ΤΟΠΙΑ

Πόσο σημαντικός είναι ο ελεύθερος χρόνος του μαθητή

Έχει περάσει ήδη μια βδομάδα από τότε που άνοιξαν τα σχολεία. Κάθε πρωί τα προαύλια γεμίζουν με παιδιά και τα φροντιστήρια έχουν πάρει φωτιά. Γύρω μας βλέπουμε νέους με τσάντες που αναπολούν την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού και γονείς σκεπτικούς για την καινούργια σχολική χρονιά και το πώς θα τα βγάλουν πέρα οικονομικά και πώς θα προλαβαίνουν να τρέχουν τα παιδιά από το φροντιστήριο για να κάνει αρχαία στο μάθημα γαλλικών!
Όλο αυτό το σκηνικό μας φαίνεται πολύ φυσικό σε μια εποχή που απαιτεί γρήγορους ρυθμούς και μεγάλη γκάμα γνώσεων. Οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις στη κοινωνία γίνονται πολύ γρήγορα. Και όπως είναι φυσικό οι αλλαγές κάθε είδους και κάθε εποχής έχουν άμεσο αντίκτυπο στο εκπαιδευτικό σύστημα. Το σχολείο λοιπόν καλείται να καλύψει απαιτήσεις για όλο και περισσότερες γνώσεις, με αποτέλεσμα οι μαθητές να αναγκάζονται να ακολουθούν εξαντλητικούς ρυθμούς εντατικής μελέτης, χωρίς να διαθέτουν ελεύθερο χρόνο για τον εαυτό τους.
Έχουν λοιπόν τα παιδιά και ιδιαίτερα οι μαθητές εφηβικής ηλικίας ελεύθερο χρόνο και πόσο σημαντικός είναι για αυτούς; Οι περισσότεροι ενήλικες θεωρούν την ελεύθερη ώρα του μαθητή χάσιμο χρόνου, πράγμα εντελώς λάθος. Ο ελεύθερος χρόνος, ειδικά για τον έφηβο, είναι απαραίτητος. Ο νέος βρίσκεται στο εξελικτικό στάδιο όπου έχει ανάγκη για εσωτερικούς μονολόγους και αναζήτηση της ταυτότητάς του. Σε αυτή την ηλικία αρχίζει να διαμορφώνει αξίες και ιδανικά, πεποιθήσεις και ιδεολογίες. Εκεί ακριβώς είναι που αρχίζει να κάνει σχέδια και όνειρα για τη ζωή και το μέλλον του. Επομένως όσο λιγότερο χρόνο έχει τόσο λιγότερα και πιο κουτσουρεμένα πλάνα και όνειρα θα κάνει. Επιπλέον αυτή τη χρονική περίοδο το άτομο αρχίζει συνήθως για πρώτη φορά να ανοίγεται στην κοινωνία, να επικοινωνεί με τους άλλους με πιο βαθιές συζητήσεις, να αναπτύσσει πιο σταθερές φιλίες και να αναζητά άτομα του αντίθετου φίλου.
Αντίθετα με τις ανάγκες της ηλικίας τους, οι έφηβοι μαθητές είναι αναγκασμένοι να τρέχουν για να προλάβουν σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες, ξένες γλώσσες και μαθήματα υπολογιστών και όσα άλλα προγράμματα παρακολουθούν, με αποτέλεσμα ο ελεύθερος χρόνος να μειώνεται στο ελάχιστο.
Αυτό δημιουργεί στο άτομο αισθήματα ανασφάλειας και μεγάλου άγχους. Όση ώρα του απομένει ο νέος δεν προλαβαίνει να κοινωνικοποιηθεί επαρκώς και σωστά και η μόνη διέξοδος μοιάζει να είναι η τηλεόραση με τα αμφιβόλου ποιότητας προγράμματα και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής που προσφέρει είσοδο σε κάθε είδους σελίδες.
Έτσι οι μαθητές μαθαίνουν να αγνοούν τις προσωπικές σωματικές και ψυχικές τους ανάγκες. Η έλλειψη ελεύθερου χρόνου οδηγεί τον κουρασμένο μαθητή σε μηχανικές ενέργειες και σε μάθηση χωρίς βαθύτερο επίπεδο κατανόησης αυτού που διαβάζει. Με το πέρασμα του καιρού ο μαθητής οδηγείται σε εξάντληση και πολύ συχνά παρατηρούνται συμπτώματα κατάθλιψης.
Αν το δούμε και σε βάθος χρόνου, οι σημερινοί κουρασμένοι μαθητές θα γίνουν οι αυριανοί ενήλικες που δεν θα διαφέρουν σε τίποτα από τους σύγχρονους ενήλικες, αυτούς που φαίνονται καταβεβλημένοι και γεμάτοι ανησυχίες, και ανεξάρτητα επαγγέλματος τρέχουν να καλύψουν τις δικές τους ανασφάλειες και συναισθηματικά κενά.

Του Χρήστου Κωνσταντινίδη, από την ιστοσελίδα http://www.xronos.gr/arthra/poso-shmantikos-einai-o-eleytheros-hronos-toy-mathiti

Συνολική θεώρηση «Αντιγόνη Σοφοκλή»

Albin Lesky, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ», Θεσσαλονίκη 1990)

Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή είναι κατά πάσα πιθανότητα το δεύτερο, μετά τον «Αίαντα», σε αρχαιότητα από τα έργα που μας σώζονται. Η διδασκαλία της τοποθετείται στα 442 π.Χ. Στο δραματικό αγώνα το έργο του Σοφοκλή κέρδισε την πρώτη θέση και είχε τόσο μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό που την επόμενη χρονιά ο ποιητής εκλέχθηκε συστράτηγος του Περικλή στην εκστρατεία της πόλης εναντίον της Σάμου.
Στην τραγωδία αυτή και ειδικότερα στα πρόσωπα του Κρέοντα και της Αντιγόνης στέκονται αντιμέτωπες η πολιτεία και η οικογένεια σαν δύο περιοχές με ίσα δικαιώματα, που οι αντιπρόσωποί τους αναγκαστικά καταστράφηκαν μέσα σ’ αυτήν τη σύγκρουση.
Ο Πολυνείκης προκάλεσε την εκστρατεία των Επτά εναντίον της Θήβας, της πατρίδας του, και σκοτώθηκε σαν προδότης της χώρας του μπροστά στα κάστρα της. Η άποψη να του αρνηθούν την ταφή στο έδαφος της πατρίδας, θα μπορούσε να υποστηριχθεί σύμφωνα με τις ελληνικές δικαιικές αντιλήψεις, φτάνει να τον ξάπλωναν κάπου πιο πέρα από τα σύνορα στην τελευταία του ανάπαυση. Αυτός ο Κρέοντας όμως, που ύστερα από τη διπλή αδελφοκτονία πήρε την εξουσία στη Θήβα, πάει πολύ πιο πέρα από αυτό. Έβαλε φρουρούς κοντά στο νεκρό, που θα φρόντιζαν να τον ξεσχίσουν τα σκυλιά και τα όρνια, και τα υπολείμματα να σαπίσουν στη λαύρα του ήλιου. Οι Αθηναίοι που άκουγαν αυτόν τον Κρέοντα, θα έπρεπε να αναλογίζονταν την κατάρα που έριξε πάνω σε όλους ένας ιερέας από το γένος των Βουζύγων, γιατί άφησαν να κείτεται άταφος ένας νεκρός. Αυτός ο Κρέοντας δεν είναι η φωνή της Πολιτείας, που ξέρει τα δικαιώματα αλλά και τους περιορισμούς της. Αυτόν τον σπρώχνει εκείνη η υπερβολή, που τίποτε άλλο δεν βλέπει εκτός από τον εαυτό της, μια «ύβρις» διπλά επικίνδυνη και απαράδεκτη, γιατί εμφανίζεται με το κύρος της εξουσίας. Η «Αντιγόνη» δεν είναι ένα δράμα θέσεων, στη συμπεριφορά όμως και τον πόνο αυτών των ανθρώπων γίνεται αρκετά ευδιάκριτο το πρόβλημα, αν η Πολιτεία μπορεί να θεωρεί τον εαυτό της σαν έσχατη και ανώτατη αξία, ή αν και αυτή πρέπει να σέβεται νόμους, που δεν προήλθαν από αυτήν και που ξεφεύγουν αιώνια από τη δικαιοδοσία της.
Στην εξέλιξή του το έργο εμφανίζεται σαν δράμα της αντίστασης εναντίον του Κρέοντα και της βαθμιαίας πραγμάτωσης της αποδοκιμασίας του. Την αντίσταση την αναλαμβάνει η Αντιγόνη, και ο ποιητής την δείχνει να καταπιάνεται δύο φορές με την πράξη της. Την πρώτη φορά πετυχαίνει να σκεπάσει, χωρίς να τη δουν, το νεκρό αδελφό της με ένα στρώμα σκόνης. Όταν όμως οι φρουροί καθάρισαν ξανά το πτώμα, που είχε αρχίσει να λιώνει, αυτή ξαναγυρνά και συλλαμβάνεται τη στιγμή που ξαναδοκιμάζει μια συνολική ταφή. Η επανάληψη του θέματος έχει κυρίως το νόημα να αφήσει να φανεί τόσο γερό το χτύπημα που κατευθύνεται εναντίον του Κρέοντα, όσο το επιτρέπουν γενικά οι δύσκολες συνθήκες αυτής της ταφής. Και μπορούμε έτσι να δούμε την Αντιγόνη για μια στιγμή να πετυχαίνει, πριν να συμμερισθούμε τον πόνο της καταστροφής της.
Μόλις ο Κρέοντας έχει ξεστομίσει τη θανατική καταδίκη της Αντιγόνης, κι αρχίζει κιόλας ο δρόμος που οδηγεί προς την καταστροφή του. Ο γιος του ο Αίμονας, ο μνηστήρας της Αντιγόνης, είναι ο πρώτος που τον αποδοκιμάζει. Ύστερα από μεγάλο «αγώνα», που ανεβαίνει από την υπάκουη υιική παράκληση στην κραυγή της απελπισίας, ο Αίμονας αφήνει τον πατέρα του. Από αυτόν πρέπει επίσης να ακούσει ο Κρέοντας ότι η πόλη καταδικάζει ομόφωνα την απόφασή του. Αυτός όμως ακόμα επιμένει σ’ αυτό που θεωρεί δίκαιό του, δίκαιο της πολιτείας. Γιατί αυτός ο Κρέοντας δεν είναι απλά ο κακοποιός που εν γνώσει του θέλει το

άδικο. Είναι τόσο αδιέξοδα αιχμάλωτος της πίστης προς την απεριόριστη δύναμη της πολιτείας και τη δική του, που την ταυτίζει μ’ εκείνην (στ. 738), ώστε ο δρόμος του από την «ύβρη» στην καταστροφή δεν είναι μονάχα ένα ηθικό παράδειγμα, αλλά κι ένα κομμάτι γνήσιας τραγικότητας.

http://www.mousa.gr/html/sofoklis.html