Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Μπορούμε, αν θέλουμε… (4-1-2015)

 

Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «ΑΜΒΡΑΚΙΑ», αρ. φύλλου 1580, 12 Ιανουαρίου 2015, σ. 6

                               Περιοδικό «ΕΚΦΡΑΣΗ», Οκτώβριος 2015, τ. 2ο, σ. 17, Άρτα

 

       Το αστικό τοπίο της Άρτας, για του οποίου την αισθητή βελτίωση οφείλουμε πολλά στον αείμνηστο δήμαρχο Κώστα Βάγια, αλλά και σ’ άλλους που έβαλαν τη δημιουργική τους σφραγίδα, θα μπορούσε κανείς να γράψει πολλά. Τούτη τη φορά, και με αφορμή την εικόνα κάποιων σημείων της πόλης τις ημέρες των γιορτών, θα καταθέσω εδώ με πολλή αγάπη μερικές σκέψεις μου, οι οποίες, αφού κριθούν, ίσως, προσθέσουν κάτι στον προβληματισμό που αφορά το πώς θέλουμε να είναι η πρωτεύουσα του άλλοτε κραταιού Δεσποτάτου της Ηπείρου και νυν πρωτεύουσα του νομού Άρτας και του διευρυμένου Δήμου Αρταίων.

      Ξεκινώ, λοιπόν, με την εικόνα των πεζοδρόμων και κάποιων προαυλίων ναών της πόλης, τα οποία είχαν μετατραπεί σε χώρους στάθμευσης των αυτοκινήτων. Τίποτα το παράδοξο θα πει κάποιος, αυτά συμβαίνουν και αλλαχού! Οπωσδήποτε, ναι, αλλά, εκτός από τη μίμηση αυτών των εικόνων, υπάρχει πλήθος πόλεων, όπου αυτή η συμπεριφορά δεν επισείει μόνο ποινή, αλλά αντίκειται στην αισθητική, οπότε με κάθε τρόπο γίνεται προσπάθεια να αποδίδονται οι πεζόδρομοι και τα προαναφερθέντα προαύλια σ’ αυτούς για τους οποίους δημιουργήθηκαν, δηλαδή, στους πεζούς. Στους πεζούς, οι οποίοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο της εύκολης πρόσβασης και διέλευσης από τους χώρους αυτούς, αλλά ταυτόχρονα και της απόλαυσης, τόσο της πεζοπορίας τους, όσο και των παρακείμενων μνημείων, των οποίων τη θέαση ασχημίζει η παρουσία των σταθμευμένων οχημάτων.

      Δυο άλλα θέματα, αν και με έχουν απασχολήσει κατά καιρούς, τα έφεραν στο προσκήνιο, κάποιοι ταξιδιώτες που έφτασαν στη Ροδαυγή τις ημέρες των εορτών και έχοντάς την ως αφετηρία περιηγήθηκαν και σ’ άλλα ορεινά χωριά του νομού, αλλά και στην πόλη της Άρτας. Η γνωριμία μαζί τους είχε ως αποτέλεσμα ν’ ακούσω και τα παράπονά τους, κάποια εκ των οποίων συνοπτικά καταθέτω: «Είναι δυνατόν», είπαν, «να μην υπάρχουν πινακίδες, οι οποίες να οδηγούν τον επισκέπτη στο πιο φημισμένο γεφύρι της Ελλάδας; Είναι δυνατόν να μην είναι επαρκώς αξιοποιημένος ο πέριξ χώρος, στον οποίο θα μπορούσαν να πωλούνται τουριστικά είδη, από βιβλία μέχρι άλλα ενθύμια, με θέμα το γεφύρι; Είναι δυνατόν να μην είναι γιορτινά φωτισμένο; Είναι δυνατόν να μην είναι σωστά φωτισμένα τα βυζαντινά μνημεία της πόλης, στα οποία, επίσης, πρέπει να σε οδηγούν σχετικές πινακίδες;».

      Αυτές ήταν κάποιες απ’ τις επισημάνσεις τους, οι οποίες αποτέλεσαν αφορμή για συζήτηση. Όμως, οι συζητήσεις, όταν γίνονται μεταξύ φιλικών συντροφιών, μπορεί να είναι χρήσιμες, αλλά δεν είναι αποτελεσματικές. Επομένως η κοινοποίηση κάποιων σκέψεων και συμπερασμάτων μπορούν να αποτελέσουν θέματα ευρύτερου διαλόγου, από τον οποίο θα προκύψουν οφέλη για τον δημόσιο βίο.

      Οι συνομιλητές μου, λοιπόν, ήρθαν στον τόπο μας ως επισκέπτες, για να γνωρίσουν τις ομορφιές της πόλης της Άρτας και των ορεινών χωριών του νομού και είναι γεγονός πως έμειναν πιο πολύ ευχαριστημένοι απ’ τα χωριά παρά από την πόλη, μολονότι επισκέφτηκαν αρκετά μνημεία της. Εδώ, αν και συγκρίνονται πράγματα ανόμοια, το μήνυμα είναι σαφές. Ο υποψιασμένος επισκέπτης ενός τόπου είναι μελετημένος κι είναι έτοιμος να αποκτήσει εμπειρίες, οι οποίες σχετίζονται με κάθε πολιτισμική του έκφραση. Τον ενδιαφέρει, βέβαια, και ο σύγχρονος τρόπος ζωής, αλλά συνήθως στον βαθμό που τον βοηθά να γνωρίσει την ταυτότητα του τόπου σ’ όλο το εύρος της, από τα μνημεία μέχρι τις γεύσεις του. Του αρέσει να απολαμβάνει σύγχρονες ανέσεις, αλλά θέλει, μια και μιλάμε για την Άρτα, να διευκολύνεται από αυτές στο να γνωρίσει την πλούσια κληρονομιά της, που σημαίνει να υπάρχουν όλοι οι σύγχρονοι τρόποι, για να συμβεί αυτό.

      Για να συμβεί! Που σημαίνει: α) πως είναι απαραίτητο να υπάρχουν πινακίδες -οι υπάρχουσες δεν είναι αρκετές- πρόσβασης στα μνημεία, οι οποίες θα συνεπικουρούνται από κατατοπιστικούς χάρτες της θέσης και των οδών που οδηγούν σ’ αυτά  και, οι οποίοι θα διατίθενται με μικρό αντίτυπο ή δωρεάν σε κάθε τέτοιο μνημείο, β) πως μπορεί, μια και τα μνημεία της Άρτας δεν απέχουν μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους, να δημιουργηθεί «περίπατος», δηλαδή, πεζόδρομος, ο οποίος θα τα συνδέει, οπότε ο επισκέπτης θα εμπλέκεται μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο στη ζωή της πόλης, γ) πως είναι αναγκαίο να αξιοποιηθούν στον μέγιστο βαθμό όλα, και δεν είναι λίγα, τα μνημεία, δ) πως ενδείκνυται να μπουν μικρά λεωφορεία, τα οποία θα μετακινούν τους πολίτες στο κέντρο της πόλης, ώστε οι πεζόδρομοι και τα προαύλια των ναών να επιτελέσουν τον ρόλο τους, ε) πως η Άρτα, ως κέντρο του διευρυμένου πια Δήμου, οφείλει να αξιοποιεί τις δημιουργικές δυνάμεις της, δηλαδή, τους πολίτες απ’ όλα τα τοπικά του διαμερίσματα, στ) …

      Προτάσεις σαν κι αυτές έχουν διατυπωθεί κι από άλλους. Το ζήτημα είναι πως δεν έπαψαν να είναι επίκαιρες και, με όποια αφορμή, ζητούν να βγουν στο φως. Αν, λοιπόν, θέλουμε να έχουμε μια όμορφη πρωτεύουσα νομού και δήμου, αν θέλουμε να έχουμε αύξηση επισκεπτών, οι οποίοι θα συμβάλουν ως έναν βαθμό στην οικονομική ανάπτυξη, αν…, μπορούμε να τα καταφέρουμε, εφόσον δούμε με άλλα μάτια τον τόπο μας, ο οποίος με το πλούσιο παρελθόν του είναι εδώ και περιμένει να το αναδείξουμε προς όφελός μας και οποιαδήποτε ολιγωρία αποτελεί δικαιολογία.