|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Βιβλίο; «Βεβηλώστε» το!... (17-6-2010)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Αμβρακία», 21-6-10, σ. 6, αρ. φύλλου 1368
Αυτές τις μέρες, τις τελευταίες κάθε σχολικής χρονιάς, γινόμαστε μάρτυρες ενός παρακμιακού φαινομένου, το οποίο συντελείται από έναν καθόλου ευκαταφρόνητο αριθμό μαθητών που φοιτούν σε διάφορα σχολεία ανά την Ελληνική επικράτεια. Το φαινόμενο αυτό έχει να κάνει με το σχίσιμο, το κάψιμο ή το πέταμα των σχολικών βιβλίων στα προαύλια των σχολικών μονάδων, στους παρακείμενους δρόμους ή στις παρακείμενες πλατείες.
Το θέαμα των κατεστραμμένων και κατακειμένων βιβλίων ίσως δεν χρήζει περιγραφής, αφού οι περισσότεροι θα έχουν γίνει κάποια στιγμή μάρτυρες τέτοιων εικόνων, οι οποίες με τις όποιες αναλογίες θυμίζουν εικόνες άλλων εποχών, όταν παραδείγματος χάριν η Ιερά Εξέταση ή ολοκληρωτικά καθεστώτα έριχναν στην πυρά βιβλία προκειμένου να εξαφανίσουν τις «επικίνδυνες» γνώσεις που περιείχαν!
Το ερώτημα όμως που προκύπτει και πρέπει να απαντηθεί είναι, γιατί πολλοί νέοι σήμερα, σε καιρό δημοκρατίας, αντιμετωπίζουν τόσο απαξιωτικά τα βιβλία, ειδικά αυτά που το κράτος τους προσφέρει «δωρεάν»;
Θεωρούν μήπως πως το περιεχόμενό τους είναι λειψό και δεν ανταποκρίνεται στις υψηλές τους προσδοκίες για απόκτηση γνώσης ή δηλώνει αδιαφορία για τη γνώση; Μήπως το γεγονός ότι δεν τα μελετούν κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς τους κάνει να τα θεωρούν βάρος και αιτία της πιθανής, αλλά αναμενόμενης λόγω της αμέλειάς τους αποτυχίας στις εξετάσεις; Μήπως το ότι δεν πληρώνουν άμεσα την υλική αξία τους τα αντιμετωπίζουν όπως πολλά άλλα πράγματα που σχετίζονται με το δημόσιο ή ανήκουν σ’ αυτό; Μήπως στερούνται εκτίμησης για ένα αντικείμενο που δεν έμαθαν από την παιδική ηλικία να αναγνωρίζουν την αξία του και να το αγαπούν; Μήπως κάποιοι πιο «υποψιασμένοι» τα θεωρούν μέσο επιβολής του «συστήματος»; Μήπως… Μήπως…
Τα σχετικά με αυτή τη συμπεριφορά ερωτήματα θα μπορούσαν να συνεχιστούν και να καλύψουν όλες τις πιθανές αιτίες που γεννούν το φαινόμενο. Τα όποια ερωτήματα βέβαια έχουν τη σημασία τους, αλλά μεγαλύτερη σημασία εν προκειμένω έχουν οι απαντήσεις και κυρίως το γεγονός ότι το φαινόμενο επιχωριάζει στον τόπο μας για αρκετά χρόνια και δεν φαίνεται να λαμβάνεται μέριμνα, αν όχι για την εξαφάνισή του, τουλάχιστον για τον περιορισμό του.
Το Υπουργείο Παιδείας δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων μάλιστα δεν φαίνεται να είναι αποφασισμένο να κάνει κάτι ουσιαστικό προς αυτή την κατεύθυνση με αποτέλεσμα, εκτός από την όποια σημειολογία αυτής καθεαυτής της καταστροφής των βιβλίων, να σπαταλώνται ετησίως πολλά χρήματα για την εκτύπωσή τους, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν σε άλλους τομείς της εκπαίδευσης.
Πριν δύο χρόνια βέβαια το τότε Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ευαισθητοποιημένο καθώς φαίνεται από το ανωτέρω φαινόμενο, έστειλε σχετική εγκύκλιο (65351/Γ2/19-5-2008) στις σχολικές μονάδες. Το σκεπτικό αυτής της εγκυκλίου είχε ως εξής: «Έχει παρατηρηθεί ότι στο τέλος της σχολικής χρονιάς πολλοί μαθητές προβαίνουν στην καταστροφή των βιβλίων τους (σκίσιμο, διασκορπισμός σελίδων, κάψιμο) στον προαύλιο χώρο του σχολείου. Ένα τέτοιο «έθιμο» αντίκειται στο δημοκρατικό ιδεώδες, καθώς υποδηλώνει την έλλειψη ευαισθησίας για την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και αποκαλύπτει την απουσία σεβασμού στον έντυπο λόγο και, εν γένει, στην πνευματική αξία που εμπεριέχουν τα βιβλία.
Επιπλέον γίνεται σαφές ότι οι μαθητές δεν έχουν αντιληφθεί το δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος που αποτελεί η έκδοση των σχολικών εγχειριδίων, ετησίως, για τους φορολογούμενους γονείς τους. Παράλληλα, καθίσταται αισθητή η έλλειψη οικολογικής παιδείας και ευαισθησίας με αποτέλεσμα την επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος, λόγω της κατασπατάλησης φυσικών πόρων.
Άλλωστε η πρόκληση φθορών στα σχολικά βιβλία υποβαθμίζει την αισθητική αντίληψη των μελών της σχολικής κοινότητας και αντιβαίνει στην πολιτιστική καλλιέργεια, που πρέπει να διέπει τους εμπλεκόμενους στην εκπαιδευτική διαδικασία».
Φαντάζομαι πως οι περισσότεροι συμφωνούν με όσα γράφει ο συντάκτης της εγκυκλίου, με την οποία καλεί στη συνέχεια τους Διευθυντές των σχολικών μονάδων «να ενημερώσουν τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές, για την ανάγκη επιστροφής των βιβλίων στα σχολεία, στο τέλος της φετινής σχολικής χρονιάς 2007-08». Και συνεχίζει: «Τα επιστρεφόμενα βιβλία προορίζονται για ανακύκλωση προκειμένου να εξοικονομηθούν χρήματα, τα οποία και θα διατεθούν στις σχολικές επιτροπές για τη βελτίωση των σχολικών υποδομών» προσθέτοντας πως, όσα από αυτά θα είναι σε άριστη κατάσταση, θα επαναχρησιμοποιούνται κλπ., κλπ.!...
Από την αποστολή της εγκυκλίου μέχρι σήμερα έχουν περάσει μόλις δύο χρόνια κι αν αυτή δεν έχει ξεχαστεί εντελώς οπωσδήποτε έχει ατονήσει η εφαρμογή της, κάτι που δεν χρειάζεται κάποιος να είναι εκπαιδευτικός για να το γνωρίζει, αφού ως γονιός ή ακόμα και ως πολίτης που δεν σχετίζεται άμεσα με όσα συμβαίνουν στα σχολεία μπορεί να το διαπιστώσει περνώντας και μόνο έξω από αυτά. Η διαπίστωση της μη εφαρμογής μιας εγκυκλίου, της οποίας η σπουδαιότητα είναι αυταπόδεικτη, ίσως φαντάζει «μικρή» παρανομία μπροστά σε άλλες που ζούμε τούτες τις μέρες της παρακμής, αλλά οπωσδήποτε δεν δίνει άλλοθι, αφού οι χώροι της εκπαίδευσης οφείλουν να είναι χώροι Παιδείας με την αληθινή έννοια του όρου κι ακόμα μέσω των νέων οφείλουν να στέλνουν πρωτοπόρα μηνύματα στην υπόλοιπη κοινωνία!!!
Τελικά, μέσα από αυτή την εμπειρία και για το θέμα-φαινόμενο που μας απασχολεί, φαίνεται πως μας αρέσει να κάνουμε σχέδια, να διατυπώνουμε ενδιαφέρουσες απόψεις, να προτείνουμε λύσεις, να δίνουμε εντολές εκτέλεσης αποφάσεων, αλλά στην ουσία εκ του αποτελέσματος διαπιστώνουμε πως ομφαλοσκοπούμε, όταν άλλες χώρες το έχουν λύσει επιτυχώς όχι μόνο εξασφαλίζοντας πόρους, αλλά και «διδάσκοντας» στους νέους τους την αξία των βιβλίων και τον οφειλόμενο προς αυτά σεβασμό, πράγματα δηλαδή που περιλαμβάνονταν και στο σκεπτικό της εγκυκλίου.
Και ειρήσθω εν παρόδω, δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα από τα βιβλία ενός Ελληνικής καταγωγής μαθητή, ο οποίος φοιτούσε σε Ελβετικό σχολείο, στου οποίου την πρώτη σελίδα υπήρχαν τα ονόματα έξι άλλων μαθητών που είχαν χρησιμοποιήσει το ίδιο βιβλίο κατά τα προηγούμενα σχολικά έτη! Η προσωπική εμπειρία, στην οποία θα μπορούσαν να προστεθούν και ανάλογες εμπειρίες άλλων, αποδεικνύει κάτι πολύ απλό. Η «φτωχή» Ελβετία τύπωνε και εξακολουθεί φαντάζομαι να τυπώνει βιβλία με ανθεκτικό δέσιμο, τα οποία διέθετε στους μαθητές της με το «αζημίωτο». Ο κάθε μαθητής, μόλις τελείωνε την τάξη του, επέστρεφε τα βιβλία στο σχολείο του, για να τα πάρει άλλος μαθητής την επόμενη σχολική χρονιά και σε περίπτωση καταστροφής κάποιου εξ αυτών όφειλε να το αντικαταστήσει και εννοείται καινουργές!...
Το παράδειγμα της Ελβετίας, το οποίο μπορεί να αναζητηθεί με τις όποιες παραλλαγές του και σε άλλες χώρες, ίσως αποτελεί ένα πρώτο στάδιο για την αντιμετώπιση του επαχθούς φαινομένου που μας απασχολεί. Κι αν δεν δημιουργήσει αμέσως αγάπη για τα βιβλία, θα οικοδομήσει σταδιακά σεβασμό για το υλικό μέρος τους, δηλαδή το πολύτιμο για την εποχή της αποψίλωσης των δασών χαρτί και κατόπιν ίσως γεννήσει μια πιο «δημιουργική» σχέση με το βιβλίο στο σύνολό του, δηλαδή αγάπη και σεβασμό για το βιβλίο ως ύλη και για το βιβλίο ως μέσο διατήρησης και διάδοσης της γνώσης!
Όσο για την πολύπαθη, απαξιωμένη και κατ’ επίφαση δωρεάν παιδεία, στην οποία η «φιλοσοφία» του ελάσσονος μόχθου και η απουσία αξιοκρατίας έχουν βάλει με τον τρόπο τους τα δικά τους λιθαράκια σ’ αυτή την κατάσταση και όχι μόνο, ήρθε η ώρα, ή μάλλον η ώρα έχει έρθει από καιρό, απλά, αφού τίποτα δεν έχει γίνει που να διδάσκει και σ’ αυτόν τον τομέα την αξία των «μικρών» πραγμάτων, οφείλει να γίνει τώρα, όσο κι αν το τώρα είναι ήδη πολύ αργά.
Κι έχω την αίσθηση πως τα λόγια που είπε μια μέρα κάποιος μαθητής μου - και δυστυχώς δεν είναι ο μόνος - όταν τον παρατήρησα, επειδή μουτζούρωνε και έσχιζε μέσα στην τάξη ένα βιβλίο του, πως δηλαδή ο πατέρας του πληρώνει φόρους και γι’ αυτό μπορεί να κάνει το βιβλίο του ό,τι θέλει, αν μη τι άλλο, ακόμα κι αν για οποιοδήποτε λόγο έρχονται στη σκέψη δεν θα εκστομίζονται τόσο εύκολα και κυρίως δεν θα εκδηλώνονται ως πράξη καταστροφής και βεβήλωσης των βιβλίων, αυτών των «μικρών» ναών της γνώσης…