Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Βιβλιοπαρουσίαση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Παναγιώτας Σμυρλή, "Τα Τζοβαΐρια ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ", (3-3-2019)

 

   Έχει σημασία, άραγε, πότε έρχεται στα χέρια σου ένα βιβλίο και σε καλεί να το μελετήσεις; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Για μένα ισχύει πιο πολύ το πρώτο, αφού το κάθε βιβλίο, πέραν του ότι κομίζει τον ιδιαίτερο κόσμο του, συχνά δυνατό και καταλυτικό για ποικίλες εκφάνσεις του βίου σου, ξεδιπλώνει ως έναν βαθμό στα μάτια και την ψυχή σου πλευρές της ύπαρξης του συγγραφέα, με τον οποίο αναπτύσσεις μια μορφή μυστικής επικοινωνίας, η οποία, όχι σπάνια, καθορίζει τους λόγους, για τους οποίους αυτός σε εκφράζει πιο πολύ από άλλους και κατ’ επέκταση επιθυμείς να μελετήσεις, αν καταστεί δυνατό, το σύνολο του έργου του.   

   Με καθυστέρηση αρκετών χρόνων ήρθε σε μένα το βιβλίο της Παναγιώτας Σμυρλή «Τα Τζοβαΐρια ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ» (εκδ. Εμπειρία εκδοτική, 2006) κι αυτό συνέβη με αφορμή τη γνωριμία μας σ’ έναν μαθητικό λογοτεχνικό διαγωνισμό, στον οποίο υπήρξαμε μέλη της κριτικής επιτροπής. Μολονότι είχα ακουστά για κείνη, ο διαγωνισμός ήταν η αρχή για συνομιλίες, για επικοινωνία, για τη θεμελίωση ανθρώπινης σχέσης, όπως κάποιες από κείνες, που τυχαία δημιουργούνται, και, άνευ απροόπτου, εξελίσσονται στον χρόνο.

   Αλλά ας πάμε στο βιβλίο. «Τα Τζοβαΐρια ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ», με τον πολύσημο τίτλο, αφού η λέξη τζοβαΐρια σημαίνει πολύτιμοι λίθοι, κοσμήματα, αλλά και θησαυροί σαν αυτούς, που μόνο η αγάπη φέρνει στη ζωή των ανθρώπων, αφηγούνται πολυσήμαντα τζοβαΐρια της αγάπης και καλούν τον αναγνώστη να τα γνωρίσει μέσω δεκαπέντε αυτοτελών, μεγαλύτερης ή μικρότερης έκτασης, διηγήσεων.

   Η δημιουργός, με πλούσια γλωσσική και αφηγηματική αρματωσιά, καλεί επιδέξια τον αναγνώστη να την ακολουθήσει σε ταξίδια αληθινά, αλλά και σε γοητευτικά ταξίδια του νου και της ψυχής, που καλά γνωρίζουν να διακτινίζονται και να κοινωνούν πάσης φύσεως συναισθήματα και πάθη.

   Έτσι, με αφετηρία διαφορετικούς τόπους, όπως το μακρινό Αφγανιστάν, την Πόλη, την Αιτωλία, τη γενέτειρά της, την Πάτρα, και συχνά πυκνά τις αρχέγονες νοσταλγικές ακτές της Ιωνίας, όπου η γενιά της ρίζες έχει, πλέκει τις ιστορίες των ηρώων της, οι οποίες έχουν την αύρα υπαρκτών ανθρώπων, που η ζωή τους έχει πολλά να πει, αφού, σχεδόν, κατά κανόνα είναι πολυπλάνητη.

   Με μια μορφή νοσταλγίας να διατρέχει τον λόγο και τη ζωή πολλών από τα πρόσωπα, που ζουν στις σελίδες της αφήγησης, η συγγραφέας γεμίζει τη δική μας ζωή με τόπους, με περιπέτειες ανθρώπων, με μεθυστικά αρώματα, με όμορφες ή συνταρακτικές για την ασχήμια και το μήνυμα, που εκπέμπουν, εικόνες, με έντονα συναισθήματα, τα οποία δονούν το είναι των φορέων τους, όταν έρχονται αντιμέτωποι με την απροσδόκητη, αλλά δυνατή για ποικίλους λόγους συνάντηση, με την απώλεια, την απουσία, τον πόλεμο, την προσφυγιά, τον θάνατο, τον πόνο, την αποδοχή του συντελεσμένου κακού, τον έρωτα, την αγάπη, τα τζοβαΐρια της αγάπης, τα οποία αποτελούν στέρεο αποκούμπι και αφορμή για μνήμη, άλλοτε παρηγορητική κι άλλοτε αφόρητη λόγω του πόνου που προκάλεσε, και τόσα άλλα.

   Η Παναγιώτα Σμυρλή γράφει με γνώση και συναίσθημα, φέρνοντας στο προσκήνιο τη ζωή ταπεινών ανθρώπων, αλλά και άλλων, πιο υψηλά ευρισκόμενων στην κοινωνική πυραμίδα, που, αν και δημιούργησαν αξιοζήλευτη πορεία ζωής, σε μια στιγμή η ροή των γεγονότων τους έκανε να απολέσουν όχι μόνο την υλική τους ικμάδα, αλλά ό,τι πιο σημαντικό είχαν, τους οικείους τους, τη γη των προγόνων τους ή και τα δυο μαζί, γενόμενοι άθυρμα στις πνοές αντιτιθέμενων ανέμων. Μέσα από γεγονότα, που τους συντάραξαν για διαφορετικούς λόγους, άλλοι αναδεικνύονται νικητές, άλλοι παλεύουν με τον ίσκιο του πρότερου εαυτού τους κι άλλοι φεύγουν, άωρα ή όχι, για το επέκεινα.

   Ούτως ή άλλως, η ζωή που αναπτύσσεται δίπλα τους ή πιο μακριά, συνεχίζει και χωρίς αυτούς την πορεία της, αφού, όπως σημειώνει η συγγραφέας, αυτό συμβαίνει «Γιατί οι ψυχές μοιάζουν με πεταλούδες που δεν αντέχουν να βλέπουν τον πόνο. Γιατί τα παιδιά σε τραβούν στα δικά τους όνειρα, καθώς η ζωή συνεχίζει να φέρνει κύκλους, εμφανίζοντας νέα πρόσωπα, καινούργιους φίλους κι ελπίδες. Και γιατί ο θάνατος είναι ένας ορίζοντας και ο ορίζοντας είναι μοναχά το όριο της όρασής μας, ενώ η αγάπη είναι αθάνατη.» (σ. 226)

   Η Παναγιώτα Σμυρλή, με φιλοσοφική διάθεση απέναντι στα ανθρώπινα, εισχωρεί αβίαστα στη ζωή, όπως αυτή αναπτύσσεται σε καιρούς ειρηνικούς, ή όχι, κατανοεί το ατελές και το πεπερασμένο της ανθρώπινης φύσης, γέρνει με σεβασμό το βλέμμα της ψυχής της στα πάθη των ανθρώπων, αφορίζει τον πόλεμο και τις συνέπειές του, παρουσιάζει την κοινωνική ζωή με τα έθιμα και τη δύναμή τους και αναδεικνύει τα ειρηνικά έργα των ανθρώπων, τα οποία δικαιώνουν την επί γης πορεία τους.

   Γράφει με αφορμή τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, για παράδειγμα:  «Άμαχος πληθυσμός που ξαφνικά εξοστρακίστηκε, έχασε το ελάχιστο που του επέτρεπε να χαμογελάει, που είδε μαζί με τις βόμβες να καταφτάνουν από τον ουρανό κονσέρβες με φιστικοβούτυρο και φασολάκια με αρνίσιο κρέας. 

   Οι βόμβες σφυρίζουν, ξεριζώνουν τους βράχους, ισοπεδώνουν καλύβες και χωριά, αναζητούν ανθρώπινες ψυχές μαζεμένες κάτω από σπηλιές και ανήλιαγους θόλους.

   Ο πόλεμος, που δε γνωρίζει νικητές και ηττημένους, που αδηφάγος καταβροχθίζει μ’ επιμονή κι υπομονή, μαίνεται. Κι η σκούρα σκιά πλανιέται. Τυλίγει με το μαύρο σάβανο ασφυκτικά τις καρδιές.

   Σειρήνες, σκόνη, θρύψαλα, κουρνιαχτός και αντάρα. Ο πολιτισμός σε τρομακτικά Μπόινγκ, κατεστραμμένους ουρανοξύστες που θρηνούν χιλιάδες αθώους νεκρούς κάτω από τα συντρίμμια τους στην άλλη άκρη της γης. Οι απειλές χημικού και πυρηνικού πολέμου, σκόνες σταλμένες με το ταχυδρομείο, που κουβαλούν άνθρακα και εξόντωση, ρεπόρτερ που θυσιάζονται για να αρπάξουν σπαρακτικές εικόνες προκειμένου ο υπόλοιπος πληθυσμός της γης να τις παρακολουθήσει από την ασφάλεια του καναπέ και να ασκήσει τη σκληρή κριτική του.

   Όλα παίζονται στον καναπέ του σαλονιού, ενώ οι δείκτες τηλεθέασης απογειώνονται, συναγωνιζόμενοι ανά την υφήλιο ριάλιτι, όπου νέοι κυρίως άνθρωποι εκχωρούν την ελευθερία τους για α αποκτήσουν μια διασημότητα με αβέβαιες προοπτικές, ένα πολλά υποσχόμενο χρηματικό ποσό, αφού στο μεταξύ έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου, έχουν κατηγορήσει και κατηγορηθεί, έχουν υποστεί και ασκήσει ψυχολογική βία, ενώ οι τηλεθεατές βρίσκουν την ευκαιρία να σχολιάσουν εκ τους ασφαλούς, να εμπλακούν στη διαδικασία ψηφίζοντας, τσαλαπατώντας χρόνιες συνήθειες που προκαλούν ανία, αναζητώντας το σχόλιο που δεν κάνουν πια με τους διπλανούς, αφού δεν έχουν σχέσεις, μιας και οι γείτονες αποτελούν ονόματα στα κουδούνια και λογαριασμούς των κοινοχρήστων.

   Και ο πόλεμος μαίνεται. Και η διπλωματία αποτυγχάνει για άλλη μια φορά γιατί προσκρούει με συμφέροντα. Και οι άμαχοι σέρνονται ηρωικά στης μοίρας τους το γαϊτανάκι.» (σ. 65-66)

   Όσο για τα τζοβαΐρια, που στο βιβλίο περιέχονται, ας ειπωθεί πως δεν έχουν να κάνουν μόνο με κείνα, τα οποία συνδέουν πρόσωπα και γεγονότα των ιστοριών του, αλλά με το ίδιο το βιβλίο, το οποίο είναι από μόνο του ένα τζοβαΐρι!

   Κλείνοντας τούτη την αναφορά στο βιβλίο της Παναγιώτας Σμυρλή «Τα Τζοβαΐρια ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ», θεωρώ πως άγγιξα μόνο κάποιες πτυχές του, ελπίζω ικανές να κάνουν τον όποιο αναγνώστη του κειμένου μου, αναζητητή του βιβλίου, το οποίο είμαι βέβαιη πως και θα το απολαύσει και θα αποκομίσει πολλά τζοβαΐρια από την ανάγνωσή του.