|
|
|
|
|
|
Ομιλία της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
«Το παραδοσιακό παιχνίδι από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα»
Παρουσίαση προγράμματος: «Λαϊκά παραδοσιακά παιχνίδια - Ελληνικά, Αλβανικά, Βαλκανίων - Ομοιότητες - Διαφορές», 16ο Γυμνάσιο Πάτρας, 14-5-2007
Το παιχνίδι στην καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων
Σήμερα, εποχή που τα παιδιά παίζουν λιγότερο από άλλες εποχές, πολλοί ίσως θα παραξενεύονταν που ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, ο Πλάτωνας, συμβούλευε τους γονείς να αφήνουν τα παιδιά να παίζουν, γιατί μ’ αυτό τον τρόπο θα προετοιμάζονταν οι αυριανοί πολίτες. Ο Πλάτωνας, βέβαια, απευθύνονταν στην αρχαία ελληνική κοινωνία, η οποία είχε σε μεγάλη εκτίμηση τα παιχνίδια και δεν θα υπερβάλλαμε αν λέγαμε πως τα κάθε είδους παιχνίδια ταυτίζονταν με την ψυχαγωγία και μέσω αυτής επιτελούσαν και κοινωνικό ρόλο. Τα μικρά παιδιά παίζοντας συμμετείχαν στα κοινά και έπαιρναν αποφάσεις· μάθαιναν να υπακούν στους κανόνες των παιχνιδιών, να αναλαμβάνουν ηγετικές πρωτοβουλίες και να αναγνωρίζουν τον ηγέτη, να αποδέχονται τη νίκη ή την ήττα, να συνεργάζονται, να κρίνουν τον εαυτό τους και τους άλλους, να εμπιστεύονται το συμπαίκτη τους, να εναλλάσσουν ρόλους. Έτσι, τα παιδιά μακριά από την κηδεμονία των γονιών τους - μην ξεχνάμε ότι το παιδί ό, τι απορρίπτει στην οικογένειά του το αποδέχεται στο παιχνίδι - ενεργούσαν ελεύθερα, τολμούσαν και οικοδομούσαν πολλές πλευρές της προσωπικότητάς τους και ετοιμάζονταν για το μέλλον.
Το παιχνίδι στην αρχαία ελληνική κοινωνία είχε ιδιαίτερη σημασία και για τους εφήβους. Οι έφηβοι έπαιζαν παιχνίδια κυρίως ομαδικά που καλλιεργούσαν την ευγενή άμιλλα μεταξύ τους και ασκούσαν το σώμα. Ουσιαστικά πρόκειται για εκείνη την περίοδο της ζωής τους που αθλούνταν στις παλαίστρες και τα γυμναστήρια και προετοιμάζονταν για το ρόλο του ενεργού πολίτη.
Όσο για τους ενήλικες, αυτοί συνέχιζαν να εκπαιδεύονται ψυχαγωγούμενοι με διάφορες συγκεντρώσεις στα κάθε είδους συμπόσια. Τα συμπόσια που σχετίζονται με το θέμα μας είναι αυτά τα οποία λειτουργούσαν με συγκεκριμένους κανόνες που κανείς δεν μπορούσε να τους παραβεί και στα οποία διεξάγονταν συζητήσεις γενικού ενδιαφέροντος και παίζονταν διάφορα επιτραπέζια ή πνευματικά παιχνίδια. Τέτοια παιχνίδια ήταν αυτά που παίζονταν με πεσσούς, δηλαδή πιόνια, και αυτά που παίζονταν με κύβους, δηλαδή ζάρια. Δύο τέτοια παιχνίδια που παίζονται με ιδιαίτερο ζήλο και σήμερα, είναι το σκάκι, που είναι απόγονος του παιχνιδιού πόλεις ή χώρας παίζειν, και το τάβλι που είναι απόγονος του παιχνιδιού κυβευτική τηλία. Αξίζει να σημειωθεί πως τα παιχνίδια που παίζονταν με πεσσούς-πιόνια εξυμνούνταν και θεωρούνταν ισάξια των μαθηματικών και της γεωμετρίας, ενώ τα παιχνίδια που παίζονταν με κύβους-ζάρια θεωρούνταν παιχνίδια δεξιοτεχνίας και δεν ήταν καθόλου θέμα τύχης η νίκη στο παιχνίδι.
Τα παιχνίδια στην ελληνική τέχνη
Μετά από όσα είπαμε για τη θέση που είχε το παιχνίδι στην καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων, θα ήταν παράλειψή μας να μην κάνουμε κάποια αναφορά στην αποτύπωση των παιχνιδιών στην τέχνη, κι αυτό γιατί, αν δεν είχαν διασωθεί έργα τέχνης που να απεικονίζουν παιχνίδια, οι γνώσεις μας γύρω απ’ αυτά θα ήταν εξαιρετικά ελλιπείς. Το ότι μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις, εδώ ισχύει σε μεγάλο βαθμό, γιατί μας επιτρέπει να έχουμε την εικαστική αποτύπωση πολλών παιχνιδιών από την οποία αντλούμε πολλές πληροφορίες. Υπάρχουν παιχνίδια για τα οποία δεν έχουμε καμιά πληροφορία από γραπτές πηγές και το μόνο σημάδι ύπαρξής τους είναι κάποιο παιχνίδι που βρέθηκε κυρίως μέσα σε παιδικούς τάφους ή κάποια αποτύπωσή του σε κάποιο αγγείο. Ως παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε ένα πασίγνωστο παιχνίδι, το γιο γιο. Η μόνη πληροφορία που έχουμε γι’ αυτό το παιχνίδι είναι από μια παράστασή του σε ερυθρόμορφο κύπελο του 5ου αι. π.Χ. και δεν ξέρουμε ούτε ποιο είναι το αρχαίο του όνομα, ούτε κάτι άλλο που να αφορά την ταυτότητά του. Είναι όμως ένα παιχνίδι που το έχει κατασκευάσει η σύγχρονη βιομηχανία, παίζουν μ’ αυτό τα παιδιά σε πολλές χώρες του κόσμου και ελάχιστα ίσως γνωρίζουν κάτι για την ιστορία του.
Ο τομέας της τέχνης που μας έδωσε τις περισσότερες πληροφορίες για τα παιχνίδια είναι η αγγειογραφία, αλλά πολλές πληροφορίες έχουμε επίσης από τη γλυπτική, τις τοιχογραφίες, τα ψηφιδωτά και τα ανάγλυφα από ποικίλα υλικά. Οι εικαστικές αναπαραστάσεις παιχνιδιών που σώζονται, προέρχονται από την ελληνική/ ελληνιστική περίοδο, ενώ κατά τη βυζαντινή περίοδο οι καλλιτέχνες απεικόνιζαν κυρίως θρησκευτικά θέματα και θέματα τέτοιου είδους είναι σχεδόν απόντα.
Η διαχρονικότητα των παιχνιδιών
Ερχόμενοι στο σήμερα, εκείνο που μπορεί πραγματικά να μας εντυπωσιάσει, είναι η διαχρονικότητα των παιχνιδιών, αφού οι αναφορές σ’ αυτά ξεκινούν από την ελληνική μυθολογία, συνεχίζονται με ύπαρξη της αιώρας και του άβακα στη μινωική Κρήτη, με πληροφορίες από τον Όμηρο και την κλασική εποχή, περνούν απ’ το Βυζάντιο και καταλήγουν στις γειτονιές και τις αλάνες που πολλά ελληνόπουλα τα παίζουν ακόμα σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ελάχιστες πληροφορίες για τα παιχνίδια στο Βυζάντιο. Όσα γνωρίζουμε προέρχονται κυρίως από νόμους και διατάγματα τα οποία είχαν εκδοθεί για να απαγορεύσουν τα τυχερά παιχνίδια ή από άλλες διάσπαρτες αναφορές σε καθημερινές εκδηλώσεις που παίζονταν κάποια παιχνίδια. Βέβαια, στο Βυζάντιο απαγορεύονταν όσα παιχνίδια ήταν αντίθετα με το πνεύμα του χριστιανισμού, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν παίζονταν, αφού αυτά κυρίως είχαν μεγάλη απήχηση στο λαό και με αυτό τον τρόπο μέσω του Βυζαντίου έφτασαν ως εμάς. Στα νεότερα χρόνια, αρκετοί ερευνητές κατέγραψαν παραδοσιακά παιχνίδια, άλλοι του τόπου τους κι άλλοι πολλών περιοχών της Ελλάδας, και αρκετοί συνεχίζουν να καταγράφουν ακόμα και σήμερα, εκείνος όμως που προσέφερε πολλά για την πιστοποίηση της διαχρονικότητας του παιχνιδιού στη χώρα μας είναι ο Φαίδων Κουκουλές, καθώς επίσης και ο Χρήστος Δ. Λάζος, ο οποίος κατέγραψε με ιδιαίτερα επιστημονικό τρόπο τα αρχαία ελληνικά και βυζαντινά παιχνίδια.
Πολλά αρχαιοελληνικά παιχνίδια, μπορεί κανείς να τα αναγνωρίσει στα παιχνίδια που παίζουν και σήμερα τα παιδιά στη χώρα μας, μόνο που, όπως κι εμείς όταν παίζαμε, τα περισσότερα από τα παιδιά, εκτός από τους κανόνες, δε γνωρίζουν πολλά πράγματα για την ιστορία των παιχνιδιών. Ποιος ήξερε αλήθεια από τη δική μας γενιά, όταν έδενε το πόδι της χρυσόμυγας με λεπτή κλωστή και την αμολούσε να πετάξει πως έπαιζε την αρχαία μηλολόνθη; ή ποιος ήξερε όταν έπαιρνε το στεφάνι από κάποιο βαρέλι και το κυλούσε ότι έπαιζε την αρχαία κρικηλασία; Ποιο παιδί σήμερα ξέρει ότι, όταν ήταν μικρό και καβαλούσε σαν αλογάκι ένα ξύλο, έπαιζε το αρχαίο παιχνίδι κάλαμον επιβαίνειν; ή ποιο παιδί ξέρει όταν παίζει το δημοφιλές κρυφτό ότι παίζει την αρχαία αποδιδρασκίνδα; Το πιθανότερο κανένα. Σημασία έχει πως αυτά τα πασίγνωστα παιχνίδια και πολλά άλλα που έρχονται από τα πολύ παλιά χρόνια, άλλοτε παίζονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο ή με μικρές παραλλαγές, άλλοτε διατηρούν την ίδια ακριβώς αρχαία ονομασία ή τους έχουν δώσει διαφορετική, αλλά τα παίζουν με τον ίδιο τρόπο.
Το παραδοσιακό παιχνίδι σήμερα
Όπως προαναφέραμε, πολλά αρχαιοελληνικά παιχνίδια, που συνηθίζουμε να τα λέμε παραδοσιακά για να τα διαφοροποιήσουμε από αυτά που παράγει η σύγχρονη βιομηχανία, παίζονται ακόμα σήμερα σε πολλές περιοχές της χώρας μας. Το ζήτημα είναι, αν η αλλαγή του τρόπου ζωής και η μετακίνηση πολλών ανθρώπων στις πόλεις θα επηρεάσει την επιβίωση αυτών των παιχνιδιών στο χρόνο. Η αλήθεια είναι ότι τα παραδοσιακά παιχνίδια σήμερα, τα ανταγωνίζονται σε μεγάλο βαθμό τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα πολύ εντυπωσιακά και πασίγνωστα videogames.
Ως γνώστες του αντικειμένου, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι αυτά τα παιχνίδια αποτελούν ένα συναρπαστικό και σύγχρονο μέσο ψυχαγωγίας. Η δυνατότητα να παίζεις μόνος σου μπροστά σε μια οθόνη, η γοητεία της τρισδιάστατης πολύχρωμης και γρήγορα εναλλασσόμενης εικόνας, το πλούσιο σκηνικό, η έντονη δράση, η ευκαιρία να μετέχεις στα διαδραματιζόμενα πατώντας μόνο κάποιο πλήκτρο, είναι λίγες μόνο από τις ιδιότητές τους που τα καθιστούν ελκυστικά. Τα παιδιά παίζουν πράγματι με συναρπαστικά στη σύλληψή τους παιχνίδια, με τη διαφορά ότι αυτά τα παιχνίδια τα κρατούν ακίνητα κι αμίλητα για ώρες μπροστά σε μια οθόνη, μόνα με τους εικονικούς ήρωες που πολλές φορές με τις ενέργειές τους οι οποίες είναι προγραμματισμένες και οι δυνατότητες επιλογής του παίκτη προκαθορισμένες, δε δίνουν δημιουργική διέξοδο στη σκέψη και τα συναισθήματα των χειριστών τους. Έτσι, τα παιδιά απομονωμένα, αφού οι γονείς για βιοποριστικούς και όχι μόνο λόγους λείπουν πολύ από το σπίτι, έχουν ως συντροφιά για πολλές ώρες μια εικονική πραγματικότητα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, το παραδοσιακό παιχνίδι έχει ισχυρό ανταγωνιστή. Ίσως, όμως, δεν αποδειχθεί τόσο ισχυρός στο χρόνο, επειδή το παραδοσιακό παιχνίδι έχει περισσότερα στοιχεία που σχετίζονται με την ίδια τη φύση των παιδιών. Πόσα παιδιά, αν είχαν να επιλέξουν ανάμεσα στην οθόνη των videogames και τη συντροφιά και τα παιχνίδια με φίλους τους έξω ή ακόμα και μέσα στο σπίτι, θα επέλεγαν τα videogames; Πιστεύουμε ελάχιστα. Τα παιδιά είναι έτοιμα ανά πάσα στιγμή για παιγνίδι. Το μόνο που μένει είναι να τους δώσουμε τη δυνατότητα να παίζουν. Αυτό μπορεί να γίνει, αν ένα μέρος της διαπαιδαγώγησής τους προέλθει από την επαφή τους με το παραδοσιακό παιχνίδι, διότι θα δώσει τη δυνατότητα στα παιδιά που μένουν για πολύ χρόνο εγκλωβισμένα μέσα στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών να βγουν στον έξω χώρο, να απομακρυνθούν από τη συνεχή κηδεμονία των γονέων, να ξεφύγουν, έστω και για λίγο, από την οθόνη της τηλεόρασης ή των videogames, να δραστηριοποιηθούν σωματικά και ψυχικά, να ψυχαγωγηθούν, να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις με συνομηλίκους τους και να κάνουν σκανταλιές μαζί τους, να αναπτύξουν το πνεύμα της συνεργασίας και της άμιλλας, να μάθουν να λειτουργούν ως ομάδα, να συνάψουν φιλίες και να παίξουν. Θα είναι πραγματικά μια ευκαιρία για τα παιδιά να νιώσουν ελεύθερα, να κινητοποιήσουν τη σκέψη και τη φαντασία τους, να εκδηλώσουν τον αυθορμητισμό και τα συναισθήματά τους, να σταματήσουν να ζουν μια ζωή που θυμίζει τη ζωή των μεγάλων σε μικρογραφία και να βιώσουν την παιδικότητά τους. Γιατί ένα παιδί που δε βιώνει την παιδικότητά του δεν μπορεί να είναι ένας συγκροτημένος και εν τέλει ένας ευτυχισμένος ενήλικας.
Με τις παραπάνω διαπιστώσεις δε θέλουμε να υπερασπιστούμε ή να κατακρίνουμε κάποια κατηγορία παιχνιδιών. Οι διαφορές άλλωστε είναι προφανείς. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι οι γονείς και το σχολείο που έχουν την κύρια ευθύνη της αγωγής των παιδιών, αλλά και τα ίδια τα παιδιά, στο μέτρο που μπορούν, να δουν τα υπέρ και τα κατά και να επιλέξουν αυτό που είναι πιο χρήσιμο. Η άκριτη αποδοχή του καινούργιου, που στην περίπτωσή μας εκπροσωπείται από τα videogames, καθώς και η παντελής απόρριψη του παλιού, που εκπροσωπείται από τα παραδοσιακά παιχνίδια, είναι κακός οδηγός. Το μέτρο θα πρόσφερε τα καλύτερα, διότι το παιδί από τη μια πρέπει να αισθάνεται ότι ζει στην εποχή του, αλλά από την άλλη δεν πρέπει από άγνοια να αποκόβεται από το παρελθόν του τόπου του, του οποίου ένα πολύ σημαντικό τμήμα είναι αυτό του παιχνιδιού.
Η σημερινή εκδήλωση, η οποία είναι αφιερωμένη στο παραδοσιακό παιχνίδι, αποδεικνύει ότι υπάρχουν στη χώρα μας άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν απλά αντιληφθεί το ζήτημα, αλλά το έχουν δει στην ουσία του. Από τη μεριά μου θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τους συναδέλφους που με προσκάλεσαν να μιλήσω για ένα αγαπημένο θέμα, το οποίο όμως δεν εξαντλείται στα χρονικά όρια μιας εισήγησης, και να τους συγχαρώ για την πρωτοβουλία τους να ευαισθητοποιήσουν τους μαθητές τους σχετικά με τα παραδοσιακά παιχνίδια. Γιατί τα παραδοσιακά παιχνίδια μαζί με τόσα άλλα πολύτιμα στοιχεία που συνθέτουν την παράδοση του τόπου μας μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό στήριγμα στη διαπαιδαγώγηση και την ψυχική συγκρότηση των παιδιών μας. Πιστεύουμε, επίσης, πως η κοινωνία, αξίζει να ενστερνιστεί εν ονόματι της ψυχοσωματικής υγείας των παιδιών της εποχής μας τη μεταπλασμένη ρήση: «Παίζω, άρα υπάρχω!» που, όταν τη διαβάσαμε σ’ ένα περιοδικό, σκεφτήκαμε ότι εκφράζει περισσότερο από κάθε τι άλλο αυτό που κυρίως έχουν ανάγκη τα παιδιά για να αναπτυχθούν και που δεν είναι άλλο από το παιχνίδι. Γιατί το παιχνίδι, και ιδιαίτερα το παραδοσιακό παιχνίδι, είναι αυτό που κυρίως μυεί τα παιδιά στα μυστικά και το μυστήριο της ζωής. Εξάλλου, πολλοί υποστηρίζουν ότι η ίδια η ζωή είναι ένα μεγάλο παιχνίδι που ίσως ζούμε για να ανακαλύπτουμε τους κανόνες του και που, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο πιο καλά το μαθαίνουμε, μολονότι άλλοτε κερδίζουμε κι άλλοτε χάνουμε, αφού κάθε μέρα παίζουμε κι ένα διαφορετικό γύρο.