Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

«Με αφορμή τον Επιτάφιο», (3-5-2015)

 

Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Η Ροδαυγή», Ιανουάριος-Μάρτιος 2016, αρ. φ. 142, σ. 8

 

            Τα τελευταία χρόνια έχω βρεθεί σε συζητήσεις, στις οποίες άκουσα συγχωριανούς να προβληματίζονται για το νυχτερινό στόλισμα του Επιταφίου αμέσως μετά την ακολουθία της Μ. Πέμπτης.

      Κάποιοι, λοιπόν, έχοντας αποκτήσει εγγόνια αναρωτιούνται, γιατί να μην μπορούν, όπως εκείνοι, να μετέχουν κι αυτά στον στολισμό του Επιταφίου και να βιώνουν τη σχετική παράδοση του χωριού μας, όπως ίσχυε μέχρι πριν λίγα χρόνια. Υπάρχει, επίσης, μια άλλη κατηγορία συγχωριανών, η οποία δεν επιθυμεί εν γένει την εγκατάλειψη των πατροπαράδοτων εθίμων, τα οποία αποτελούσαν σημαντική αναφορά της ατομικής και της συλλογικής τους ζωής. Υφίσταται και μια τρίτη που, συμφωνώντας με τα ανωτέρω, διακρίνει και μια άλλη διάσταση της παράδοσης, η οποία οφείλει να είναι παρούσα, να σηματοδοτεί την ταυτότητα του τόπου, να τη διακρίνει από σχετικές παραδόσεις άλλων περιοχών και να προκαλεί το ενδιαφέρον των επισκεπτών του χωριού. Προφανώς υπάρχει κι εκείνη, η οποία για δικούς της λόγους συμφωνεί με τον επιβληθέντα νεωτερισμό. 

      Πάντως, με όποια άποψη και να ταχθεί κάποιος, μπορεί να σκεφθεί επί του θέματος και να το δει με ευρύτερη ματιά, στην οποία μπορεί να εντάξει κι άλλες εκφάνσεις της τοπικής μας παράδοσης που υποτιμήθηκαν άκριτα, ατόνησαν και εγκαταλείφθηκαν εδώ και κάποια χρόνια. Να σκύψει, δηλαδή, η τοπική κοινωνία με σεβασμό κι αγάπη σε πολλά από κείνα,  τα οποία μας δένουν με το παρελθόν, να τα ανασύρει από μνήμες ανθρώπων που τα βίωσαν, αλλά  και από σχετικές καταγραφές, να τα αναβιώσει και να τα παραδώσει αναβαπτισμένα στο μέλλον. Σε σχέση μ’ αυτά, ίσως, και οι  δύσπιστοι πεισθούν από τη σοφία των λόγων του νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη που λένε: «Σβήνοντας ἕνα κομμάτι ἀπό τό παρελθόν εἶναι σάν νά σβήνεις καί ἕνα ἀντίστοιχο κομμάτι ἀπό τό μέλλον.»       

      Αν, λοιπόν, γίνουν κάποιες προσπάθειες προκειμένου να επιτευχθούν όλα αυτά, η χρησιμότητα θα είναι πολλαπλή, αφού  τα παιδιά και οι νεότεροι θα γνωρίζουν βιωματικά πλέον και όχι μέσα από σχετικές καταγραφές μέρος της παράδοσης του τόπου μας, οι ταξιδιώτες θα γνωρίζουν ξεχωριστά στοιχεία της ταυτότητάς του, κάτι που άλλωστε κάθε ταξιδευτής αναζητά στους τόπους που φθάνει, και με τον τρόπο μας θα σηκώνουμε σημαντικά αντιστύλια κατά της επέλασης της παγκοσμιοποίησης, η οποία εχθρεύεται κάθε μορφή τοπικής ταυτότητας που συμβάλλει στη διατήρηση της ιδιαιτερότητας ενός  τόπου και εν προκειμένω του χωριού μας.

      Αλλά ας επανέλθουμε στον στολισμό του Επιταφίου. Επειδή, λοιπόν, το θέμα αυτό άπτεται της θρησκευτικής ζωής, ίσως, προβληθούν κάποιες αντιρρήσεις από την οικεία Μητρόπολη. Ίσως! Αν, όμως, εξηγηθεί το σκεπτικό της επαναφοράς του χρόνου στολισμού του Επιταφίου, σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα νόμιμα, στον προκαθήμενο της Μητροπόλεως από εκπροσώπους των κατοίκων και φορείς του χωριού, το πράγμα δεν θα είναι και τόσο δύσκολο. Διότι, πέραν των διατυπωθέντων επιχειρημάτων, υπάρχει κι ένα άλλο, το οποίο ισχύει και σ’ άλλες περιπτώσεις. Το επιχείρημα είναι πως δεν υπάρχει ομοιομορφία στον χρόνο, ακόμα και στον τρόπο επιτέλεσης πολλών τελετών της Εκκλησίας ανά την Ελλάδα, διότι οι κάτοικοι επιμένουν να τηρούν ευλαβικά όσα τους παραδόθηκαν από τους προγόνους τους. Προς επίρρωση του τελευταίου επιχειρήματος αναφέρω μόνο ένα - υπάρχουν πολλά - παράδειγμα από το νησί Κέα των Κυκλάδων, όπου ο εσπερινός της «Αγάπης» γίνεται στις δώδεκα το μεσημέρι της Κυριακής της Λαμπρής, ο ιερουργός περιφέρει τρεις φορές την εικόνα του αναστάντος Ιησού γύρω από τον ναό, το εκκλησίασμα ακολουθεί την περιφορά, και κατόπιν γίνεται τελετουργικά, σχεδόν φαντασμαγορικά, το κάψιμο του Ιούδα, σε αντίθεση με τη δική μας συνήθεια, σύμφωνα με την οποία η «Αγάπη» τελείται με διαφορετικό τρόπο το απόγευμα της ίδιας μέρας, χωρίς αυτές οι διαφορές να αποδεικνύουν πως οι μεν είναι καλύτεροι χριστιανοί από τους δε. 

      Κλείνοντας αυτή την αναφορά στην αξία της παράδοσης του τόπου μας, η οποία έγινε με αφορμή τον χρόνο στολισμού του Επιταφίου, είμαι βέβαιη πως αρκετοί θα εκπλαγούν, κάποιοι άλλοι θα επικρίνουν και κάποιοι άλλοι θα συμφωνήσουν. Όποια στάση επιλέξει να κρατήσει κάποιος απέναντι στα ανωτέρω είναι θεμιτή και δημοκρατικά ανεκτή. Η ουσία, όμως, παραμένει. Διότι σε μια εποχή κατά την οποία η κρίση άγγιξε τις τσέπες μας, αλλά κυρίως τις καρδιές μας, ίσως, δεν είναι πολύ αργά να τα δούμε όλα αυτά. Να τα δούμε! Αν η άποψη και η απόφαση των πολλών διαφοροποιείται απ’ όσα γράφηκαν πιο πάνω, ας συνεχίσουν να πορεύονται όλα στον χρόνο, όπως πορεύονται, κι ας αποτελεί αυτό το άρθρο ένα κείμενο που έχει ουσιαστική αξία μόνο για τη συντάκτριά του. Ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, όμως, είναι παρών με τους στίχους του και παροτρύνει: «Γνῶμες, καρδιές, ὅσοι Ἕλληνες,/ ὅ,τι εἶστε, μήν ξεχνᾶτε,/ δέν εἶστε ἀπό τά χέρια σας/ μονάχα, ὄχι. Χρωστᾶτε/ καί σέ ὅσους ἦρθαν, πέρασαν,/ θά ’ρθοῦνε,  θά περάσουν./ Κριτές, θά μᾶς δικάσουν/ οἱἀγέννητοι, οἱ νεκροί.»!