Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Ομιλία της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

«...μνημονεύετε Γιάννη Μόραλη»

Αφιέρωμα στον Αρτινό ζωγράφο Γιάννη Μόραλη

Δημοτικό Σχολείο Ροδαυγής, 5 Αυγούστου 2016

 

Δημοσιεύτηκε: Περιοδικό «Άπειρος χώρα», τ. 185, Οκτ. 2016, σ. 52-53, τ. 186, Νοέμβρ. 2016, σ. 52-53, τ. 187, Δεκ. 2016. σ. 62-63

 

Γιάννης Μόραλης (Άρτα, 23 Απριλίου 1916 - Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 2009)

   Βαδίζοντας στους δρόμους της Άρτας είναι πολύ πιθανό να διαβείς και μπροστά από τη Δημοτική Πινακοθήκη της πόλης, η οποία στεγάζεται στο ανακαινισμένο κτίριο της πρώην Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και εγκαινιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2010. Αν, μάλιστα, είσαι θιασώτης των τεχνών θ’ αφιερώσεις λίγο από τον χρόνο σου, για να περάσεις το κατώφλι της, όπου θ’ απολαύσεις τη μόνιμη συλλογή της ή, αν είσαι τυχερός, και κάποια από τις περιοδικές εκθέσεις, οι οποίες φιλοξενούνται εκεί. Όπως και να ’χει, αυτό το κτίριο με το έντονο ροζ χρώμα, που αγνοώ ποια αισθητική αντίληψη το υπαγόρευσε, μπορεί να ’ναι αφορμή, για να γνωρίσεις μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά της πόλης, η οποία υπάρχει περίπτωση να σε μαγέψει ως άλλη Κίρκη και να διαβαίνεις το κατώφλι του συχνότερα. Και τούτο, διότι η Πινακοθήκη, μέσω ποικίλων δραστηριοτήτων της, έχει διαρκή και ενεργό παρουσία στα πολιτιστικά της πράγματα.   

   Η Πινακοθήκη φέρει το όνομα του διαπρεπούς ζωγράφου, γλύπτη και σκηνογράφου Γιάννη Μόραλη, ο οποίος είδε το φως του ήλιου στην πόλη της Άρτας πριν 100 χρόνια. Με αφορμή, λοιπόν, τούτη την επέτειο γίνονται γιορτές προκειμένου να τιμηθεί ο δημιουργός, να αναδειχθεί το έργο του και, γιατί όχι, ν’ αποτελέσει η διαδρομή του παράδειγμα προς μίμηση. Ελπίζω, μάλιστα, πως στα πλαίσια των δύσκολων συγκυριών, τις οποίες βιώνουμε στον τόπο μας, οι στίχοι από το «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη «Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί,/ όπου και να θολώνει ο νους σας,/ μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό/ και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη» είναι τραγικά επίκαιροι και μπορούμε δίπλα στα ονόματα του Σολωμού και του Παπαδιαμάντη να τοποθετήσουμε και του Γιάννη Μόραλη, ο οποίος εξέφρασε μέσω της παλέτας του ό,τι εξέφρασαν αυτοί οι δύο μέσω της πένας τους.

   Ο Γιάννης Μόραλης ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά του Κωνσταντίνου Ι. Μόραλη και της Βασιλικής, το γένος Αναστασίου Μιχάλη. Το 1922 η οικογένειά του μετοίκησε στην Πρέβεζα, όπου ο πατέρας του υπηρέτησε ως γυμνασιάρχης, και από το 1927 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα.  Για την Πρέβεζα έλεγε πως την αγάπησε πολύ και δεν έπαψε ποτέ να τη μνημονεύει σαν άλλη πατρίδα του, μια κι έζησε σ’ αυτή από τα έξι έως τα έντεκά του χρόνια, ηλικία καθοριστική για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός παιδιού. Ο πίνακάς του «Καφενείο» θαρρώ πως στο σπίτι της Πρέβεζας παραπέμπει. Στην Αίγινα, τη μεγάλη του αγάπη, αποφάσισε να χτίσει σπίτι από τη δεκαετία τού ’50, όταν την πρωτοείδε, γιατί το τοπίο της του θύμιζε τα παιδικά του καλοκαίρια στην Πρέβεζα, όπως έλεγε. Το σπίτι αυτό, χτισμένο από τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, είναι μία εντυπωσιακή παραθαλάσσια έπαυλη με εμβαδό 500 τ.μ. και βρίσκεται σ’ ένα οικόπεδο 1.550 τ.μ. γεμάτο ελιές, λεμονιές και φιστικιές· διαθέτει μόλις δύο υπνοδωμάτια κι έναν χώρο ανοιχτό και ψηλοτάβανο, όπου ο καλλιτέχνης δημιουργούσε. Χτισμένο με πέτρα και τσιμέντο, είναι λουσμένο στο φως με παράθυρα που μοιάζουν με κορνίζες για τα έργα της φύσης.
Ο Μόραλης, έχοντας αποφασίσει να γίνει ζωγράφος, τη χρονιά που η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα αρχίζει να παρακολουθεί το «κυριακάτικο μάθημα» στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και το 1931 εισάγεται στη Σχολή, όπου έχει καθηγητή τον Δημήτριο Γερανιώτη και αρχίζει η γνωριμία του με σημαίνοντες ζωγράφους της εποχής, όπως ο Νίκος Νικολάου, ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Χρήστος Καπράλος. Μαθήτευσε για δύο μήνες κοντά στον σπουδαίο ζωγράφο Κωνσταντίνο Παρθένη, αλλά επειδή, όπως αναφέρει, «επικρατούσε μια πολύ αυστηρή ατμόσφαιρα» στο εργαστήριό του, αποχώρησε και πήγε στον Ουμβέρτο Αργυρό, όπου είχε απόλυτη ελευθερία έκφρασης. (Τσιγκάκου, Φανή-Μαρία (2001). Ι. Μόραλης. Άγγελοι, Μουσική, Ποίηση. Αθήνα: Μουσείο Μπενάκη, σελ. 24) Άλλωστε, ο ίδιος, πάντα αυτή επιδίωκε. «Καλλιτέχνης», έλεγε, «είναι αυτός που δουλεύει με την καρδιά, με το μυαλό και με το χέρι. Τεχνίτης είναι αυτός που δουλεύει με το μυαλό και το χέρι. Εργάτης είναι αυτός που δουλεύει με το χέρι. Εγώ δεν ξεκινώ από μια θεωρία. Μπορώ εκ των υστέρων να βγάλω εγώ ο ίδιος μια θεωρία, αλλά δεν το θεωρώ χρήσιμο. Ούτε θέλω να ενταχθώ σε ομάδα. Ήθελα πάντοτε να είμαι ελεύθερος».
Το 1932 ο Δ. Κόκκινος δημοσιεύει στο περιοδικό Νέα Εστία (1/8/1932) την πρώτη ενθουσιώδη κριτική για «τον νεαρό κ. Βόραλη», όπως επιμένει να τον αποκαλεί στο άρθρο, με αφορμή την έκθεση των μαθητών της ΑΣΚΤ. Ο Γιάννης Μόραλης είναι τότε 16 μόνο ετών. 

   Παράλληλα με τη φοίτησή του στην ΑΣΚΤ παρακολουθεί το νέο εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού. «Αυτός που ήταν πραγματικός δάσκαλος», έλεγε ο Γιάννης Μόραλης, «όχι μόνο ως χαράκτης, μας μάθαινε και για τη ζωγραφική, αυτός που ήταν δάσκαλός μου, φίλος μου, τα πάντα, ήταν ο Κεφαλληνός. Για ό,τι ήθελα, για προβλήματα με κοπέλες, ας πούμε, πήγαινα σ’ αυτόν. Ήτανε κάποτε μια κοπέλα και εγώ την ήθελα και παντρευόταν. Και βγάζει ο Κεφαλληνός το πορτοφόλι του και μου δίνει ένα πεντακοσάρικο και μου λέει: “Κλέφ’τηνα!”».  http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=306581 (Ζενάκος Αυγουστίνος)

   Το 1937, χρονιά που χάνει τον πατέρα του, ο οποίος είχε συμβάλλει καταλυτικά στην απόφασή του να γίνει καλλιτέχνης, σε τροχαίο ατύχημα, αναχωρεί με τον φίλο του Νίκο Νικολάου για τη Ρώμη, αφού μοιράστηκε την υποτροφία που κέρδισε σε διαγωνισμό της Ακαδημίας Αθηνών (κληροδότημα Ουρανίας Κωνσταντινίδου) για σπουδές τοιχογραφίας και μωσαϊκού. Αυτή ήταν η φιλική τους συμφωνία, να φύγουν μαζί στο εξωτερικό για σπουδές, όποιος κι αν κέρδιζε την υποτροφία. Τη Ρώμη διαδέχεται το Παρίσι, όπου παρακολουθεί μαθήματα ψηφιδωτού και ζωγραφικής.

   Το 1939 με την κήρυξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επιστρέφει στην Ελλάδα και υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία, ενώ συμμετέχει στην τελευταία προπολεμική Πανελλήνια Έκθεση στο Ζάππειο, όπου αποσπά το χάλκινο μετάλλιο. Το 1941 νυμφεύτηκε τη Μαρία Ρουσσέν,  από την οποία χώρισε το 1945. Το γυναικείο φύλο ήταν πάντοτε ένα ισχυρό ενδιαφέρον στη ζωή του, όχι μόνο από προσωπική άποψη - νυμφεύθηκε άλλες δύο φορές, το 1947 τη γλύπτρια Αγλαΐα Λυμπεράκη, από την οποία χώρισε το 1955 και απέκτησε μαζί της τον γιο τους Κωνσταντίνο, και το 1996 τη Γιάννα Βασσάλου - αλλά και από καλλιτεχνική: το ερωτικό στοιχείο κατέχει κεντρική θέση στη δουλειά του. 

   Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο Μόραλης κέρδιζε τα προς το ζην από τη συντήρηση έργων τέχνης. Το 1947 εξελέγη τακτικός καθηγητής στο προπαρασκευαστικό τμήμα της ΑΣΚΤ, ενώ το 1953 έγινε τακτικός καθηγητής εργαστηρίου ζωγραφικής, θέση που διατήρησε ως το 1983, διδάσκοντας πολλούς καταξιωμένους σήμερα καλλιτέχνες της Ελλάδας και επηρεάζοντας κατά συνέπεια πολλαπλά μια σειρά από επιλογές και κατευθύνσεις της εικαστικής παραγωγής τα χρόνια που ακολούθησαν. Το 1949, μαζί με τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον Γιάννη Τσαρούχη, τον Νίκο Νικολάου και τον Νίκο Εγγονόπουλο, ίδρυσε την καλλιτεχνική ομάδα «Αρμός», στης οποίας και τις τρεις εκθέσεις συμμετείχε.

   Ο Μόραλης αναζήτησε σταδιακά την προσωπική του τεχνοτροπία που θα τον έκανε να ξεχωρίσει μεταξύ των ομοτέχνων του και ν’ αφήσει το δικό του στίγμα. Σ’ αυτή την αναζήτηση καθοριστικό ρόλο έπαιξαν η κλασική παιδεία, την οποία απόκτησε στα μαθητικά και τα φοιτητικά του χρόνια, η ιδιαίτερη αγάπη του στα πορτρέτα του Φαγιούμ της ελληνιστικής εποχής, η ζωγραφική της Πομπηίας, τα αρχαία ελληνικά και βυζαντινά ψηφιδωτά. Στην κατάκτηση του ζωγραφικού του στόχου συνεπικουρήθηκε από την ήρεμη μελαγχολική διάθεση των επιτύμβιων στηλών, την κλασική αγγειογραφία, την πειθαρχημένη έκφραση της βυζαντινής ζωγραφικής και τον αυθορμητισμό της λαϊκής τέχνης, χωρίς να αποστασιοποιείται από τα νεότερα ρεύματα στον χώρο της ζωγραφικής. Και μέσα σ’ όλα αυτά μόνιμη πυροδότηση της καλλιτεχνικής του έκφρασης αποτελούν το τοπίο και το φως της πατρικής γης, τα μνημεία και η αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική της παράδοση.

   Από πολύ νωρίς ο Μόραλης δείχνει την προτίμησή του σε ορισμένα θέματα, μεταξύ των οποίων βρίσκεται η ανθρώπινη μορφή και ιδιαίτερα η γυναικεία, την οποία παρουσιάζει άλλοτε ντυμένη κι άλλοτε γυμνή. Η Άννα Τζάννες – Ξηρουχάκη (Οι Έλληνες ζωγράφοι, 20ος αιώνας, σ. 376, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1976) αναφέρει πως «Όλες οι γυναικείες μορφές που ζωγραφίζει είναι όμορφες, με πρόσωπο αόριστο και μακρινό, κοιτάζουν κατάματα όσους περιεργάζονται την ομορφιά τους ή στρέφουν στο πλάι περήφανα το κεφάλι τους με κάποια απροσδιόριστη μελαγχολία, αισθησιασμό και ατάραχη γαλήνη. Τις τοποθετεί σε φόντα μονόχρωμα ή σε κλειστά σκοτεινά δωμάτια, παραλλάζοντας κάθε φορά τη χρωματική κλίμακα και την τεχνική του. Η αδιάκοπη επιστροφή του στο θέμα αυτό δε γίνεται ποτέ με τον ίδιο τρόπο, αλλά κάθε φορά με απλουστευμένα και συνάμα τεχνικά πλουσιότερα εκφραστικά μέσα. Μέσα από τη συνεχή επανάληψη του ίδιου θέματος διακρίνεται ανάγλυφη η προσπάθεια του ζωγράφου για την κατάκτηση του ζωγραφικού του οράματος.»

  Αντιπροσωπευτικό έργο η «Έγκυος γυναίκα» (1948), όπου εικονίζεται η δεύτερη σύζυγός του. «Το πρόσωπό της έχει μια έκφραση γαλήνης και απροσδιόριστης προσμονής. Ακουμπά με απαλή, προστατευτική κίνηση το αριστερό της χέρι – άρτια ζωγραφισμένο – στην κοιλιά της, ενώ στο δεξί κρατά ένα μήλο – άραγε υπαινιγμός του ζωγράφου για το μυστήριο της ζωής; Χρησιμοποιεί κι εδώ τα αγαπημένα του χρώματα – το σκούρο μπλε του φορέματος, το πράσινο-μπλε του φόντου, το μαύρο των μαλλιών. Ο πίνακας φωτίζεται με το κόκκινο που έχει το ύφασμα πάνω στο τραπέζι, πίσω από την καθιστή γυναίκα. Το μήλο σε έντονο κίτρινο -ώχρα, σπάζει τη μονοτονία του σκούρου μπλε φορέματος. Πάνω στο μικρό κρυστάλλινο ποτήρι ιριδίζει τα φως. Ο Μόραλης σε μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές του…» (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 377)

   Από το 1948 διαφαίνεται μια τάση αλλαγής στο έργο του. «Μέσα στους πίνακές του μπαίνουν δύο ή περισσότερες μορφές – γυναίκες συνήθως γυμνές ή ελαφρά ντυμένες, πλάσματα εξαϋλωμένα που «μιλούν» όχι πια με την έκφρασή τους ή τα χρώματα αλλά με μια συγκρατημένη – λανθάνουσα – κίνηση, που διασπά τη μετωπικότητα των προηγούμενων έργων του και που μεταφέρει με λυρισμό πάνω στο πανί τη χαρά ή τη θλίψη, το πάθος, την αναπόληση και τη γαλήνη.» (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 377)

   Το 1951 ο Μόραλης παρουσιάζει στην Πανελλήνια Έκθεση Ζωγραφικής στο Ζάππειο πίνακα με τον τίτλο «Μορφή» σε μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό. Την ιδέα του συνέλαβε τυχαία, όταν η κοπέλα που χρησίμευε  ως μοντέλο, κάθισε να ξεκουραστεί. Τα  χρώματα που κυριαρχούν είναι το μπλε για το φόντο, το μαύρο για το φόρεμα και τα μαλλιά και το υπόλευκο για τα γυμνά μέρη του σώματος. Η μορφή προβάλλεται απόμακρη, γαλήνια και θυμίζει έντονα κλασικές επιτύμβιες στήλες συνδέοντας άμεσα την τέχνη του Μόραλη με τα Αττικά Επιτύμβια.

   Το 1958 πήρε μέρος με τον Γιάννη Τσαρούχη στη Διεθνή Έκθεση Ζωγραφικής Μπιεννάλε της Βενετίας, όπου απέσπασαν σημαντικότατους επαίνους. Ο γνωστός Ιταλός αρχιτέκτων, τεχνοκριτικός και εκδότης Τζίο Πόντι τους κατέταξε σε κείνους που «ξέρουν να απεικονίζουν την ανθρώπινη μορφή […].  Και αισθάνονται παράφορη ευδαιμονία με το να απολαμβάνουν με ζωική χαρά τη δυνατότητα να την αναπαριστούν αυτήν τη μορφή σε όλες της τις δραστηριότητες και στις δυσκολοαπόδοτες φευγαλέες εκφράσεις της φυσιογνωμίας της και να την εξατομικεύουν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της σε περιγράμματα ακριβή και συνθετικά. […] Να υφίστανται την έλξη της. Να την απεικονίζουν βλέποντας σ’ αυτή την απεικόνιση, σ’ αυτή την προσωπογράφηση σαν ακρότατο όριο της έκφρασης της ανθρωπότητας, την ανθρώπινη ιστορία της αλλά και την ιστορία του εαυτού μας που περιγράφεται συγχρόνως.» (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 378)  

   Χαρακτηριστικό έργο αυτής της συμμετοχής του είναι η «Σύνθεση» (1958), όπου απεικονίζονται τρεις απόκοσμες και γαλήνιες γυναικείες μορφές.  Στον πίνακα κυριαρχεί η εναλλαγή των θερμών χρωμάτων του φόντου με τα ψυχρά των σωμάτων, τονίζοντας έτσι τη «μαρμάρινη» σχεδόν παγερότητα της λευκής σάρκας.

   Το 1963 ο Μόραλης παρουσιάζει στα εγκαίνια του ξενοδοχείου «Χίλτον» πρόσφατη ζωγραφική του δουλειά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι πίνακες με τον γενικότερο τίτλο «Επιτύμβια Σύνθεσις – Α, Β, Γ, Δ, Ε και Ζ», στους οποίους αναπαριστά σε διάφορα στάδια επεξεργασίας του σχεδίου, το ίδιο θέμα: Μια γυμνή γυναικεία μορφή, μισοξαπλωμένη στην ίδια στάση ανάπαυσης και πίσω της μια άλλη γυναίκα, ωριμότερη ίσως, σχεδόν μυστηριώδης, με χωρισμένα στη μέση του κεφαλιού τα μαλλιά, μισοκρυμμένη πίσω από ένα κομμάτι υφάσματος που κρατά. Ίσως να είναι η μεταφορά σε σχήματα και χρώματα της πιο ιδανικής μορφής του έρωτα και του θανάτου, του σφάλματος και της αιδούς, της Άνοιξης και του Επιτύμβιου, του Επιτάφιου και της Ανάστασης. (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 380) Εκεί παρουσιάζει και τη διακοσμητική του σύνθεση για τον εξωτερικό τοίχο (626 τ.μ.) της ΒΔ πλευράς του  ξενοδοχείου, όπου «η «διήγηση» είναι: «Επάνω, δεξιά, οι δύο κεραίες είναι ο ήλιος, η αρχή. Από τον ήλιο σχηματίζονται όλα: η γραμμή του αετώματος, πάνω στο αέτωμα η Γλαυξ, αριστερά το χέρι της Αθηνάς που κρατάει τη Νίκη. Κατεβαίνουμε παρακάτω: αριστερά η Αθηνά με την ασπίδα της. Δίπλα στην Ασπίδα, ο βωμός και οι Κανηφόρες, δηλαδή η προσφορά προς τον ξένο. Παρακάτω, οι Αυλητρίδες, δηλαδή «η διασκέδαση». Κάτω είναι το άρμα που συμβολίζει το ταξίδι, όπως και η τριήρης παρακάτω. Αυτή είναι όλη η ιστορία. Είναι πάρα πολύ απλό και επιπλέον δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο που να είναι αντίγραφο από αρχαίο μοτίβο» http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=249614

   Το 1972, στην τρίτη ατομική του έκθεση στην γκαλερί «Ιόλα-Ζουμπουλάκη», παρουσιάζει μια σειρά έργων του, τα «Επιθαλάμια», στα οποία το στοιχείο της αφαίρεσης είναι πιο έντονο σε σχέση με το παρελθόν. Ο Μόραλης, αντλώντας από τη μακραίωνη ζωγραφική παράδοση του τόπου, σ’ αυτά τα έργα χρησιμοποιεί το λευκό, την ώχρα και το τεφρό-μαύρο χρώμα και αποδίδει τις μορφές με τεθλασμένες γραμμές ή αντίθετες καμπύλες και δεν τον ενδιαφέρει να αποδώσει με ακρίβεια το πρότυπο, αλλά μέσω της αφαίρεσης να δηλώσει την ουσία της κίνησης και του ρυθμού των μορφών. Ξεχωριστό έργο της έκθεσης το «Το κορίτσι που ζωγραφίζει» (1971), για το οποίο είχε ως μοντέλο μια μαθήτριά του. Ο ίδιος αφηγείται σχετικά: «Πήγα στο ατελιέ, έκανα το πρόχειρο σχέδιο του έργου, αλλά δεν είχα τελάρο τετράγωνο. Είχα δύο στενόμακρα, τα ένωσα και είπα: στο κάτω κάτω, είναι και πιο καλό αυτό. Γιατί; Δεν θέλεις να βλέπεις το έργο συνέχεια; Το κλείνεις και το ξανανοίγεις!» http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=115077

   Για την έκθεση αυτή ο φίλος του ποιητής Οδυσσέας Ελύτης έγραψε μεταξύ άλλων στον Κατάλογο της έκθεσης: «Μ’ ένα ολιγοψήφιο αλφάβητο στα χέρια του, όπου τα στοιχεία που επανέρχονται περισσότερο είναι οι δύο αντίθετες καμπύλες, η ώχρα και το μαύρο, επέτυχε ο Μόραλης να μετατρέψει την ομιλία των πραγμάτων σε οπτικό φαινόμενο, κατά τρόπο μοναδικό μέσα στη σύγχρονη Ελληνική τέχνη. Μια ορισμένη αυστηρότητα, φτασμένη μέσα του υποσυνείδητα, και που σίγουρα έχει την προέλευσή της στην Ηπειρωτική καταγωγή του, συναντήθηκε με μερικές από τις πιο απαιτητικές μετα-Σεζανικές Ευρωπαϊκές αναζητήσεις. […] Τα χρώματα της Αττικής γης και της Αίγινας, τα σώματα των νέων κοριτσιών, το φως ευγένειας, τα βλέπουμε στα τελευταία έργα του Μόραλη ν’ αναδύονται κάποτε με μιαν υγρασία θαλασσινή, σαν μεγεθυμένα θραύσματα από αρχαίες ληκύθους, ή σμικρυμένες νωπογραφίες τόπων λατρείας που χάθηκαν για πάντα. […]» (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 380) Ο Μόραλης υπηρέτησε τη ζωγραφική και μέσα από άλλους δρόμους, όπως το θέατρο. Για πρώτη φορά ασχολήθηκε μ’ αυτό το 1951 που φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για το μπαλέτο «Έξι λαϊκές ζωγραφιές», σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι, που παρουσίασε το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες συνεργασίες για μπαλέτα σε μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, αλλά και των Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννου Κόνταλυ και Holim El Dabh. Φυσικά, ιδιαίτερης σημασίας για τα πολιτιστικά πράγματα του τόπου ήταν η μακροχρόνια συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης και τον Κάρολο Κουν, αλλά και με το Εθνικό Θέατρο, όπου τα σκηνικά και τα κουστούμια του άφησαν εποχή.

   Σημαντική είναι, επίσης, η συνεισφορά του στον χώρο του βιβλίου, μια και πολλά εξ αυτών κοσμούνται με πίνακές του. Τη σφραγίδα του φέρουν τα έργα του Οδυσσέα Ελύτη «Έξι και μια τύψεις για τον ουρανό», «Άξιον εστί» και «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», του Μυριβήλη,… Ο Γιώργος Σεφέρης, επίσης, χαρακτήρισε τις δέκα συνθέσεις του Γιάννη Μόραλη, οι οποίες κοσμούν την έκδοσή του «Ποιήματα» (Ίκαρος, 1965), «Ζωγραφικά σχόλια στην ποίησή του», παρότι αρχικά άκουσε με δισταγμό την πρόταση του εκδότη να εικονογραφήσει ο Μόραλης τα ποιήματά του. Και σημειώνει, μεταξύ άλλων: «Έτυχε να με ρωτήσουν αν αυτές οι εικόνες είναι η σωστή ζωγραφική για τα ποιήματά μου. Ο επαρκής παρατηρητής εύκολα βλέπει πως δεν υπάρχει περιεχόμενο σ’ ένα τέτοιο ερώτημα. Η ερμηνεία του κάθε έργου είναι ερμηνεία του εαυτού μας, όχι εκείνου που το διαβάζει, το βλέπει ή το ακούει, θέλω να πω του εαυτού μας αν δεν του δώσουμε μιαν υπερβολικά στενόχωρη έννοια, αν την ονομάσουμε – έστω – τον «πρώτο μας εαυτό» κατά την διδασκαλία του Σικελιανού». (Οι Έλληνες ζωγράφοι, σ. 381-381)

   Ιδιαίτερα σημαντική για τα αποτελέσματά της ήταν και η συνεργασία του Γιάννη Μόραλη με αρχιτέκτονες, όπως ο Πρ. Βασιλειάδης, ο Σ. Στάικος, Γ. Μπόγδανος, Δ. Κουτσουδάκης, Ν. Χατζημιχάλης, Bent Ginnerup, Ν. Βαλσαμάκης, Α. Στραγάλης, Ε. Βουρέκας και άλλοι και φιλοτεχνεί για αρχιτεκτονήματά τους, όπως το «Χίλτον», που αναφέρθηκε πιο πάνω, το στέγαστρο στις καινούργιες αποβάθρες της Ακτής Καραϊσκάκη στον Πειραιά, το ξενοδοχείο «Grand Hotel» της Ρόδου, το ξενοδοχείο «Αμαλία» στους Δελφούς, σε καταστήματα της Τράπεζας της Ελλάδος, της Εθνικής Τράπεζας, της Citibank και της Τράπεζας Πειραιώς, στο εστιατόριο Διόνυσος στου Φιλοπάππου, στη Σχολή Μωραΐτη, στο Δημαρχείο Αθηνών, στο Σταθμό Πανεπιστήμιο του Μετρό και άλλα.

   Αγαπητοί φίλοι. Ο ζωγράφος, γλύπτης και σκηνογράφος Γιάννης Μόραλης, πέθανε στα 93 του χρόνια και κηδεύτηκε σε στενό οικογενειακό κύκλο, όπως είχε ζητήσει, έχοντας σφραγίσει με την πορεία του τη νεοελληνική ζωγραφική. Κατά τη μακρά και πλούσια ζωή του τιμήθηκε με πολλά βραβεία και επαίνους, μεταξύ άλλων το μετάλλιο του Ταξιάρχη του Φοίνικα, το Αριστείο Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής κ.ά. Το 1988 η Εθνική Πινακοθήκη διοργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση, παρουσιάζοντας το σύνολο του έργου του.

   Ενάμιση χρόνο μετά τον θάνατό του η Εθνική Πινακοθήκη του αφιέρωσε τιμητική έκθεση, όπου εκτέθηκαν αντιπροσωπευτικά έργα, ζωγραφικά, σχέδια και χαρακτικά από έξι δημιουργικές περιόδους της γόνιμης πορείας του (1930-1980), τα οποία προέρχονται από τη γενναία δωρεά του καλλιτέχνη με 113 έργα προς την Εθνική Πινακοθήκη. Την έκανε το 1988, μετά το πέρας της πρώτης αναδρομικής παρουσίασης της δουλειάς του στο Ίδρυμα. Η έκθεση συμπληρώθηκε από 20 μεταγενέστερα της δωρεάς του έργα, από ιδιωτικές συλλογές, τα οποία αντιπροσωπεύουν την τελευταία, γεωμετρική, πιο αφαιρετική περίοδό του.

   Σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Έθνος» (26-4-2011) για την έκθεση (http://www.ethnos.gr/politismos/arthro/o_moralis_proteinei_morali-62977080/) αναφέρεται η εκτίμηση της διευθύντριας Πινακοθήκης Μαρίνας Λαμπράκη - Πλάκα πως «Από νωρίς ο Μόραλης είχε αποφασίσει να κρατήσει τα καλύτερα έργα του και να τα χαρίσει στην Εθνική Πινακοθήκη» και πως συνειδητοποίησε «το γιατί, όταν του είχε πάρει συνέντευξη μέσα στην αναδρομική έκθεση του ’88, στην οποία σχολίαζε κυρίως εκείνα τα έργα που θα δώριζε μετά στην Εθνική Πινακοθήκη».

   Αγαπητοί φίλοι. Αν υποστηρίξει κάποιος πως μπορεί να παρουσιάσει μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας το έργο του Γιάννη Μόραλη, προφανώς πλανάται. Όσο με αφορά, προσπάθησα να σας δώσω, μέσω της εισήγησής μου και των διαφανειών, μια ιδέα γι’ αυτό. Ίσως, μάλιστα, τούτη η βραδιά γίνει αφορμή να εντρυφήσουμε περισσότερο στην προσωπικότητα και το έργο του καλλιτέχνη κι ίσως, ποιος ξέρει, να δούμε αθέατες πλευρές του εαυτού μας.  Σημασία έχει πως τούτη η χρονιά προσφέρει την αφορμή να τον γνωρίσουμε και να τον τιμήσουμε. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος μ’ αυτή την αφιερωμένη σ’ αυτόν εκδήλωση, άλλοι με παρόμοιους ή άλλους τρόπους. Όσο με αφορά, πέραν της αποψινής ομιλίας μου, όταν ο Δήμος Αρταίων ζήτησε στην ηλεκτρονική του σελίδα να προταθούν ονόματα για ονοματοδοσίες οδών και πλατειών του Δήμου, ένα από τα ονόματα που πρότεινα για τη Ροδαυγή ήταν και του Γιάννη Μόραλη. Δεν γνωρίζω, αν προκρίθηκε ή αν θα προκριθεί και μια οδός του χωριού μας θα φέρει στο εξής το όνομά του. Πάντως, κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα άξιζε τον κόπο, μια και οι ονοματοδοσίες αυτές έχουν να πουν και κάτι πιο βαθύ από το να δηλώνουμε ότι μένουμε στην τάδε οδό.

   Κι επειδή οι δικές μου κρίσεις για τον Γιάννη Μόραλη μπορεί να τεθούν υπό αμφισβήτηση, κλείνω διαβάζοντάς κάποιες του Μάνου Χατζιδάκι: «Ὁ Μόραλης τολμᾶ νά μήν ὑποταχθῆ στόν νέο ἀκαδημαϊσμό ἑνός κλάδου τῆς μοντέρνας τέχνης, πού τείνει διαρκῶς περισσότερο, ὄχι μόνο στήν κατάργηση τῆς ἀνθρώπινης μορφῆς, ἀλλά καί ὁποιασδήποτε ἀναγωγῆς στό φαινόμενο κόσμο. Μαζί μέ λαμπρούς καλλιτέχνες σ’ ὅλο τόν κόσμο, μένει συνεπής μέ τήν παράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ ἀνθρωπισμοῦ, πού ἐμψυχώνει τόσο ἕνα κυκλαδικό εἰδώλιο, ὅσο καί μιά μεταβυζαντινή εἰκόνα. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι τείνει σ’ ἕναν κόσμο ἰδανικό, στήν εὕρεση δηλαδή τοῦ μέτρου στό στοχασμό καί στό πάθος, ἀφήνοντας γιά ἄλλους τήν καταστροφή τοῦ ἄνθρώπου, τήν ἀπάνθρωπη ἐρημιά τῶν σεληνιακῶν τοπίων ἤ τῶν ἀναζητήσεων τῆς ἐπιτειδευμένης γραφῆς. Καί ὅμως ἡ τέχνη τοῦ Μόραλη δέν εἶναι λιγώτερο μοντέρνα, ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη, γιατί τά μέσα της εἶναι ταιριασμένα στήν κλίμακα τῆς σύγχρονης εὐαισθησίας καί γιατί ἐκφράζει ἕναν εἰδικό ψυχισμό τοῦ καιροῦ μας: τήν πικρή αἴσθηση τῆς φθορᾶς, τήν ρέμβη τοῦ θανάτου! Καί εἶναι ἑλληνική ἡ τέχνη αὐτή, ὄχι μόνο γιατί δένεται μέ ἀδιόρατα ἀλλά βέβαια νήματα μέ τήν ἑλληνική παράδοση, ἀλλά καί γιατί ἐκφράζει σέ ὑψηλή ποιότητα ἕνα οὐσιαστικό αἴτημα τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς Τέχνης: νά ἐκφράσει μέ σύμβολα τόν βαθύτερο καημό τοῦ γένους, τήν ἥρεμη καρτερία τοῦ θανάτου, τήν λιτή προσφορά τῆς φρυγμένης γῆς…». (Μ. Χατζιδάκις, «Ζυγός», τ. 80, Ιούλιος 1962).

Πηγές

Οι Έλληνες Ζωγράφοι, τ. 2, 20ος αιώνας, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1988, σ. 370-407.

http://www.tanea.gr/news/nsin/article/4552063/?iid=2

http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=306581

https://forumprevezas.wordpress.com/2010/01/22/%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CE%BC%CF%8C%CF%81%CE%B1%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%B2%CE%B9%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%AF%CF%89%CE%BC%CE%B1/

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=274620

http://www.alterthess.gr/content/ta-gymna-toy-gianni-morali

http://www.ethnos.gr/politismos/arthro/o_moralis_proteinei_morali-62977080/ 

https://paletaart.wordpress.com/2012/07/12/%CE%BC%CF%8C%CF%81%CE%B1%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82-yiannis-moralis-1916-2009/#jp-carousel-3687

Σχετική ανάρτηση: http://rodavgiartas.blogspot.gr/2016/08/blog-post_38.html#more