Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Τα μνημεία, (24-2-2019)

 

   Εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα γινόμαστε μάρτυρες δημοσιευμάτων, συζητήσεων, αλλά και διαμαρτυριών, που αφορούν στα μνημεία της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς της πατρίδας μας, η οποία περιλαμβάνει οικοδομήματα, τεχνουργήματα, ενδύματα, έργα τέχνης, βιβλία, μηχανές, ιστορικές πόλεις, αρχαιολογικούς χώρους, που θεωρούνται άξια να διατηρηθούν στον χρόνο χάριν των επερχομένων γενεών. Ειδικά, αφότου αποφασίστηκε να ενταχθούν στο περίφημο υπερταμείο – τι εύηχη και χωρίς αρνητικές συνυποδηλώσεις, για τους μη γνωρίζοντες, λέξη(!) –, τα δημοσιεύματα, οι συζητήσεις και οι διαμαρτυρίες, κατά περίπτωση, έχουν ενταθεί.

   Φυσικά, καθόλου τυχαία, αφού οι περισσότεροι Έλληνες, έχοντας υποστεί στα χρόνια των μνημονίων πολλών ειδών ταπεινώσεις, πληροφορούμενοι πως και τα μνημεία της πατρογονικής κληρονομιάς τους έπεσαν θύματα του χρέους και της άφρονος επιλογής ηγετών τους, ένιωσαν έναν κόμπο στο λαιμό και πίκρα απέραντη. Κι εκεί που έδιναν, στον βαθμό που μπορούσαν, τόπο στην οργή και προσπαθούσαν να πείσουν τον εαυτό τους πως μπόρα είναι και θα περάσει όσον αφορά στα υπόλοιπα, η εκχώρηση των μνημείων έγινε αφορμή να κατανοήσουν το μέγεθος, τόσο της εξαπάτησης, όσο και της υποδούλωσης.

   Με αφορμή, λοιπόν, τα ανωτέρω, ας θυμηθούμε τη λαϊκή παροιμία, η οποία  επισημαίνει πως «ο λύκος στην αντάρα χαίρεται»! Τι εννοώ εν προκειμένω; Προσφάτως, έγινε γνωστό πως σε απόσταση αναπνοής από την Ακρόπολη των Αθηνών, χωρίς καμία παρέμβαση για να σταματήσει, κατά λογική συνέπεια με την έγκριση των αρμοδίων φορέων της πολιτείας, εκδόθηκε άδεια και ανεγείρεται δεκαόροφη οικοδομή! Κι εκεί που θαρρούσαμε πως η περιοχή κάτω από τον Ιερό Βράχο είναι κι αυτή ιερή και ως διατηρητέα προστατεύεται, να, που είχαμε πλανηθεί!

   Κι ενώ αναθεματιζόταν από πολλούς, και δικαίως, η απόφαση να γκρεμιστούν, εδώ και εξήντα περίπου χρόνια, πολλά νεοκλασικά της Αθήνας και να οικοδομηθούν στη θέση τους πολυκατοικίες, οι οποίες πλέον συνιστούν ενός είδους πολιτιστική κληρονομιά, μεταγενέστεροι πολιτικοί, που διαφωνούσαν και κατακεραύνωναν την τότε επιλογή, ψήφισαν νόμους, οι οποίοι έδωσαν δυνατότητα επέκτασης της λογικής της πολυκατοικίας σε μεγάλο μέρος του λεκανοπεδίου της Αττικής, και όχι μόνο.

    Παρότι, λοιπόν, η Αθήνα δρέπει τους πικρούς καρπούς αυτής της πολιτικής, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα κερδοφόρα για κάποιους, είναι αδιανόητο το 2017 να εκδίδονται άδειες βάσει των οποίων επιτρέπεται η ανοικοδόμηση δεκαόροφων κτισμάτων, που με το αλαζονικό τους ύψος πολιορκούν την Ακρόπολη, το καύχημα των αιώνων, ως άλλος Φραντσέσκο Μοροζίνι, και μάλιστα σε καιρό ειρήνης!

   Αγνοώ το σκεπτικό του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και όλων των υπευθύνων, με το οποίο επετράπη να συμβεί αυτό σ’ έναν χώρο, όπου για μεγάλο χρονικό διάστημα γίνονταν σωστικές ανασκαφές. Όποιο και να ’ναι, το σκεπτικό των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι συλλέγουν υπογραφές, προκειμένου να σταματήσουν οι εργασίες στο ανεγειρόμενο ξενοδοχείο, το οποίο θα διαθέτει τέσσερις ορόφους παραπάνω από τις γύρω οικοδομές, καθώς και άλλων που διαμαρτύρονται, διαφέρει. Μακάρι, οι κινητοποιήσεις και οι διαμαρτυρίες να βρουν ευήκοα ώτα, αλλά φοβάμαι πως, όταν τα μνημεία μας έχουν μπει στο υπερταμείο, όπου δεν ονοματίζονται, αλλά αναφέρονται ως χρήσιμοι κωδικοί, μάλλον, ένα κτιριακό μεγαθήριο, ή περισσότερα στο μέλλον, που θα κρύβουν τη θέαση του Παρθενώνα και όλων των άλλων μνημείων του Ιερού Βράχου, δεν συνιστά για όσους παίρνουν τις αποφάσεις και τίποτα σημαντικό.

   Και πώς τα τιμαλφή της κληρονομιάς μας, όπως η Ακρόπολη και τόσα άλλα, να είναι σημαντικά, αφού, αντί να αντιμετωπίζονται ως τέτοια, κάποιοι, ερήμην των πολιτών, τα υποθηκεύουν, λες, και ιδιοκτησία τους είναι, ενώ προχωρούν και σε έκδοση οικοδομικών αδειών, που την επιβλητική ομορφιά τους θα κρύβουν. Ούτε, βέβαια, χρειάζεται να είσαι σοφός, για να συνδυάσεις τις δύο επιλογές, διότι, στο μέτρο που τους αναλογεί, δείχνουν μια χρηστική αντίληψη των πραγμάτων, ακόμα και κείνων, τα οποία έχουν παγκόσμια ακτινοβολία, διεθνή αναγνώριση της αξίας τους και, που, αν και δεν έχουν μιλιά, μιλούν στην αιωνιότητα!    

   Και, ίσως, οι αναγνώστες του παρόντος άρθρου συμπλεύσουν με την όποια αλήθεια των ακόλουθων στίχων μου:

 

Μνημεία (2018)

 

Και τα μνημεία της κληρονομιάς μας

της πανάρχαιας

στο υπερταμείο κατατέθηκαν,

μαζί μ’ άλλα του τόπου μας πολύτιμα,

τα των χρεών για να ρυθμίσουν.

 

Για την τιμή των όπλων

θα μπορούσε, επιβαλλόταν,

να εξαιρεθούν·

έτσι, θα βεβαιωνόταν επαρκώς

πως στην εφήμερη ζωή μας

υπάρχουν ιδέες κι αντικείμενα,

που στις αγορές του κόσμου

ως ασήμαντα αθύρματα

ποτέ δεν ξεπουλιούνται,

και ως κόρη οφθαλμού τα προφυλάσσεις, 

για να θυμάσαι

ποιος είσαι, από πού έρχεσαι

και κατά πού τραβάς.