Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Ποιος φταίει; (12-12-2008)

 

 Δημοσιεύτηκε:  Εφημερίδα «Αμβρακία», 15-12-08 & «Ηχώ της Άρτας», 16-12-08

 

-Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!                     

-Φταίει ο θεός που μας μισεί!                                                           

-Φταίει το κεφάλι το κακό μας!                                                          

-Φταίει πρώτ’ απ’ όλα τα κρασί!                                                         

Ποιος φταίει; Ποιος φταίει;                                                                                                                   

Κανένα στόμα                                                          

δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα.     

…………………………………     

Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,

προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα!                               

Κώστας Βάρναλης

Τις τελευταίες μέρες, μέσα στην πνιγηρή ατμόσφαιρα της βίας και των καπνογόνων, στα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τους κυρίαρχους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, είδαμε, ακούσαμε και διαβάσαμε πολλά. Είδαμε εικόνες πρωτόφαντης για τη χώρα μας βίας κι ακούσαμε και διαβάσαμε απόψεις και κρίσεις που άλλες εξέφραζαν έκπληξη για τα τεκταινόμενα, άλλες που προσπαθούσαν να τα ερμηνεύσουν, άλλες που τα δικαιολογούσαν, και δυστυχώς ελάχιστες που έθεταν το πρόβλημα στη σωστή του βάση.

      Σ’ αυτές τις συνθήκες, ούτως ή άλλως, μπορεί ο καθένας να βγαίνει και να λέει ανέξοδα μεγάλες κουβέντες και να επιρρίπτει τις ευθύνες σε τρίτους, χωρίς να αναλογίζεται τις δικές του. Τις δικές μας, διότι σε μια δημοκρατία, δεν μπορεί ο καθένας να αποποιείται το ρόλο του ενεργού πολίτη, να βολεύεται στην μέτρια ή όχι καθημερινότητά του και να περιμένει από κάποιους άλλους να του λύσουν το όποιο πρόβλημα. Και κυρίως δεν μπορεί, όταν βολεύει τα μικροσυμφέροντά του, να είναι όλα καλώς καμωμένα, χωρίς να ενδιαφέρεται καν, αν η εξυπηρέτηση αυτή του δικού του συμφέροντος βλάπτει άλλους.

      Κι οι περισσότεροι σήμερα δηλώνουν έκπληκτοι. Γιατί άραγε; Γιατί, δεν είναι κάποιοι απ’ αυτούς που αναξιοκρατικά παρακάλεσαν να διορίσουν ή διόρισαν το παιδί τους στο δημόσιο; Δεν είναι κάποιοι απ’ αυτούς που παίρνουν στο σπίτι τους για δασκάλους των παιδιών τους εκπαιδευτικούς που τα παιδιά τους έχουν ως καθηγητές στα σχολεία τους; Δεν είναι κάποιοι απ’ αυτούς που χρημάτισαν κάποιον υπάλληλο σε κάποια υπηρεσία για να τους εξυπηρετήσει, δήθεν γρήγορα, εις βάρος κάποιου συμπολίτη τους; Δεν είναι κάποιοι απ’ αυτούς που πλήρωσαν για να πάρουν δίπλωμα οδήγησης αυτοί και τα παιδιά τους ή να σβήσουν κάποια κλήση που είχαν πάρει για μη τήρηση του κώδικα οδικής κυκλοφορίας; Δεν είναι κάποιοι απ’ αυτούς που με τις αποφάσεις τους σε καίριες θέσεις δημιούργησαν πόλεις αφιλόξενες, που τα παιδιά τους δεν μπορούν να βγουν να παίξουν και να εκτονώσουν την ενεργητικότητά τους;

      Τα ερωτήματα δεν είναι μόνο αυτά και είναι αμείλικτα. Και γίνονται περισσότερο αμείλικτα για όλους, γιατί η ευθύνη για πολλά απ’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα ξεκινούν αρκετά χρόνια πριν και δυστυχώς τη φέρουν αρκετοί άνθρωποι που, αν και βρέθηκαν σε θέσεις  που θα μπορούσαν ν’ αλλάξουν τη φορά των πραγμάτων, δεν το έκαναν. Και σήμερα είναι διπλή η πίκρα για μας. Μεγαλώσαμε ακούγοντας για τη γενιά του Πολυτεχνείου, αλλά δυστυχώς γερνάμε με τη διαπίστωση πως ένα μεγάλο μέρος αυτής της γενιάς συμβιβάστηκε περισσότερο από πολλές άλλες, έγινε κατεστημένο και δυστυχώς έθισε τους πολίτες σ’ έναν ραγιαδισμό που του έμαθε πως πρέπει να είναι οπαδός κάποιου κόμματος – όχι ενεργός πολίτης με την αληθινή έννοια του όρου – για να έχει μοίρα σ’ αυτόν τον τόπο.

      Και σήμερα προβληματιζόμαστε και υπερθεματίζουμε. Για πόσο άραγε; Μέχρι να κατακάτσει ο κουρνιαχτός; Μέχρι να ξαναμπούμε στη βολή μας; Μέχρι να πούμε επιτέλους ησυχάσαμε και θ’ αρχίσουμε να αναζητούμε πάλι τον υπέρμετρο ευδαιμονισμό και το κυνήγημα του πάλαι ποτέ «αμερικάνικου ονείρου» στην νεοελληνική εκδοχή του;

      Αν δεν καταλάβουμε την ευθύνη που στον καθένα μας αναλογεί, τίποτα δεν θ’ αλλάξει και τα φαινόμενα αυτά θα επαναλαμβάνονται. Το θέμα είναι μήπως, όπως πολλά άλλα, γίνουν μέρος της καθημερινότητάς μας και τα συνηθίσουμε! Αν περιμένουμε κάποιους ν’ αλλάξουν τα πράγματα χωρίς ταυτόχρονη αλλαγή και της δικής μας νοοτροπίας σε όλα τα επίπεδα του ιδιωτικού και του δημόσιου βίου μας, που λέει πως για όλα φταίνε οι άλλοι, θα πάθουμε σαν τους «πολίτες» της παρακμασμένης πολιτείας στο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Περιμένοντας τους βαρβάρους», οι οποίοι περίμεναν τους βαρβάρους να τους δώσουν «κάποια λύση» σε ζητήματα που αυτοί όφειλαν να δώσουν! Οι λύσεις όμως των προβλημάτων, όπως ο καθένας γνωρίζει, δεν προκύπτουν, όταν τα προβλήματα και τις αιτίες που τα προκαλούν παριστάνουμε πως δεν τα βλέπουμε ή το χειρότερο τα κρύβουμε από φόβο μήπως τρομάξουμε κι εμείς οι ίδιοι. Προκύπτουν, όταν τα κοιτάζουμε κατάματα και αναζητούμε τη λύση τους.

      Και μέρες που είναι, ως επίλογο αυτής μας της παρέμβασης, σημειώνουμε πως βρήκαμε πολύ εύστοχο το πρωτοσέλιδο μιας αθηναϊκής εφημερίδας* που αυτή την εβδομάδα, μέσα στη δίνη των γεγονότων, επέλεξε λίγα λόγια του αρχαίου ρήτορα Ισοκράτη που λένε πως: «Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία», και τα οποία αναφέρονταν στην παρακμή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Αυτές οι επίκαιρες διαπιστώσεις του αρχαίου προγόνου, οι οποίες δεν είναι μοναδικές μέσα στα έργα του μπορεί κάποιους να τους αγγίξουν, να τους προβληματίσουν, να αναγνωρίσουν κάποια απ’ τα πραγματικά αίτια της σημερινής κατάστασης, αλλά και να τους κάνουν να σκεφτούν λίγο διαφορετικά κι ο καθένας απ’ τη θέση του να κάνει κάτι για ν’ αλλάξουν. Κι ίσως ήρθε ο καιρός που δεν πρέπει να καμαρώνουμε στείρα για την κληρονομιά των αρχαίων προγόνων, αλλά να τη μελετήσουμε για να διδαχθούμε απ’ τη σοφία, αλλά κι απ’ τα λάθη της…

*Εφημερίδα «Ελεύθερος τύπος», 10-12-08