Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Το τοπικό χρώμα, 23-5-2011)

 

Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Αμβρακία», 20-6-2011, αρ. φύλλου 1415, σ. 6

 

Στην εφημερίδα «Η Ροδαυγή» (αρ. φύλλου 122), σε άρθρο που αναφέρονταν στην πρώτη συνάντηση κάλεσμα του νεοεκλεγέντος Προέδρου της Κοινότητας Ροδαυγής, μεταξύ άλλων διάβασα και τη διατύπωση: «Ακόμη προτάθηκαν […] και η επιδίωξη το χωριό μας να αποκτήσει ΤΟΠΙΚΟ ΧΡΩΜΑ κάτι που λείπει όπως λένε οι επισκέπτες»!!!

      Ομολογώ πως μετά την αρχική έκπληξη που μου προκάλεσε η ως άνω διατύπωση, αμέσως δυο πράγματα απασχόλησαν τη σκέψη μου. Το πρώτο ήταν ο καθορισμός αυτού που  συνιστά το λεγόμενο τοπικό χρώμα ενός «μικρού» ή «μεγάλου» τόπου και εν προκειμένω της γενέτειρας Ροδαυγής και το δεύτερο και σημαντικότερο, που εμφύσησε ανησυχία και φόβο στην ψυχή μου για το μέλλον, ήταν το τι μπορεί να σημαίνει η άκριτη αποδοχή της επισήμανσης επισκεπτών πως «απουσιάζει» από τα λατρεμένα χώματα που έκανα τα πρώτα μου βήματα το τοπικό χρώμα...

      Όσον αφορά το πρώτο, δηλαδή αυτό καθεαυτό το τοπικό χρώμα, σκέφτηκα πως έχει άμεση σχέση με τη φυσική και την περιβαλλοντική γεωγραφία κάθε τόπου και βέβαια και κυρίως με την  ανθρωπογεωγραφία του που συναρτάται άμεσα με την ανθρώπινη παρουσία και συμπεριφορά, η οποία καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την σε βάθος κατανόηση όλων των εκφάνσεων του χώρου μέσα στον οποίο ζουν και δημιουργούν πολιτισμό οι άνθρωποι.

      Επομένως ο κάθε τόπος φέρει τη σφραγίδα της διαχρονικής, ή με διακοπές πολλές φορές, σ’ αυτόν ανθρώπινης παρουσίας, η οποία παρεμβαίνει ανάλογα με τις εποχές άλλοτε δημιουργικά κι άλλοτε καταστροφικά «υφαίνοντας» έτσι το τοπικό χρώμα. Επίσης, το ίδιο το φυσικό περιβάλλον με την εδαφική διαμόρφωσή του, με τις πρώτες ύλες που διαθέτει και με τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτό καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις ανθρώπινες δραστηριότητες, τη διαμόρφωση των υλικών συνθηκών και κατ’ επέκταση τις επιλογές στον τρόπο του ζην των κατοίκων, δηλαδή τον τρόπο που αυτοί επιλύουν τις βασικές τους ανάγκες (κατοικία, διατροφή, κλπ.), τον τρόπο που βιώνουν τους κοινωνικούς δεσμούς, τον τρόπο που ψυχαγωγούνται, τον τρόπο που αναζητούν απαντήσεις στις μεταφυσικές τους ανησυχίες, κλπ., κλπ.

      Όλα τα ανωτέρω, βέβαια, είναι πράγματα που διαμορφώνονται με την πάροδο πολλών χρόνων, φέρουν τη σφραγίδα πολλών, συχνά ανώνυμων δημιουργών, οι οποίοι αφομοίωσαν, άλλοτε μιμικά κι άλλοτε δημιουργικά, πολιτιστικά αγαθά που γνώρισαν από την επαφή τους με κατοίκους όμορων συνήθως περιοχών και φυσικά, όσο πιο απομονωμένοι ήταν τόσο πιο αυθεντικά ντόπιας έμπνευσης πολιτιστικά αγαθά δημιουργούσαν και διατηρούσαν.

      Όσο για τη Ροδαυγή, γιατί στ’ αλήθεια κάποιοι επισκέπτες, ή μη, θεωρούν πως δεν έχει τοπικό χρώμα; Το απείρου κάλλους φυσικό περιβάλλον και τα πλείστα όσα πολιτιστικά στοιχεία της δεν αποτελούν ασφαλείς μάρτυρες; Μήπως πρέπει στ’  αλήθεια να υιοθετήσουμε – μιμηθούμε πολιτιστικά μοντέλα άλλων περιοχών της πατρίδας μας που έχουν αναπτυχθεί τουριστικά περισσότερο από τη Ροδαυγή, για να ικανοποιήσουμε τους επισκέπτες; Μήπως πρέπει να απεμπολήσουμε τα έθιμα με τα οποία μεγαλώσαμε – δυστυχώς κι  αυτό έγινε ως ένα βαθμό τις τελευταίες δεκαετίες – για να αρέσουμε σε κάποιους;

      Εάν στο βωμό της «ανάπτυξης» βαδίζουμε με οδηγό τη μειονεξία μας πως δεν έχουμε αρκετά ελκυστικό τοπικό χρώμα κι αν για να το αποκτήσουμε είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε οποιεσδήποτε παραχωρήσεις και στη σπουδή μας να το πετύχουμε υποπέσουμε στην παγίδα της τυποποίησης, τότε όχι μόνο δεν θα δημιουργήσουμε «τοπικό χρώμα», αλλά θα δημιουργήσουμε κάτι ξένο με τον τόπο και τους ανθρώπους του.

      Και δεν πρέπει να ξεχνούμε εδώ το πόσες κακόγουστες παρεμβάσεις έγιναν τα τελευταία χρόνια στη Ροδαυγή, οι οποίες αλλοίωσαν το τοπικό της χρώμα. Η κρήνη της πλατείας και μια όμοιά της στη θέση Βριτσίλα, αρχιτεκτονικά μνημεία της δεκαετίας του ’60 γκρεμίστηκαν, η μεν πρώτη για να αντικατασταθεί με ένα ακαλαίσθητο κτίσμα αμφιβόλου αρχιτεκτονικής αρμονίας (τα παράθυρα θυμίζουν μουσουλμανική αρχιτεκτονική, κλπ.) και η άλλη, αν δεν με απατά η μνήμη μου, για να πλατύνει ο δρόμος (αλλού, χωρίς να υποτιμώ την αξία του, δεν κόβουν ούτε ένα δέντρο για τέτοιο σκοπό)˙ μια άλλη, νερομάνα αυτή τη φορά, που έπεσε θύμα κακογουστιάς και αλόγιστης εκμετάλλευσης ενός φυσικού πόρου, του νερού, είναι η πηγή Ρωμαίου· και μια άλλη πηγή, το Μπέσικο, για την οποία ο χορηγός έδωσε ικανό ποσό χρημάτων, ανακαινίστηκε χωρίς αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και σβήνοντας τ’ αχνάρια κάθε στοιχείου που μας έδενε με το παρελθόν της (π.χ. τη γούρνα που χρησίμευε για το ξέπλυμα των ρούχων και βρίσκονταν κάτω από το μεγάλο πλάτανο που στέκει αγέρωχος αριστερά στην αρχή του «καινούργιου» δρόμου που οδηγεί στην πηγή, κλπ.)˙ ο ξύλινος «σκελετός» του επιταφίου που στολίζαμε παιδιά «εξαφανίστηκε» (θα χαιρόμουν να μάθω ότι σώζεται κάπου κι ας μην χρησιμοποιείται!) και αντικαταστάθηκε από άλλον που, κατασκευασμένος σε κάποιο σύγχρονο εργαστήριο, δεν έχει ίχνος τοπικού χρώματος· τα στηθαία εκατέρωθεν της σκάλας του ναού της αγίας Παρασκευής (λέγεται πως κατασκευάστηκαν μετά από αρχιτεκτονική μελέτη!) αντιβαίνουν στη λιτότητα των γραμμών του ναού και κρύβουν την κύρια είσοδό του, η οποία πρωτύτερα φαίνονταν, όταν στεκόσουν στη δεξιά ή αριστερή κάτω άκρη της σκάλας, κλπ.)˙ τα σφαγεία αφέθηκαν να ρημάξουν· το δημοτικό σχολείο στο συνοικισμό Λάψαινα θρηνεί κι αυτό μέσα στην εγκατάλειψη και τα ερείπια!!!

      Ο κατάλογος δεν τελειώνει δυστυχώς εδώ και το συμπέρασμα, στο οποίο οδηγούμαστε είναι προφανές. Δεν υπάρχει άλλη συνταγή για την ύπαρξη ή για τη διατήρηση του τοπικού χρώματος της Ροδαυγής, και όχι μόνο, από τις διαχρονικές επιλογές των κατοίκων, οι οποίες οφείλουν να υπαγορεύονται  από το σεβασμό προς τις δημιουργίες του παρελθόντος, οι οποίες είναι απαραίτητο να αντιμετωπίζονται και να διασώζονται με αγάπη, που σημαίνει να συντηρούνται χωρίς να αλλοιώνονται τα πρωτογενή τους χαρακτηριστικά· να μην αναπαράγονται επίσης μιμικά ξένα προς τον τόπο πολιτιστικά στοιχεία·  τα μάτια να είναι ανοιχτά στις εξελίξεις χωρίς να υποτιμάται η αξία του ντόπιου πολιτιστικού αγαθού και των ανθρώπων που το δημιούργησαν· να μην νιώθουν οι σύγχρονοι μειονεκτικά, επειδή δεν ευτύχησε να έχει το χωριό τους ομοιογενή αρχιτεκτονική, όπως συμβαίνει σ’ άλλα χωριά της πατρίδας μας· διότι, όπως υπάρχουν κάποιοι επισκέπτες που λένε πως η Ροδαυγή δεν έχει τοπικό χρώμα, υπάρχουν πλείστοι όσοι, οι οποίοι θαύμασαν και θαυμάζουν το χρώμα της, αλλά και τα χρώματά της…

      Συμπερασματικά, λοιπόν, μπορούμε να πούμε πως το τοπικό χρώμα δεν δημιουργείται με σκόπιμες παρεμβάσεις μικρής χρονικής διάρκειας, αλλά με μακροχρόνιες που εξελίσσονται σε συνάρτηση με τη ζωή και τις ανάγκες των ανθρώπων. Κι επειδή θρηνούμε ήδη για πολλές παρεμβάσεις που αλλοίωσαν το τοπικό χρώμα, ας μη σπεύσουμε να δημιουργήσουμε άλλο, ξένο προς τον τόπο, κι ας επιτρέψουμε σ’  όσους έχουν μνήμες απ’ το χωριό να μην τους τις σβήσουμε όλες εν ονόματι ενός βίαιου «εκσυγχρονισμού»! Και είναι φανερό πως, όσοι «ασχολούνται» με τα κοινά, πρέπει να σκέπτονται, να αποφασίζουν και να πράττουν ως Προμηθείς και όχι ως Επιμηθείς και να ανοίγουν δρόμους στο μέλλον σεβόμενοι το παρελθόν, διότι διαφορετικά δεν θα έχουμε απλά ανήκεστες καταστροφές σαν και τις προαναφερθείσες, αλλά θα κινδυνεύσουμε να έχουμε κρίση «τοπικής» ταυτότητας, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτόν τον όρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και στην εποχή μας, που πολλά κρίνονται και πολλά κρημνίζονται, κάθε επιπόλαιη ενέργεια μπορεί να αποβεί πολλαπλώς μοιραία για έναν τόπο που ακόμα κι αν διαφωνούμε για τον τρόπο που πρέπει να πορευτεί στο μέλλον, είναι βέβαιο ότι τον αγαπούμε. Κι αν τα λάθη που πληγώνουν, πονάνε, αυτά που πληγώνουν αγαπημένους ανθρώπους κι αγαπημένα πράγματα, πονάνε διπλά. Ας μην επιτραπεί η διαιώνισή τους…