|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Ας μιλήσουμε για βιβλιοθήκες... (1-7-2010)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Αμβρακία», 12-7-10, σ. 6, αρ. φύλλου 1371
Κάθε φορά που έρχονται στο μυαλό μου κάποιες από τις πόλεις που άφησαν έντονο πολιτιστικό στίγμα στο ιστορικό γίγνεσθαι, αυτόματα σκέφτομαι επίσης πως αυτές οι πόλεις είχαν ένα κοινό στοιχείο που τις χαρακτήριζε και δεν ήταν άλλο από την ύπαρξη βιβλιοθηκών, των οποίων η δομή και η λειτουργία διαφοροποιούνταν ανάλογα με τις εποχές. Βιβλιοθηκών δημοσίων στις οποίες μπορούσε κάθε φιλόμουσος να καταφύγει για μελέτη και όχι μόνο, αλλά και ιδιωτικών, οι οποίες φανέρωναν τον διανοούμενο ιδιοκτήτη τους ή τον πλούσιο ιδιοκτήτη που η ύπαρξη της βιβλιοθήκης του εξασφάλιζε κοινωνική καταξίωση και αφορμή να συρρέει στο σπίτι του κόσμος της διανόησης!...
Βέβαια, όσο κι αν διαφοροποιούνται μέσα στο χρόνο οι συνθήκες και ο τρόπος λειτουργίας, η ύπαρξη βιβλιοθηκών, δημοσίων ή ιδιωτικών, αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό την άποψη της κοινωνίας και του καθενός ξεχωριστά για την αξία της γνώσης, ως αφετηρίας προόδου, αλλά και ως τεκμήριο των κοινωνικών ή των ατομικών προτεραιοτήτων.
Στην εποχή μας μάλιστα, εποχή έντονης «εικονολατρίας», κατά την οποία πολλοί πιστεύουν πως η ύπαρξη του διαδικτύου και του e-book σταδιακά απονευρώνει ή αχρηστεύει την αναγκαιότητα ύπαρξης του βιβλίου πόσο μάλλον των βιβλιοθηκών, φαίνεται πως το πράγμα δεν έχει κριθεί ακόμα, αν σκεφτούμε και μια άλλη απαισιόδοξη άποψη για το μέλλον του βιβλίου που διατύπωσε μια προσωπικότητα όπως αυτή του Σπυρίδωνα Λάμπρου στις αρχές του 20ου αιώνα, πως δηλαδή το βιβλίο δεν κινδύνευε απλά από τις εφημερίδες, αλλά πως οι εφημερίδες συν τω χρόνω θα απορροφούσαν και άρα θα εξαφάνιζαν το βιβλίο!...
Φυσικά αυτή τη διατύπωση τη διέψευσε ο χρόνος, αφού και βιβλία συνέχισαν να γράφονται ή να επανεκδίδονται και πολλές βιβλιοθήκες, ειδικά στις μέρες μας, αντί να φυτοζωούν εκσυγχρονίζονται και μέσω του διαδικτύου εφαρμόζουν έναν πολύ σύγχρονο και δημιουργικό τρόπο επικοινωνίας.
Επομένως το ζήτημα, τουλάχιστον για την ώρα, δεν είναι, αν είναι αναγκαίες οι βιβλιοθήκες, αλλά αν δημιουργείται μέσω της οικογένειας, μέσω της εκπαίδευσης και μέσω των προβαλλόμενων προτύπων μια δυναμική, ώστε η βιβλιοθήκη να μην αποτελεί έναν χώρο, ο οποίος μεν έχει την κοινή αποδοχή, αλλά είναι για λίγους, εκ των οποίων κάποιοι, κατά το κοινώς λεγόμενο, «σκοτώνουν» την ώρα τους μέσα σε τόμους που μυρίζουν πολυκαιρία!
Και δεν είναι μόνο αυτά, αφού, για να δημιουργηθεί η έξις της επίσκεψης, της παραμονής και της μελέτης, ή ακόμα και του δανεισμού βιβλίων σε μια βιβλιοθήκη δεν εξαρτάται μόνο από το πόσους τόμους φιλοξενεί. Έχει να κάνει με το πού βρίσκεται, με το πώς είναι ο χώρος του αναγνωστηρίου και όχι μόνο, αλλά και με το πόσο «ανοιχτή» είναι στην τοπική κοινωνία με την έννοια πως υπάρχει ενδελεχής και συχνή ενημέρωση μέσω του τύπου ή της ιστοσελίδας της για τις «παροχές» της και φυσικά για εκδηλώσεις που γίνονται στο χώρο της, οι οποίες εν τέλει εθίζουν την τοπική κοινωνία να ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της!... Με αυτό τον τρόπο η βιβλιοθήκη παύει να είναι χώρος για λίγους, αλλά αποτελεί πόλο έλξης για όλο και περισσότερους, με αποτέλεσμα αυτό να διαμορφώνει σταδιακά έναν διαφορετικό τοπικό πολιτισμό.
Βέβαια, στον τόπο μας, εκτός από τις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες ή άλλες που είναι λιγότερο προσιτές στο ευρύ κοινό, υπάρχουν δήμοι, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει πολύ καλές Δημοτικές Βιβλιοθήκες, ανοιχτές στους δημότες τους, αλλά ο κανόνας δεν είναι αυτός. Υπάρχουν και κάποιοι πολιτιστικοί σύλλογοι που κινούνται σ’ αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς όμως, ακόμα και σε περιπτώσεις που ιδιώτες δωρίζουν βιβλία σε μικρές βιβλιοθήκες, «κοινοτικές» ή πολιτιστικών συλλόγων, δεν φαίνεται αυτά να αξιοποιούνται επαρκώς, ώστε και στις μικρές κοινωνίες να λειτουργεί η βιβλιοθήκη ως εστία πνευματικής επικοινωνίας και πολιτισμού. Η ανύπαρκτη ή η μη επαρκής λειτουργία τους μπορεί να προσκρούει σε ποικίλα όσα προβλήματα. Η ουσία όμως βρίσκεται αλλού. Πόσο πιστεύουν οι κάτοικοι και κυρίως οι ιθύνοντες της κάθε κοινωνίας στην αξία αυτής της δραστηριότητας. Διότι, όταν έχεις αποφασίσει ποιες είναι οι προτεραιότητές σου και γιατί, τότε παλεύεις και βρίσκεις λύσεις που πριν ούτε καν είχες σκεφτεί ότι υπάρχουν. «Ο ζητών ευρήσει»!... Και για την περίπτωσή μας υπάρχουν ειδικοί που μπορούν να σε κατευθύνουν, αλλά υπάρχουν και άνθρωποι, οι οποίοι αφιλοκερδώς προσφέρουν ιδέες και εργασία, αλλά και υλικό, δηλαδή βιβλία, έχοντας ως κινητήρια δύναμη τα πιστεύω τους.
Εξάλλου αυτό που σήμερα έχει γίνει της μόδας και ακούει στο όνομα «κοινωνία των πολιτών» τι άλλο είναι από πολίτες που γίνονται μπροστάρηδες σε τέτοια ζητήματα ή σε άλλα που αφορούν την κοινωνία και δεν περιμένουν από το κράτος να τους παρέχει τα πάντα έχοντας την ελπίδα πως θα τους ακολουθήσουν και άλλοι και κυρίως πως πολλοί μαζί θα αλλάξουν τη μοίρα του τόπου τους!
Και μια και το θέμα μας είναι οι βιβλιοθήκες, όσοι συμπολίτες μας δωρίζουν μέρος ή ολόκληρη τη βιβλιοθήκη τους σε βιβλιοθήκες ή άλλοι που κληροδοτούν μέρος ή ολόκληρη την περιουσία τους σε τέτοια ιδρύματα, προς ενίσχυσή τους, δεν μπορεί παρά να είναι ενεργοί πολίτες, οι οποίοι πιστεύουν πάρα πολύ στην επίδραση της γνώσης στη διαμόρφωση των κοινωνιών. Το ζήτημα είναι πως κάποιες φορές τα «δώρα» τους δεν έχουν την τύχη που προσδοκούν.
Και ειρήσθω εν παρόδω, δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό που αντίκρισα σε ένα σχολείο ενός ορεινού χωριού, στο οποίο υπηρέτησα πριν χρόνια. Σε μια συζήτηση περί βιβλιοθηκών άκουσα εμβρόντητη από το συνομιλητή μου να λέει πως σε μια κλειδωμένη αίθουσα του σχολείου υπήρχαν πολλά βιβλία μεγάλης αξίας. Αμέσως ζήτησα να την επισκεφτώ. Με το άνοιγμα της πόρτας με έπιασε δέος. Στοίβες βιβλίων ατάκτως ριγμένων στο δάπεδο και βιβλία που φανερά είχαν υποστεί αλλοίωση λόγω μεγάλης υγρασίας. Και έκπληξη ή σχεδόν οργή με κατέλαβε, όταν με τις απανωτές ερωτήσεις μου έμαθα πως, όταν έφτασε στο χωριό το πολύτιμο φορτίο, ξεφορτώθηκε πάνω στο χιόνι με ό,τι αυτό σήμαινε για τη μοίρα του και, αφού μεταφέρθηκε στο σχολείο για το οποίο προορίζονταν, για χρόνια βρίσκονταν ξεχασμένο σε μια αίθουσά του κι εύχομαι να μην συνεχίζει να βρίσκονται ακόμα εκεί...
Θα μπορούσα να αφιερώσω κι άλλα γι’ αυτά τα «δύσμοιρα» βιβλία που κάποια ήταν παλιές εκδόσεις μεγάλης αξίας, όπως Βενετίας κλπ., αλλά στην προκειμένη περίπτωση ο τρόπος που χειρίστηκαν κάποιοι άνθρωποι μια δωρεά μεγάλης σημασίας, δεν μειώνει αυτή καθεαυτή την προσφορά, αλλά δείχνει πόσο κακός μπορεί να είναι ο χειρισμός πολύτιμων «πραγμάτων» που δωρίζονται - κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τα βιβλία - όταν ο παραλήπτης τους δεν είναι σε θέση να τα αξιολογήσει και να τους φερθεί ανάλογα, αλλά αποδεικνύει και το πόσο προσεκτικοί πρέπει να είναι οι δωρητές τέτοιων «δώρων», οι οποίοι δεν πρέπει να κινούνται μόνο από το συναίσθημα, αλλά και από τη λογική.
Όπως και να ’χει, η ύπαρξη ή η δημιουργία βιβλιοθήκης στο κέντρο ή στις γειτονιές των πόλεων καθώς και σε κοινότητες λίγων κατοίκων ή καλύτερα οι προσπάθειές ένταξής στους στην καθημερινότητα των πολιτών, χωρίς να εξαντλεί τις τοπικές πολιτιστικές εκφράσεις, μπορεί να συνιστά ένα σημείο αναφοράς, μια «ζεστή» γωνιά που θα προσφέρει μια άλλου είδους επικοινωνία, μια δημιουργική διέξοδο και γιατί όχι μια έμπρακτη απόδειξη πως «όποιος ανοίγει ένα βιβλίο, ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο»!...
Και εν όψει των εκλογών της τοπικής αυτοδιοίκησης που πλησιάζουν, κάποιοι που θα εκλεγούν, ας αρθούν πάνω από τα συνηθισμένα κι ας σκεφτούν πως η δημιουργία μιας ή πολλών βιβλιοθηκών, μια και τώρα μιλάμε για διευρυμένους δήμους, συνιστά μια επένδυση για το μέλλον ή καλύτερα οι πολίτες που θα ψηφίσουν, ας σκεφτούν ποιος από τους υποψήφιους μπορεί να ξεφύγει από την πεπατημένη και μπορεί να πραγματοποιήσει παρόμοια «μικρά» - «μεγάλα» οράματα σαν αυτό της ίδρυσης βιβλιοθηκών…