|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
«Και πάλι… αλλαγές!», (9-9-2016)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα «Ηχώ της Άρτας», 13-9-2016
Εφημερίδα "Η ΡΟΔΑΥΓΗ", αρ. φύλλου 144, Ιούλιος - Σεπτέμβριος 2016, σ. 3
Στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 έφτασε για άλλη μια φορά στα σχολεία της χώρας Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο περιλαμβάνει τις αλλαγές που θα γίνουν από το τρέχον σχολικό έτος στο Γυμνάσιο και το Λύκειο. Αναμενόμενο μπορεί να πει ο καθένας. Εδώ έχουν γίνει κατά το παρελθόν αλλαγές από διαφορετικούς υπουργούς της ίδιας κυβέρνησης, τώρα δεν θα γίνονταν κάποιες; Ναι, γίνονταν, γίνονται και θα γίνονται! Με ένα ερώτημα να μένει αναπάντητο. Δεν μπορεί στον ευαίσθητο, όπως συνηθίζεται να λέγεται, χώρο της Παιδείας να υπάρχει ένας ελάχιστος βαθμός συνεννόησης και σύγκλισης των κομματικών σχηματισμών, ώστε να μην γίνονται αλλαγές κάθε τρεις και λίγο; Δύσκολο θα πουν κάποιοι, διότι έκαστος στηρίζεται σε διαφορετική ιδεολογική πλατφόρμα κι έχει δημιουργήσει διαφορετικό αφήγημα για το θέμα, για να χρησιμοποιήσω δύο εκφράσεις, τις οποίες αρέσκονται να χρησιμοποιούν πολλοί από τους ενασχολούμενους με την πολιτική.
Μετά, λοιπόν, την αφαίρεση της διδασκαλίας του «Επιταφίου», μετά την κατάργηση της αριστείας, η οποία, λέει, δημιουργεί ψυχολογικά προβλήματα και αίσθημα ανισότητας σ’ όσους δεν μπορούν να την κατακτήσουν, οι καινούργιες αλλαγές είναι απλά η συνέχεια. Ας μην κρυβόμαστε. Η διδασκαλία του «Επιταφίου» θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας όλων των μαθητών, μια και μέσα σ’ αυτόν ο Θουκυδίδης αναλύει με εξαιρετικό τρόπο το δημοκρατικό πολίτευμα και τις συνέπειές του στον άνθρωπο. Επίσης, η κατάργηση της αριστείας σημαίνει ισότητα προς τα κάτω, αφού το σχολείο θα πρέπει να προσαρμόσει τις απαιτήσεις του στις δυνατότητες των πιο αδύνατων, κι έτσι να αρνηθεί μια σημαντική παράμετρο της αποστολής του, αφού «συγχέει», όπως σημειώνει η Natacha Polony στο βιβλίο της «Τα χαμένα παιδιά μας», «την ισότητα των ευκαιριών με την ισότητα αποτελεσμάτων» (σ. 113).
Μετά τα ανωτέρω, άλλων σχετικών αλλαγών που έχουν γίνει σε προγενέστερο χρόνο, και τη μείωση των ωρών διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών, ήρθε τώρα η κατάταξή τους στη Β' ομάδα μαθημάτων, στα οποία καταργείται η γραπτή εξέταση στο τέλος της σχολικής χρονιάς. Όχι μόνο της Αρχαίας Ελληνικής από το πρωτότυπο, αλλά κι εκείνης από μετάφραση, για την οποία πολλοί υποστηρίζουν πως μπορεί να μεταδώσει στους μαθητές τις αξίες του κλασικού πολιτισμού χωρίς να ταλαιπωρούνται με την εκμάθηση της γραμματικής, του συντακτικού κ.λπ. Οποία πλάνη! Εδώ δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτό, αλλά για την περαιτέρω σταδιακή απαξίωση της κλασικής παιδείας και των ανθρωπιστικών σπουδών.
Η σταδιακή εξαφάνιση των κλασικών σπουδών από την εκπαίδευση, φαντάζει, ίσως, ως εκσυγχρονισμός, αλλά στην ουσία θα επιφέρει, ως έναν βαθμό το έχει κάνει ήδη, ανεπανόρθωτες συνέπειες για το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και για την κοινωνία. Κι αυτή δεν είναι η άποψη μιας φιλολόγου, η οποία γέρασε μέσα στις σχολικές αίθουσες, αλλά αυτή καθαυτή η αξία της κλασικής παιδείας, η οποία διαπλάθει με αναφορές σε αξίες, οι οποίες εδώ και αιώνες ονομάστηκαν κλασικές, που σημαίνει διαχρονικές! Αλλά τι λέω! Η εποχή μας μισεί το κλασικό! Αξία έχει ό,τι αποφέρει κέρδος και ό,τι κινείται στους ρυθμούς των αγορών. Πού χρόνος για σκεπτόμενους ανθρώπους, οι οποίοι θα έχουν αίσθηση της ιστορικής συνέχειας και του ανήκειν, θα έχουν συνείδηση ταυτότητας.
Άλλαξαν οι εποχές! Θα συμφωνήσω. Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Μήπως πως οι μαθητές που ζουν σ’ έναν τόπο, ασχέτως αν είναι γηγενείς ή όχι, δεν θα πρέπει να γνωρίζουν τη θέση που είχε και έχει ο τόπος που ζουν στη μακρά διάρκεια, μέσα στον ιστορικό χρόνο; Ή, μήπως είναι κι αυτή μια γνώση, η οποία δημιουργεί αισθήματα ανωτερότητας ή κατωτερότητας, ρατσιστικές διαθέσεις και άλλα όμοια;
Και το μάθημα των Θρησκευτικών, αφού περιορίστηκαν οι ώρες διδασκαλίας του, ανήκει κι αυτό στη Β' ομάδα μαθημάτων, θα διδάσκεται, λέει, πληροφορώντας τους μαθητές για όλα τα θρησκεύματα. Καμία αντίρρηση. Κι η γενιά μου είχε διδαχθεί για όλα τα θρησκεύματα. Φοβάμαι, όμως, πως, τόσο αυτή η επιλογή, όσο και οι προαναφερθείσες, εντάσσονται στο όραμα ενός κόσμου που τον βολεύει κυρίως ο άνθρωπος ως οικονομικό ον, με ό,τι σημαίνει αυτό, αποκομμένος από τις συμβολικές διαστάσεις του.
Δεν διατυπώνω σοφίες! Αν, όχι με μεγάλη επιμέλεια, αλλά με οξυδερκές βλέμμα, κοιτάξουμε τα βιβλία του Δημοτικού, και όχι μόνο, θα δούμε σε πολλές σελίδες τους την προβολή της σπουδαιότητας του ασήμαντου, και συχνά, του άχρηστου. Θα δούμε κείμενα άνευρα, χωρίς συναίσθημα και χωρίς αξίες, να παίρνουν τη θέση της λογοτεχνίας, και μάλιστα, της κλασικής. Όχι, δεν εννοώ της αρχαίας, αλλά συγγραφέων που τους καθιέρωσε ο χρόνος και ανήκουν στους κλασικούς.
Συμπερασματικά κι επειδή σ’ ένα άρθρο δεν εξαντλείται το θέμα, το σχολείο πλέον, όπως εύστοχα σημειώνει η Natacha Polony, «δεν έχει σκοπό να μεταδίδει ουσιαστικές γνώσεις, που η κατοχή τους φωτίζει τη συνείδηση και προσφέρει τα υλικά της ελευθερίας. Συμπέρασμα: παράγουμε με τη σέσουλα, και με τεχνικές όλο και πιο αποτελεσματικές, υποταγμένα μυαλά – κάτω από την κάλυψη βέβαια της αγωγής του πολίτη, της ανάπτυξης της κριτικής σκέψης, της ανάδειξης του μοναδικού και ανατρεπτικού εγώ. Τον Δεκέμβριο του 1999, μια έρευνα της εταιρείας IFOPγια το υπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισμού αποκάλυψε ότι το 45% των νέων από 16 ως 25 ετών θεωρούν την αστρολογία επιστήμη (επίσης το 60% πιστεύει ότι στόχος της ζωής είναι να κερδίζουν χρήματα, και το 94% ότι είναι σημαντικό «να ξέρεις να περνάς καλά»). Μάλιστα υποστηρίχθηκε και διδακτορικό στη Σορβόννη, από την κ. ElisabethTessier, με αυτό το θέμα – δεν μπορούμε να κρατάμε κακία στους νέους επειδή σκέφτονται σύμφωνα με την εποχή τους. Σε άλλους καιρούς θα μιλάγαμε για σκοταδισμό. Τώρα λέμε ότι ο καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει ό,τι θέλει. Σαφώς και είναι. Αλλά…» (σ. 125).
Αν γίνονταν μια παρόμοια έρευνα στη χώρα μας, θα απέφερε παρόμοια αποτελέσματα. Όχι, δεν φταίνε οι νέοι για τις απαντήσεις που δίνουν, αλλά όσοι δεν τους βοηθούν, παρά τις όποιες διαφορές τους, να γίνουν πολίτες. Να γνωρίσουν, δηλαδή, ιδέες και αξίες, οι οποίες δεν θα τους κάνουν φερέφωνα και έρμαια, αλλά προσωπικότητες χειραφετημένες και ανεξάρτητες, που θα έχουν συνείδηση της συνέχειας του πολιτισμού, του οποίου είναι κληρονόμοι και τον οποίο οφείλουν να γνωρίζουν, να αξιολογούν και να συνεχίζουν.