Η ναυμαχία του Ναυαρίνου

i eisodos ston ormo oi stoloi antimetwpoi kata tin wra tis maxis kata tin wra tis maxis2 kata tin wra tis maxis3 pros to telos tis maxis oi prwtes apwleies oi prwtoi nauagoi mono syntrimia

 

Η ναυμαχία του Ναυαρίνου

Μετά τη λήξη της προθεσμίας στην Πύλη, οι μονάδες των συμμαχικών στόλων, που βρίσκονταν στην ανατολική Μεσόγειο διατάχτηκαν να χρησιμοποιήσουν τα κατάλληλα μέτρα, για να εμποδίσουν τη συνέχιση των επιχειρήσεων. Οι οδηγίες των Μεγάλων Δυνάμεων προς τους τρεις ναυάρχους: Κόδρινγκτον (Αγγλία), Δεριγνύ (Γαλλία) και Χέυδεν (Ρωσία) ήταν ιδιαίτερα ασαφείς. Οι τρεις ναύαρχοι μπορούσαν να επικαλεστούν τη βία ή να απειλήσουν με προειδοποιητικούς κανονιοβολισμούς, δίχως όμως να εμπλακούν σε μάχη. Ωστόσο, δεν υπήρξε πρόβλεψη για το πώς θα έπρεπε να αντιδράσει ο συμμαχικός στόλος σε περίπτωση επίθεσης του εχθρού, γεγονός που επί της ουσίας οδήγησε στη ναυμαχία του Ναυαρίνου.

Στο μεταξύ ο Μοχάμεντ Αλη, ο σουλτάνος της Αιγύπτου είχε στείλει νέες ισχυρές δυνάμεις που αριθμούσαν 92 πλοία, 4.000 άνδρες, εφόδια και χρήματα για τη συνέχιση της εκστρατείας του Ιμπραήμ στη Νότια Βαλκανική. Οι δυνάμεις αυτές είχαν φθάσει στις αρχές Σεπτεμβρίου και είχαν προσορμιστεί στο Ναυαρίνο, όπου ενώθηκαν με ένα τμήμα του τουρκικού στόλου.

Σε συνάντηση που είχε ο Κόδρινγκτον με τον Ιμπραήμ, του μετέφερε τις εντολές που είχε και ο Αιγύπτιος στρατηγός δεσμεύτηκε να μην προχωρήσει σε κάποια ενέργεια προτού λάβει νέες εντολές από το σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τον Μοχάμεντ Αλη της Αιγύπτου. Συγχρόνως, όμως, ο στρατός του συνέχιζε τις επιδρομές και τη λεηλασία στις περιοχές της Μεσσηνίας και της Αρκαδίας. Όταν ο Ιμπραήμ πληροφορήθηκε ότι οι Τσορτς και Κόχραν επρόκειτο να ξεκινήσουν στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων στην περιοχή του Κορινθιακού Κόλπου επιχείρησε να εξέλθει με τον τουρκοαιγυπτιακό του στόλο από το Ναυαρίνο. Αναγκάστηκε όμως να επιστρέψει πίσω από τον Κόδρινγκτον.

Ο Άγγλος ναύαρχος, για να είναι σε θέση να ελέγξει καλύτερα την κατάσταση και τις κινήσεις του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, πήρε την απόφαση να εισέλθει εντός του λιμανιού στις 20 Οκτωβρίου 1827. Έτσι, οι τρεις συμμαχικές μοίρες αγκυροβόλησαν μέσα στο τόξο που σχημάτιζαν τα πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου που κάλυπταν το λιμάνι από τη μία άκρη στην άλλη και είχαν σχηματίσει τρεις καμπύλες γραμμές.

Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Πριν ολοκληρωθεί η παράταξη των Μεγάλων Δυνάμεων στον κόλπο, το απόγευμα της 8ης Οκτωβρίου 1827, οι Οθωμανοί έστειλαν ένα πυρπολικό εναντίον μιας αγγλικής φρεγάτας, επιθυμώντας ωστόσο να μην εμπλακούν σε κάποια εχθροπραξία. Από την πλευρά τους οι Άγγλοι προσπάθησαν να απομακρύνουν το πυρπολικό αποστέλλοντας μια αγγλική λέμβο προς το μέρος του. Οι Αιγύπτιοι, αντιλαμβανόμενοι την πρόθεσή τους, άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας το πλήρωμα της αγγλικής λέμβου που επιχειρούσε την απομάκρυνση του πυρπολικού. Οι Άγγλοι απάντησαν με κανονιοβολισμούς που τους ακολούθησαν βολές των αιγυπτιακών πλοίων κατά των Άγγλων και των Γάλλων. Μέσα σε λίγα λεπτά η σύρραξη γενικεύτηκε. Η ναυμαχία που ακολούθησε ήταν ολοκληρωτική. Οι αντίπαλοι ήταν τόσο κοντά, ώστε όλες οι βολές έβρισκαν απ’ ευθείας το στόχο. Οι Αιγύπτιοι και Τούρκοι, παραταγμένοι πυκνά και κακοδιοικούμενοι, δέχονταν καίριες βολές. Ο πάταγος της ναυμαχίας ακουγόταν ως τη Ζάκυνθο και τα Κύθηρα και η θάλασσα είχε γεμίσει συντρίμμια.

Σε σύντομο διάστημα, μέσα σε τέσσερις (4), περίπου, ώρες, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος είχε χάσει 60 από τα 89 πλοία που διέθετε, ενώ οι απώλειες των ανδρών έφθασαν τις 8.000. Στον αντίποδα, ο στόλος των Μεγάλων Δυνάμεων που αριθμούσε 27 πλοία δεν είχε χάσει κανένα, ενώ κάποια ελάχιστα από αυτά έπαθαν βλάβες. Οι αριθμητικές απώλειες τους σε άνδρες υπήρξαν δέκα φορές μικρότερες.

Μεταξύ των Δυνάμεων της Ευρώπης το αποτέλεσμα της ναυμαχίας του Ναυαρίνου έγινε δεκτό με αντιφατικά μεταξύ τους αισθήματα. Γαλλία και Ρωσία εξέφρασαν τον ενθουσιασμό και τη χαρά τους για τη νίκη του στόλου των τριών (3) Δυνάμεων, ενώ δεν παρέλειπαν να ρίχνουν την ευθύνη για το τραγικό γεγονός της απώλειας τόσων χιλιάδων ανδρών στην Πύλη.

Για την αγγλική κυβέρνηση, αντίθετα, η ναυμαχία υπήρξε κεραυνός εν αιθρία και χαρακτηρίστηκε «ατυχές συμβάν». Μάταια ο Κόδριγκτον έστελνε εκθέσεις στην αγγλική κυβέρνηση και δικαιολογούνταν ότι η ναυμαχία ήταν αναπόφευκτη. Αποτέλεσμα ήταν να αντικατασταθεί ο Κόδριγκτον στην αρχηγία του στόλου της Μεσογείου και να γίνουν προτάσεις για την παραπομπή του στο στρατοδικείο! Τη γενική εικόνα της αντιδραστικής Αγγλίας εκφράζει και ο λόγος του βασιλιά, ο οποίος χαρακτήρισε τη ναυμαχία «θλιβερό γεγονός που έγινε αφορμή να καταπολεμηθεί η θαλάσσια δύναμη παλαιού συμμάχου».

Τέλος η Αυστροουγγαρία και η Γερμανία χαρακτήρισαν το γεγονός ως «τρομερή καταστροφή». Ο Μέτερνιχ, καγκελάριος και υπουργός εξωτερικών της Αυστροουγγαρίας έβλεπε να γκρεμίζονται οι προσπάθειές του ολόκληρων ετών και όταν συνήλθε από την πρώτη έκπληξη, έγραφε ειρωνικά στο Λονδίνο να τον πληροφορήσουν ποιο μέσο θα διέθετε στο εξής η Αγγλία για την αναχαίτιση της Ρωσίας μετά τη συντριβή της τουρκικής δύναμης.

Από την πλευρά της, η Υψηλή Πύλη διαμαρτυρήθηκε σε έντονο ύφος στις Μεγάλες Δυνάμεις, ειδοποιώντας τους πρεσβευτές της στην Πόλη ότι διακόπτει τις διπλωματικές σχέσεις μαζί τους. Τις κατηγόρησε για παρεμβατισμό στις υποθέσεις της και μεροληψία υπέρ των Ελλήνων επαναστατών ζητώντας ταυτόχρονα αποζημίωση για την απώλεια του στόλου της που βυθίστηκε ως μια μορφή ικανοποίησης για το προσβλητικό γεγονός. Φυσικά και οι αξιώσεις της Πύλης αποκρούστηκαν και εκ μέρους των Δυνάμεων δηλώθηκε εμμονή στις αποφάσεις του Λονδίνου.

Άμεσο επακόλουθο αυτής της στάσης της Υψηλής Πύλης ήταν να εγκαταλείψουν στις 8 Δεκεμβρίου 1827 οι πρέσβεις των Δυνάμεων την Κωνσταντινούπολη. Ενώ κατηγορήθηκε η Ρωσία ότι εμπόδισε την Πύλη να καταπνίξει την αποστασία των Ελλήνων και ότι μετέδωκε τη μανία της στις άλλες κυβερνήσεις και τις έπεισε να συνάψουν συμμαχία για την απελευθέρωση των ραγιάδων. Αυτή υπήρξε η αιτία της ναυμαχίας του Ναυαρίνου και των κακουργημάτων κατά του αυτοκρατορικού στόλου.

Από την άλλη πλευρά το «ατυχές», όπως χαρακτηρίστηκε για τις Μεγάλες Δυνάμεις, επεισόδιο του Ναυαρίνου έδωσε νέα ώθηση στην Ελληνική Επανάσταση και υπήρξε πραγματική σανίδα σωτηρίας για τους Έλληνες. Αναζωπυρώθηκαν αρκετές επαναστατικές εστίες τόσο στην ηπειρωτική χώρα όσο και στα νησιά. «Χαρήτε, έγραφε ο Νικηταράς στον Κολοκοτρώνη, γιατί σήμερα αναστήθηκε η πατρίδα μας και παύουν τα δεινά της». Πραγματικά το ηθικό των Ελλήνων είχε αναπτερωθεί σημαντικά και ετοιμάζονταν για μία νέα σειρά αγώνων.

Η ναυμαχία του Ναυαρίνου, όμως, προκάλεσε νέες ζυμώσεις και εξελίξεις στο πολιτικό και διπλωματικό πεδίο. Οι τρεις «Προστάτιδες Δυνάμεις» θα διαδραμάτιζαν στο εξής σημαντικό ρόλο στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους, ενώ πλέον σε όποιες τυχόν νέες συνθήκες και πρωτόκολλα θα συναφθούν μεταξύ τους θα γίνεται λόγος για ένα πλήρως ελεύθερο και κυρίως ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.

Η εξέλιξη της ελληνικής επανάστασης (1821 – 1827)

Η εξέλιξη της ελληνικής επανάστασης (1821 ? 1827)

Επαναστατικές εστίες:

Επαναστάσεις ξέσπασαν τον Μάρτιο του 1821 σε διάφορα σημεία της Πελοποννήσου και στη συνέχεια στη Στερεά Ελλάδα, στην Κρήτη, στα νησιά του Αιγαίου, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στη Θράκη. Επαναστατικές κινήσεις έγιναν, επίσης, στην Κύπρο και στη Μ. Ασία. Γρήγορα, ωστόσο, φάνηκε ότι η απελευθέρωση μιας τόσο μεγάλης περιοχής ξεπερνούσε τις δυνατότητες του ελληνισμού. Ειδικά στη Θεσσαλία και στη Μακεδονία, που είναι σε μεγάλο βαθμό πεδινές, καθώς και στη Θράκη, στην Κύπρο και στη Μ. Ασία, όπου ήταν εύκολο να φτάσει γρήγορα τουρκικός στρατός, η καταστολή ήταν άμεση. Τελικά, η επανάσταση εδραιώθηκε στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Έτσι, λοιπόν, αν και ο Αγώνας είχε ξεκινήσει λίγες μέρες νωρίτερα, η 25η Μαρτίου ορίσθηκε το 1838 ως εθνική επέτειος για να συνδεθεί η κήρυξη της Επανάστασης με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Οι δυνάμεις των επαναστατών αποτελούνταν από αγωνιστές που ακολουθούσαν κάποιον οπλαρχηγό δίχως να υπάρχει κεντρική ηγεσία.

 

Η φάση των επιτυχιών (1821 ? 1824): 1821:

Αρχικά, οι επαναστάτες περιόρισαν τους Τούρκους στα κατά τόπους φρούρια. Παράλληλα, καταλήφθηκαν από τους Έλληνες πόλεις της Πελοποννήσου, όπως η Καλαμάτα και η Πάτρα. Οι οθωμανικές αρχές απάντησαν με σκληρά αντίποινα σε βάρος Ελλήνων αμάχων στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στη Θράκη, στην Κύπρο και αλλού. Στη διάρκειά τους απαγχονίστηκε ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε? (10 Απριλίου 1821).

Η επανάσταση, ωστόσο, δεν κάμφθηκε. Τουρκικά στρατεύματα που μετέβαιναν στην Πελοπόννησο για να την καταπνίξουν συνάντησαν ισχυρή και γενναία αντίσταση σε διάφορα σημεία της Στερεάς Ελλάδας (Αλαμάνα, Γραβιά, Βασιλικά και αλλού) από τις δυνάμεις οπλαρχηγών όπως ο Αθανάσιος Διάκος και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Την ίδια στιγμή γεγονός-σταθμός υπήρξε η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), διοικητικού κέντρου της Πελοποννήσου, από δυνάμεις με επικεφαλής τον Θ. Κολοκοτρώνη.

Παράλληλα, στη θάλασσα οι ελληνικές δυνάμεις παρεμπόδιζαν τις κινήσεις του τουρκικού στόλου, υποστήριζαν τις χερσαίες δυνάμεις και συμμετείχαν σε πολιορκίες παραλιακών φρουρίων.

1822:

Οι Τούρκοι, θέλοντας να σπείρουν τον πανικό, κατέλαβαν τη Χίο (30 Μαρτίου 1822) και κατέσφαξαν τον ελληνικό πληθυσμό της (23.000 νεκροί και 47.000 αιχμάλωτοι), γεγονός που προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση στην Ευρώπη. Σε απάντηση, ο Κ. Κανάρης και οι άνδρες του ανατίναξαν στις 6 Ιουνίου 1822 την τουρκική ναυαρχίδα στο λιμάνι της Χίου.

Συγχρόνως, ελληνικές δυνάμεις, υπό την ηγεσία του Θ. Κολοκοτρώνη, διέλυσαν στα Δερβενάκια της Αργολίδας (26 Ιουλίου 1822) τη στρατιά του Δράμαλη που είχε φτάσει στην Πελοπόννησο με σκοπό την ανακατάληψη της Τριπολιτσάς.

Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, τη νύχτα της 21ης Αυγούστου 1823 ο Μάρκος Μπότσαρης, επικεφαλής 350 Σουλιωτών, επιτέθηκε κατά των 4.000 Τούρκων και Αλβανών μισθοφόρων του Μουσταφά Πασά, που είχαν στρατοπεδεύσει στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου, στη μάχη που έμεινε γνωστή ως Μάχη του Κεφαλόβρυσου προσπαθώντας να ανακόψει το δρόμο στα τούρκικα στρατεύματα που επέδραμαν προς την δυτική Ρούμελη.

Το 1824 ο σουλτάνος ήρθε σε συμφωνία με τον ηγεμόνα της Αιγύπτου Μοχάμετ Άλι, προσφέροντάς του, σε περίπτωση καταστολής της επανάστασης, την Κρήτη και την Πελοπόννησο. Πράγματι, αιγυπτιακός στρατός κατέπνιξε την επανάσταση στην Κρήτη και κατέστρεψε την Κάσο, ενώ τουρκικές δυνάμεις έκαναν το ίδιο στα Ψαρά (21 Ιουνίου 1824).

Η ελληνική απάντηση δόθηκε στη ναυμαχία του Γέροντα (29 Αυγούστου 1824), στην οποία ελληνικές ναυτικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Α. Μιαούλη κατάφεραν ισχυρό χτύπημα στον τουρκοαιγυπτιακό στόλο.

1825:

Στις αρχές του 1825 ο Ιμπραήμ, θετός γιος του Μοχάμετ Άλι της Αιγύπτου, αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο επικεφαλής ενός καλά οργανωμένου τακτικού στρατού. Χωρίς σοβαρή αντίσταση από τις ελληνικές δυνάμεις, που ήταν καταπονημένες από τον εμφύλιο πόλεμο, ανακατέλαβε μεγάλο τμήμα της Πελοποννήσου. Η ηρωική προσπάθεια του Παπαφλέσσα να τον σταματήσει (μάχη στο Μανιάκι, 20 Μαΐου 1825) δεν είχε αποτέλεσμα παρά μόνο το θάνατο του ίδιου του ιερέα.

Μόνο στους Μύλους, περιοχή κοντά στο Άργος, οι Δημήτριος Yψηλάντης, Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης και Μακρυγιάννης κατάφεραν να πλήξουν τις δυνάμεις του Ιμπραήμ (13 Ιουνίου 1825).

1825 ? 1826:

Παράλληλα, τουρκικές και αιγυπτιακές δυνάμεις είχαν αρχίσει την πολιορκία του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1825 – Απρίλιος 1826), η οποία τερματίστηκε τη νύχτα της 10ης προς την 11η Απριλίου 1826 με την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων Ελλήνων, που κατέληξε σε σφαγή, γεγονός που προκάλεσε τεράστια συγκίνηση σε ολόκληρη την Ευρώπη.

1827:

Η επανάσταση κινδύνευε άμεσα να καμφθεί. Μόνο στη Στερεά Ελλάδα δυνάμεις με επικεφαλής τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές φυσιογνωμίες του Αγώνα, πραγματοποιούσαν ακόμη επιχειρήσεις. Ενώ, όμως, οι Έλληνες μάχονταν κατά τουρκικών δυνάμεων που πολιορκούσαν την Ακρόπολη της Αθήνας, ο Καραϊσκάκης σκοτώθηκε (23 Απριλίου 1827). Ο θάνατός του και η κατάληψη της Ακρόπολης, λίγο μετά, από τους Τούρκους ενίσχυσαν την αίσθηση ότι η επανάσταση έσβηνε.

Παράλληλα, οι Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), παρακινημένες από δικούς τους λόγους, αποφάσισαν (συνθήκη του Λονδίνου, 6 Ιουλίου 1827) την ειρήνευση και τη δημιουργία αυτόνομου ελληνικού κράτους. Ήταν μια απόφαση που άλλαξε ουσιαστικά τα δεδομένα του ελληνικού ζητήματος. Η επανάσταση, ωστόσο, δεν είχε ακόμη τελειώσει.

Από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ι. Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΡΩΜΑΪΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Μέτρα του Κων/νου Α΄ για την ανόρθωση:

  1. Ίδρυση της Κωνσταντινούπολης ως διοικητικού κέντρου Ανατολής
  2. Αναγνώριση δικαιώματος άσκησης της χριστιανικής λατρείας
  3. Διάκριση πολιτικής ? στρατιωτικής εξουσίας
  4. Κοπή και κυκλοφορία νέου χρυσού νομίσματος

 

α. Ίδρυση Κωνσταντινούπολης

Συνθήκες ίδρυσης Κωνσταντινούπολης (νέο διοικητικό κέντρο: νέα πρωτεύουσα):

  1. Ο Κων/νος νικά τον Λικίνιο, αύγουστο του ανατολικού τμήματος του Κράτους
  2. Γίνεται μονοκράτορας (324 μ.Χ.)
  3. Αποφασίζει την ίδρυση ενός νέου διοικητικού κέντρου στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου

Λόγοι (Αιτίες) ίδρυσης Κωνσταντινούπολης:

  1. Μοναδική γεωπολιτική θέση, στο σταυροδρόμι της Ασίας και της Ευρώπης, του Εύξεινου Πόντου και της Μεσογείου.
  2. Μεγάλη εμπορική σημασία
  3. Η Ανατολή διέθετε ακμαίο πληθυσμό και οικονομία
  4. Οι Χριστιανοί, στους οποίους ο Κων/νος Α΄ στηρίχτηκε πολιτικά ήταν πολυπληθέστεροι στην Ανατολή.
  5. Οι μεγάλες πόλεις της Ανατολής => θρησκευτικές συγκρούσεις
  6. Από Βυζάντιο => ευκολότερη η απόκρουση των εχθρών: Γότθων (στο Δούναβη) και Περσών (στον Ευφράτη)

 Εγκαίνια νέας πόλης:

11 Μαΐου 330 μ.Χ., όπου έλαβε το όνομα του ιδρυτή της (Κωνσταντίνος ? Κωνσταντινούπολη). Η Νέα Ρώμη ξεπέρασε το πρότυπο της Παλαιάς Ρώμης

 Χαρακτηριστικά νέας πόλης:

  1. Οικοδόμηση με βάση το ρυμοτομικό σχέδιο της Ρώμης.
  2. Έγιναν πολλά δημόσια έργα: νέα τείχη, επιβλητικές λεωφόροι, το φόρουμ (πλατεία) του Κων/νου.
  3. Διακόσμηση με λαμπρά έργα τέχνης: το Ιερόν Παλάτιον, το κτίριο της Συγκλήτου και με άλλα δημόσια κτίρια: λουτρά και δεξαμενές, εκκλησίες => βαθμιαία απόκτηση χαρακτηριστικών χριστιανικής πόλης
  4. Ραγδαία πληθυσμιακή ανάπτυξη.

β. Θρησκευτική πολιτική

Ευνοϊκή στάση Κων/νου προς Χριστιανισμό

Λόγοι (Αιτίες):

  1. Οι χριστιανοί ήταν η πολυπληθέστερη ομάδα στην Ανατολή.
  2. Η νέα θρησκεία μπορούσε να γίνει μέσο για την αποκατάσταση της ενότητας στο Ρωμαϊκό κράτος.

Μέσα (Τρόποι):

  1. Μεταφορά μονογράμματος του Χριστού (Χριστόγραμμα) από τα στρατιωτικά λάβαρα στα νομίσματα του.
  2. Έκδοση ευνοϊκών νόμων για τους χριστιανούς => Διάταγμα Μεδιολάνων, συμφωνία με Λικίνιο του Κων/νου το 313 μ.Χ. => αναγνώριση ελευθερίας άσκησης λατρείας στους Χριστιανούς => μείωση διωγμών Χριστιανών και παύση τους το 324 μ.Χ.

Αντιδράσεις:

Οι οπαδοί της αρχαίας θρησκείας κυρίως οι Συγκλητικοί αριστοκράτες της Ρώμης => ανυπαρξία περιθωρίων οργάνωσης μιας σταθερής πολιτικής από τον Κωνσταντίνο.

Διάταγμα Μεδιολάνων:

  1. Ήταν συμφωνία μεταξύ Κων/νου και Λικίνιου το 313 μ.Χ.
  2. Αναγνώριση στους Χριστιανούς της ελευθερίας άσκησης της λατρείας τους.
  3. Εξίσωση των δικαιωμάτων των χριστιανών με αυτά των άλλων θρησκειών του Ρωμαϊκού κράτους.

Αποτέλεσμα: Περιορισμοί των διωγμών κατά των χριστιανών και οριστική παύση τους, όταν ο Κων/νος έγινε μονοκράτορας (324 μ.Χ.)

Α΄ Οικουμενική Σύνοδος:

Πότε ? Πού ? Από ποιον: Συγκλήθηκε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας από τον Κων/νο.

Συμμετέχοντες: Επίσκοποι από όλες τις επαρχίες του Ρωμαϊκού κράτους (οικουμένη)

Έργο: Διατύπωση της διδασκαλίας της Εκκλησίας έναντι των αιρέσεων

Σκοπός: Ειρήνευση της εκκλησίας και της αυτοκρατορίας