|
|
|
|
|
|
Ταξιδιωτικό της Παναγιώτας Π. Λάμπρη
Στο πανηγύρι της Φτέρης, (4-9-2016)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Ο Άραχθος», αρ. φύλλου 195, Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2016, σ. 3
Ανήμερα της Αγίας Παρασκευής είπαμε να γιορτάσουμε, όπως παλιά. Όπως παλιά, που λέει ο λόγος. Γιατί τούτος ο πηγαιμός στη Φτέρη, εκτός από τον τόπο, τον ναό και κάποιους ανθρώπους, σε τίποτα δεν θύμιζε εκείνον τον πάνδημο σχεδόν πηγαιμό των κατοίκων της Ροδαυγής, της αλλοτινής Νησίστας Νέας Ελλάδος, στην αντίπερα του Αράχθου όχθη. Όχι, δεν περιφρονούσαν τον δικό τους ναό που γιόρταζε την ίδια μέρα! Απλά υπάκουαν σε συνήθεια, η οποία τηρούνταν από γενιά σε γενιά, θυμίζοντας την ιστορία του τόπου και των ανθρώπων του.
Φτάσαμε με την απόλυση της εκκλησιάς και οι περισσότεροι από τους μετέχοντες στο γιορτασμό είχαν πιάσει κιόλας τραπέζι. Ένα ευχάριστο συναπάντημα με χαιρετισμούς, ευχές και φιλιά εξελίσσονταν μπροστά στον ναό κάτω από τον ίσκιο του παχύφυλλου πλάτανου. Τα καφεδάκια μοσχοβολούσαν, η κνίσα από τα ψηνόμενα κρέατα γαργαλούσε προκλητικά τα ρουθούνια των παρευρισκομένων κι ένιωθες πως σε λίγο, αν και νωρίς, θ’ άρχιζε η ευωχία συνοδευμένη κατά το έθιμο με ήχους παραδοσιακής μουσικής.
Μετά το χρέος μας στην Αγία, αναζητήσαμε κι εμείς καθίσματα και τραπέζι σε σημείο που για ώρα θα καλύπτονταν από σκιά. Σε ημερήσιο πανηγύρι θα μετείχαμε! Ο ίσκιος ήταν απαραίτητος στην καρδιά του καλοκαιριού! Πόσο μάλλον που, λίγο μετά το καφεδάκι και το δροσερό νερό, θα γευόμασταν δροσερή μπύρα, καλοψημένο κρέας και ποιος ξέρει, μπορεί να φέρναμε και καμιά γύρα χορό!
Άγνωστοι στους πολλούς, προσελκύσαμε τα βλέμματα. Το αναπόφευκτο αντάμωμα των ματιών -τι ευτυχία!- μας έδωσε τη χαρά της επικοινωνίας με συγγενείς και γνωστούς! Ακολούθησαν καλωσορίσματα, προσηνή αγκαλιάσματα, ευχές, ευχάριστες φλυαρίες, κεράσματα! Κι ετούτο το συναπάντημα είχε κάτι από τη γλύκα της παλιάς, στερημένης σε υλικά μέσα ζωής, που όμως πλούτο περισσό σε αισθήματα και έκφραση ζωής ήταν. Νοσταλγίας λόγια; Ίσως! Ο απόηχος, όμως, αυτός είναι!
Όσο πίναμε με τον σύντροφό μου καφεδάκι, το βλέμμα προσέλκυσαν πάλι τα λιθανάγλυφα στην είσοδο του ναού της Αγίας Παρασκευής, στα οποία είχα σταθεί κοιτώντας τα για λίγο κατά την είσοδό μας σ’ αυτόν. Λαξευμένα από τεχνίτες πελεκάνους, έγιναν η αφορμή να επιστρέψω για ενδελεχέστερη θέασή τους, αλλά και για να παρατηρήσω με περισσότερη προσοχή το εξωτερικό και το εσωτερικό του ναού. Στη συνέχεια όλα τούτα με οδήγησαν σε ντόπιους ηλικιωμένους, από τους οποίους άντλησα χρήσιμες πληροφορίες. Το συγκεντρωμένο υλικό, αν και εκτενές για τούτη την καταγραφή, έχει να μας διδάξει πολλά, τόσο για τη σπουδαιότητα της λαϊκής τέχνης, η οποία έρχεται από χρόνο μακρινό, όσο και για τη σημασία της ορθής συντήρησης μνημείων, όπως ο ναός της Αγίας Παρασκευής.
Τα λιθανάγλυφα, λοιπόν, ευρισκόμενα εκατέρωθεν της κύριας εισόδου του ναού, άλλα είναι ευδιάκριτα κι άλλα έχουν υποστεί τη φθορά του πανδαμάτορα χρόνου. Απεικονίζουν τροχούς-ρόδακες, λέοντες -φύλακες του ναού- και ιδιότυπα δέντρα με καρπούς, των οποίων η κορυφή καταλήγει σε σταυρό, όλα σύμβολα με πανάρχαιους συμβολισμούς και με έντονη παρουσία στη λαϊκή παράδοση και τα δημοτικά τραγούδια. Στο κραταιό μονόλιθο υπέρθυρο της κεντρικής θύρας υπήρχε ανάγλυφη επιγραφή, κατά πάσα πιθανότητα κτητορική, στην οποία διακρίνονται ελάχιστα γράμματα και αριθμοί, όπου θα αναφέρονταν, ίσως, και ο χρόνος ίδρυσης του ναού, για τον οποίο οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες, αφού αναφέρεται ως τέτοιος το 1888 και το 1908. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλες, όπως γίνεται συνήθως, όταν δεν σώζεται ακριβής καταγραφή κι ο καθένας βασίζεται στην προφορική παράδοση.
Ενδιαφέρον έχει η ανάγλυφη εικόνα της Αγίας Παρασκευής, καινούργια, η οποία μπήκε στη θέση της αρχικής και βρίσκεται πάνω από το προαναφερθέν υπέρθυρο, μετά την παρεμβολή μιας σειράς ογκωδών λίθων και ενός μικρότερου μονόλιθου. Όλα αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη είναι ενταγμένα στο αναπτυσσόμενο προς τα πάνω και ενσωματωμένο στο ναό κωδωνοστάσιο. Σ’ αυτό, στο τμήμα που προεξέχει της στέγης του ναού, υπάρχουν δύο ζώνες. Στην κάτω διακρίνονται δύο τυφλά τόξα και στο πάνω ένα ανοιχτό τόξο που στην κορυφή κρέμεται η καμπάνα, της οποίας η σιδερένια αλυσίδα έχει προκαλέσει φθορές στην πρόσοψη του κωδωνοστασίου μέχρι χαμηλά στο υπέρθυρο της κύριας εισόδου του ναού. Ο Χαρίλαος Μπαλαούρας, μάλιστα, μου ανέφερε πως οι μαθητές του παρακείμενου μονοτάξιου Δημοτικού Σχολείου, στο οποίο δεν ακούγονται πια παιδικές φωνές, οι μικροί μαθητές της εποχής του έτρεχαν με ζήλο να χτυπήσουν την καμπάνα, μια και το χτύπημά της σήμαινε την έναρξη του λυτρωτικού διαλείμματος, αλλά, φευ, και την έναρξη των μαθημάτων!
Σε ρυθμό βασιλικής, χτισμένος με σχιστολιθικούς λίθους ο ναός, πριν εισβάλλουν στη ζωή των κατοίκων τα βιομηχανικά κεραμίδια, και όχι μόνο, ήταν σκεπασμένος με σχιστολιθικές πλάκες. Η άναρχη εισβολή νέων τεχνικών και υλικών διακρίνεται και σ’ άλλα σημεία του, όπως για παράδειγμα στις δυο μεταλλικές θύρες, οι οποίες αντικατέστησαν τις ξύλινες, στον σταυρό του κωδωνοστασίου,... Παρά τις υφιστάμενες παρεμβάσεις, η γοητεία της λαϊκής αρχιτεκτονικής είναι κυρίαρχη, τόσο στους γωνιόλιθους και τα υπέρθυρα των παραθύρων, τα οποία αναπτύσσονται στο πάνω μέρος των τοίχων του ναού, όσο και στους σκαλιστούς γωνιόλιθους, οι οποίοι στηρίζουν τους γωνιακούς τοίχους του.
Ανατολικά, η κόγχη του Ιερού διατηρεί την από σχιστολιθικές πλάκες σκεπή του, ενώ ευχάριστη έκπληξη είναι τα τρία βαθουλωτά, με υπέροχο διάκοσμο, πορσελάνινα πινάκια, πάνω από τον υπάρχοντα φεγγίτη, στα οποία παρεμβλήθηκε παράταιρα ένας ηλεκτρικός λαμπτήρας, ο οποίος θα μπορούσε να μπει σ’ άλλο σημείο και να συνάδει με τον χώρο που φωτίζει. Όσο για το παρακείμενο μεγάφωνο, η εικόνα μιλάει μόνη της, δηλώνοντας πως, ίσως, ήρθε ο καιρός για πιο ήπιες και ουσιαστικές φωνές στον χώρο της Εκκλησίας, και όχι μόνο. Μπροστά στην κόγχη του Ιερού η προτομή του παπα-Ζώη μιλάει γι’ άλλους καιρούς και με τον τρόπο της διδάσκει.
Στο εσωτερικό του ναού, παρά τις εμφανείς παρεμβάσεις, ενδιαφέρον έχει το τέμπλο. Το βλέμμα έλκουν οι λευκοί κιονίσκοι με χρυσαφί κιονόκρανα ανάμεσα στις μεγάλες εικόνες του τέμπλου, η ζωγραφισμένη άμπελος λίγο πιο πάνω και η επίστεψή του, όπου κυριαρχούν, εκατέρωθεν του λευκόχρυσου σταυρού, ιδιότυποι λέοντες και δράκοντες καθώς και ιπτάμενα περιστέρια από το ράμφος των οποίων κρέμονται καντήλια.
Μετά από τούτη τη σύντομη περιήγηση στον ναό της Αγίας Παρασκευής, είναι βέβαιο πως θα μπορούσε να γραφεί μια ενδελεχής μελέτη γι’ αυτόν. Εγώ, αφού άρμεξα, όσα περισσότερα μπορούσα, με το βλέμμα και την ψυχή μου, επέστρεψα στη θέση μου, δηλαδή στο πανηγύρι, όπου απόλαυσα, απολαύσαμε, δροσερή μπύρα, νόστιμο ψητό κρέας και φυσικά χορό! Κι ένιωσα εκεί κάτω από τη δροσιά του πλατάνου και το ατέρμονο τραγούδισμα των τζιτζικιών, το οποίο καλύπτονταν πια από τον ήχο της μουσικής, πως τα ημερήσια πανηγύρια, ακόμα κι αυτά που δεν συγκεντρώνουν πολύ κόσμο, κουβαλούν αρώματα παλιά κι εκλεκτικά, τα οποία μας συνδέουν όπως ο ομφάλιος λώρος με την πολιτιστική μας μήτρα. Με κείνες δηλαδή τις αρχαίες γιορτές που γίνονταν προς τιμήν άλλων θεών, των θεών των προγόνων μας, στις αυλές των ναών τους! Κι εκεί ψήνονταν κρέατα, γίνονταν ευωχίες και στήνονταν χοροί! Έτσι, οι άνθρωποι, θνητοί και λιγοζώητοι, μεταλάβαιναν λίγη από τη θεϊκή αθανασία!
Μείναμε μέχρι το τέλος τούτου του πανηγυριού! Κι ένιωσα πως με συνεπήρε η δύναμη των προγόνων που έφταναν ως εδώ κάθε χρόνο την ίδια μέρα, για να μετάσχουν στη γιορτή και ν’ αγγίξουν με τη φτέρνα τους την αρχέγονη γη, χορεύοντας τους πανάρχαιους κύκλιους χορούς. Έναν τέτοιο χόρεψα κι εγώ. «Τα μάγια»! Ήταν αυτός που χόρευε η μάνα μου!