Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Ομιλία της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

«17η Νοέμβρη 1973»

Σχολική γιορτή στο 2ο Εσπερινό Γυμνάσιο Πάτρας, 14 Νοεμβρίου 2014

 

       Αξιότιμη κ. σύμβουλε.

      Αγαπητοί συνάδελφοι.

      Αγαπημένοι μου μαθητές.

      Κάθε χρόνο τούτες τις μέρες γιορτάζουμε, όπως συνηθίζεται να λέγεται, το Πολυτεχνείο, το οποίο εκτός από ανώτατης κλάσεως εκπαιδευτικό ίδρυμα, τον Νοέμβριο του 1973 αποτέλεσε κέντρο αναφοράς γεγονότων, τα οποία έπαιξαν τον ρόλο τους στην αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος στην χώρα μας.

      Για να μιλάμε, όμως, για αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος, σημαίνει πως για κάποιο λόγο είχε πάψει να λειτουργεί. Ο φανερός λόγος μπορεί να αναζητηθεί στην επιβολή της δικτατορίας την 21η Απριλίου 1967. Όμως κανένα ιστορικό γεγονός, όπως αυτό, δεν έρχεται από το πουθενά και οι αιτίες του μπορούν να αναζητηθούν στην προηγούμενη περίοδο, κατά την οποία ο πολιτικός κόσμος της χώρας εμφορούμενος από κομματικά πάθη, δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να ισχυροποιήσει και κατ’ επέκταση να προστατεύσει το δημοκρατικό πολίτευμα, με αποτέλεσμα, δεδομένων και των ποικίλων εξωτερικών παρεμβάσεων, να οδηγηθεί η χώρα στην δικτατορία.

      Και το μήνυμα που προκύπτει απ’ όλα ετούτα είναι πως, αν η Δημοκρατία ήταν ισχυρή, λειτουργούσαν δηλαδή οι θεσμοί υπέρ της ισονομίας των πολιτών και οι έχοντες την εξουσία υπηρετούσαν τα συμφέροντα της πατρίδας και των πολιτών της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αλλά και οι πολίτες λειτουργούσαν με μεγαλύτερη υπευθυνότητα, θα ήταν δύσκολο έως αδύνατο να επιβληθεί άλλου είδους πολίτευμα και θα έμενε κυρίαρχο αυτό της Δημοκρατίας.

      Αλλά δεν έγινε έτσι.

       Επιβλήθηκε, λοιπόν, η δικτατορία,  η οποία επηρέασε πολλούς τομείς της ζωής των πολιτών. Στις σχολικές γιορτές που όλοι σας έχετε παρακολουθήσει, απ’ το νηπιαγωγείο ακόμα, αλλά και στα ΜΜΕ, στα βιβλία ή αλλού έχετε δει και ακούσει πολλά σχετικά. Έχετε δει, επίσης,  πολλές φορές εικόνες σαν κι αυτές του βίντεο που προβλήθηκε μόλις. Έχετε δει, δηλαδή, την πόρτα του Πολυτεχνείου να την γκρεμίζει το τανκ, έχετε δει γραμμένα ή έχετε ακούσει συνθήματα, όπως το «Κάτω η χούντα» και το «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» και, γενικά, έχετε την εμπειρία πραγμάτων, τα οποία συνδέονται με κείνες τις μέρες του Νοεμβρίου του 1973.

      Φέτος, λοιπόν, χωρίς καμία διάθεση υποτίμησης όλων των ανωτέρω, είπα να μιλήσω για όλα αυτά έχοντας με κάποιο τρόπο στραμμένο το βλέμμα στην στάση που κράτησαν οι λογοτέχνες και οι ποιητές έναντι της δικτατορίας, αλλά και σ’ άλλα γεγονότα που τον απόηχό τους βιώνουμε σήμερα.

      Ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης, στο ημερολόγιό του, κάτω από την ημερομηνία 21η Απριλίου 1967, ημέρα επιβολής της επτάχρονης δικτατορίας στην χώρα μας, έγραψε την σύντομη, αλλά γεμάτη σαρκασμό και ειρωνεία φράση: «Προκόβουμε καταπληκτικά».

      Η δικτατορία, η οποία επιβλήθηκε εκείνη την ημέρα, επέβαλε μεταξύ άλλων και την προληπτική λογοκρισία σε όλες τις δημοσιεύσεις. Δηλαδή, ασκούσε έλεγχο στις διάφορες εκφάνσεις του λόγου και της τέχνης με απώτερο στόχο την παρεμπόδιση ανταλλαγής πληροφοριών, ιδεών και απόψεων, οι οποίες ήταν αντίθετες με τις αρχές της εξουσίας που ασκούσε. Αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς ήταν να συλληφθούν και να εκτοπιστούν αρκετοί λογοτέχνες και να κλείσουν διάφοροι εκδοτικοί οίκοι και βιβλιοπωλεία. Κάποιοι πνευματικοί άνθρωποι διέφυγαν στο εξωτερικό, ενώ, όσοι έμειναν στην Ελλάδα, αποφάσισαν να σιωπήσουν, μην εκθέτοντας τα έργα τους στο φως της λογοκρισίας.

      Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν αυτή του Γιώργου Σεφέρη, ο οποίος την 28η Μαρτίου  1969, σπάζοντας την σιωπή του, έστειλε στην Ελληνική Υπηρεσία του BBC, την ιστορική πλέον δήλωσή του κατά του τότε πολιτεύματος, η οποία μεταδόθηκε, επίσης, από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Παρισιού και την «Ντόιτσε Βέλα» στην Γερμανία.

      Ενάμισι χρόνο μετά, στις 20 Σεπτεμβρίου 1971 ο Γιώργος Σεφέρης έφυγε για την αιωνιότητα. Κατά την νεκρώσιμη πομπή  προς το πρώτο νεκροταφείο της Αθήνας, μπροστά στην Πύλη του Αδριανού, το πλήθος του κόσμου, το οποίο μετείχε σ’ αυτή,  σταμάτησε την κυκλοφορία και άρχισε να τραγουδά το μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη ποίημά του «Άρνηση». Η νεκρική πομπή έγινε ένα με το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στο νεκροταφείο και το ανθρώπινο ποτάμι, το οποίο κήδευε τον ποιητή του, εξελίχθηκε σε μία από τις μεγαλύτερες αντιδικτατορικές πορείες.

      Το τελευταίο ποίημα του Γ. Σεφέρη δημοσιεύτηκε στις 27 Αυγούστου 1971 στην γαλλική εφημερίδα Le Monde και τρεις μέρες μετά τον θάνατό του στις 23 Σεπτεμβρίου 1971 στην εφημερίδα «Το Βήμα» και αποτελεί μια ακόμα καταγγελία κατά της δικτατορίας, και κυρίως, μιλά για την τιμωρία των δικτατόρων. 

      Το ποίημα, βασίζεται σε μια περικοπή από το έργο «Πολιτεία» του Πλάτωνα, η οποία αναφέρεται στην μεταθανάτια τιμωρία των αδίκων και ιδιαίτερα του Αρδιαίου. Ο Αρδιαίος, τύραννος της Παμφυλίας της Μ. Ασίας, είχε σκοτώσει τον πατέρα του και τον μεγαλύτερο του αδερφό. Γι’ αυτό και η τιμωρία του, καθώς και των άλλων τυράννων, στον άλλο κόσμο στάθηκε φοβερή. Όταν εξέτισαν την καθιερωμένη ποινή, η οποία επιβαλλόταν στους αδίκους και ετοιμάζονταν να βγουν στο φως, το στόμιο δεν τους δεχόταν, αλλά έβγαζε ένα μουγκρητό. Την ίδια ώρα, άντρες άγριοι και όλο φωτιά, που βρίσκοταν εκεί και ήξεραν τι σημαίνει αυτό το μουγκρητό, τον Αρδιαίο και μερικούς άλλους, αφού τους έδεσαν τα χέρια, τα πόδια, αφού τους έριξαν κάτω και τους έγδαραν, άρχισαν να τους σέρνουν έξω από το δρόμο και να τους ξεσκίζουν επάνω στους ασπάλαθους και σ’ όλους, όσοι περνούσαν από εκεί, εξηγούσαν τις αιτίες που τα παθαίνουν αυτά κι έλεγαν πως τους πηγαίνουν να τους ρίξουν στα Τάρταρα. 

      Το ποίημα έχει τον τίτλο «Επί ασπαλάθων…» […].

      Η προληπτική λογοκρισία έληξε στο τέλος του 1969. Τον Ιούνιο της επόμενης χρονιάς,  μια ομάδα λογοτεχνών διαφορετικών ιδεολογικών κατευθύνσεων εξέδωσε, στο πνεύμα της δήλωσης του Σεφέρη, τον τόμο «Δεκαοχτώ κείμενα». Η πρωτοβουλία τους αποτέλεσε αφετηρία και για την έκδοση διαφόρων εντύπων.

      Τα χρόνια αυτά στον χώρο της πεζογραφίας δεν έχουμε την εμφάνιση νέων δημιουργών, ενώ  στον χώρο της ποίησης έχουμε την λεγόμενη «γενιά του 70». Βέβαια, μετά την πτώση της δικτατορίας έχουμε μαζική εμφάνιση νέων πεζογράφων.

      Με αφορμή, μάλιστα, την επέτειο των 150 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 συνεχίστηκε με ζωηρό ρυθμό η αφιερωμένη στο 1821 εκδοτική προσπάθεια. Ανάμεσα στα έργα, τα οποία τιμούν την ηρωική Εθνεγερσία, πρέπει να μνημονευθεί η πολύτομη «Ιστορία του 1821», του Δημήτρη Φωτιάδη, καθώς και η μελέτη της σοβιετικής ιστορικού Ολγας Μπορίσοβα Σπάρο με τον τίτλο «Η απελευθέρωση της Ελλάδας και η Ρωσία». Επίσης, οι εκδόσεις «Αλκαίος» κυκλοφόρησαν μιαν ανθολογία με διηγήματα 16 δόκιμων πεζογράφων μας, τα οποία είναι εμπνευσμένα από τον Μεγάλο ξεσηκωμό του Γένους.

      Ως χρονιά το 1972 έδωσε στον Έλληνα αναγνώστη την χαρά της επανασύνδεσης του με ορισμένους από τους πιο αγαπητούς ποιητές και συγγραφείς που η επικοινωνία μαζί τους είχε διακοπεί με το πραξικόπημα, όπως του Κώστα Βάρναλη, του Γιάννη Ρίτσου, της Έλλης Αλεξίου, του Γιάννη Σκαρίμπα, της Άλκης Ζέη και άλλων.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της πνευματικής ζωής το 1972 ήταν η πληθώρα των εκδόσεων. Κι αυτό, διότι από την μία πλευρά η δικτατορία ήθελε να αποδείξει πως ισχύει στην πράξη η κατάργηση της προληπτικής λογοκρισίας κι απ’ την άλλη πολλοί πνευματικοί άνθρωποι τύπωναν ένα έργο για να προσθέσουν και την δική τους κραυγή διαμαρτυρίας ενάντια σ’ αυτήν.

      Βέβαια, μέσα σ’ όλα αυτά υπήρχε και η πολιτισμική έκφραση των δικτατόρων, οι οποίοι μέσω της συνταγής «προσφέρουμε στον λαό άρτο και θεάματα», την οποία δυστυχώς δεν εφαρμόζουν μόνο οι δικτάτορες, αλλά και όσοι φαινομενικά κυβερνούν δημοκρατικά, οργάνωναν πλήθος εορτών και πανηγύρεων. Θέλοντας, μάλιστα, να δημιουργήσουν δικά τους τραγούδια, από το φθινόπωρο του 1968 είχαν προκηρύξει διαγωνισμό για την συγγραφή και την σύνθεση του ύμνου της 21ης Απριλίου. Οι προτάσεις ήταν πολλές και το τελικό αποτέλεσμα το ακόλουθο: […]

       Αυτής της μορφής ήταν κάποια από τα τραγούδια που τραγουδιούνταν τότε. Βέβαια, δεν έλειψαν από τα πανηγύρια να ακούγονται τα γνήσια δημοτικά τραγούδια, τα οποία κουβαλούν μαζί τους πολλές εκφάνσεις του ελληνικού πολιτισμού και τα οποία ακόμα και σήμερα αποτελούν μέσο ψυχαγωγίας που μας δένει με τον λαϊκό πολιτισμό. 

      Αλλά και στον εκδοτικό τομέα διακρίθηκαν οι δικτάτορες, αφού με διάφορα συγγράμματα πρόβαλλαν τα έργα και τις ημέρες τους.

      Το καλοκαίρι του 1973 παίχτηκε ένα σημαντικό θεατρικό έργο, «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, το οποίο με μια αναδρομή στην Ελληνική ιστορία από το 1821 και εξής, έφερε με αλληγορικό τρόπο στο προσκήνιο πράγματα, τα οποία αφορούσαν στην δικτατορία. Σ’ αυτή την παράσταση, η οποία διακόπηκε για λίγο και ξαναπαίχτηκε με μεγάλη επιτυχία και μετά την πτώση της δικτατορίας, είχαν ακουστεί για πρώτη φορά και τα γνωστά από την εξέγερση του Πολυτεχνείου συνθήματα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» και «Φωνή λαού-Οργή Θεού».        
Η δικτατορία έπεσε. Στις 24 Ιουλίου 1974 σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας  υπό την προεδρία του Κωνσταντίνου Καραμανλή και λίγες μέρες αργότερα, την 1η Αυγούστου, εκδόθηκε συντακτική πράξη  περί αποκαταστάσεως της δημοκρατικής  νομιμότητας και ρυθμίσεως θεμάτων του δημοσίου βίου μέχρι του οριστικού καθορισμού του πολιτεύματος και της καταρτίσεως νέου Συντάγματος της Χώρας. Συντάχθηκε, λοιπόν, Σύνταγμα, το οποίο ψηφίστηκε στις 7 Ιουνίου 1975 και άρχισε να ισχύει από τις 11 Ιουνίου 1975.

      Η χώρα άρχισε να ζει σε ρυθμούς Δημοκρατίας. Οι δικτάτορες δικάστηκαν και καταδικάστηκαν. Δυστυχώς, όμως, δεν άργησαν να εμφανιστούν κι εκείνοι, οι οποίοι  προσπάθησαν να αποζημιωθούν για τον όποιο αντιδικτατορικό τους αγώνα, άλλοι που, αν και ήταν απόντες, τον καπηλεύτηκαν, και φυσικά, εκείνοι που, αν και υπήρξαν συνεργάτες των δικτατόρων, έσπευσαν να απολαύσουν τα αγαθά του καινούργιου πολιτεύματος λησμονώντας χωρίς χρονοτριβή την όποια εμπλοκή τους.

      Λίγα χρόνια μετά, το 1983, ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης απογοητευμένος απ’ όλα ετούτα, και όχι μόνο, έγραψε το ποίημα «Φοβάμαι» […].

      Από την 17η Νοεμβρίου 1973 έχουν περάσει 41 χρόνια. Στην χρονική περίοδο από την πτώση της δικτατορίας μέχρι σήμερα η χώρα μας έκανε βήματα προόδου, αλλά έζησε και τα αποτελέσματα διαφόρων αρνητικών πολιτικών επιλογών που μας οδήγησαν στα επώδυνα μνημόνια τις συνέπειες των οποίων βιώνουμε σήμερα. Βέβαια, δεν είναι κατάλληλη η ώρα, για να μιλήσουμε λεπτομερώς γι’ αυτό το θέμα. Σημασία έχει πως αυτές οι πολιτικές οδήγησαν στο να είναι πάλι επίκαιρο  το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία».

       Επομένως τι νόημα έχει ετούτη η γιορτή, αλλά και οι άλλες που γιορτάζουμε, αν δεν αποτελούν μέσω της πυροδότησης της μνήμης αφορμή για σκέψεις και για δίδαγμα, που σημαίνει για παραδειγματισμό από τους αγώνες των προγενέστερων, ώστε να μην επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, τα οποία θα επηρεάζουν την ζωή μας αρνητικά και επώδυνα; Ή μήπως ακόμα οι γιορτές αυτές μας φέρνουν και μπροστά στις ατομικές μας ευθύνες, που σημαίνει πως ο καθένας μας οφείλει να τοποθετήσει τον εαυτό του μέσα στον τόπο και τον χρόνο, να γνωρίσει, δηλαδή, από πού έρχεται, ποιος είναι, πού πηγαίνει, και μέσα από την συνειδητοποίηση αυτή να σκεφτεί και να πράξει. Διότι καλό είναι να επιρρίπτουμε βολικά την ευθύνη στους άλλους, αλλά τίποτα δεν αλλάζει, αν οι άνθρωποι δεν αποφασίσουν να σκεφτούν αλλιώς, να μιλήσουν αλλιώς και εν τέλει να πράξουν αλλιώς. Διότι τίποτα δεν αλλάζει γύρω μας, αν δεν αλλάξουμε πρώτα το μέσα μας κι αντισταθούμε σ’ όλα εκείνα που μας παγιδεύουν και μας στερούν την ελευθερία μας.

       [Σωτήρης Ζυγούρης, Δική μας υπόθεση (ποίημα)]

       Κλείνοντας, λοιπόν, την σημερινή γιορτή θα σας πω τα ίδια λόγια που είπα πριν μερικά χρόνια σε μια άλλη γιορτή, σε κάποιους άλλους μαθητές και θα σας παρακαλούσα να δώσετε σημασία. 

      «Αγαπημένοι μου μαθητές. Το ξέρω πως είναι δύσκολο να μιμηθεί ο καθένας το παράδειγμα όλων εκείνων που αγωνίστηκαν στο παρελθόν για υψηλά ιδανικά. Αλλά ζώντας δίπλα σας ξέρω πως εσείς, τα νέα παιδιά που ζουν σ’ αυτό τον τόπο, αν και πολλοί θέλουν να σας πείσουν πως δεν έχετε αξιόλογα ενδιαφέροντα, πως είστε ξοφλημένα, πως δεν αξίζετε και πολύ, είστε φτιαγμένα για διαφορετικά, για καλύτερα πράγματα, αρκεί να συλλογιστείτε και να αποφασίσετε πως στα νιάτα σας δεν ταιριάζει η μικροπρέπεια, αλλά η αξιοπρέπεια, δεν ταιριάζει η ατιμία, αλλά η τιμιότητα, δεν ταιριάζει η ηττοπάθεια, αλλά η αγωνιστικότητα, δεν ταιριάζει ο,τιδήποτε σάπιο υπάρχει στην κοινωνία μας και στην εποχή μας, αλλά σας ταιριάζει κάτι πιο φρέσκο και πιο υγιές…
      Ξέρω ότι η διαδρομή αυτή, ίσως σας φαντάζει πολύ δύσκολη και κοπιαστική, όταν μάλιστα τα μηνύματα που παίρνετε απ’ το σάπιο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό σύστημα, κάθε άλλο παρά διάθεση για τέτοια στάση σας δημιουργούν. Όμως κάθε εποχή στήριξε και στηρίζει τις ελπίδες της για κάτι καινούργιο, για κάτι διαφορετικό, για κάτι ελπιδοφόρο στους νέους της. Απ’ αυτούς περιμένει να αντισταθούν στο εύκολο και το ποταπό, απ’ αυτούς περιμένει να οραματιστούν κάτι καλύτερο για τον εαυτό τους και την πατρίδα, η οποία σήμερα, αν και δεν έχει να παλέψει στα πεδία των μαχών ή σε προσπάθειες σαν κι αυτή που έγινε τον Νοέμβριο του 1973, έχει να παλέψει στα «πεδία» των αγορών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, απ’ αυτούς, από σας περιμένει πως κάτι θ’ αλλάξει.

      Αγαπήστε, λοιπόν, τον εαυτό σας, διότι μόνο αν τον αγαπήσετε θα φροντίσετε να τον κάνετε καλύτερο· αγαπήστε τους δικούς σας ανθρώπους, γιατί αυτοί ακόμα κι, αν αντιμετωπίζουν προβλήματα, θα σας στηρίξουν στα δύσκολα· αγαπήστε τους δασκάλους σας, γιατί αυτοί ακόμα κι όταν σαν μαλώνουν, το κάνουν από ενδιαφέρον και αγάπη· αγαπήστε  την πόλη που ζείτε, γιατί τότε με τη συμπεριφορά σας θα την απολαμβάνετε πιο καθαρή και θα διεκδικείτε να γίνει καλύτερη. Τέλος, αγαπήστε την πατρίδα, γιατί, όσο κι αν είναι ταλαιπωρημένη, από τα λάθη πολλών, για τα οποία εσείς δε φέρετε ευθύνη, αυτή είναι ο τόπος μας. Ένας  τόπος που μπορεί να καυχιέται πως μες τους αιώνες γέννησε πολύ σπουδαίους ανθρώπους που σ’ αυτές τις δύσκολες μέρες που ζούμε αξίζει να σκύψουμε πάνω απ’ τα βιβλία ή τις οθόνες των υπολογιστών για να τους γνωρίσουμε, για να πάρουμε δύναμη και να παλέψουμε πιο αισιόδοξα για το μέλλον. Ακόμα κι από λάθη των προγόνων μας πρέπει να διδαχθούμε. Γιατί, αν έχει κάποιο νόημα το μάθημα της Ιστορίας, που πολύ συχνά βαριέστε, είναι να γνωρίσουμε το παρελθόν και να αντλήσουμε πληροφορίες χρήσιμες για το σήμερα και το αύριο.

      Αγαπημένοι μου μαθητές. Δεν ξέρω, όταν βγείτε απ’ αυτή την αίθουσα, αν θα πείτε πως σας άρεσε αυτή η γιορτή, μπορεί κι αυτή να σας κούρασε και να τη θεωρήσατε βαρετή, ό,τι όμως κι αν ήταν για σας, σάς παρακαλώ να κάνετε «ένα βήμα πέρα απ’ τη φθορά» που «λέει» ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης. Απομακρυνθείτε, λοιπόν, από την αποξένωση και την αλλοτρίωση που πνίγει τα πάντα, σκύψτε με ενδιαφέρον να γνωρίσετε τον πολιτισμό που γέννησε αυτός ο τόπος, απομακρυνθείτε από την ανία των τηλεοπτικών εκπομπών, αγαπήστε τα βιβλία και τη γνώση, αγωνιστείτε για κάτι καλύτερο. Είμαι σίγουρη πως, αν σκεφτείτε περισσότερο τι είναι αυτό που σας κάνει ευτυχισμένους, δεν θα έχετε ως παράδειγμα αυτούς που ζουν τη ζωή τους χωρίς ιδανικά, αλλά θα έρχονται στο μυαλό σας οι συμπεριφορές όλων εκείνων που αγωνίστηκαν για μια ελεύθερη πατρίδα! Περιμένουμε πολλά απ’ τα νιάτα σας. Μη μας απογοητεύσετε!...».

Σημείωση: Η ομιλία διανθίστηκε με ποιήματα, προβολές και τραγούδια.