Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Άρθρο της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Στη μνήμη του πεύκου, (28-8-2019)

 

Δημοσιεύτηκε: Εφημερίδα "Η ΡΟΔΑΥΓΗ", Ιούλιος - Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2019, αρ. φύλλου 156, σ. 6.

Περιοδικό "Ήπειρος Άπειρος Χώρα", Ιούλιος - Αύγουστος 2019, τ. 214, σ. 54.

 

Και τα δεντρά 'χουνε φωνή κι όντε φυσά μιλούνε,
ψυχή, και όντε καίγουνται, κλαίνε γιατί πονούνε.

Αριστείδης Χαιρέτης - Γιαλαύτης

 

   Εδώ και αρκετά χρόνια, διαφορετικοί κάθε φορά άνθρωποι, οι οποίοι κατείχαν ή κατέχουν θεσμικές θέσεις, έχουν βαλθεί να ξεριζώσουν, μεθοδικά σχεδόν, πολλές εκφάνσεις της ατομικής και της συλλογικής μνήμης του τόπου μας, της Ροδαυγής μας. Τα παραδείγματα πολλά. Απ’ αυτά, πολύ εύκολα ανασύρει η μνήμη την περιπέτεια της κρήνης της πλατείας, την καταστροφή της πηγής του Μπέσικου και την κακόγουστη επαναδημιουργία της, την κακοποίηση της νερομάνας Ρωμαίου, την κατακρεούργηση των θεόρατων πουρναριών και άλλων δέντρων στο πίσω μέρος του ναού της Αγίας Παρασκευής, των οποίων τη θέση πήραν, τι ειρωνεία, μερικά πεύκα, την καθαίρεση του Μεγάλου Αρχιερέα από την Ωραία Πύλη του ίδιου ναού, ο οποίος, μετά την περιπέτειά του, τοποθετήθηκε με εμφανείς φθορές στη θέση του, την απομάκρυνση, πιθανόν και καταστροφή, των ξύλινων θρανίων, όπου μάθαμε τα πρώτα γράμματα, και πάει λέγοντας.

   Και πριν λίγο καιρό, ο πεύκος! Ποιος; Αυτός, που για χρόνια υψωνόταν περήφανος στο προαύλιο του Δημοτικού Σχολείου, έχοντας άλλους δύο – εδώ και μερικά χρόνια μόνο τον ένα – για συντροφιά! Πεύκα, όπως πληροφορήθηκα από μεγαλύτερους, τα οποία φυτεύτηκαν το 1936 με την πρωτοβουλία, την καθοδήγηση και την επιστασία του αείμνηστου δασκάλου Γεωργίου Γεωργόπουλου, με καταγωγή από τη Μεσσηνία, του οποίου το όνομα άκουσα πολλούς μαθητές του να το μνημονεύουν με αγάπη και ευγνωμοσύνη! Τούτου δοθέντος, αντί να τοποθετηθεί σιμά τους, όπως συνηθίζεται, μια πινακίδα, που να αφορά στην ιστορία τους, βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να θρηνούμε τον χαμό τού πιο ρωμαλέου απ’ αυτά!  

   Πόσο μάλλον, που είναι γνωστό ότι ο προαναφερθείς δάσκαλος είχε δημιουργήσει φυτώριο πεύκων στον σχολικό κήπο, όπου μέχρι πριν μερικά χρόνια σωζόταν εκεί μια υπέροχη κουκουναριά και στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου είχε φροντίσει, όπως αναφέρθηκε, για τη φύτευση κάποιων. Απ’ αυτά, τρία επιβίωναν για χρόνια εκεί! Αφορμής δοθείσης, ας ειπωθεί ότι, όπως αφηγείτο η Ευαγγελή Παπαβασιλείου  (Καραγιάννη), τα σωζόμενα πεύκα τα είχαν φυτέψει αυτή με τις συμμαθήτριες και φίλες της, Σταυρούλα Δασκαλάκη (Γραμματικού) και Αλεξάνδρα Αράπη (…). Αυτό, το οποίο κόπηκε προσφάτως, το είχε φυτέψει, όπως έλεγε, η Σταυρούλα, εκείνο που σώζεται ακόμα η ίδια, και το μεσιανό η Αλεξάνδρα, που είναι το μόνο, που ξεράθηκε, λες, κι ακολούθησε τη μοίρα της, καθώς πέθανε νέα! Σχετικά με τη φύτευση των πεύκων, υπάρχει και η πληροφορία πως σ’ αυτή μετείχαν μόνο άρρενες μαθητές της εποχής, μεταξύ άλλων οι Ελευθέριος Αράπης, Παναγιώτης Λάμπρης, Ιωάννης Μπαλαούρας, Βησσαρίων Παλαβός, Σωκράτης Ψυχογιός,… και πως βοηθητικά μετείχαν τα προαναφερθέντα κορίτσια, κυρίως για το πότισμά τους, μια και ήταν μικρότερης ηλικίας και ήταν δύσκολο να σκάψουν λάκκους!

   Αυτά για την Ιστορία!

   Στην απορία μου, λοιπόν, γιατί τον έκοψαν, ακόμα κι αν αυτό έγινε νομότυπα, πληροφορήθηκα πως το μοιραίο συνέβη, διότι ο πεύκος σκοτείνιαζε τον εσωτερικό χώρο του σχολείου, τον οποίο, επίσης, εμπόδιζε να ζεσταθεί ικανοποιητικά. Κάτι άλλο, που άκουσα, ήταν πως οι κουκουνάρες του θα συνιστούσαν σοβαρό πρόβλημα σε περίπτωση πυρκαγιάς, αφού θα συνέβαλαν στο ποσοστό, που τους αναλογούσε, στη μετάδοσή της. Επιπλέον, κάποιοι από τους ερωτηθέντες διαφωνούσαν και ήταν εξοργισμένοι με την εν λόγω ενέργεια, κάποιοι άλλοι είπαν πως την εγκρίνουν, γιατί βλέπουν το κτίριο του σχολείου στην ολότητά του(!) και, φυσικά, με εντυπωσίασε το γεγονός πως συγχωριανοί, οι οποίοι διαμένουν μόνιμα ή μεταβαίνουν συχνά στο χωριό, δεν είχαν αντιληφθεί καν το γεγονός!

   Τούτων δοθέντων και του πεύκου να έχει κοπεί σχεδόν από ρίζα, συνεχίζω ν’ αναρωτιέμαι με τι καρδιά έριξαν στη γη ένα μνημείο της φύσης σαν κι αυτό, του οποίου η Ιστορία συνοδοιπορούσε με κείνη του Δημοτικού Σχολείου και είχε συνδεθεί με τη μαθητική ζωή, και όχι μόνο, πλήθους συγχωριανών, οι οποίοι έπαιζαν στη σκιά του, σκαρφάλωναν στους κλώνους του ή κρεμόντουσαν σε κάποιους εξ αυτών από τα πόδια, έχοντας γυρισμένο το κεφάλι στη γη, αποκολλούσαν τμήματα του ρυτιδωμένου του κορμού και πελεκούσαν βαρκούλες και με τη ρητίνη, που στη συνέχεια ανάβλυζε, δημιουργούσαν κόλλα για χειροτεχνίες τους, ενώ τα κορίτσια με τις λεπτές βελόνες του έφτιαχναν ιδιότυπα κοσμήματα, όπως, για παράδειγμα, περιδέραια, σκουλαρίκια, καρφίτσες, και, φυσικά, σε κλαδάκια του κορμού κάποιοι κρεμούσαν το τσαντίλι με το δεκατιανό τους! Κι όλα αυτά συνδεδεμένα με τα υπέροχα συναισθήματα της παιδικής ηλικίας, τα οποία συνοδεύουν προστατευτικά, σχεδόν όλους, δια βίου!

   Όσο για τα επιχειρήματα, που οδήγησαν στην κοπή του πεύκου, δεν γνωρίζω αν υπάρχουν κι άλλα, μοιάζουν τόσο επιδερμικά, τόσο φτωχά, που κανονικά κανείς δεν θα ’πρεπε ν’ ασχοληθεί μαζί τους! Εγώ, όμως, το κάνω! Όχι γι’ άλλο λόγο, αλλά εξ αιτίας της αγάπης, που με το συγκεκριμένο δέντρο με συνέδεε, και για τις μνήμες, τις δικές μου και άλλων, που δέθηκαν μαζί του!

   Είναι, στ’ αλήθεια, θλιβερό να υποστηρίζεται ότι το υπέροχο αυτό δέντρο, στις μέρες μας, που οι λάμπες φθορίου κάνουν τη νύχτα μέρα, όταν ανάβουν, πως σκοτείνιαζε το Σχολείο! Το ίδιο ισχύει, βέβαια, και για το ότι στην εποχή της χρήσης της κεντρικής θέρμανσης αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα για τη θέρμανσή του! Όταν αυτά, σε καιρούς ευμάρειας και περιττής αφθονίας, προβάλλονται ως επιχειρήματα για την καταστροφή ενός δημόσιου αγαθού σαν τον συγκεκριμένο πεύκο, θυμάμαι με νοσταλγία και συγκίνηση την εποχή που ως μαθητές του Δημοτικού Σχολείου, κάθε πρωί, κουβαλούσαμε με το παγωμένο χεράκι μας ξύλα, για να τραφεί η φωτιά της ξυλόσομπας και που η απουσία επιπλέον φωτισμού, εκτός από κείνου της μέρας, δεν μας εμπόδισε να μάθουμε γράμματα, ούτε υπήρξαν  αφορμή αυτά τα δυο, για να κοπεί τότε ο πεύκος! Πόσο μάλλον, που οι μαθητές των μικρών τάξεων, οι οποίες στεγάζονταν στη σκιερή από τα πεύκα αίθουσα, θεωρούνταν τυχεροί τους μήνες που ο ήλιος ήτανε στις δόξες του και κατ’ αναλογία οι μαθητές των μεγάλων τάξεων στα κρύα του χειμώνα! Όσο για την επικινδυνότητα των κουκουναριών τού εν λόγω πεύκου σε πιθανή πυρκαγιά, υπάρχουν τόσα άλλα στο χωριό, και μάλιστα κατά συστάδες, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν απείρως μεγαλύτερο κακό! Αν, μάλιστα, τέτοιο κακό, μόνο αυτός ο πεύκος δυνητικά θα προκαλούσε, ας κοβόντουσαν οι κουκουνάρες του, όχι ο ίδιος!

   Κατά τη γνώμη μου, αν και αξία πια δεν έχει, το μόνο που, ίσως, θα προκαλούσε κάποιο πρόβλημα, ήταν το ύψος του, το οποίο με αρμόζον κλάδεμα θα χαμήλωνε.

   Στις μέρες μας, λοιπόν, που η φύση εκδηλώνει με πολλούς τρόπους τη δυσφορία της λόγω της κακοποίησης, την οποία υφίσταται από πλήθος ανθρώπων, αλλά και δέντρα σαν τον πεύκο μας ανακηρύσσονται μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, στο χωριό μας επιλέχθηκε αυτό που επιλέχθηκε! Μάλιστα, αντί αυτό το δέντρο, που η περίμετρος της εναπομείνασας τομής τού κορμού του αγγίζει τα 4,50 μέτρα, να αποτελεί αφορμή για να διδάσκονται οι μαθητές του σχολείου, και όχι μόνο, τον σεβασμό στη φύση και τη σημασία της προστασίας της, οι φοιτώντες της προηγούμενης σχολικής χρονιάς έγιναν ανίδεοι και μοιραίοι μάρτυρες της κατακρεούργησής του!  

   Φυσικά, είμαι σχεδόν βέβαιη πως εκείνοι, οι οποίοι εμπνεύστηκαν και έπραξαν το κακό, καθώς και οι υποστηρικτές τους, βρήκαν ή θα βρίσκουν και στο μέλλον λόγους, για να το αιτιολογούν. Καθόλου παράδοξο, αφού ανέκαθεν ο άνθρωπος συνηθίζει, ακόμα και για τις πιο φοβερές πράξεις του, δικαιολογίες να βρίσκει. Σημασία έχει αν έπρεπε να οδηγηθεί σ’ αυτές κι αν να τις αποφύγει δυνατό ήταν. Πόσο μάλλον, που ο πεύκος μας μπορεί να έβγαλε το Δημοτικό Σχολείο στο «ξέφωτο», αλλά η απουσία του αλλοίωσε το περιβάλλον αυτό καθαυτό, τις περιβαλλοντικές συνθήκες, καθώς και την εικόνα, με την οποία μεγαλώσαμε όσοι εκεί φοιτήσαμε κι όσοι ως μέρος της ζωής μας τον νιώθαμε! Και δεν πρέπει να λησμονούμε πως τα δέντρα οι παλιοί, μολονότι αρκετοί αμφισβητούν τη σοφία τους, δεν τα φύτευαν τυχαία, ούτε τα δημόσια κτίρια τα έχτιζαν όπου και όπως να ’ναι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Δημοτικό Σχολείο μας, το οποίο έχει νότιο προσανατολισμό και στην αυλή του ήταν φυτεμένα τα προαναφερθέντα δέντρα, όχι μόνο για να προσφέρουν ίσκιο και δροσιά, αλλά και για να προστατεύουν από τους αέρηδες και το κρύο. 

   Και δεν λησμονώ πως τα τελευταία χρόνια ευτύχησα να μετάσχω ως οργανώτρια, και όχι μόνο, σε θερινές πολιτιστικές εκδηλώσεις, οι οποίες έλαβαν χώρα στην αυλή του Σχολείου, υπό την προστατευτική παρουσία των πεύκων, έτσι, όπως τότε που ήμουνα παιδί και κάναμε εκεί τις προετοιμασίες για διάφορες γιορτές. Και, πέραν αυτών, ένιωσα μεγάλη περηφάνια, όταν άνθρωποι, οι οποίοι είχαν έρθει για να παρακολουθήσουν τις εν λόγω εκδηλώσεις από άλλα μέρη, μίλησαν με τα καλύτερα λόγια για την επιλογή του χώρου, για τα πεύκα, που θρόιζαν στην αύρα του δειλινού, και για το πλήθος των υπέροχων εικόνων, που πρόσφερε το σημείο! 

   Κλείνοντας τούτη την αναφορά, μνημόσυνο στον πεύκο της καρδιάς μου θα το έλεγα, γνωρίζω πως κάποιοι από τους αναγνώστες θα συγκινηθούν, κάποιοι θα προβληματιστούν, κάποιοι άλλοι, ίσως, θα χλευάσουν και κάποιοι άλλοι μπορεί για «περσινά, ξινά σταφύλια» να μιλήσουν! Όποια κι αν είναι η αντίδραση του καθενός, καθ’ όλα σεβαστή, τον πεύκο πίσω δεν θα φέρει! Κι ό,τι γράφηκε γι’ αυτόν, ας πάρει τη μορφή σήματος επιτύμβιου σε τάφο, που ποτέ δεν έγινε και ούτε πρόκειται να γίνει! Ένα επιτύμβιο, όμως, αλλιώτικο, που κλείνει μέσα του, εκτός από μνήμη αιώνια και αιώνια διαμαρτυρία, γραμμένα και τα δύο από μένα, που, αφού δεν ήμουν στο χωριό για να υπερασπιστώ τη ζωή του, υπερασπίζομαι τη μνήμη του και τα δάκρυα, που από την τομή του τρέχουν!