|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Η δική μου Μακεδονία, (23-1-2019)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα "Ηχώ της Άρτας", 25-1-2019, σ. 1
Αναρτήθηκε: http://apirotan1940.blogspot.com/2019/01/blog-post_38.html (Ηπειρωτική Εστία Θεσσαλονίκης)
Έχουν διαβεί περισσότερα από σαράντα χρόνια αφότου περπάτησα για πρώτη φορά στη γη της Μακεδονίας. Ήμουν έφηβη και τα όνειρά μου, ούτως ή άλλως, με ταξίδευαν από καιρό σε πολλούς τόπους. Το ταξίδι, όμως, που με έφερε ως εκεί, ήταν το πρώτο μακρινό μου ταξίδι!
Μέχρι τότε, είχα μάθει αρκετά γι’ αυτή από τα διαβάσματά μου σε εγκυκλοπαίδεια, από το μάθημα της Ιστορίας, από την ιχνογραφία, η οποία συμπλήρωνε ευεργετικά το μάθημα της Γεωγραφίας, καθώς και από τις σχολικές γιορτές, κάτι, βέβαια, που ίσχυε και γι’ άλλες περιοχές της πατρίδας μας.
Γνώριζα για την πανάρχαια ιστορία της! Για τους Αργίτες Τημενίδες, οι οποίοι έφτασαν στη γη της Μακεδονίας, δημιουργώντας την απαρχή της δυναστείας των Αργεαδών, με τη γνωστή σε πολλούς ιστορική τους πορεία μέχρι τον Μέγα Αλέξανδρο και τους διαδόχους του. Γνώριζα, επίσης, αρκετά πράγματα για όλες τις μετέπειτα ιστορικές φάσεις της Μακεδονίας.
Γνώριζα, ακόμα, τη γεωγραφική της κατατομή! Τα βουνά της, τις λίμνες της, τα ποτάμια της, τις πεδιάδες της, τις πόλεις της,… Όλα αυτά τα αποτύπωνα στους γεωφυσικούς χάρτες, που ιχνογραφούσα, δημιουργώντας το ανάγλυφο της γης της, ενώ εμπέδωνα τις θέσεις, όπου βρισκόντουσαν, και ποθούσα κάποτε να τα δω από κοντά.
Και δεν ξεχνώ το θεατρικό, στο οποίο συμμετείχα με συμμαθήτριές μου, στο οποίο η καθεμιά υποδυόταν ένα γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας μας, που συμπληρώνονταν από τη Βόρειο Ήπειρο και την Κύπρο. Και σήμερα, χρόνια μετά, κοιτώ με συγκίνηση τη φωτογραφία των παιδικών μου χρόνων, όπου όλα τα κορίτσια έχουμε διαγώνια μπροστά στο στήθος μας μια χάρτινη ταινία, η οποία γράφει με κεφαλαία γράμματα ΘΡΑΚΗ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, ΘΕΣΣΑΛΙΑ, ΗΠΕΙΡΟΣ, …, ΚΥΠΡΟΣ.
Με τα χρόνια, γνώσεις και εμπειρίες προστέθηκαν και ποτέ μέχρι τη στιγμή, κατά την οποία γράφονται τούτες οι γραμμές, δεν διαφοροποιήθηκε η αγάπη μου για τη γη των Μακεδόνων, στην οποία, μετά την πρώτη μου επίσκεψη κάποια Χριστούγεννα, - δυο χρόνια μετά ο Μανόλης Ανδρόνικος έφερε στο φως τα άγια των αγίων από τη γη της - έμελε να μεταβώ κι άλλες φορές, αφού εκεί, στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, έκανα τις σπουδές μου, και για κει έλαβα τον πρώτο μου διορισμό.
Όλα αυτά υπήρξαν η αφορμή, για να γνωρίσω καλύτερα, τόσο αυτή, όσο και τους ανθρώπους της, με αρκετούς ακόμα, μετά από τόσα χρόνια, να διατηρώ ουσιαστικές σχέσεις.
Έτσι, δεν λησμονώ τους φίλους των φοιτητικών μου χρόνων, δεν λησμονώ τον πρώτο, εξαίρετο διευθυντή μου, στο Μεταλυκειακό Προπαρασκευαστικό Κέντρο Πολίχνης, όπου για πρώτη φορά εργάστηκα, δεν λησμονώ εκείνους, που ενώ είχα φύγει από τη Θεσσαλονίκη και εργαζόμουν αλλού, με κάλεσαν να βαφτίσω το πρώτο τους παιδί, δεν λησμονώ τους ανθρώπους, οι οποίοι με αγκάλιασαν με προσήνεια και καλοσύνη, θαρρείς κι από παλιά με γνώριζαν, ούτε, βέβαια, τα ταξίδια, που με κάθε αφορμή εκεί κάνω.
Δεν ξέρω, αν σε πολλούς απ’ αυτούς, οι οποίοι θα διαβάσουν αυτό το κείμενο, έτυχε να τους βάλουν κάποιοι στο σπίτι τους και να τους προσφέρουν αφειδώς και ανιδιοτελώς τη φιλοξενία τους για περισσότερο από ένα μήνα, αλλά και κατόπιν, όπως έκαναν σε μένα ο Ελευθέριος και η Σουλτάνα Κυρίζογλου στο χωριό Τσάκονη της Καστοριάς και ο Ηρακλής και η Σταυρούλα Αντωνίου στο χωριό Μανιάκοι της ίδιας περιοχής, όπου εργάστηκα για δύο χρόνια, και για όσο καιρό έμεινα σ’ ένα δωματιάκι τους, ώσπου να βρω κατάλληλο κατάλυμα, κάθε μεσημέρι με ανέμεναν μ’ ένα πιάτο ζεστό φαΐ και με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να με κάνουν να μη νιώθω μόνη στον «ξένο» τόπο! Αλλά και ο Αντώνης με την Ξανθή Δημοπούλου, όπου διέμενα το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ήταν πάντα παρόντες με το ενδιαφέρον τους, με τον καλό λόγο, μ’ ένα σωρό καλούδια! Και, φυσικά, τόσα άλλα!
Γερνώ και μ’ έπιασαν οι θύμησες, ίσως, πουν κάποιοι αναγνώστες! Μπορεί να είναι κι αυτό, αλλά η αφορμή είναι άλλη. Είναι όλα εκείνα, τα οποία ζούμε και δεν χωρούν σε πολλών Ελλήνων τον νου και την ψυχή, όχι μόνο των Μακεδόνων.
Πώς γίνεται, λοιπόν, χωρίς την ελάχιστη εθνική συναίνεση να αποφασίζεται το μέλλον της Μακεδονίας, όλοι γνωρίζουν τι εννοώ, και όχι μόνο; Πώς γίνεται εκείνοι, οι οποίοι αποφασίζουν να μην λαμβάνουν υπόψη την ιστορία της, τις συνθήκες, οι οποίες επηρέασαν τη μοίρα της, τον πολιτισμό της, τους ανθρώπους της; Γιατί ταπεινώνουν τόσο πολίτες, που στην εξουσία τους έφεραν; Γιατί δεν καταφεύγουν γι’ άλλη μια φορά στη λαϊκή ετυμηγορία; Γιατί παραχωρούν τόσες πανάρχαιες ιστορικές αναφορές της Μακεδονίας μας; Με ποιο δικαίωμα; Για ποιους λόγους είναι τόσο επισπεύδοντες; Γιατί πρέπει να υπογραφεί μια συμφωνία, για την οποία έχουν μιλήσει ειδικότεροι από μένα για τους μελλοντικούς κινδύνους, που υποκρύπτει για τον τόπο; Γιατί δεν ακούν «τη βοή των πλησιαζόντων γεγονότων», όπως έγραψε ο ποιητής; Γιατί; Γιατί; Γιατί;
Θα είχα να προσθέσω κι άλλα ερωτήματα, τα κάνουν, άλλωστε, πολλοί σ’ αυτόν τον τόπο, απευθυνόμενοι στον εαυτό τους ή σ’ άλλους, εις μάτην.
Αλλά αισθάνομαι έναν κόμπο στο λαιμό, μια απέραντη θλίψη στην ψυχή, αρρωσταίνω με την ταπείνωση, που ζω στην πατρίδα μου τον καιρό των μνημονίων, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, οι οποίοι αφορούν στο ξεπούλημά της στις αγορές του κόσμου. Και διαπιστώνω πως δεν είμαι η μόνη, πως και πολλοί συμπατριώτες μου το ίδιο νιώθουν! Νιώθουμε, δηλαδή, ως αθύρματα εκείνων, δεν θα εξετάσω αυτή τη στιγμή τους λόγους, για τους οποίους πουλούν τα πάντα, σχεδόν, στην πατρίδα μας, υλικά και άυλα, λες, κι είναι δικά τους – αν ήταν, μάλλον, πιο σοφές επιλογές θα έκαναν – λες, και τους εξουσιοδοτήσαμε, λόγω δικής μας αδυναμίας, να το πράξουν! Και μέσα σ’ αυτόν τον οίστρο των πωλήσεων, πήραν φόρα κι άρχισαν το ξεπούλημα όλων όσων μπορούν να εξαργυρωθούν, ακόμα και έναντι ανύπαρκτων ή ελαχίστων ανταλλαγμάτων για τη χώρα, θαρρείς, και δεν υπάρχουν άλλες λύσεις!
Κλείνοντας τούτη την αναφορά στην ακριβή μου, για πολλούς λόγους, Μακεδονία, για τη Μακεδονία μου, φωνάζω πως αγαπώ από τα βάθη του είναι μου κάθε γωνιά της πατρίδας, στην οποία είδα το φως του ήλιου και ακόμα αναπνέω και ζω, και σέβομαι, χωρίς αστερίσκους, τις πατρίδες των άλλων! Γνωρίζω πως, όταν θα φύγω από τη ζωή, η πατρίδα μου θα είναι υπόδουλη, αφού πολλά δικά της παραχωρήθηκαν, είναι γνωστό από ποιους και σε ποιους, ερήμην των πολιτών της, για ενενήντα εννέα χρόνια! Κι ενώ βλέπω ότι πολλά γύρω μου, γύρω μας, ζοφερά είναι, ζω με την ελπίδα και εύχομαι, αν και με ευχές τίποτα δεν γίνεται, να μην δω τα χειρότερα για τη γαλάζια μου πατρίδα, για την πατρίδα μας, με τα αετόμορφα βουνά της και με την αρχέγονη ιστορία των ανθρώπων της!