοκληρωμένη προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου. Ανάμεσα σε αυτές ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν οι ικανότητες να μπορεί κάποιος να σκέφτεται λογικά, να επιλύει προβλήματα και να αντιλαμβάνεται τις σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα και καταστάσεις. Τα παιδιά προτρέπονται να υιοθετούν στάσεις και να αναπτύσσουν στρατηγικές μάθησης που συμβάλουν στην προοδευτική συγκρότηση της αφηρημένης σκέψης και προωθούν τον επιστημονικό εγγραμ-ματισμό.

Σε αυτή την προοπτική αξιοποίησης των μαθηματικών εντάσσεται και η προσέγγισή τους στο νηπιαγωγείο, όπου κυρίαρχος στόχος είναι τα παιδιά να αρχί-σουν να σκέφτονται με τρόπους που χαρακτηρίζουν τη μαθηματική επιστήμη, συνειδητοποιώντας παράλληλα την κοινωνική τους διάσταση, το λόγο δηλαδή για τον οποίο τα χρησιμοποιούμε στη ζωή μας. Το νηπιαγωγείο, ως οργανωμένο περιβάλλον κοινωνικοποίησης και μάθησης, μπορεί να προσφέρει σε όλα τα παιδιά- ακόμη και σε αυτά που δεν την έχουν από το οικογενειακό τους περιβάλλον- την απαιτούμενη υποστήριξη για να συνειδητοποιήσουν την κοινωνική χρησιμότητα της απόκτησης μαθηματικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων, γεγονός που συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση κινήτρων για την ενασχόληση τους με τα μαθηματικά.

Σύμφωνα με τον Οδηγό Νηπιαγωγού, η συστηματική συμμετοχή των παιδιών σε οργανωμένες δραστηριότητες ενεργητικής μάθησης που έχουν νόημα γι’ αυτά και η διαμόρφωση στην τάξη ενός μαθησιακού κλίματος που τα ενθαρρύνει να αντιπαραθέτουν τις απόψεις τους αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους, τους δίνουν τη δυνατότητα να εξελίσσουν συνεχώς τη σκέψη τους και να επιτυγχάνουν σταδιακά τις μαθησιακές επιδιώξεις που τίθενται, δηλαδή να γίνονται προοδευτικά ικανά:

  • Να ομαδοποιούν, να διατάσσουν, να σειροθετούν και να ταξινομούν. Τα παιδιά ενθαρρύνονται να ομαδοποιούν, να διατάσσουν ή/και να ταξινομούν πράγματα σύμφωνα με το χρώμα, το σχήμα, το μέγεθος ή άλλα τους χαρακτηριστικά γνωρίσματα ή ιδιότητες και να εντοπίζουν αυτά που δεν ανήκουν σε μία συγκεκριμένη συλλογή. Επίσης, ενθαρρύνονται να επιμερίζουν μια συλλογή σε μικρότερες συλλογές στη βάση ενός ή περισσοτέρων κριτηρίων που η δυσκολία τους μπορεί να αυξάνεται, να αναγνωρίζουν στοιχεία που ανήκουν από κοινού σε δύο διαφορετικές συλλογές, να ενοποιούν δύο διαφορετικές συλλογές σε μια μεγαλύτερη.
  • Να κάνουν αντιστοιχίσεις. Η αντιστοίχιση αποτελεί μια από τις βασικές προϋποθέσεις για την κατάκτηση της διατήρησης της έννοιας του αριθμού. Αντιστοιχίζοντας μεταξύ τους τα αντικείμενα δύο συλλογών, τα παιδιά συνειδητοποιούν προοδευτικά τη σχέση ανάμεσα στις ποσότητες και τους αριθμούς και ότι ο αριθμός της κάθε συλλογής δε συνδέεται με το μέγεθος των αντικειμένων και δεν αλλάζει όταν αλλάζει η διάταξη των αντικειμένων στο χώρο. Και πάλι η αξία των αντιστοιχίσεων γίνεται κατανοητή όταν τις χρησιμοποιούν προκειμένου να επιλύσουν
    καθημερινά προβλήματα. Αξιοποιώντας τις αντιστοιχίσεις μπορούν να προσθέτουν και να αφαιρούν πράγματα, ακόμη και να πολλαπλασιάζουν (αντιστοίχιση ενός προς πολλά) ή να διαιρούν (το να μοιράζουν ή να μοιράζονται μεταξύ τους πράγματα είναι πρακτική στην οποία τα μικρά παιδιά είναι συνηθισμένα).
  • Να συγκεντρώνουν, να οργανώνουν και να επεξεργάζονται δεδομένα με στόχο να ερμηνεύσουν, να κατανοήσουν, να παρουσιάσουν και να διαχειριστούν πληροφορίες. Σε αυτό το πλαίσιο τα παιδιά αναπαριστούν με διαφορετικούς τρόπους (δηλαδή με πίνακες διπλής εισόδου, απλά ιστογράμματα, εικονογράμματα κ.λπ.) δεδομένα που συγκεντρώνουν κατά τις εξόδους από την τάξη, π.χ. από την επίσκεψη στο ζωολογικό κήπο (τι ζώα είδαν), από μια έρευνα που πραγματοποίησαν στην τάξη π.χ. σχετικά με τα μεγέθη των παπουτσιών τους (ποιοι έχουν τα μεγαλύτερα και ποιοι τα μικρότερα πόδια) κ.λπ.
  • Να αριθμούν, να απαριθμούν και να μετρούν. Τα παιδιά ενθαρρύνονται να απαριθμούν και να αριθμούν για να εξοικειωθούν με τα ονόματα και με τη σειρά της ακολουθίας των φυσικών αριθμών και να συνειδητοποιήσουν προοδευτικά ότι το καθετί αριθμείται μόνο μία φορά, ότι ο τελευταίος αριθμός στη σειρά αρίθμησης αναφέρεται στο πλήθος των αντικειμένων μιας συλλογής (και δεν είναι το όνομα του τελευταίου μέλους της συλλογής) και ότι τα αντικείμενα διαφορετικών συλλογών αριθμούνται με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το μέγεθος τους και τη διάταξη τους στο χώρο. Βάζοντας τα παιδιά μπροστά σε καταστάσεις όπου η απαρίθμηση είναι απολύτως απαραίτητη για να τις αντιμετωπίσουν, τα βοηθούμε να συνειδητοποιήσουν ότι πρόκειται για έναν ποσοτικό υπολογισμό απόλυτα χρήσιμο για την επίλυση προβλημάτων της καθημερινής μας ζωής.
  • Να αντιλαμβάνονται τη θέση αντικειμένων αλλά και του εαυτού τους στο χώρο και να προσανατολίζονται σε αυτόν, να αναγνωρίζουν τα σχήματα και τις σχετικές τους θέσεις στο χώρο και να αντιλαμβάνονται τις ιδιότητες τους. Η ανάπτυξη αυτής της ικανότητας συμβάλλει στο να γίνονται προοδευτικά ικανά να ελέγχουν το χώρο, ενώ επιπλέον ενισχύει την ανάπτυξη της αισθητικής τους αντίληψης (συμμετρίες, κανονικότητες). Παράλληλα, καθώς εξοικειώνονται με τα σχήματα, αναπτύσσουν την ικανότητα να «μοντελοποιούν», δηλαδή να αναπαριστούν φυ- σικά αντικείμενα και καταστάσεις με όλο και πιο αφηρημένες φόρμες, ικανότητα που ενισχύεται από την ανάπτυξη της αφηρημένης σκέψης, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει σε αυτήν την ανάπτυξη. Π.χ. γίνονται ικανά να αποτυπώσουν την πόλη τους επινοώντας αναπαραστάσεις (αναπαριστούν με τετράγωνα τις γειτονιές, με κύκλους τις πλατείες, με ορθογώνια παραλληλόγραμμα τους δρόμους και τα γήπεδα κ.λπ.) και οργανώνοντας τις με κατάλληλο τρόπο στο διαθέσιμο χώρο.
  • Να κάνουν μετρήσεις: Τα παιδιά προτρέπονται να μετρούν διακριτές και μη διακριτές ποσότητες (π.χ. το βάρος, το μήκος, το χρόνο, τη θερμοκρασία, το εμβαδόν, τον όγκο) προκειμένου να επιλύσουν προβλήματα που συναντούν καθημερινά. Οι μετρήσεις δίνουν στα μικρά παιδιά την ευκαιρία να προσεγγίσουν τον κόσμο των αριθμών και της μαθηματικής γλώσσας.
  • Να κάνουν εκτιμήσεις: Εκτίμηση είναι μια ευφυής πρόβλεψη (δηλαδή μια τεκμηριωμένη προσπάθεια προσέγγισης της πραγματικότητας) για το μέγεθος μιας ποσότητας ή για το πλήθος των στοιχείων μιας συλλογής ή ενός συνόλου. Ενθαρρύνοντας τα παιδιά να κάνουν εκτιμήσεις επιδιώκουμε να τα βοηθήσουμενα συνειδητοποιήσουν την αξία των εκτιμήσεων και όχι να πάρουμε απαραίτητα τη σωστή απάντηση.
  • Να διατυπώνουν και να ελέγχουν υποθέσεις: Η διατύπωση και ο έλεγχος υποθέσεων αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της μαθηματικής σκέψης και είναι σημαντικό να δίνονται ευκαιρίες για την ανάπτυξη τους σε όλο το εύρος των δραστηριοτήτων που εντάσσονται στο πλαίσιο της μαθηματικής εκπαίδευσης, ξεκινώντας από το νηπιαγωγείο. Σε αυτό το πλαίσιο τα παιδιά ενθαρρύνονται να σκέπτονται τι θα μπορούσε να συμβεί σε υποθετικές περιπτώσεις, αλλά και να ελέγχουν τις συνέπειες της υπόθεσης τους σε σχέση με το πρόβλημα που συζητιέται κάθε φορά.
  • Να επιλύουν προβλήματα: Τα προβλήματα είναι καταστάσεις στις οποίες το παιδί καλείται να λάβει αποφάσεις για το πώς θα επεξεργαστεί κάποιες πληροφορίες ποσοτικού ή ποιοτικού χαρακτήρα, ώστε να οδηγηθεί σε κάποιο αποτέλεσμα, το οποίο στη συνέχεια θα ελέγξει για την ορθότητα του. Η επίλυση προβλημάτων τίθεται πλέον ως κύριος στόχος της μαθηματικής εκπαίδευσης σήμερα. Στο πλαίσιο του καθημερινού προγράμματος στο νηπιαγωγείο, όπως ήδη αναφέρθηκε, δίνονται πολλές ευκαιρίες για επίλυση προβλημάτων, με αξιοποίηση των γνώσεων που έχουν ήδη κατακτήσει τα παιδιά εντός ή εκτός σχολικού πλαισίου.
  • Να χρησιμοποιούν τη σύγχρονη τεχνολογία για να επιλύουν μαθηματικά προβλήματα: Τα παιδιά μεγαλώνουν στην εποχή της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας. Η επαφή τους με αριθμομηχανές και ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο νηπιαγωγείο τα βοηθάει να συνδέσουν τη μάθηση που πραγματοποιείται στο σχολείο με τις μαθηματικές εμπειρίες που έχουν βιώσει εκτός σχολείου, στον πραγματικό κόσμο.

Ανακτήθηκε από http://Infokids.gr

Η σημασία της ανάγνωσης στο Νηπιαγωγείο. Κανένα παιδί δεν εξαιρείται από την αναγνωστική διαδικασία

ΤΗΣ ΕΥΤΥΤΧΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ*

Στο εκπαιδευτικό σύστημα, η γλώσσα αποτελεί σημαντικό μέρος του σχολικού προγράμματος και κάθε θέμα που προσεγγίζεται, εξυπηρετεί στόχους ομιλίας, ανάγνωσης και γραφής. Μέσα από το σχεδιασμό και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων γλώσσας, δημιουργούνται οι συνθήκες και τα παιδιά έχουν ευκαιρίες να συζητούν, να διηγούνται, να επικοινωνούν, να εξηγούν και να ερμηνεύουν, να εμπλουτίζουν τον προφορικό τους λόγο, να ανταλλάσσουν απόψεις, να επιχειρηματολογούν, αλλά και να καταγράφουν, να αναγνωρίζουν οικείες λέξεις στο περιβάλλον και μέσα στα κείμενα, να παίρνουν πληροφορίες από διάφορες γραπτές πηγές, να υπαγορεύουν στην εκπαιδευτικό κείμενα, να αντιγράφουν λέξεις που εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες, να φτιάχνουν καταλόγους, αφίσες, να γράφουν γράμματα, να παράγουν δικά τους κείμενα, να αναπαριστούν γενικά τις ιδέες τους με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Το σημαντικό είναι ότι οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται έχουν νόημα για τα παιδιά, με αποτέλεσμα να ενισχύονται τα κίνητρα για την κατάκτηση αυτών των δεξιοτήτων. 

Η ανάπτυξη του προφορικού λόγου αποτελεί θεμελιώδη λίθο για την επικοινωνία του ατόμου με τους άλλους, η οποία με τη σειρά της έχει ως αποτέλεσμα την ομαλή ψυχολογική εξέλιξη του ατόμου και την κοινωνική προσαρμογή του στο περιβάλλον. Μέσα από το λόγο, το παιδί αναπτύσσει διαπροσωπικές σχέσεις, εκφράζει συναισθήματα, συνεργάζεται με τους άλλους τηρώντας κανόνες και, τέλος, εντάσσεται ομαλά στην ομάδα των συνομηλίκων, της οικογένειας, του σχολείου και της ευρύτερης κοινωνίας. Το παιδί με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες και Αναπηρίες υποστηρίζεται στην περιοχή του προφορικού λόγου με στοχευμένες δραστηριότητες μαθησιακής ετοιμότητας, με τις οποίες καλλιεργείται η ικανότητα αντίληψης και διάκρισης των ήχων, ώστε να μπορεί να διακρίνει και να χρησιμοποιεί στη συνέχεια τα στοιχεία του προφορικού λόγου και τελικά να είναι ικανό: α) να ακροάται και να αποκωδικοποιεί τις ακουστικές πληροφορίες, β) να συμμετέχει με επιτυχία στο διάλογο περιμένοντας τη σειρά του και γ) να εκφράζεται με σαφήνεια και ακρίβεια.

Αυτές οι δραστηριότητες μπορούν να βοηθήσουν πολλές κατηγορίες παιδιών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες, όπως παιδιά με ειδική γλωσσική διαταραχή (δυσλεξία) που παρουσιάζουν δυσκολίες στην φωνολογική αντίληψη και διάκριση των ήχων, στην επεξεργασία του φωνολογικού επιπέδου της γλώσσας, στην επεξεργασία των πληροφοριών και στην κατανόηση του νοήματος μιας συζήτησης ή ενός κειμένου. Επίσης, δραστηριότητες στις οποίες το παιδί με παρορμητικότητα καλείται να συμμετάσχει στο διάλογο περιμένοντας τη σειρά του, μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείριση των αυθόρμητων ενεργειών του μαθητή που συνήθως δημιουργούν προβληματικές καταστάσεις, τόσο στον ίδιο όσο και στα άτομα του περιβάλλοντός του.

Αυτές οι δραστηριότητες μπορούν να βοηθήσουν πολλές κατηγορίες παιδιών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες, όπως παιδιά με ειδική γλωσσική διαταραχή (δυσλεξία) που παρουσιάζουν δυσκολίες στην φωνολογική αντίληψη και διάκριση των ήχων, στην επεξεργασία του φωνολογικού επιπέδου της γλώσσας, στην επεξεργασία των πληροφοριών και στην κατανόηση του νοήματος μιας συζήτησης ή ενός κειμένου. Επίσης, δραστηριότητες στις οποίες το παιδί με παρορμητικότητα καλείται να συμμετάσχει στο διάλογο περιμένοντας τη σειρά του, μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείριση των αυθόρμητων ενεργειών του μαθητή που συνήθως δημιουργούν προβληματικές καταστάσεις, τόσο στον ίδιο όσο και στα άτομα του περιβάλλοντός του.

Τα δομημένα διδακτικά προγράμματα αναγνωστικής ετοιμότητας, σύμφωνα με τις απόψεις που επικρατούν, περιλαμβάνουν δραστηριότητες οι οποίες αποβλέπουν στην ανάπτυξη της λογικής σκέψης, τον εμπλουτισμό των εμπειριών του παιδιού, την ανάπτυξη ενδιαφέροντος για τα βιβλία, την εξέλιξη της γενικής και λεπτής κινητικότητας, την προαγωγή της οπτικής και της ακουστικής διάκρισης, την ανάπτυξη του οπτικοκινητικού συντονισμού, την προαγωγή του προφορικού λόγου και τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου. Σε κάθε πρόγραμμα αναγνωστικής ετοιμότητας, οι στρατηγικές που χρησιμοποιούνται έχουν σκοπό:τη διεύρυνση και αξιοποίηση των καναλιών πρόσληψης πληροφοριών μάθησης,

  • τη διεύρυνση και αξιοποίηση των καναλιών πρόσληψης πληροφοριών μάθησης,
  • την καλύτερη αντιμετώπιση των δυσκολιών ανάγνωσης,
  • τη διαχείριση των πηγών άγχους και ανασφάλειας,
  • την αύξηση του θετικού αυτοσυναισθήματος.
  • την ανάπτυξη της αναγνωστικής αυτοεικόνας.

Ειδικότερα για το μαθητή με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες και Αναπηρίες, επιδιώκεται να ακούει και να αντιλαμβάνεται σωστά ποικίλα ηχητικά ερεθίσματα. Το παιδί αναγνωρίζει ήχους που ακούει, βρίσκει την κάρτα που αντιστοιχεί σε κάθε ήχο, μιμείται και παράγει φωνές ζώων ή μουσικά όργανα, εκτελεί εντολές που ακούει.  Να συμμετέχει αποτελεσματικά στο διάλογο περιμένοντας τη σειρά του. Μέσα από ομαδικά παιχνίδια (παζλ, επιτραπέζια, κάρτες), το παιδί ονομάζει αντικείμενα με τυχαία ή ορισμένη σειρά. Ανακοινώνει τα νέα της ημέρας στους συμμαθητές του. Η επιτυχία των δραστηριοτήτων αυτών έγκειται στο να μπορεί το παιδί να περιμένει τη σειρά του για να μιλήσει, χωρίς να διακόπτει το συνομιλητή του. Να εκφράζεται προφορικά με ακρίβεια και σαφήνεια. Η σύνδεση λέξεων, προτάσεων και γεγονότων, η σωστή χρήση των χρόνων και των επιθέτων αποτελούν κριτήριο για την ακριβή και σαφή έκφραση. Δραστηριότητες με δραματοποιήσεις, φωτογραφίες, παραμύθια βοηθούν ως προς αυτή την κατεύθυνση με παιγνιώδη τρόπο.

Οι εκπαιδευτικοί στο νηπιαγωγείο δίνουν στα παιδιά ποικιλία ερεθισμάτων, ώστε να επιτεύξουν τους στόχους του προφορικού λόγου. Το παιδί ακροάται, δέχεται τις προφορικές πληροφορίες, τις επεξεργάζεται νοητικά, επενδύει συναισθηματικά στο προϊόν που παράγεται και εκφράζεται.

Υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στον προφορικό και γραπτό λόγο. Ο σύνδεσμος που δημιουργείται στο νηπιαγωγείο, ανάμεσα στην ανάγνωση και τη γραφή, επηρεάζει σημαντικά την εξέλιξη του παιδιού, καθώς και τα αποτελέσματα της μαθησιακής διαδικασίας. Η δόμηση μιας θετικής σχέσης με τον προφορικό και το γραπτό λόγο, είναι το κλειδί για κάθε μάθηση και για την ανάπτυξη των ικανοτήτων που συνδέονται με αυτήν. Η καλή συγκρότηση του προφορικού λόγου, ευνοεί την προσωπική ανάπτυξη και τη δόμηση συγκροτημένης κοινωνικής ταυτότητας.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Edwards, C.P. (2002). Three Approaches from Europe: Waldorf, Montessori, and Reggio
Emilia.Early Childhood Research & Practice, Vol. 4, 1.

Griffiths, F. (2002). Communication Counts: speech and Language difficulties in the early years. London: Routledge Falmer.

Marcon, R.A. (2002). Moving up the Grades: Relationship between preschool Model and Later School Success. Early Childhood Research & Practice, Vol. 4, 1. Ηλεκτρονικό περιοδικό.Γαβριηλίδου, Ζ. (2003). Φωνητική συνειδητοποίηση και διόρθωση παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Αθήνα: Εκδ. Τυπωθήτω- Δαρδανός

Πόρποδας, Κ. (2002). Η Ανάγνωση. Πάτρα:Εκδ. Συγγραφέα.

Χρυσαφίδης, Κ. (2004). Βιωματική –Επικοινωνιακή Μάθηση: η σύγχρονη εκδοχή της μεθόδου project. Ένθετο δραστηριοτήτων, Νο 10, τχ. 37. Σύγχρονο νηπιαγωγείο, τχ. 38, σελ. 65-71.

*Δημόσιο Νηπιαγωγείο Τραχωνίου, Λεμεσός, Κύπρος

Τι είναι τελικά το Νηπιαγωγείο;

Να μια ερώτηση που οι περισσότεροι γονείς ακόμη και σήμερα δεν μπορούν να απαντήσουν… Αν και οι πληροφορίες πλέον ταξιδεύουν με απίστευτη ταχύτητα είναι πραγματικά ανεξήγητο πώς πολλοί γονείς ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουν τι είναι το νηπιαγωγείο.

Σίγουρα δεν είναι ένας παιδικός σταθμός ή προέκτασή του. Δεν περιμένουμε από το νηπιαγωγείο να έχει το πρόγραμμα ενός παιδικού σταθμού, γιατί πολύ απλά δεν είναι αυτός ο σκοπός του.

Ας ξεκινήσουμε όμως με το τι δεν είναι το νηπιαγωγείο.

  • Δεν είναι χώρος «παρκαρίσματος» των παιδιών, που επειδή δεν έχουμε που να τα αφήσουμε τα αφήνουμε εκεί… Δεν είναι ένα μέρος, όπου αφήνουμε τα παιδιά μας για να μας τα ταΐσουν , να τα διασκεδάσουν να τα αφήσουν να παίξουν και με τα άλλα παιδάκια και να γυρίσουν στο σπίτι ήρεμα και υπάκουα. Δεν είναι ένα μέρος, που τα παιδιά μας μαθαίνουν τραγουδάκια, παιχνιδάκια και περνάνε την ώρα τους έτσι απλά χωρίς νόημα και ουσία…
  • Δεν είναι δημοτικό σχολείο με βιβλία, γραψίματα και διαβάσματα με καθημερινές υποχρεώσεις για το σπίτι και ούτε πρέπει να γίνεται.

Και τότε τι είναι; Γιατί στέλνουμε τα παιδιά μας στο νηπιαγωγείο; Σε τι χρησιμεύει; Ποιος είναι ο σκοπός και ο ρόλος του στη ζωή του παιδιού μας;

Είναι το μέρος εκείνο, που συνήθως καθορίζει το αν το παιδί μας θα αποκτήσει θετική ή αρνητική στάση για το σχολείο και τη γνώση γενικότερα. Είναι ίσως η μόνη βαθμίδα εκπαίδευσης που θα του δοθεί η ευκαιρία να μάθει βιωματικά, να κοινωνικοποιηθεί, να γελάσει και να μάθει παίζοντας γιατί το παιχνίδι γίνεται μέσο μάθησης και κυρίως να μάθει πώς να μαθαίνει. Να κάνει λάθη χωρίς να φοβάται και να μαθαίνει από αυτά. Άλλωστε τα λάθη στο νηπιαγωγείο όχι απλά επιτρέπονται, αλλά χρησιμεύουν ως μέσο μάθησης.

Το νηπιαγωγείο είναι η ευκαιρία για το παιδί να αποκτήσει γενικές γνώσεις, την ικανότητα να τα πηγαίνει καλά με άλλα παιδιά και να αρχίσει να ενδιαφέρεται για το πώς θα βγει στον έξω κόσμο στηριζόμενο στις δυνάμεις του.

Μπορεί το νηπιαγωγείο να είναι ένα μεταβατικό στάδιο από τον παιδικό σταθμό ή το σπίτι στο δημοτικό σχολείο, να είναι το μέρος εκείνο που το παιδί μας θα αποκτήσει τις δεξιότητες και τις ικανότητες που θα το βοηθήσουν να προχωρήσει στο επόμενο βήμα του, αλλά είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να παραμείνουν παιδιά. Δε σημαίνει λοιπόν ότι περιμένουμε από το παιδί μας να αποκτήσει με το ζόρι τις γνώσεις και τις δεξιότητες της πρώτης δημοτικού.

Στο νηπιαγωγείο τα παιδιά έχουν συγκεκριμένη ώρα για φαγητό και ξεκούραση, αλλά και συγκεκριμένες ώρες κατά τις οποίες δουλεύονται ομαδικά και ατομικά εκπαιδευτικές δραστηριότητες . Σταδιακά -όταν η δουλειά στο νηπιαγωγείο γίνεται όπως πρέπει- τα παιδιά αναπτύσσουν την αυτοεκτίμησή και την αυτοπεποίθησή τους, την πολιτιστική τους ταυτότητα, την ανεξαρτησία τους και την προσωπικότητά τους, ως μοναδικές οντότητες ξεχωριστά από την οικογένεια και το οικείο τους περιβάλλον. Στο νηπιαγωγείο τα παιδιά θα προσπαθήσουν να αποκτήσουν τον έλεγχο της δικής τους συμπεριφοράς με τη βοήθεια και την καθοδήγηση των νηπιαγωγών.

Είναι το μέρος που καλύπτει την ανάγκη των παιδιών για μάθηση , το μέρος που ανταποκρίνεται στην έμφυτη και έντονη περιέργειά τους. Το νηπιαγωγείο είναι το μέρος που ακούγεται συνέχεια ένα «γιατί» και ένα «πως».

Τα παιδιά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας έχουν πρόσβαση σε διάφορων ειδών δραστηριότητες όπως χτίσιμο με τουβλάκια, παιχνίδια ρόλων, διάβασμα βιβλίων, ζωγραφική, επιτραπέζια παιχνίδια με κανόνες και παζλ.

Τα παιδιά μαθαίνουν τους αριθμούς (συνήθως μέχρι το 20 ) να αριθμούν και να απαριθμούν να προσθέτουν και να αφαιρούν κυρίως εμπειρικά. Επίσης, εξερευνούν τον κόσμο των γραμμάτων και αποκτούν μια πρώτη επαφή με την αλφαβήτα και δειλά δειλά αρχίζουν να γράφουν λεξούλες και το όνομά τους όπως μπορούν και χωρίς πίεση. Εξερευνούν το φυσικό κόσμο, τα ζώα, επιχειρούν να μαγειρέψουν και ασχολούνται με δραστηριότητες που έχουν γι’ αυτά νόημα.

Χρειάζονται όμως και παιχνίδι γι΄ αυτό και παίζουν τουλάχιστον μια ώρα στην τάξη και αν ο καιρός το επιτρέπει και έξω στην αυλή. Το να συμπληρώνουν φύλλα εργασίας δεν πρέπει να είναι η πρωτεύουσα δραστηριότητά τους.

Δεν υπάρχουν βιβλία, ούτε και αυστηρά καθορισμένο πρόγραμμα για το νηπιαγωγείο, όπως στις υπόλοιπες βαθμίδες. Αυτό κάνει τη δουλειά της νηπιαγωγού ακόμη πιο δύσκολη και πιο σύνθετη καθώς καλείται να φτιάχνει το πρόγραμμά της καθημερινά με βάση τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των παιδιών στην τάξη της.

Οι νηπιαγωγοί δεν είναι κάποια κορίτσια που απλά αγαπούν τα παιδιά και βρέθηκαν σε μια τάξη για να υποκαταστήσουν την νταντά στο σπίτι… Έχουν σπουδάσει στο πανεπιστήμιο για τις βιολογικές ανάγκες, την ψυχολογία και την ανάπτυξη των παιδιών σ’ αυτήν την τρυφερή ηλικία. Έχουν σπουδάσει επίσης, τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουν τα παιδιά   σ΄ αυτήν την ηλικία και οφείλουν να εφαρμόζουν αυτά που έχουν διδαχθεί. Το project και η Διαθεματική Προσέγγιση είναι δυο τρόποι με τους οποίους προσεγγίζουν τα θέματα στο νηπιαγωγείο. Πολλές φορές χρειάζεται να μελετούν αρκετά προτού ξεκινήσουν να ασχολούνται με ένα θέμα με τα παιδιά. Εκτός αυτού οφείλουν να είναι «ετοιμοπόλεμες» για κάθε «γιατί» που θα ακουστεί από τους λιλιπούτειους μαθητές τους. Οι νηπιαγωγοί δουλεύουν – εκ περιτροπής – ξεχωριστά με το κάθε παιδί, με μικρές ομάδες και με ολόκληρη την τάξη.

Και πάνω απ’ όλα οι νηπιαγωγοί είναι υπεύθυνες για την ασφάλεια του κάθε παιδιού ξεχωριστά σε αίθουσες και αυλές, που πολλές φορές είναι το λιγότερο ακατάλληλες και ίσως και επικίνδυνες για νηπιαγωγεία.

Αυτό λοιπόν είναι με πολύ απλά λόγια το νηπιαγωγείο…

Ένας χώρος που γίνεται πραγματική δουλειά με αγάπη και σεβασμό για το παιδί, για το κάθε παιδί και το δικό σας παιδί. Και εμείς οι νηπιαγωγοί κάνουμε ο ,τι πιστεύουμε καλύτερο για το κάθε παιδί και το δικό σας παιδί…

Ανακτήθηκε από http://iPaideia.gr