Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

«Ο πολιτισμός της καθημερινότητας», (18-9-2016)

 

Δημοσιεύτηκε: Περιοδικό «Έκφραση», Σεπτέμβριος 2016, τ. 5ο, σ. 9

 

    Καλοκαίρι! Η πρωινή ζέστη υποφερτή. Όμως, η στάση για έναν καφέ στην κεντρική πλατεία της Άρτας αποδεικνύεται κακή επιλογή. Δεν φταίει ο καφές! Καλοφτιαγμένος, και το νερό δροσερό! Αλλά τι να τα κάνεις; Στην πλατεία, σε όσο χώρο έχει απομείνει ελεύθερος από τα τραπέζια και τα καθίσματα των καταστημάτων, γίνεται πανδαιμόνιο από τα διερχόμενα αυτοκίνητα και τα μηχανάκια. Φασαρία και καυσαέριο! Πού ν’ απολαύσεις τον καφέ σου και δυο κουβέντες;

   Αν και δεν ήταν της αρμοδιότητάς του, πιάνω σχετική συζήτηση με τον νεαρό που έφερε τον καφέ, επιθυμώντας στην ουσία να μάθω τι άποψη έχει για το θέμα. Α! μου απαντά, πρέπει να ξεφορτωθούν τα εμπορεύματα! Καμία αντίρρηση. Να ξεφορτωθούν! Κι εκείνα τα ιδιωτικά αυτοκίνητα και τα μηχανάκια, γιατί περνάνε; Α! κάποια δουλειά θα ’χουν! Πολύ ωραία! Και τα σταθμευμένα! Κι αυτά! Ούτε μία διατύπωση όχλησης για όσα εκτυλίσσονται καθημερινά μπροστά του. Παντελής αδιαφορία ή μιθριδατισμός; Ποιος ξέρει!

   Με τις εικόνες των αυτοκινήτων να πηγαινοέρχονται στην πλατεία και το καυσαέριο στην αναπνοή μου, πίνω βιαστικά τον καφέ και κατηφορίζω τη Σκουφά. Τα ίδια κι εκεί! Λες και δεν περπατούσα σε πεζόδρομο. Κι όχι μόνο αυτό, κάποιοι εποχούμενοι ήταν βιαστικοί! Είχαν, βλέπεις, προτεραιότητα έναντι των πεζών! Εκεί που προχωρούσα, να κι ένα περιπολικό. Να σας πω, λέω απευθυνόμενη στον συνοδηγό, και του ανέφερα την κατάληψη της πλατείας και των πεζοδρόμων από αυτοκίνητα. Συμφώνησε και πρόσθεσε πως σ’ άλλη περιοχή, όπου εργάζονταν κατά το παρελθόν - δεν χρειάζεται να αναφερθεί - όποιος τολμούσε να μπει εποχούμενος, ειδικά εκτός επιτρεπόμενου χρόνου, σε πλατεία ή πεζόδρομο, την είχε άσχημα, ενώ τα εμπορεύματα ξεφορτώνονταν πολύ πρωί, πριν αρχίσει να κινείται ο κόσμος. Μου εξήγησε και τα ισχύοντα στην Άρτα! Λυπήθηκα και αγανάκτησα!

   Δυστυχώς, αυτό το σκηνικό είναι καθημερινό. Το διαπίστωσα, όσες φορές βρέθηκα εκεί στη διάρκεια του καλοκαιρού. Έδωσε, μάλιστα, αφορμή για σκέψεις και συζητήσεις γύρω από τον πολιτισμό της καθημερινότητας. Τον πολιτισμό, δηλαδή, ο οποίος έχει δύο δημιουργούς και δύο αποδέκτες, τον Δήμο ως διοικητικής οντότητας και τους πολίτες, ντόπιους και μη, ως οντοτήτων, οι οποίες οφείλουν να σέβονται ό,τι συνιστά δημόσιο χώρο, αλλά και να απολαμβάνουν ένα περιβάλλον, το οποίο αποπνέει ανάλογο σεβασμό.

   Και τούτο, διότι ο πολιτισμός σ’ αυτή του τη διάσταση σχετίζεται με τις υποδομές και τους ισχύοντες κανόνες που δημιουργούν τις προϋποθέσεις, για να είναι, κατά το δυνατόν και κατά περίπτωση, πιο εύκολη και πιο ευχάριστη η καθημερινότητα των πολιτών και συμβάλλουν με τον τρόπο τους σ’ αυτό, το οποίο ονομάζεται ποιότητα ζωής στο αστικό περιβάλλον, και όχι μόνο.

   Για την εξασφάλιση, λοιπόν, των ανωτέρω, εκτός από τον Δήμο, ο οποίος οφείλει να δημιουργεί τις συνθήκες, σημαντικότατη είναι η συμβολή καθενός που κινείται στον δημόσιο χώρο. Πόσο μάλλον, που η εκάστοτε στάση του αναδεικνύει την παιδεία του, η οποία έχει κατά κάποια έννοια ανταποδοτικό χαρακτήρα στον βαθμό που και οι συμπολίτες του πράττουν το ίδιο.

   Βέβαια, για την παρουσία των οχημάτων σε χώρους που προορίζονται για τους πεζούς, τους κανόνες οφείλει να τους θέτει ο Δήμος, ο οποίος έχει υποχρέωση να διασφαλίζει και να περιφρουρεί την απρόσκοπτη μετακίνηση κάθε πεζού, ειδικά εκείνων, οι οποίοι είναι μικρής ή προχωρημένης ηλικίας, κινούνται με αναπηρικό αμαξίδιο, ή είναι γυναίκες, οι οποίες κυοφορούν ή κινούν καροτσάκι με το παιδί τους.

   Πέραν αυτών, όμως, υπάρχουν και οι πιθανοί επισκέπτες των μνημείων της πόλης, οι οποίοι, θα συμφωνήσετε, για να λένε καλά λόγια γι’ αυτή, για να τη διαφημίζουν ανέξοδα δηλαδή, θα πρέπει η ίδια να τους προσφέρει και τα κίνητρα να το κάνουν. Εκτός κι αν δεν νοιαζόμαστε και θεωρούμε πως τα μνημεία της δόξας της, τα οποία αποτελούν πόλο έλξης για αρκετούς, είναι ικανά από μόνα τους να κάνουν το θαύμα και οι σύγχρονοι κάτοικοι της πόλης δεν έχουν καμία ευθύνη. Πάντως, με τα πάσης φύσεως οχήματα να κινούνται ανεμπόδιστα σε πλατείες και πεζόδρομους του κέντρου και με κάδους απορριμμάτων να ζέχνουν από απόσταση  - εκείνοι παραπλεύρως της Λαϊκής Αγοράς καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού αποτελούν όνειδος - έχω την αίσθηση πως οι επισκέπτες δεν έχουν πολλά περιθώρια να καλομιλήσουν για την πόλη.

   Φυσικά, με αφορμή τούτη την αναφορά στον πολιτισμό της καθημερινότητας, θα μπορούσε να γίνει λόγος και γι’ άλλες εκφάνσεις του, αλλά για την ώρα, ας μείνουμε στις προαναφερθείσες, κι ας δούμε πώς θα καταστεί εφικτό να πάψουν να υπάρχουν στην πόλη εικόνες, οι οποίες πληγώνουν την ψυχή και το βλέμμα και συνιστούν μορφές διοικητικής και κοινωνικής παρακμής.