|
|
|
|
|
|
Κριτική για «Ἐν ὀδύναις»
Από τον Γεώργιο Α. Γεωργάκη, (30-6-2014)
Αθήνα 30 Ιουνίου 2014
Αγαπητή κ. Παναγιώτα,
χαίρε και πάλιν ερώ χαίρε.
Τόσο καιρό έχω στα χέρια μου το «Εν οδύναις» ποιητικό πόνημά σου. Απλά έκρινα ότι δεν μού ταιριάζει ν’ απαντήσω μ’ ένα τυπικό-άχαρο ευχαριστώ, αγνοώντας την τιμή προς το πρόσωπό μου.
Επί του θέματος. Αρχίζω από τον τίτλο της συλλογής «Εν οδύναις», τον οποίο αρχικά ενόμισα ότι «να έπρεπε να τεθεί ένας τίτλος». Όμως με την πρώτη ανάγνωση κατάλαβα ότι επλανήθην, γιατί είδα, όσο είδα, να διαπερνά όλα τα επί μέρους δημιουργήματά σου η έννοια του «εν οδύναις».
Χωρίς αιδώ οφείλω να ομολογήσω ότι ανακάλυψα εαυτόν πολύ απαίδευτον γύρω από την Ποίηση και ειδικότερα σχετικά με τη Σύγχρονη Ποίηση μέσα στην οποία εστιάζεται η «εν οδύναις» δημιουργία σου. μ’ αυτή την αφορμή έσπευσα να ενημερωθώ, αλλά το θέμα δεν είναι τόσο απλό…
Παρά ταύτα προσπάθησα ν’ αγγίξω, να μετάσχω στις ευαισθησίες, στα βιώματά σου που απλώνονται ζωντανά απάνω στους στίχους.
Το κηπάριον με τα 44 ποιήματα στα χέρια σου, η περιέργεια με σπρώχνει όπου, ανοίγω σελ. 25 τίτλος «Ελευθερία». Με συναρπάζει… αλλά, άλλα συναντώ. Ο στίχος ελεύθερος στη μορφή, τα περιεχόμενο παραγωγή της φαντασίας (;) ως προς την ηρωίδα του θέματος εκθέτει την ψυχική ζωή της εφηβείας, μια πραγματικότητα θεμελιακή, εδώ δε οι στίχοι δείχνουν και με παιδαγωγικό τρόπο –κατά τη γνώμη μου- την «ευθείαν οδόν», επισημαίνοντας στην έφηβο «…το άδηλο τέρμα».
Το «έμμετρό» σας αυτό (χωρίς μέτρο) –θα μου επιτρέψεις- ακτινοβολεί όλη σου την ποιητική ευαισθησία, αλλά και τη σύλληψη ενός τόσον μεγάλου ψυχολογικού και κοινωνικού προβλήματος, απαιτούντος ρυθμίσεις…
Ακόμα αυτοί οι στίχοι μου κέντρισαν τη μνήμη για να φέρει στην επιφάνεια τούτους τους στίχους, παραδοσιακής μορφής, της Δώρας Μοάτσου-Βάρναλη, μιας άλλης εποχής, αλλά –νομίζω- κινούνται στον ίδιο κύκλο.
Να: «Παρθένες καρτεράμε τ’ άξια δώρα
να ’ρθούνε σ’ όλες, όπως μας ταιριάζει.
Τα βράδυα την ψυχή μας την ταράζει
της ηδονής η αναμονή κι’ η γνώρα».
(Η στροφή από τη ζωή σε παρθεναγωγείο)
Αρκετές στάσεις έκανα κ. Παναγιώτα στον κήπο σου ποτισμένο με το νερό της φαντασίας και όχι μόνον.
Το ένα ανώτερο από το άλλο, όπως λέει ο λόγος, εδώ δεν χωρεί σύγκριση. Να σημειώσω κάποια. «Επιτύμβιο», «Οι κατακτητές» (να το διάβαζε ο λαός), «Στον σύντροφό μου»/ (μου είναι δύσκολο να το κατανοήσω), «Σημεία των καιρών» (η μάστιγα στον αυχένα των Ελλήνων).
Και όλα τ’ άλλα, όλα. Σε όλα διατρέχει η καλλιτεχνική σου πνοή…
(Μια λέξη για το γλωσσικό. Είδα να διατηρείς ιστορική γραμματική, τονικό κ. λ. Αυτό εκτός θέματος.).
Πιθανόν να είπα πολλά και «ατάκτως ερριμμένα», αλλά το είπα απ’ αρχής. Φταίει η έλλειψη «προπαίδειας».
Έπρεπε να αποδώσω τα Καίσαρος. Αισθάνομαι υπερήφανος για τον τόπο μας που παράγει πνευματικούς ανθρώπους και μέσα σ’ αυτούς είναι και η κ. Παναγιώτα.
Με όλη την εκτίμηση
(υπογραφή)
Γ. Γ.
(διεύθυνση)