|
|
|
|
|
|
Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Με το θάρρος της γνώμης, (20-5-2019)
Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα "Η ΡΟΔΑΥΓΗ", Απρίλιος - Μάιος - Ιούνιος 2019, αρ. φ. 155, σ. 1.
Πριν λίγο καιρό, ως επίλογο ενός άρθρου μου έβαλα τις ακόλουθες φράσεις του συγγραφέα Μίλαν Κούντερα (Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης, 1979), που λένε: «Οι άνθρωποι πάντοτε φωνάζουν ότι θέλουν να δημιουργήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Το μέλλον είναι ένα απαθές κενό. Το παρελθόν σφύζει από πρόθυμη ζωή. Το παρελθόν υπάρχει για να εκνευρίσει, να προκαλέσει, να μας βάλει σε πειρασμό να το καταστρέψουμε ή να το βάψουμε ξανά από την αρχή. Ο μόνος λόγος που οι άνθρωποι θέλουν να είναι κύριοι του μέλλοντος είναι για να αλλάξουν το παρελθόν.»
Τις χρησιμοποιώ εδώ ως πρόλογο, όχι τυχαία, διότι, αφότου άρχισαν για άλλη μια φορά οι συζητήσεις και ελήφθησαν οι αποφάσεις για την αλλαγή της ημέρας, κατά την οποία θα χορεύεται το καγκελάρι της Λαμπρής, ένιωθα πως ό,τι αφορούσε στον γιορτασμό του, ως παρελθόν, υπήρχε για να προκαλεί κάποιους να το αλλάξουν!
Δεν μπορεί ν’ αλλάξει κάποια διάσταση ενός πατροπαράδοτου εθίμου, προκειμένου ν’ ανταποκριθεί στις σύγχρονες συνθήκες, ίσως, ρωτήσουν πολλοί και θα ’χουν δίκιο. Οπωσδήποτε, ναι! Τότε, τι θέλεις να πεις, ίσως, αντιτείνουν άλλοι και πάνω σ’ αυτό θα ’θελα να εκφράσω κάποιους προβληματισμούς μου σχετικά με την ουσία, όσων έχουν γίνει και οι οποίοι μπορεί να εκφράζουν κι άλλους.
Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η συζήτηση για την αλλαγή της ημέρας τέλεσης του λαμπριάτικου καγκελαριού έχει αρχίσει εδώ και καιρό. Μάλιστα, πριν μερικά χρόνια εκλήθησαν, όπως και σχετικά πρόσφατα, οι φορείς του χωριού, οι οποίοι αποφάνθηκαν αρνητικά. Προϊόντος του χρόνου ήρθε πάλι στο προσκήνιο η ίδια συζήτηση, με αποτέλεσμα να προκριθεί η αλλαγή, η οποία, αν είχε προκύψει από ευρύτερες συζητήσεις και συναινέσεις θα ήταν καλύτερα για όλα και για όλους.
Πρώτον, διότι το καγκελάρι της φετινής Λαμπρής έφερε στο προσκήνιο κοινωνικές παθογένειες, δεν είχε τον απαιτούμενο τελετουργικό ρυθμό και, φυσικά, ο κόσμος ήταν σχεδόν ίδιος με τότε, που χορευόταν την Τρίτη της Λαμπρής. Όσον αφορά στις κοινωνικές παθογένειες, είναι λυπηρό αυτό που συνέβη. Άνθρωποι, οι οποίοι διαφωνούσαν με την αλλαγή μπήκαν στον χορό, για να μην κατηγορηθούν ότι υποσκάπτουν την επιτυχία του εγχειρήματος, ενώ άλλοι μιλούσαν σκωπτικά, φτάνοντας, συχνά, στα όρια του ψυχολογικού καταναγκασμού, αγγλιστί bulling, για άτομα, τα οποία υπεραμύνθηκαν της παράδοσης!
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς σοφός, για να σκεφτεί πως όλα αυτά δεν συνάδουν με ό,τι σηματοδοτεί για τους περισσότερους από τους Ροδαυγιώτες το καγκελάρι, ούτε με όσα συμβάλλουν στην κοινωνική γαλήνη και την ομόνοια. Μόνο, που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Όχι μόνο για λόγους ευπρέπειας, αλλά ενός βαθύτερου κοιτάγματος των συμβαινόντων.
Αν, για παράδειγμα, οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν θεωρούσαν πως είναι οι μόνοι υπεύθυνοι, για να λάβουν μια τόσο σοβαρή απόφαση, αν πάλι, πριν αναλάβουν την ευθύνη αυτή, έκριναν σκόπιμο να απευθυνθούν στους συγχωριανούς, αν, επίσης, συγκροτούσαν μια επιστημονική επιτροπή, η οποία θα προσέγγιζε και θα παρουσίαζε όλες τις παραμέτρους του θέματος, τα πράγματα πιστεύω πως θα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά και δεν θα είχαν δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα διχόνοιας και μεμψιμοιρίας στο χωριό. Διότι η αποδοχή μιας απόφασης δεν έχει να κάνει μόνο με το πόσο σωστή είναι, αλλά και με τον τρόπο που αυτή λαμβάνεται.
Και μην αντιτείνουν κάποιοι ότι μετά την απόφαση των φορέων παρουσιάστηκε το θέμα στη λαϊκή λεγόμενη συνέλευση του καλοκαιριού, διότι εκεί μόνο παρουσίαση, συζήτηση και λήψη σχετικής απόφασης της συνέλευσης δεν πραγματοποιήθηκε. Και πώς να συμβεί αυτό, αφού η συνέλευση γινόταν χωρίς μικρόφωνο στον θερινό θόρυβο της πλατείας – κανονικά θα έπρεπε να αναβληθεί –, το «επίμαχο», όπως το έλεγαν, θέμα του καγκελαριού συζητήθηκε τελευταίο – όποιος έχει πάει σε τέτοιες συνελεύσεις κατανοεί τι σημαίνει –, όσοι βγήκαν στο υποτυπώδες βήμα, για να εκφράσουν την άποψή τους, επειδή ήταν αντίθετη με κείνη των φορέων και κάποιων άλλων, δέχθηκαν μέχρι και ύβρεις και, φυσικά, η συνέλευση τελείωσε χωρίς να λάβει καθόλου υπόψη την όποια ορθότητα των διαφορετικών απόψεων και των τεκμηριωμένων επιχειρημάτων, κι όλα καλώς καμωμένα!
Μακάρι, να ήταν. Αλλά, δεδομένων όσων γράφηκαν πιο πάνω για το φετινό καγκελάρι της Λαμπρής και λαμβανομένου υπόψη πως αυτό, με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου, και ορθώς, αναγνωρίστηκε πέρυσι ως μέρος της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αναρωτιέμαι πώς γίνεται ο ίδιος φορέας να παίρνει δύο εκ διαμέτρου αντίθετες αποφάσεις για το ίδιο θέμα, αφού, όταν κάτι αναγνωρίζεται ως πολιτιστική κληρονομιά, πρέπει να διατηρεί τα στοιχεία, που το συνθέτουν.
Κλείνοντας σ’ αυτό το σημείο, σημειώνω πως η ζώσα παράδοση του τόπου μας, για να διατηρηθεί και για να υπάρξει στο μέλλον χρειάζεται γνώση, συνείδηση της αξίας της Παράδοσης και, φυσικά, όταν πρόκειται για παραδόσεις, οι οποίες απαιτούν τη συμμετοχή πολλών, την αγαστή συνεργασία όλων μας και την ομόνοια. Και το ποια μέρα θα χορεύεται το καγκελάρι, για να διατηρηθεί στον χρόνο, είναι ένα ψευτοδίλημμα. Μπορεί με την απαιτούμενη συναίνεση να γίνει οποιαδήποτε μέρα. Να γίνει τη Λαμπρή, τη Δευτέρα της Λαμπρής, την Τρίτη και πάει λέγοντας, αλλά να τελεστεί, διότι περί τελετουργικού χορού πρόκειται με αρχαιότατες, μάλιστα, ρίζες, όπως ακριβώς το είδαμε να τελείται από τους πατεράδες και τις μανάδες μας. Με ιεραρχική και ηλικιακή σειρά των χορευτών, μπροστά οι άνδρες, μετά οι γυναίκες και πίσω τα παιδιά, και με τραγούδισμα και χορό αργόσυρτο, και όχι γρήγορο, όπως έχει παρατηρηθεί κάποιες φορές τα τελευταία χρόνια, με στόχο πάντα να πραγματοποιεί τον κοινωνικό προορισμό του, που δεν είναι άλλος από τη σηματοδότηση πως όσοι το χορεύουν ανήκουν στην ίδια κοινωνική ομάδα και έχουν κοινούς στόχους για την προκοπή της, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αποκλείονται οι μη ανήκοντες σ’ αυτή και, φυσικά, να κληροδοτείται με τον καλύτερο τρόπο στις νεότερες γενιές.