Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

Κριτική για «Κωνσταντίνος Α. Διαμάντης, ο Ιστορητής» 

Από τον Χαράλαμπο Ανυφαντή, δάσκαλο, (30-10-2013)

 

Για μια εποχή που έχουμε αποτραβήξει το βλέμμα μας από το εσωτερικό μας μυστήριο, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που με αιμάτινη υπομονή προσπαθούν να οικοδομήσουν έναν κόσμο σωστότερο απ’ αυτόν που ξέρουμε.

   Το βιβλίο αυτό, «Κωνσταντίνος Α. Διαμάντης, ο Ιστορητής», της Παναγιώτας Π. Λάμπρη μοιάζει με δροσιά που αθόρυβα και ταπεινά συντελεί να «γεωργηθεί» το σκληρό χώμα της ανθρώπινης καρδιάς. Αποτελεί μια προσφορά στον προσανατολισμό της ανθρώπινης ψυχής. Η συγγραφέας με πολύ μεγάλο ζήλο, με ακούραστο και ασίγαστο πάθος εργάστηκε για πολύ χρόνο στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, σκυμμένη πάνω σε κακογραμμένα, σκονισμένα και κιτρινισμένα έγγραφα, να τα διαβάζει και να καταγράφει λέξη προς λέξη. Ερεύνησε με τάξη και μεθοδικότητα και ανακάλυψε ένα κρυμμένο θησαυρό, «διαμάντι» όνομα και πράμα που λένε, τον Κων/νο Διαμάντη. Μια πολύπλευρη προσωπικότητα, Γενικός Δ/ντής Αρχείων του Κράτους, πεζογράφος, ποιητής, ιστορητής, λαογράφος, μεταφραστής, γλωσσολόγος, πατριώτης. «περιπατούν μουσείον και ζώσα βιβλιοθήκη» είναι ο κατάλληλος χαρακτηρισμός. Το πλούσιο έργο του φωτίζει όλο το πανελλήνιο. Δίνει νόημα στη ζωή,  σφυρηλατεί χαρακτήρες και γίνεται παράδειγμα προς μίμηση.

   Η συγγραφέας αντλεί από τους 25 τόμους των «Απάντων» τα σπουδαιότερα κεφάλαια με μαεστρία και τέχνη και με ξεχωριστή γλαφυρότητα τα παρουσιάζει στο βιβλίο της.

   Αρχίζει με το γενέθλιο τόπο του Διαμάντη, την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Κεντρικό Άρτας και με τη Νησίστα τόπο που μεγάλωσε. Τόπια που πολύ αγάπησε. Αν και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το έζησε στην πρωτεύουσα, ποτέ δεν λησμόνησε τα μέρη που έκανε τα παιδικά του βήματα και ποτέ δεν έπαψε να «επιστρέφει» εκεί. Να ταξιδεύει πιότερο με τα φτερά του νου, να καταρδεύεται από το «άγγιγμα» και τις μνήμες της πατρώας γης και να επιστρέφει ως ακριβό αντίδωρο το πνευματικό έργο που του ενέπνευσε αυτή.

         Φτενά χωράφια κρατημένα σε πεζούλια

          κι άπιαστες γίδες που κρεμιούνται σε γκρεμνούς,

         ετούτ’ είν’ η πατρίδα μας· μα η πούλια

         δε λάμπει πιο καθάρια σ’ άλλους ουρανούς.

                                                                     Γ. Κοτζιούλας

   Άλλη μια μαστοριά της συγγραφέως είναι τούτη. Σε κάθε κεφάλαιο παραθέτει από κάτω ένα απόφθεγμα, ποίημα σχετικό και έτσι με δεξιοτεχνία σε προϊδεάζει για το τι θα ακολουθήσει.

Κεφ. 7

Κ. Α. Διαμάντης - Γ. Κοτζιούλας

«Φίλοις εὐτυχοῦσι καί ἀτυχοῦσι ὁ αὐτός ἴσθι»

Περίανδρος

   Φιλική σχέση που ξεκίνησε πολύ νωρίς, όταν ο πατέρας του Γ. Κοτζιούλα, Κωνσταντίνος, ο οποίος ήταν ταχυδρόμος στη Νησίστα συνέβαλε, όπως μαρτυρεί ο Διαμάντης, στο να αποφασίσει ο πατέρας του να πάει στο Γυμνάσιο. Ο Διαμάντης μαθαίνει για τον Γ. Κοτζιούλα, μαθητής ων, ότι είναι φοιτητής φιλολογίας, τον κυριεύει ευγενής άμιλλα και ύστερα από λίγο καιρό γίνεται κι αυτός φοιτητής. Ανταλλάσσουν επιστολές. Ο Διαμάντης ζητάει βοήθεια για να βρει δουλειά. Σύντομα συναντιούνται. Ανταλλάσσουν απόψεις. Δυναμώνει η φιλία τους. Ο Κοτζιούλας χαίρεται που κι άλλο ένα πατριωτάκι, ο Διαμάντης, ασχολείται με τη λαογραφία.

   Η θετική αποδοχή των δύο λαογραφικών μελετών από τον Γ. Κοτζιούλα, οι οποίες μάλιστα τον ενέπνευσαν και έγραψε το αφιερωματικό τετράστιχο «στον Διαμάντη, τον ιστορητή» ήταν το πιο συγκινητικό δώρο που θα μπορούσε να του κάνουν εκείνη την εποχή και τον γέμισε αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.

Κεφ. 9

Γλωσσικά θέματα

«ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ μου έδωσαν ελληνική

ΤΟ ΣΠΙΤΙ φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου»

Οδ. Ελύτης  

   Στα «κριτικά επιστολιμαία» του υπάρχουν επιστολές με θέματα που αφορούν τη γλώσσα. Μια τέτοια επιστολή προς την εφημερίδα «Η Καθημερινή» (7-2-1989) αφορά την ορθή γραφή της λέξης κτίριο - κτήριο. «Παρακολούθησα μέχρι τώρα όλη την αλληλογραφία των αναγνωστών στην εφημερίδα για την ορθή γραφή της λέξης κτίριο – κτήριο και είδα ότι και οι δύο γραφές συγκεντρώνουν αληθοφανείς αποδείξεις από τα ρήματα κτίω, κτίζω, κτώμαι, και το επίθετο ευκτήριος.

      Σ’ αυτά έχω να παρατηρήσω τα εξής:

      α) ότι στη λέξη υπάρχει η κατάληξη –τήριον

      β) κατάληξη –ίριον είναι απίθανη

      γ) Το ρήμα από το οποίο παράγεται η λέξη μπορεί να είναι:

      1) το κτίζω, κτίσ-, κτισ-τήριον αμάρτυρον

      2) το κτώμαι, κτη-, κτη-τήριον αμάρτυρον.

      Κατά το γλωσσολογικό φαινόμενο της απλολογίας, π.χ. αμφορεύς – αμφιφορεύς, πνευμοθώραξ – πνευμονοθώραξ, κωδικός – κωδικικός κ.α. τα δύο εσωτερικά γράμματα μπορούν να παραλείπονται και να προέρχεται νέα συντομότερη λέξη.

      Και στους δύο τύπους της υπ’ όψη λέξης μπορούν με απλολογία να παραλείπονται τα γράμματα τισ στον πρώτο και τη στο δεύτερο και να προέρχεται η λέξη κτήριον και από τα δύο ρήματα, ως: κτιστήριον-κτήριον από κτίζω και κτητήριον-κτήριον από το κτώμαι.

      Το ευκτήριος παρουσιάζει δυσκολία στην αποκοπή του αρχικού ευ – εφ ή εβ. Π.χ. ευχαριστώ – φχαριστώ, ευλογώ – βλογώ. Άρα θα γινόταν ευκτήριος – φκτήριος. […]»20.

      Στις αρχές του επόμενου μήνα (9-3-1989) στέλνει σχετική διευκρίνιση: «[…] στην Καινή Διαθήκη: α) επιστολή Αποστόλου Παύλου Προς Κορινθίους Β', κεφ. ε', 2 και β) Καθολική επιστολή Ιούδα, στίχ. 6 απαντά η λέξη «οικητήριον», η οποία μου φαίνεται πιθανώτατα ότι εξελίχθηκε σε κτήριο, ως εξής:

      οικητήριον, ρήμα οικέω-ω, θέμα οικε-, οικη-, κατάληξη –τήριον, οικη-τήριον, απλολογία στην αποβολή του η,  οικ-τήριον, αποβολή του αρχικού οι,  κτήριον. Απαντά και σε αποσπ. Εμπεδοκλέους και Δημοκρίτου, ίσως και αλλού.

      Η ερμηνεία αυτή δικαιολογείται, γιατί το κτήριο σημαίνει κυρίως κατοικία από το ρήμα οικώ και όχι από το κτίζω που σημαίνει κάμνω κτίσμα. […]»

Κεφ. 11

Λαογραφικά θέματα

   Στον τομέα αυτό ο Διαμάντης σαν τηλαυγής φάρος φωτίζει όλη την Ελλάδα. Τον προβληματίζει όμως ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η παράδοση από τους πολίτες και αρμόδιους φορείς της πολιτείας. Πρόβλημα είναι η συνηθιζόμενη από το λεγόμενο «καλό κόσμο» αποστροφή προς τα ελληνικά ντόπια παραδοσιακά στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού και η ανεξέλεγκτη παραδοχή ξένων που  η εκάστοτε μόδα ξεφουρνίζει στην ενδυμασία, την τροφή, την ψυχαγωγία, την κατοικία, τον βίο εν γένει. Χαρακτηριστικά επισημαίνει: «Να συγχρονίσουμε  βέβαια τη ζωή και να ζήσουμε στο σημερινό παγκόσμιο κλίμα, αλλά να μη χάσουμε την επαφή μας με τον τόπο και το παρελθόν μας, να μη παραπετάξουμε τα εθνικά θέματα, να μη μας υποτάξουν ξενότροπα και αλλόκοσμα πράγματα από σνομπισμό και ημιμάθεια και έλλειψη δημιουργικής πρωτοτυπίας και ιδίως από περιφρόνηση προς τα δικά μας λόγω άγνοιας και μόδας». Επισημάνσεις επίκαιρες και διαχρονικές.

   Στα άλλα κεφάλαια ξεχωρίζουμε τη μελέτη της ιστορίας του έθνους μας από γνήσιες πηγές από τα Γενικά Αρχαία του Κράτους, τη συλλογή Βλαχογιάννη. Σε επιστολή του στη «Καθημερινή» (6-11-1982) γράφει: «Η νίκη του 1940 σε σύγκριση με τη νίκη του Μαραθώνα». Αλλά και στην εφημερίδα «Έθνος», 12-9-1963, γράφει για τον Διονύσιο Διάκο «ο οποίος με άλλους συναγωνιστές του 1821 κλείστηκαν στο Χλουμούτσιο. Αναγκάστηκαν να παραδοθούν στον Ιμπραήμ. Αυτός διέταξε να αποκεφαλιστούν. Οι ήρωες αν κα ήξεραν τον θάνατο που τους περίμενε το ’ριξαν στη διασκέδαση. Ο Διάκος βρήκε ένα μπουζούκι κι άρχισε να παίζει με τόση τέχνη και τόσο πάθος που, όταν ο Ιμπραήμ άκουσε τους γλυκείς και περιπαθείς ήχους θαύμασε την τέχνη του Διάκου και του χάρισε τη ζωή ελευθερώνοντας αυτόν και τους άλλους.

   Σταχυολογώ ακόμη τη γνώμη του οικονομολόγου Iean Say «η ιστορία δεν είναι χρήσιμη επειδή διαβάζει κανείς εκεί το παρελθόν, αλλά επειδή διαβάζει το μέλλον».  

   Επίσης κρίνει ότι τα κοινά στοιχεία Ηπειρωτών και Κρητών στους αγώνες για την ελευθερία ξεκινούν από την κοινότητα λατρείας του Δία των Κρητών στο όρος Δίκτη και των Ηπειρωτών στη Δωδώνη.

   Αναφέρεται ακόμα και στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα το 1914 κι ανοίγει δρόμο για κάθε επίδοξο ερευνητή να συγκεντρωθεί το σχετικό υλικό από τα διάφορα κράτη και να αποτελέσει «Αρχείο Ιστορικό του Βορειοηπειρωτικού αγώνα».

   Στα επόμενα κεφάλαια γράφει για τον τραυματισμό του στο μέτωπο το ’40, για τα Δεκεμβριανά το ’44, για το θάνατο της γυναίκας του.  Εκφράζει την λύπη του για την καταστροφή των φακέλων και σαν άνθρωπος ελεύθερος και ανεξάρτητος υψώνει την φωνή του και διαμαρτύρεται έντονα στην τότε κυβέρνηση.

   Αναφέρεται ακόμα στην κηδεία του Κωστή Παλαμά «Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα», που είπε ο Σικελιανός. Από το ποίημα του Παλαμά «Στον Παύλο Μελά» επηρεάστηκε έντονα καθώς και από τους Δ. Σολωμό και Α. Κάλβο.

   Συγκλονιστικό επίσης είναι το ποίημά του «Ο θάνατος του μουλαριού»:

         Θα το ’κλαιγε ο αφέντης του,

         αλλά περίμενε, όπως όλοι, να γυρίσει κι αυτό

         με τη νίκη.

         Μονάχα εμείς το κλάψαμε, οι συμπολεμιστές,

         που το είδαμε, γιατί την ώρα εκείνη

         πολύ μας έλειψε.

   Άφησε στο τέλος να γράψει για τον Άραχθο, να ετυμολογήσει την λέξη. Το ποτάμι που χτυπάει (αράττει) την ακτή παράγοντας θόρυβο ονομάζεται άραττος ή άρατθος ή Άραχθος.

   Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου εκφράζω ανείπωτη χαρά που γνώρισα έναν επιστήμονα, μια ακένωτη πηγή γνώσεων, έναν ανεξάντλητο θησαυρό.

   Σου οφείλω ευχαριστίες, Παναγιώτα, γιατί με κατέστησες κοινωνό του πλουσιότατου πνευματικού του έργου. Σου απευθύνω τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια και σου εύχομαι να συνεχίσεις με την ίδια ζέση, το ίδιο πάθος και το ταλέντο που διαθέτεις να ερευνάς και να γράφεις.

   Ακόμη καλοτυχίζω τους μαθητές σου που έχουν μια εξαίρετη εκπαιδευτικό που μεταλαμπαδεύει όχι μόνο γνώσεις, αλλά τους κοινωνεί με τα νάματα του ανθρωπισμού και του πολιτισμού. Ιδανικό παράδειγμα προ μίμηση.

Με εκτίμηση

Χαράλαμπος Α. Ανυφαντής

Συν/χος Δάσκαλος