Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Βιβλιοπαρουσίαση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Ελευθέριου Χρ. Μαρινέλλη, «Τά Ἑλληνόπουλα Στούς Ἐθνικούς Ἀγώνες -  (Ἀπό τό παιδομάζωμα ὡς τή Μικρασία), ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Λαύρας, Καλάβρυτα 20103, σ. 292, (5-7-2012)

 

Αναρτήθηκε: http://www.kalavrytanews.com/2012/07/blog-post_06.html

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αλλαγή», Πάτρα, 8-7-2012, αρ. φύλλου 9154, σ. 12

 

   Τα περισσότερα βιβλία που γράφονται για παιδιά ή έχουν ως θέμα τα παιδιά, συνήθως αναφέρονται σε θέματα που είναι ή θεωρούνται παιδικού ενδιαφέροντος ή έχουν ως αντικείμενο την παιδική ψυχολογία και συμπεριφορά καθώς και διάφορες άλλες εκφάνσεις της προσωπικότητας του παιδιού. Το βιβλίο του Ελευθέριου Χρ. Μαρινέλλη «Τά Ἑλληνόπουλα Στούς Ἐθνικούς Ἀγώνες - (Ἀπό τό παιδομάζωμα ὡς τή Μικρασία)» (ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Λαύρας, Καλάβρυτα 20103), αγγίζει μια πλευρά της παιδικής ηλικίας, στην οποία, αν κι έχουν αφιερωθεί πολλά κείμενα, εν τούτοις δεν έχουν παρουσιαστεί συγκεντρωμένα, έτσι ώστε να δίνουν μια σαφή εικόνα για το πώς βίωσαν τα Ελληνόπουλα την περιπέτεια διάφορων Εθνικών Αγώνων.

      Βέβαια, είναι γεγονός πως είναι δύσκολο μέσα σε μια μελέτη να συγκεντρωθεί το σύνολο τέτοιων κειμένων, κάτι που επισημαίνεται άλλωστε κι από το συγγραφέα, όταν γράφει πως έδωσε «μιά μικρή καί ὁπωσδήποτε ἐλλειμματική εἰκόνα τῆς προσφορᾶς, τῆς θυσίας, τοῦ δράματος τῶν παιδιῶν στούς νεότερους ἀγῶνες τοῦ ἔθνους πού φανερώνει περίτρανα, τό βαρύτατο φόρο τρόμου καί αἵματος πού πλήρωσαν κι αὐτά – καί πάντα πληρώνουν – στό βωμό τῆς πατρίδας» (σ. 270). Παρόλα αυτά, η επιλογή του είναι τέτοια που με απτό τρόπο, τραγικό τις περισσότερες φορές, παρουσιάζει τη δύστηνη μοίρα των παιδιών που τους έλαχε να γίνουν θύματα των επίβουλων σχεδίων των κατακτητών και βορά της ακόρεστης εκδήλωσης βίας κάθε μορφής εκ μέρους τους.

      Επίσης, ο λογοτεχνικός συνδετικός ιστός της γραφής που παρεμβάλλεται των ανθολογημένων κειμένων παρουσιάζει με γλαφυρό τρόπο αφήγησης ένα δύσκολο θέμα, το οποίο πάρα πολλές φορές δένει κόμπο το στομάχι, συγκινεί μέχρι δακρύων, διαχέει δικαιολογημένη οργή με πολλούς αποδέκτες, δημιουργεί προβληματισμό και διεγείρει υπνώτουσες συνειδήσεις.

      Η δομή του βιβλίου αρθρώνεται σε εννέα κεφάλαια με τίτλους: «Γραικός, Γενίτσαρος και Βενετσιάνος», «Νεκταρίου Τέρπου Δ' επιστολή προς τον Ιεροσολύμων Χρύσανθον», «Καποδίστριας προς τους Έλληνες», «Το κυπαρίσσι του Μιστρά», «Θούριος», «Σιτάρι – Κριθάρι», «Η λυγερή», «Τι είναι η πατρίδα μας» και «Αργοναύτες»· οι τίτλοι των κεφαλαίων αποτελούν τρόπον τινά εισαγωγές για όσα ακολουθούν κάθε φορά και αφορούν σε ποιήματα, επιστολές, παραδόσεις κ.λπ. 

      Ο συγγραφέας μέσα από κάθε κεφάλαιο άγεται σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει ένα μείζον θέμα με επάρκεια και συνεπικουρούμενος από εγχώρια και ξένη βιβλιογραφία το προσφέρει στον αναγνώστη με σημαντική τεκμηρίωση και, κατά το δυνατόν, με αμερόληπτη οπτική.

      Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η προσέγγιση σ’ ένα θέμα μελετημένο από λίγους και πολύ λίγο γνωστό στους πολλούς από έναν άνθρωπο, δημοδιδάσκαλο στο επάγγελμα, που αφουγκράστηκε από πολύ κοντά την παιδική ψυχή, καθιστά το βιβλίο μιας μορφής δικαίωση για τις αμέτρητες αθώες ψυχές που οδηγήθηκαν πρόωρα στις πύλες του Άδη γενόμενες τις περισσότερες φορές ασύνειδοι μάρτυρες των αγώνων του Έθνους για την Ελευθερία:«Ἀξίζει λοιπόν», σημειώνει ο συγγραφέας, «δίπλα στόν ἄγνωστο στρατιώτη τῶν ἐθνικῶν μας ἀγώνων, νά στήσουμε τό μνημεῖο τοῦ ἄγνωστου παιδιοῦ, τοῦ παιδιοῦ πού στερήθηκε τό μητρικό γάλα καί τό χάδι, τοῦ παιδιοῦ πού δέ γνώρισε τίς χαρές, τίς μικρές ἤ τρανές, τῆς ζωῆς, τοῦ παιδιοῦ τῆς Ἀλωνίσταινας, τοῦ Ἁγίου Φλώρου, τῆς Ῥούμελης, τοῦ Ζαλόγγου, τῆς Ἀραπίτσας, τῆς Χίου καί τῆς Σμύρνης, τῆς Κρήτης καί τῆς Κάσου, τῆς Κατοχῆς καί τῆς Κύπρου. Τῶν παιδιῶν τῆς αἱματοβαμμένης πατρίδας γιά νά θυμίζει σ’ ὅλους μας τῆς προσφορᾶς τους τό μέγεθος στούς ἀγῶνες τοῦ ἔθνους» (σ. 270-271). 

      Εκτός από δικαίωση των αθώων ψυχών, το βιβλίο αποτελεί κι ένα έργο προσφορά στη σύγχρονη νεότητα, η οποία, αν και ζει μέσα σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες, έχει πολλά να διδαχθεί, αν με προσοχή και σεβασμό σκύψει στις σελίδες του. Και θα είναι αυτή η μελέτη ενός είδους δάφνινος στέφανος που κατατίθεται για όλα εκείνα τα παιδιά που χάθηκαν στους αγώνες για την Ελευθερία της πατρίδας.

      Όσο επίσης σε σχολικά βιβλία όπως αυτό της «Μεσαιωνικής και Νεότερης Ιστορίας» της Β' Γυμνασίου (εκδ. Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 2010), αφιερώνονται τέσσερις γραμμές δίστηλης σελίδας στο παιδομάζωμα, αυτή την οικτρή τακτική του κατακτητή που σπάραξε ως τα κατάβαθα την ψυχή και τη συνείδηση του Ελληνικού Έθνους, στις οποίες αναφέρεται πως «Η ανάγκη ενίσχυσης του στρατού των Οθωμανών οδήγησε στη στρατολόγηση των χριστιανοπαίδων (ονομάστηκε παιδομάζωμα) και τη συγκρότηση του εκλεκτού τάγματος των γενιτσάρων («νέος στρατός»)», βιβλία σαν και αυτό του Μαρινέλλη συνιστούν μια αχτίδα φωτός στην αναζήτηση και την απόκτηση ιστορικής  γνώσης για το εν λόγω θέμα, και όχι μόνο, και συμβάλλουν σημαντικά στην εθνική αυτοσυνειδησία. 

      Επειδή, όμως, τα λόγια που γράφονται για ένα βιβλίο είναι πάντοτε λίγα και μόνο η μελέτη του μπορεί να αγγίξει τη σκέψη και την ψυχή μας, παραθέτω δύο αποσπάσματα από το εν λόγω βιβλίο, ένα από τα «Απομνημονεύματα» του  Φωτάκου (σ. 162) κι ένα από το βιβλίο «Η κατάρα της Ασίας» (έκδ. Εστία Νέας Σμύρνης, Αθήνα, 1981), του Αμερικανού Τζον Χόρτον, γενικού προξένου στη Σμύρνη το 1922, (σ. 270).

      Στο απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα» του Φωτάκου, που αναφέρεται στην περίοδο της εισβολής του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, διαβάζουμε: «Ἀφοῦ δέ ἐφθάσαμεν εἰς τόν ἅγιον Φλῶρον, ἐκεῖ εἶναι θέσις ὅπου ἐβγαίνει κεφαλόβρυσον καί ἔχει μεγάλα δένδρα διά ἴσκιον, ἐκεῖ ηὕραμεν κρεμασμένα ἀπό τά δένδρα ὥς ἕξ παιδιά μικρά βυζαστάρικα, ἀπό 5 ἕως 7 μηνῶν, τό καθένα, σπαργανωμένα καθώς τά εἶχαν οἱ μάναις των. Εἶχαν δέ ἀποκάμει καί δέν καί δέν ἠμποροῦσαν νά κλάψουν καλά. Εἶχαν περάσει τρεῖς ἡμέρες, ἀφ’ ὅτου εἶχαν φύγει ἐκεῖθεν οἱ Τοῦρκοι Ἀραπάδες, οἵτινες εἶχαν κυνηγήσει τίς μάναις των, αἱ ὁποῖαι διά νά γλυτώσουν, ἔρριψαν τά παιδιά των. Οἱ δέ Ἀραπάδες παίρνοντας ἀπ’ τό χῶμα τά παιδιά, τά ἐβαστοῦσαν εἰς τά χέρι των, δείχνοντας αὐτά, ἐφώναζαν τή μάνα τοῦ καθενός, λέγοντες: «Μαριά, Μαριά, στάσου νά σοῦ τό δώσω. Ἤθελαν μέ τοῦτο νά γελάσουν τή μάνα, διά νά τήν πιάσουν, διότι ἐνόμιζαν ὅτι θά τήν ζαλίσῃ ὁ πόνος τοῦ παδιοῦ νά σταθῇ. Αὐτοί τά εἶχαν κρεμάσει ἀπό τά δένδρα, τό καθένα μέ τήν νάκαν του, καί χάριν φιλανθρωπίας δέν τά ἐσκότωναν.

      Τό θέαμα ἦτο λυπηρόν. Εἶχαν τά χέρια των εἰς τό στόμα των καί ἐβύζαιναν τά δάκτυλά των τά ὁποῖα ἐξεπέτσωσαν καί έφαγώθηκαν οὕτως, ὥστε ἔβγαινε τό αἷμα καί τό ἐβύζαιναν. […]».

      Και σ’ αυτό του Τζον Χόρτον, διαβάζουμε επίσης: «Ἀκόμα καί ὁ βιασμός μπορεῖ νά κατανοηθεῖ σάν ἕνα ὁρμέμφυτο τῆς φύσεως, ἀκαταγώνιστο ἴσως, ὅταν τά πάθη ἐξαπλώνονται ἄγρια μέσα σ’ ἕνα λαό χαμηλῆς νοοτροπίας καί κατώτερου πολιτισμοῦ, ἀλλά ὁ ἐπανειλημμένος βιασμός γυναικῶν καί κοριτσιῶν δέν μπορεἶ ν’ ἀποδοθεῖ οὔτε σέ θρησκευτική μανία, οὔτε σέ κτηνώδη πάθη. Ἕνα ἀπ’ τά δυνατότερα συναισθήματα πού πῆρα μαζί μου ἀπό τή Σμύρνη ἦταν τό συναίσθημα τῆς ντροπῆς, διότι ἀνῆκα στό ἀνθρώπινο γένος». Και συμπληρώνει ποιητικά:

«Καί οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν της βουβάθηκαν καί πέθαναν

τῆς Σμύρνης, τῆς χριστιανικῆς τῆς πόλης

κι ἡ μουσική των σώπασε καί οἱ ψαλτάδες χάθηκαν

τῆς Σμύρνης τῆς εὐτυχισμένης πόλης.

Καί οἱ κοπέλλες της μαργαριτάρια μεσογειακά

ἔφυγαν ἀπ’ τά μαρμάρινα παλάτια

τῆς Σμύρνης τῆς παραμυθένιας πόλης!».

          Κλείνοντας, σημειώνω πως, αν η διατύπωση του George Santayana, «Όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του, είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει», έχει κάποια αξία, η άγνοια του ιστορικού παρελθόντος, είναι ένας βέβαιος τρόπος για να ερμηνεύεις κοντόφθαλμα και μερικές φορές επικίνδυνα για το μέλλον, το παρόν.

 

.