|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Ελληνικά και Eurovision, (3-6-2010)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Αμβρακία», 7-6-10, σ. 6
Κάθε χρόνο που επιλέγεται το τραγούδι που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο μουσικό διαγωνισμό της Eurovision έρχεται και ξανάρχεται στη συζήτηση το ίδιο θέμα: το τραγούδι που θα εκπροσωπήσει τη χώρα μας θα είναι γραμμένο στην Ελληνική ή σε κάποια άλλη γλώσσα με προτίμηση στην Αγγλική; Η συζήτηση, όπως είναι φυσικό, επανέρχεται στο προσκήνιο τις ημέρες τέλεσης του διαγωνισμού.
Και στις δύο περιπτώσεις οι συζητήσεις, ειδικά σε συγκεκριμένη κατηγορία τηλεοπτικών εκπομπών, δίνουν και παίρνουν και οι υποστηρικτές, ειδικοί ή μη, της μιας και της άλλης πλευράς «διαγκωνίζονται» προκειμένου να πείσουν κοινό και παριστάμενους για το ποια είναι η πιο κατάλληλη για επιτυχές αποτέλεσμα γλώσσα.
Γίνεται δηλαδή μια συζήτηση, η οποία καλύπτει μεν τηλεοπτικό χρόνο, δεν θα είχε όμως λόγο ύπαρξης, αν η κρατική τηλεόραση, η οποία διοργανώνει τον διαγωνισμό έκανε το αυτονόητο, αυτό δηλαδή που κάνουν ενίοτε ή πάντα μικρές χώρες που συμμετέχουν σ’ αυτόν, οι οποίες μη σκεπτόμενες, αν θα πάρουν το βραβείο, τολμούν και παρουσιάζουν στο κοινό της Ευρώπης μουσικά κομμάτια, τα οποία είναι εμπνευσμένα από τη δική τους μουσική παράδοση και είναι γραμμένα στη δική τους γλώσσα. Εξάλλου, όπως έχει καταφανεί από τα αποτελέσματα του διαγωνισμού, αυτοί που επιστρέφουν στη χώρα τους με το πρώτο βραβείο δεν επιστρέφουν, επειδή χρησιμοποίησαν την καταληπτή από πολλούς αγγλική γλώσσα, αλλά για μια σειρά λόγους, οι οποίοι δεν είναι του παρόντος.
Ακόμα και το φετινό αποτέλεσμα, η όγδοη θέση της ελληνικής συμμετοχής με τραγούδι γραμμένο στα Ελληνικά, το επιβεβαιώνει περίτρανα, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη κάτι το οποίο είναι γνωστό τοις πάσι πως δηλαδή συχνά η ψηφοφορία δεν καθορίζεται μόνο από την ποιότητα του διαγωνιζόμενου τραγουδιού, αλλά και από πολλές άλλες παραμέτρους.
Αλλά ακόμα κι αν η χρήση της αγγλικής ήταν «απαραίτητη» προϋπόθεση για τη νίκη δεν επιτρέπεται οι ιθύνοντες της ΕΡΤ να φέρονται μ’ αυτόν τον «αγοραίο» τρόπο στην πανάρχαια γλώσσα μας! Αυτό θα μπορούσε ίσως να το κάνει ένα ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο, όχι όμως το κρατικό, το οποίο μεταξύ άλλων, ή κυρίως, οφείλει να στηρίζει και να προβάλει τον ελληνικό πολιτισμό σε όλες του τις εκφάνσεις και για την περίπτωσή μας τη μουσική. Πόσο μάλλον που ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων της στηρίζεται σε έχοντες και μη έχοντες φορολογούμενους πολίτες!...
Και σ’ αυτό το σημείο μπορεί να σκεφτεί κάποιος πως η συνήθης επιλογή της αγγλικής εντάσσεται σε μια γενικότερη «επαρχιώτικη» αντίληψη που υπαγορεύει μια ψεύτικη συμπεριφορά κατά την οποία δείχνεις πως είσαι κάποιος άλλος, φορώντας ένα αταίριαστο με το χαρακτήρα και την προσωπικότητά σου ένδυμα, το οποίο «κραυγάζει» κιόλας πως είναι ξένο, για να γίνεις δεκτός στα ευρωπαϊκά ή στα διεθνή φόρα! Και θυμίζει όλο αυτό, με τις όποιες αναλογίες, τη συμπεριφορά του «Ηγεμόνα εκ Δυτικής Λιβύης» του Καβάφη, ο οποίος μεταξύ άλλων: «Αγόραζε βιβλία ελληνικά, ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά. […] Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,/ έμαθ’ επάνω κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται / κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν/ χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι/ μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,/ κ’ οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,/ ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι. […]»!...
Και μη βιαστεί κάποιος να πει πως η εκφραζόμενη άποψη ενέχει κάποια εμπάθεια έναντι των Άγγλων και της γλώσσα τους ή δηλώνει αντίθεση με την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Απλά, το να «χρησιμοποιείς», ως κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο τη γλώσσα των πολιτών που πληρώνουν εκόντες άκοντες τη συνδρομή τους, και όχι βέβαια μόνο στο διαγωνισμό της Eurovision, εκτός από αυτονόητο είναι κατά κάποια έννοια και επιβεβλημένο, όταν μάλιστα αυτή η γλώσσα, η Ελληνική, είναι που γράφτηκαν κάποια από τα σημαντικότερα κείμενα της παγκόσμιας γραμματείας και δεν αποτελεί αυτό απλά μια στενόμυαλη και ιδιόρρυθμη σκέψη, αλλά ένα γνήσιο αίτημα για την «προβολή» της, έστω και μέσω αυτού του διαγωνισμού για τον οποίο εκφράζονται από πολλούς πολλές ενστάσεις. Κι αυτό που λένε μερικοί πως τη γλώσσα μας τη μιλούν λίγα εκατομμύρια ανθρώπων και πρέπει να διευκολύνουμε τους άλλους να μας κατανοούν για να μας ψηφίσουν, είναι πολύ σχετική άποψη, η οποία μπορεί να αντικρουστεί με μια σειρά από επιχειρήματα που δεν είναι της παρούσης στιγμής.
Στο βαθμό μάλιστα που ο διαγωνισμός της Eurovision συνιστά μια σύγχρονη πολιτιστική έκφραση, αξίζει να σημειωθεί πως οι πολιτισμοί που έμειναν στην ιστορία ως μεγάλοι, όπως παραδείγματος χάριν ο καθ’ ημάς αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, ένα από τα χαρακτηριστικά που τους καταξίωσαν στην παγκόσμια συνείδηση ως τέτοιους ήταν η πρωτοτυπία τους, αλλά και η δημιουργική αφομοίωση ξένων πολιτιστικών στοιχείων. Επομένως η μίμηση ή η μόδα δεν εξασφαλίζουν με βεβαιότητα αυτή την κατάταξη στο μέλλον. Κι έχω την αίσθηση πως πολλοί από τους Ευρωπαίους που μελετούν τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, αρκετοί από το πρωτότυπο, θα νιώθουν αμηχανία και θα εκφράζουν δικαιολογημένη απορία, για τους σύγχρονους Έλληνες, οι οποίοι και στο εν λόγω θέμα δεν «πατούν στις πλάτες των προγόνων τους, για να δουν το μέλλον», αλλά συνήθως «πιθηκίζουν» σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν ένα βραβείο, το οποίο ούτως ή άλλως δεν είναι εξασφαλισμένο!...
Και σε τούτες τις δύσκολες μέρες που μας ξημέρωσαν, χωρίς να ξεχνούμε ότι αποτελούμε μια μικρή γωνιά της γης, η οποία έχει «γεννήσει» τους θεμελιωτές του ορθού λόγου και μερικά από τα πιο λαμπρά πνεύματα της παγκόσμιας διανόησης οφείλουμε ως άτομα να δώσουμε το δικό μας αγώνα – μεμονωμένα άτομα άλλωστε αυτό κάνουν αιώνες τώρα – όχι μόνο για τη «σωτηρία» της πατρίδας, όπως την εκλαμβάνουν κάποιοι από αυτούς που απερίσκεπτα την οδήγησαν στη σημερινή της κατάντια, αλλά για να «ξυπνήσει» η «κοιμισμένη» από τον ευδαιμονισμό συνείδηση και να αγωνιστεί για ένα καλύτερο μέλλον, χωρίς από αυτό τον αγώνα να εξαιρείται η «διεφθαρμένη», «ξεπουλημένη» και χρήζουσα αναγέννησης δημόσια ζωή!...
Εν κατακλείδι και σε συνάρτηση με τα ανωτέρω, ίσως συμφωνήσετε πως έχουμε πολύ ανάγκη πέραν πολλών άλλων και τους ακόλουθους στίχους του Κωστή Παλαμά από το ποίημά του «Ο Δωδεκάλογος του γύφτου»: «…Και θα φύγεις κι απ' το σάπιο το κορμί,/ ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα,/ και δε θα ' βρει το κορμί μια σπιθαμή/ μες στη γη για να την κάμει μνήμα,/ κι άθαφτο θα μείνει το ψοφίμι,/ να το φάνε τα σκυλιά και τα ερπετά,/ κι ο Καιρός μέσα στους γύρους του τη μνήμη/ κάποιου σκέλεθρου πανάθλιου θα βαστά./ Όσο να σε λυπηθεί της αγάπης ο Θεός,/ και να ξημερώσει μιαν αυγή,/ και να σε καλέσει ο λυτρωμός,/ ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα!/ Και θ' ακούσεις τη φωνή του λυτρωτή,/ θα γθυθείς της αμαρτίας το ντύμα,/ και ξανά κυβερνημένη κι αλαφρή,/ θα σαλέψεις σαν τη χλόη, σαν το πουλί,/ σαν το κόρφο το γυναικείο,/ σαν το κύμα,/ και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί/ να κατρακυλήσεις πιο βαθιά/ στου Κακού τη σκάλα,/ για τ' ανέβασμα ξανά που σε καλεί/ θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!/ Τα φτερά, τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!».