Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Απάνθισμα

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Η εορτή των Τριών Ιεραρχών, (31-1-2019)

 

Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα "Ηχώ της Άρτας", 1-2-2019, σ. 1.

 

   Το απολυτίκιο «Τούς Τρεῖς Μεγίστους Φωστῆρας τῆς Τρισηλίου Θεότητος, / τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, […]», που αφορά στην εορτή των Τριών Ιεραρχών, έρχεται στη μνήμη από την παιδική μου ηλικία. Συγκεκριμένα, από τα χρόνια του δημοτικού σχολείου, όπου με τους συνομηλίκους μου διδαχθήκαμε τα λόγια και τον μουσικό ρυθμό βάσει του οποίου το ψάλλαμε, δημιουργώντας στην αίθουσα διδασκαλίας μιας μορφής μυσταγωγία.

   Και, φυσικά, δεν λησμονώ την ημέρα της γιορτής, κατά την οποία όλοι οι μαθητές πορεύονταν από το σχολείο προς τον ναό της Αγίας Παρασκευής στο κέντρο της Ροδαυγής, έχοντας επικεφαλής τον σημαιοφόρο, που στη σημαία, την οποία με περηφάνια κρατούσε, εικονίζονταν οι μορφές των Τριών Ιεραρχών. Ούτε, βέβαια, τη γιορτινή ατμόσφαιρα ξαστοχώ, αφού κόσμος συνέρρεε στον ναό, για να τιμήσει τους Ιεράρχες, για ν’ ακούσει τη σχετική ομιλία κάποιου εκ των δασκάλων μας, για να χαρεί τη σχόλη.

   Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια και μαζί μ’ αυτά έχει πάρει άλλη μορφή ο γιορτασμός, όσον αφορά στην προσέγγισή του στον χώρο της εκπαίδευσης. Ειδικότερα, η μέρα της γιορτής είναι πλέον αργία, που σημαίνει ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν συμβαίνει, και σύμφωνα με την ισχύουσα εγκύκλιο του Υπουργείου «Στις σχολικές μονάδες […] πραγματοποιούνται εκδηλώσεις για τον εορτασμό της μνήμης των Τριών Ιεραρχών κατά την παραμονή της εορτής. Για την υλοποίηση των εκδηλώσεων διατίθεται ένα διδακτικό δίωρο. Το περιεχόμενο του εορτασμού και των εκδηλώσεων καθορίζεται με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων.»

   Δεδομένης της εγκυκλίου, δεν χρειάζεται να είναι κανείς σοφός, για να κατανοήσει την αλλαγή, την οποία, εκτός από τον πανδαμάτορα χρόνο, έφεραν και οι αποφάσεις της πολιτείας. Η αργία σημαίνει για μαθητές και εκπαιδευτικούς μέρα χωρίς μάθημα, ενώ η ελευθερία του κάθε Συλλόγου Διδασκόντων ν’ αποφασίζει πώς θα αξιοποιήσει το δίωρο του γιορτασμού, δίνει τη δυνατότητα να γίνει κάτι ουσιαστικό ή όχι για το θέμα.

   Είναι κακό αυτό; Εξαρτάται από την οπτική, με την οποία το βλέπει ο καθένας. Αν, δηλαδή, θεωρεί τον παραδοσιακό γιορτασμό ως μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς ή όχι. Αν κατατάσσει τους Τρεις Ιεράρχες στις σημαντικές μορφές αυτής της κληρονομιάς ή όχι. Αν πιστεύει πως η ζωή και το πνευματικό τους έργο έχουν να πουν κάτι στους σύγχρονους νέους. Αν έχει την άποψη πως όλα αυτά αφορούν μόνο όσους ασπάζονται την ορθόδοξη πίστη. Αν έχει καταλήξει στο συμπέρασμα πως οι σημερινοί νέοι έχουν ανάγκη από άλλα πρότυπα ζωής, πιο «γήινα», και επομένως πιο προσιτά σ’ αυτούς. Αν …

   Κι άλλα «αν» θα μπορούσαν, ίσως, να προστεθούν. Κάτι,  όμως, για το οποίο θα ήταν καλό να σκεφτεί η κοινωνία μας, η οποία ψάχνει, έτσι θαρρώ, να επαναπροσδιορίσει πολλά ζητήματα του ζην και του ευ ζην, είναι η αξία και η θέση της παράδοσης στο κοινωνικό και το ιστορικό γίγνεσθαι. Αν δηλαδή διατηρεί την πολυδιάστατη αξία της και κατ’ επέκταση έχει να προσφέρει ερείσματα στους σύγχρονους ανθρώπους, προκειμένου, στο μέτρο του δυνατού, να αντισταθούν στην επελαύνουσα παγκοσμιοποίηση, η οποία μεταξύ άλλων επιδιώκει να γκρεμίσει ό,τι έχει απομείνει από τα χαρακτηριστικά κάθε λαού, τα οποία συνέβαλλαν στην ποικιλομορφία της πολιτιστικής τους έκφρασης.  

   Φυσικά, ο χρόνος θα δείξει τι επιλογές θα γίνουν, αν και πολλάκις, όταν συντελεστούν, δεν υπάρχει επιστροφή, ακόμα κι αν αυτή φαντάζει ως η μόνη διέξοδος.

   Για τη γιορτή, λοιπόν, που έγινε η αφορμή για τη συγγραφή τούτου του κειμένου, έχουν γίνει οι αναφερθείσες επιλογές, ανεπίστρεπτα ή όχι, θα φανεί. Το ζήτημα είναι αν, τόσο αυτές, όσο και πιθανές μελλοντικές, και όχι μόνο γι’ αυτό το θέμα, γίνονται όντως με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Ένα μέλλον, που δεν θα αγνοεί το παρελθόν, του οποίου η γνώση είναι αναγκαία για τη σφυρηλάτηση, αλλά και τη στέρεα προς τα εμπρός πορεία κάθε ατόμου και κάθε λαού, αν και εν προκειμένω, και όχι μόνο, ταιριάζει η απόφανση του Μίλαν Κούντερα (Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης, 1979), που λέει: «Οι άνθρωποι πάντοτε φωνάζουν ότι θέλουν να δημιουργήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Το μέλλον είναι ένα απαθές κενό. Το παρελθόν σφύζει από πρόθυμη ζωή. Το παρελθόν υπάρχει για να εκνευρίσει, να προκαλέσει, να μας βάλει σε πειρασμό να το καταστρέψουμε ή να το βάψουμε ξανά από την αρχή. Ο μόνος λόγος που οι άνθρωποι θέλουν να είναι κύριοι του μέλλοντος είναι για να αλλάξουν το παρελθόν»!