Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Σκέψεις… με αφορμή, (21-9-2014)

 

 Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΜΦΑΣΗ», τ. 8, Άρτα, Φθινόπωρο 2014, σ. 29

 

      Η ένταξη των τοπικών κοινοτήτων, αρχικά στους Καποδιστριακούς και κατόπιν στους διευρυμένους Καλλικρατικούς Δήμους, δημιούργησε μια καινούργια πραγματικότητα στις μικρές κοινωνίες. Από την μια, οι κάτοικοι έπρεπε να μάθουν να λύνουν διάφορα ζητήματά τους απευθυνόμενοι συχνά σε πρόσωπα που δεν ανήκαν, όπως πριν, στον γνωστό κοινωνικό περίγυρο του χωριού τους, κι απ’ την άλλη, έπρεπε να αναπτύξουν, ειδικά οι εκλεγμένοι, καινούργιους τρόπους διεκδίκησης για την επίλυση των προβλημάτων του τόπου τους.

      Έκτοτε, η σχέση των μικρών ή ευρύτερων ως προς την έκταση και κυρίως ως προς τον πληθυσμό κοινοτήτων, οι οποίες έχουν ως κέντρο αναφοράς μια μεγαλύτερη κοινότητα ή μια πόλη, μοιάζει να δοκιμάζεται σχεδόν πανομοιότητα με την σχέση που έχουν οι ισχυρές χώρες της Ε. Ε. με τις πιο αδύναμες ή, αν θέλετε, η Αθήνα με την περιφέρεια. Κι αυτό, όχι μόνο σε επίπεδο υλικής ευμάρειας, αλλά κυρίως σε επίπεδο πολιτισμικής  ταυτότητας, η οποία συναρτάται από πολλές παραμέτρους της οικογενειακής και της κοινωνικής, ή μάλλον, της κοινοτικής ζωής.

      Ειδικά, οι μικρές κοινότητες των δήμων, οι οποίες μαστίζονται τις περισσότερες μέρες του χρόνου από ολιγανθρωπία, μοιάζουν ως παρίες έναντι του ισχυρού κέντρου, το οποίο, και λογικά θα υποστηρίξουν πλείστοι, φροντίζει να λύνει τα προβλήματα των πολλών κατοίκων του.

      Όμως, ακόμα κι οι μικρές κοινότητες συνιστούν ικμάδες ζωής του κάθε Δήμου, στις οποίες προστρέχουν για ν’ ανασάνουν όχι μόνο όσοι έχουν την καταγωγή τους απ’ αυτές, αλλά κι άλλοι, τους οποίους έλκει η ομορφιά του φυσικού  περιβάλλοντος, η ιδιαιτερότητα της πολιτισμικής κληρονομιάς, αλλά και η αναζήτηση εναλλακτικού τρόπου ζωής μακριά από την τύρβη των πόλεων.

      Επομένως, δράσεις, που βοηθούν στην ανάδειξη και κατ’ επέκταση στην απόλαυση του φυσικού κάλλους, που συμβάλλουν στην προβολή και διατήρηση της παράδοσης και γενικότερα της πολιτισμικής κληρονομιάς, που κάνουν γενικά ελκυστικό τον τόπο ως προορισμό συνειδητοποιημένων επισκεπτών ή ως τόπο διαμονής κάποιων, συνιστούν  επιλογή, η οποία μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια για το μέλλον αυτών των κοινοτήτων.

      Όλα τα ανωτέρω, παρά τις όποιες δυσκολίες, είναι εφικτά, αρκεί να υπάρχει βούληση, η οποία θα δώσει ώθηση για προσέγγιση των οικείων τοπικών αναφορών με ευρύ πνεύμα, το οποίο δεν θα στέκεται απέναντι στα πρόσωπα, στα μνημεία, στα ήθη και τα έθιμα με επαρχιώτικη ή μουσειακή αντίληψη κατά περίπτωση, αλλά θα τα αντιμετωπίζει ως δυναμικά στοιχεία κληρονομιάς χωρίς την οποία δεν μπορούμε να έχουμε την αίσθηση της ταυτότητας και του ανήκειν.

      Διότι καλό είναι το όποιο κέντρο, στο οποίο ούτως ή άλλως έχουν ενταχθεί οι κοινότητες και μετέχουν, λιγότερο ή περισσότερο, στην πολλαπλά εκφραζόμενη καθημερινότητά του, αλλά δεν πρέπει να διαφεύγουν της προσοχής όλα εκείνα που μας δένουν με τους «μικρούς» τόπους, οι οποίοι με τις  ιδιαιτερότητές τους αποτελούν ευεργετικό πλούτο για το κέντρο και τανάπαλιν.  

      Ας σκεφτούμε, λοιπόν, το χωριό μας, ας σκεφτούμε το κάθε χωριό,  αναφορικά με την έδρα του Δήμου. Ας σκεφτούμε την κάθε κοινότητα να έχει αξιοποιήσει αυτά που πολλοί συνηθίζουν να αποκαλούν συγκριτικά πλεονεκτήματα ενός τόπου και εδράζονται στο φυσικό περιβάλλον, στα μνημεία, στους ανθρώπους,…, δημιουργώντας παράλληλα μια δημιουργική αμφίδρομη σχέση με το κέντρο.  Μια σχέση, δηλαδή, η οποία σημαίνει πως τα χωριά του Δήμου θα πάψουν να έχουν διοικητικές και οικονομικές κυρίως σχέσεις με το κέντρο και θα αναπτύξουν μια βαθύτερη επικοινωνία σε θέματα κληρονομιάς και παιδείας.  

 Στα πλαίσια αυτά, ας δούμε μια σχολική τάξη που αντί να κάνει τον ημερήσιο περίπατό της στα όρια της πόλης, που συνήθως καταλήγει σε κάποια καφετερία της, να πάει σε κάποιο χωριό στα όρια του Δήμου, όπου θα περπατήσει στην φύση, θα δει κάποιο λαογραφικό μουσείο, θα μάθει για την λαϊκή αρχιτεκτονική, όπως αυτή εκφράζεται στους ναούς, στις κατοικίες, στους νερόμυλους,...  Απ’ την άλλη, σχολεία των χωριών να πάνε στην πόλη, όπου θα επισκεφτούν ποικίλα αρχιτεκτονήματα, μουσεία, αίθουσες τέχνης,… Φυσικά, δεν  αποκλείεται και η επίσκεψη σε κοντινά χωριά, ακόμα και με τα πόδια, όπως γίνονταν τον καιρό που η γενιά μου κάθονταν στα θρανία.

      Αυτή η κινητικότητα μέσω της οποίας τα παιδιά και οι νέοι θα γνωρίσουν σε πιο ουσιαστική βάση τον τόπο τους, θα αποβεί πολλαπλά ωφέλιμη, όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για τον τόπο. Διότι, πέραν όλων των άλλων, ένας τόπος αγαπιέται, τον νιώθεις κομμάτι σου, είσαι έτοιμος να δραστηριοποιηθείς ποικιλοτρόπως γι’ αυτόν, όταν τον γνωρίζεις καλά, όταν δημιουργείς δεσμούς μ’ αυτόν.

      Βέβαια, η γνωριμία και το δέσιμο απαιτούν χρόνο! Εκείνον τον ουσιαστικό, τον πολύτιμο χρόνο που «εξημερώνει», που «δημιουργεί δεσμούς», και φυσικά, ευθύνη, όπως μας δίδαξε η αλεπού στον «Μικρό πρίγκιπα» του Antoine de Saint-Exupery, όπου του εξηγεί πως το τριαντάφυλλό του είναι σημαντικό, γιατί ξόδεψε χρόνο γι’ αυτό και προσθέτει πως «- Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτή την αλήθεια, […]. Εσύ όμως δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Θα είσαι υπεύθυνος για πάντα για ό,τι έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου...»!

      Διάθεση χρόνου, λοιπόν, και ανάληψη ευθύνης σε μια κοινωνία που προβάλλει ως αξία το εφήμερο και προτάσσει το ατομικό έναντι του συλλογικού; Ναι! Υπό την προϋπόθεση πως, μετά από τόση αδιέξοδη λατρεία του παρόντος και της ατομικότητας, ο άνθρωπος θα δει τον εαυτό του κάτω από άλλη οπτική και θα χαράξει καινούργια πορεία, στην οποία θα τρέφεται πάλι και από την συλλογικότητα, ή κυρίως απ’ αυτήν, η οποία δίνει πιο στέρεο νόημα στην ύπαρξή του. Διότι η ανθρώπινη ομάδα, κάθε ανθρώπινη ομάδα, υφίσταται μόνο αν λάβει υπ’ όψιν και αναγνωρίσει συνειδητά το χρέος της προς αυτή την συλλογικότητα, προς εκείνους που την περιβάλλουν, αυτούς που υπήρξαν πριν από αυτήν και αυτούς που θα έρθουν μετά.

      Ο καιρός για όλα αυτά έχει ήδη κρούσει την θύρα μας!