Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Βιβλιοπαρουσίαση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Αλμπέρ Καμύ, «Ο ξένος», εκδ. Πάπυρος-Γραφικαί τέχναι Α. Ε., Αθήναι 1971, (17-8-2015)

 

      Διακοπές στη γενέτειρα και χαίρομαι να καταφεύγω στη βιβλιοθήκη του πατρικού μου, όπου φιλοξενούνται αρκετά βιβλία, τα οποία έχω μελετήσει στα χρόνια της νιότης. Έτσι, κινημένη από το παράλογο που ζούμε σε πολλές εκφάνσεις του σύγχρονου βίου, πήρα στα χέρια μου και μελέτησα για άλλη μια φορά την ανάπτυξη της φιλοσοφίας του παραλόγου, όπως τη διατύπωσε ο Αλμπέρ Καμύ στο μυθιστόρημά του «Ο ξένος» (1942), όπου μέσα από πλευρές της ζωής του ήρωά του κατάφερε να περιγράψει τον άνθρωπο που βαδίζει σαν άλλος εαυτός, σαν ξένος, ανάμεσα σε γεγονότα που τον ξεπερνούν!

      Δημοσιευμένο αυτό το έργο στην καρδιά του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, είχε ως αποτέλεσμα να κατηγορηθεί ο συγγραφέας για την τόλμη του να απευθύνει στο κοινό ένα τόσο απαισιόδοξο βιβλίο σε μια εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι χρειάζονταν ενθάρρυνση και ενίσχυση της αγωνιστικότητάς τους. Το μόνο που γλίτωσε τον συγγραφέα από την κατακραυγή της κοινής γνώμης ήταν η έντιμη στάση του απέναντι στον ναζισμό και τον φασισμό καθώς και η συμμετοχή του στην Αντίσταση!

      Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο ξένος που ακούει στο όνομα Μερσώ. Ο συγγραφέας τον παρουσιάζει ως ένα πρόσωπο, το οποίο δεν έχει ψευδαισθήσεις για τις επικρατούσες αξίες και πλαισιώνοντάς το από δευτερεύοντες ήρωες αναπτύσσει μέσω καταστάσεων, διαλόγων και  μονολόγων το θέμα του, δηλαδή τη φιλοσοφία του παραλόγου σε μυθιστορηματική μορφή.

      Ο Μερσώ, λοιπόν, ζει τη ζωή του ωσεί απών, αφού αφήνεται στο ρυθμό των γεγονότων και παρακολουθεί όσα του συμβαίνουν ως παρατηρητής. Έχει συνείδηση πως όλα αυτά είναι πολύ ισχυρά και κινδυνεύουν να τον συντρίψουν, όπως συνέβη κιόλας, αλλά αυτό δεν κινητοποιεί τη συνείδησή του, για να ενεργοποιηθεί, να δραστηριοποιηθεί, να αντιδράσει και ν’ αποφύγει τις μοιραίες γι’ αυτόν εξελίξεις. Ως φτερό στον άνεμο αφήνεται στη δίνη των γεγονότων και στο τέλος συντρίβεται ως παιδικό άθυρμα.

      Ο αναγνώστης πολύ συχνά αγανακτεί με την τόση παραίτηση του πρωταγωνιστή, ο οποίος παρακολουθεί συναισθηματικά αμέτοχος την κηδεία της μητέρας του που έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της σε άσυλο, παρακολουθεί χωρίς καμία εσωτερική θέρμη τον έρωτά του με τη Μαρία Καρντόνα, παρακολουθεί απαθώς, επίσης, τον φόνο που διέπραξε, τη δίκη που ακολούθησε και την καταδίκη του, η οποία τον οδήγησε στην αγχόνη! Παρακολουθεί, όλο παρακολουθεί αυτά που του συμβαίνουν λες και κάποιος άλλος τα ζει! Λες και όλα συμβαίνουν σε άλλο επίπεδο ζωής μακριά από τη δική του κι η δική του ζωή δεν έχει καμιά αξία και κανένα νόημα.

      Βέβαια, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει τον ήρωά του ο Καμύ πετυχαίνει απόλυτα τον στόχο του που δεν είναι άλλος από την πραγμάτευση της έννοιας του παραλόγου. Ο ίδιος είχε πει πως «"Ο ξένος" είναι το μυθιστόρημα που γεμίζει τον αναγνώστη με απαισιοδοξία και με αηδία, δυο πολύ χρήσιμα συναισθήματα για να μπορέσει να πλησιάσει την αίσθηση του παραλόγου». Και όντως κλείνοντας το βιβλίο έχεις αυτή την αίσθηση, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορείς να αγνοήσεις και τη δια βίου πάλη του συγγραφέα, η οποία τον έκανε να παραπαίει ανάμεσα στην αγάπη του για τη ζωή, την επιδίωξη της επί γης ευδαιμονίας και το παράλογο της ζωής και το δύσκολο, αν όχι ανέφικτο, να βιώσει την ευτυχία.

      Έτσι, κι ο Μερσώ λίγες ώρες πριν οδηγηθεί στη αγχόνη αναλογίζεται: «Η εξαίσια ειρήνη του αποκοιμισμένου καλοκαιριού έμπαινε μέσα μου σαν πλημμυρίδα. Αυτή τη στιγμή και στο σύνορο της νύχτας ουρλιάξανε σειρήνες. Αναγγέλλανε ξεκινήματα για έναν κόσμο που τώρα μου ήταν για πάντα αδιάφορος. Για πρώτη φορά από πολύν καιρό, σκέφτηκα τη μητέρα. Μου φάνηκε πως καταλάβαινα γιατί στο τέλος μιας ζωής είχε αποκτήσει έναν «αρραβωνιαστικό», γιατί διακινδύνεψε να ξαναρχίσει. Εκεί κάτω, επίσης γύρω απ’ αυτό το άσυλο όπου ζωές σβήνανε, το βράδυ ήταν σα μια μελαγχολική ανάπαυλα. Τόσο κοντά στο θάνατο, η μαμά θα ’πρεπε να αισθάνεται απελευθερωμένη κι έτοιμη να ξαναζήσει τα πάντα. Κανείς, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να κλάψει επάνω της. Κι εγώ το ίδιο, νιώθω έτοιμος να ξαναζήσω το κάθε τι. Σάμπως αυτό το ξέσπασμα της οργής να με είχε καθαρίσει απ’ το κακό, να μ’ είχε λυτρώσει απ’ την ελπίδα, μπροστά σ’ αυτή τη νύχτα, φορτωμένη με ζώδια και άστρα, ξανοιγόμουν για πρώτη φορά στην τρυφερή αδιαφορία του κόσμου. Διαπιστώνοντας πόσο ήταν όμοιος με μένα, πόσο αδελφικός τέλος, ένιωσα πως υπήρξα ευτυχισμένος, και πως ήμουν ακόμα. Για να τελειωθούν όλα, για να αισθάνομαι λιγότερο μόνος, μου απόμεινε να ευχηθώ να υπάρχουν πολλοί θεατές την ημέρα της εκτελέσεώς μου και να με υποδεχθούν με κραυγές γεμάτες μίσος.»

      Ο Αλμπέρ Καμύ γεννήθηκε στο Μοντοβί της Αλγερίας το 1913 και πέθανε σε δυστύχημα στα 42 του χρόνια. Τιμήθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία με το βραβείο Νόμπελ. Άλλα έργα του είναι: «Ο μύθος του Σίσυφου» ή «Η φιλοσοφία του παραλόγου», «Ο Καλιγούλας», «Πανούκλα», «Η πτώση», κ.α.

*τα εντός εισαγωγικών κείμενα μεταγράφηκαν στο μονοτονικό