Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Εισήγηση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Συνέδριο MONEY SHOW ΠΑΤΡΑΣ 2006

Ξενοδοχείο «Αστήρ», 18-19 Νοεμβρίου 2006 

Γενικό θέμα: «Ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πατρών ως κοινωνικός παιδαγωγικός φορέας στο πλαίσιο της σύγχρονης αστικής πραγματικότητας»

 

 

Τίτλος εισήγησης: «Το παραδοσιακό  παιχνίδι και η θέση του στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του σύγχρονου αστικού χώρου»

 

Ο βασικός λόγος επιλογής του θέματος της παρούσας εισήγησης σχετίζεται με τη θεματική ενότητα «Οι σύλλογοι ως φορείς κοινωνικής παιδείας» που πρότεινε αυτή τη χρονιά το money show για το συνέδριό του. Άλλος  ένας προφανής λόγος μπορεί να αναζητηθεί στην καταγραφή - περιγραφή παραδοσιακών παιχνιδιών που έχει κάνει η ομιλούσα στο προσφάτως εκδοθέν βιβλίο της λαογραφικού περιεχομένου με τίτλο: «ΡΟΔΑΥΓΗ - Το ρόδο της αυγής». Ως  έναν τρίτο σημαντικό λόγο θα μπορούσαμε να προσθέσουμε την πεποίθησή μας πως το παραδοσιακό παιχνίδι δεν έχει μόνο την αξία ενός παραδοσιακού και ίσως μουσειακού πολιτιστικού αγαθού, αλλά έχει αξία διαχρονική και μπορεί να έχει κάποια ουσιαστική θέση στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών της εποχής μας.

      Χωρίς, λοιπόν, να «κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας» σημειώνουμε πως η σπουδαιότητα του παιχνιδιού στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού είναι καθοριστική και γι’ αυτό το λόγο διαχρονικά αποδεκτή από όλες τις κοινωνίες. Ο Πλάτωνας συμβούλευε τους γονείς να αφήνουν τα παιδιά να παίζουν, γιατί το παιχνίδι θα συνέβαλε στην προετοιμασία των μελλοντικών πολιτών. Και σίγουρα είχε δίκιο, αν  σκεφτούμε πόσες δεξιότητες των παιδιών διαμορφώνονται και αναπτύσσονται με το παιχνίδι, αφού μέσα από το παιχνίδι δεν ψυχαγωγούνται μόνο, αλλά ετοιμάζονται για ποικίλους κοινωνικούς ρόλους που θα κληθούν να αναλάβουν κατά τον ενήλικο βίο. Παίζοντας, μαθαίνουν να υπακούν σε κανόνες, να παίρνουν ηγετικές πρωτοβουλίες αλλά και να αναγνωρίζουν τον ηγέτη, να αποδέχονται το αποτέλεσμα της νίκης ή της ήττας, να συνεργάζονται, να κρίνουν τον εαυτό τους και τους άλλους, να εναλλάσσουν ρόλους. Τα μικρά παιδιά λοιπόν μακριά από τον έλεγχο και την κηδεμονία των γονιών τους ενεργούν με ελεύθερη βούληση, ρισκάρουν, τολμούν, οικοδομούν θα λέγαμε την αυτοεκτίμηση και την αυτοσυνειδησία τους και ετοιμάζονται για το μέλλον.

      Το παιχνίδι διαχρονικά επιτελεί λίγο ή πολύ τους ίδιους ρόλους, με τη διαφορά ότι σήμερα τα παιδιά παίζουν πολύ λιγότερο από άλλες εποχές κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τα παιδιά που ζουν στις μεγαλουπόλεις αλλά και για όσα ζουν στην ύπαιθρο. Ιδιαίτερα το παραδοσιακό παιχνίδι έχει υποχωρήσει σημαντικά κι αυτή η υποχώρηση σχετίζεται άμεσα με την αλλαγή του τρόπου ζωής ο οποίος προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη σαφή διαφοροποίηση του προσανατολισμού των σύγχρονων κοινωνιών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την εγκατάλειψη πατροπαράδοτων συνηθειών και από την ομοιομορφία στη ζωή η οποία επηρεάζει τους πάντες και επομένως και τα παιδιά.

      Το γεγονός ότι η προαναφερθείσα αλλαγή είναι μια πραγματικότητα για την εποχή μας, δε σημαίνει πως μειώνει την αξία του παραδοσιακού παιχνιδιού με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές παιδιών ούτε σημαίνει πως δεν υπάρχει ελπίδα να επιβιώσει ακόμα και μέσα στις διαφοροποιημένες σύγχρονες συνθήκες. Τα παραδοσιακά παιχνίδια όπως τα βιώσαμε, όσοι μεγαλώσαμε παίζοντας μ’ αυτά, έχουν χαραχθεί ανεξίτηλα στη συνείδησή μας, όχι μόνο γιατί μας δένουν με το γενέθλιο τόπο, αλλά και επειδή συνέβαλαν καθοριστικά στη διαπαιδαγώγησή μας, αφού αποτέλεσαν πραγματικά μαθήματα ζωής για όλους μας.

      Ποιος δε θυμάται αλήθεια τους βόλους, τη γουρούνα, το γύρω -γύρω όλοι, τις εικονικές μάχες, τον κλωτσοτενεκέ, την κολοκυθιά, τη μακριά γαϊδούρα, το πατώ, τα πεντόβολα, τον πετροπόλεμο, το σκορδομπάτσο και τόσα άλλα παιχνίδια! Στην Ήπειρο παίζαμε πράγματι πολλά παιχνίδια, και αξίζει πιστεύουμε τον κόπο να σας παρουσιάσουμε δύο απ’ αυτά με τον τρόπο που παίζονταν, αν και κάποιος μπορεί να τα συναντήσει σε παραλλαγές τόσο μέσα στα γεωγραφικά όρια της Ηπείρου όσο και σε άλλες περιοχές του ευρύτερου ελληνικού χώρου.

      Το πρώτο παιχνίδι είναι η "μακριά γαϊδούρα", η οποία συνδέεται άμεσα με τις διαβατήριες τελετές της ενήβωσης και η ιστορία της ξεκινά από την ελληνική αρχαιότητα και τα αρχαία ελληνόπουλα την ονόμαζαν μοσκίνδα.

      Το  παιχνίδι  αυτό, λοιπόν,  παιζόταν  κυρίως  από  τα  αγόρια, αλλά και τα κορίτσια δεν πήγαιναν πίσω, και παίζονταν ως εξής: «Ένα  αγόρι  λυγίζει  τη  μέση του, και  σκύβει προς τα κάτω το κεφάλι και με τα δυο του χέρια κρατά αντίστοιχα τα πόδια του. Ο άλλος παίκτης, παίρνοντας  λίγη   φόρα,  πηδά  από  πάνω  του   με  τα  πόδια   ανοιχτά,  ενώ  με  τα  χέρια   του  στηρίζεται  στην  πλάτη του  σκυμμένου. Αφού τον διασκελίσει, παίρνει και αυτός την ίδια  στάση  λίγο μακρύτερα. Ακολουθεί ο τρίτος, ο τέταρτος κ.ο.κ. έως ότου τελειώσουν οι παίκτες, και τότε ο πρώτος που είχε σκύψει σηκώνεται και συνεχίζει τη διαδικασία».  Εάν κάποιο από τα παιδιά τη στιγμή που πηδάει, αγγίξει την πλάτη κάποιου παιδιού πάνω από το οποίο πηδάει “καίγεται” και εγκαταλείπει το παιχνίδι. Όσο τα παιδιά παίζουν λένε, ξεκινώντας από τον πρώτο που πηδάει: «Πρώτ’ ελιά», «Δεύτερ’ με τα κλαδιά»,   «Τρίτ’ και μοναχή», «Τέταρτ’ κι άγγιχτ’», «Πέντε τ’ αφέντ’», «Εξ τ’ Αλέξ’», «Εφτά κοφτά», «Οχτώ κοφτό»...Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να “καούν” όλα τα παιδιά ή μέχρι να κουραστούν.

      Το δεύτερο παιχνίδι είναι αυτό που στο χωριό μου το λένε σκορδομπάτσο, σε άλλες περιοχές το λένε κότσια και στην αρχαία Ελλάδα το έλεγαν αστραγάλους, αστραγαλισμό ή αστραγαλίζειν.

      Ο σκορδομπάτσος ήταν  το  αντικείμενο με το οποίο παιζόταν το  παιχνίδι  και πρόκειται  για  το ταρσικό οστό των ζώων – συνήθως αιγοπροβάτων – πάνω στο οποίο στηρίζεται η κνήμη και η περόνη. Κάθε κότσι έχει τέσσερις πλευρές και η καθεμιά έχει το όνομα της. Η καμπυλωτή πλευρά λέγεται “γομάρα ή γαϊδούρα”, το κοίλωμα λέγεται “λεκάνη ή λίμπα”, η πλαϊνή πλευρά που έχει το μεγαλύτερο αυλάκι λέγεται “λόρδος” και η άλλη πλευρά λέγεται “βασιλιάς”. Ο σκορδομπάτσος  παιζόταν  τουλάχιστον  από  τέσσερις  παίκτες, οι  οποίοι   κάθονταν κυκλικά. Ο  καθένας  με  τη  σειρά  του  ρίχνει  στη  μέση  του  κύκλου  το  κότσι  και δοκιμάζει την τύχη του. Όποια πλευρά φέρει ο καθένας τέτοιος είναι. Ο “βασιλιάς” διατάζει, η “γαϊδούρα” τις τρώει, ο “λόρδος” δέρνει - όποιος βρίσκεται σε αυτή τη θέση κρατάει μια διπλωμένη ζώνη  (λουρί) και ρίχνει λουριές* κατά τις εντολές του “βασιλιά”-και η “λεκάνη” είναι ουδέτερη, ούτε  τη  δέρνουν  ούτε δέρνει. Στη διάρκεια του  παιχνιδιού οι ρόλοι αλλάζουν πολλές φορές. Ο “βασιλιάς” ορίζει την ποσότητα σε λουριές  αλλά και την ποιότητα, “ξιδάτες” είναι οι πιο ελαφριές και “βουρλίσιες” οι πιο δυνατές. Όταν  το  κότσι  κάθεται  όρθιο, αυτός  που το έριξε κερδίζει και “λόρδο” και “βασιλιά” και επιλέγει, όποιον από τους δύο ρόλους θέλει. Τα παιδιά για να αντέχουν τις λουριές πολλές φορές έτριβαν τα χέρια τους με τσουκνίδα.

      Η ανωτέρω περιγραφή αυτών των δύο παραδοσιακών παιχνιδιών αποδεικνύει ότι μπορεί πολύ εύκολα να παιχτούν και από τα παιδιά της εποχής μας. Το ζήτημα είναι, αν τα παιδιά που μεγαλώνουν παίζοντας τα άκρως εντυπωσιακά videogames έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν και να παίξουν αυτά ή άλλα, τέτοιου είδους, παιχνίδια.         

      Μια κατηγορία φορέων οι οποίοι μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στο να γνωρίσουν τα παιδιά της εποχής μας αυτά τα παιχνίδια είναι οι εθνοτοπικοί σύλλογοι, όπως ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πάτρας. Οι  σύλλογοι αυτοί έχουν προσφέρει και συνεχίζουν να προσφέρουν πολλά στις κοινωνίες που δραστηριοποιούνται. Με τις δραστηριότητές τους συμβάλλουν στη διατήρηση της πολιτιστικής μας παράδοσης και λειτουργούν ως φορείς και μεταλαμπαδευτές των τοπικών παραδόσεων μέσα στα σύγχρονα αστικά κέντρα. Έτσι, από τη μια μεριά, όσοι μετανάστευσαν από τον τόπο τους αναζητώντας καλύτερη μοίρα, διατηρούν τους δεσμούς με τη γενέτειρα, κι όσοι γηγενείς συναναστρέφονται  αυτούς τους ανθρώπους μπολιάζονται με καινούργια πολιτιστικά αγαθά. Και το σημαντικότερο, οι νέοι μαθαίνουν να ζουν  μέσα στη σύγχρονη πραγματικότητα χωρίς να κόβουν τους δεσμούς με τις ρίζες τους, συμμετέχοντας στα χορευτικά, τα αθλητικά ή άλλα ψυχαγωγικά τμήματα των συλλόγων καθώς και στις ποικίλες δραστηριότητές τους. Μπορούν, λοιπόν, αυτοί οι σύλλογοι να αξιοποιήσουν τη σχετική με το παραδοσιακό παιχνίδι βιβλιογραφία, αλλά επιπλέον πιστεύουμε πως έχει ιδιαίτερη σημασία ο κάθε σύλλογος να ερευνήσει και να καταγράψει τα παιχνίδια της περιοχής του και μάλιστα τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο παίζεται το κάθε παιχνίδι, αφού σε πολλά μέρη της πατρίδας μας παίζονται πολλά ίδια παιχνίδια, αλλά  λόγω της ιδιόρρυθμης κοινωνικής ζωής του κάθε τόπου διαμορφώθηκαν πολλές παραλλαγές του ίδιου παιχνιδιού.

      Ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος, τον οποίο εκπροσωπούμε εμείς σήμερα και ο οποίος διακρίνεται για τη δυναμική του παρουσία στην πόλη της Πάτρας, πιστεύουμε πως μπορεί να κάνει πολλά πράγματα και στον τομέα του παραδοσιακού παιχνιδιού, αφού το παραδοσιακό παιχνίδι αποτελεί μια άλλη πολύ σημαντική πλευρά της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και μπορεί να αποτελέσει μια καλή ευκαιρία για γνωριμία των παιδιών με μια άλλη διάσταση αυτής της κληρονομιάς. Το ζήτημα είναι να ληφθεί η απόφαση και να βρεθούν οι τρόποι για να λειτουργήσουν αυτά τα παιχνίδια σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που τα δημιούργησε και τα διατήρησε στο χρόνο.

      Πιστεύουμε λοιπόν ότι ο σύλλογος μπορεί να ξεκινήσει μια τέτοια προσπάθεια από την ήδη υπάρχουσα βιβλιογραφία, αλλά θα προσέφερε τα μέγιστα στη διάσωση των παραλλαγών του παραδοσιακού παιχνιδιού όπως αυτό παίζεται σε διάφορες περιοχές της Ηπείρου, αν παρότρυνε τους πολλούς Ηπειρώτες που κατοικούν στην Πάτρα να καταγράψει ο καθένας τα παιχνίδια που έπαιζε στο χωριό του με τους συνομηλίκους. Στην καταγραφή των παιχνιδιών μπορεί να προστεθεί και η καταγραφή των λαχνισμάτων που προηγούνται των παιχνιδιών και ορίζουν το άτομο ή την ομάδα που θα αρχίσει το παιχνίδι. Η καταγραφή αυτή θα μπορούσε στη συνέχεια να αποτελέσει μια σημαντική βιβλιογραφική αναφορά για την επιστήμη της Λαογραφίας, αλλά και μια αφετηρία για την επίτευξη του στόχου του συλλόγου για την «αναβίωση» του παραδοσιακού παιχνιδιού μέσα στις  σύγχρονες συνθήκες.

      Ο Πανηπειρωτικός σύλλογος, ο οποίος έχει ήδη τμήματα χορού, σκάκι και καλαθοσφαίρισης, κάλλιστα μπορεί να δημιουργήσει και τμήματα παραδοσιακού παιχνιδιού. Σ’ αυτά τα τμήματα μπορούν να μετέχουν παιδιά διαφόρων ηλικιών, αφού άλλα παραδοσιακά παιχνίδια απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας και άλλα σε μεγαλύτερα παιδιά. Μέσα από αυτά τα τμήματα τα παιδιά θα έχουν τη δυνατότητα  να αξιοποιούν δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο τους, να μαθαίνουν ταυτόχρονα όχι μόνο τους κανόνες ενός παιχνιδιού, αλλά να δημιουργούν σχέσεις άμιλλας με άλλα παιδιά, να μαθαίνουν τα ανθρωπογεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής προέλευσης του παιχνιδιού και να ερευνούν τα ίδια τα παιδιά το κάθε παιχνίδι μέσα από ερωτήσεις που θα απευθύνουν σε παππούδες, γιαγιάδες ή γονείς  που είχαν την τύχη να παίξουν αυτά τα παιχνίδια. Με αυτή τη διαδικασία, τα παιδιά θα γνωρίζουν ταυτόχρονα και άλλες πλευρές της πολιτιστικής μας παράδοσης και μπορούν, κατά τη γνώμη μας, να αποτελέσουν τη «μαγιά» που θα συμβάλει στη διάδοση και τελικά στην επιβίωση του παραδοσιακού παιχνιδιού και όχι μόνο. Προϋπόθεση βέβαια για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου είναι να υπάρξουν τα άτομα που θα αναλάβουν το ρόλο του δασκάλου, γιατί για την επίτευξη του στόχου απαιτείται όχι μόνο η γνώση των παιχνιδιών αλλά μεράκι και πίστη στην αξία του εγχειρήματος. Ο σύλλογος μπορεί επίσης να θεσπίσει έπαθλα παραδοσιακού παιχνιδιού, τα οποία θα αποτελούν ένα κίνητρο συμμετοχής και επιβράβευσης, όπως συμβαίνει και με άλλες μορφές ψυχαγωγίας και άθλησης.

      Ο σύλλογος με τους χώρους που ήδη διαθέτει, αλλά κυρίως με το νεοαναγειρόμενο «Σπίτι του Ηπειρώτη» μπορεί να προσφέρει τους χώρους, στους οποίους θα παίζονται τα παραδοσιακά παιχνίδια. Επειδή όμως αρκετά από αυτά τα παιχνίδια απαιτούν όχι μόνο ευρύτητα χώρου, αλλά και υπαίθριους χώρους για να λειτουργήσουν, η εύρεση και απόκτηση τέτοιων χώρων από το σύλλογο ή η συνεργασία του με την τοπική αυτοδιοίκηση θα μπορούσε  να δώσει κάποιες λύσεις.

Ούτως ή άλλως, για να ευδοκιμήσει η προσπάθεια του συλλόγου για την «αναβίωση» του παραδοσιακού παιχνιδιού μέσα στις σύγχρονες συνθήκες, κρίνεται απαραίτητη όχι μόνο η συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και με αυτούς που έχουν κυρίως την ευθύνη της αγωγής των παιδιών, δηλαδή τους γονείς και το σχολείο. Ο Πανηπειρωτικός σύλλογος επομένως καλείται να τους  ευαισθητοποιήσει και να ζητήσει τη συνδρομή τους, γιατί είναι βέβαιο ότι όσο μεγαλύτερη απήχηση και συμμετοχή θα έχει η προσπάθεια τόσο και πιο γόνιμα θα είναι τα αποτελέσματα. Συν τοις άλλοις, η δραστηριότητα αυτή δε θα απευθύνεται μόνο σε όσους μετέχουν στο σύλλογο, αλλά θα είναι ανοιχτή στην κοινωνία της πόλης, γιατί στόχος δεν είναι να προβληθεί η όποια τοπική ετερότητα του ηπειρώτικου παραδοσιακού παιχνιδιού, αλλά το πώς αυτή η ετερότητα μπορεί να λειτουργήσει δημιουργικά στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών της πόλης.

      Στην προσπάθεια «αναβίωσης» του παραδοσιακού παιχνιδιού κρίνεται σκόπιμο, εκτός από τα προαναφερθέντα, να αξιοποιηθεί επίσης η αγάπη των παιδιών για κάθε τι άγνωστο, η ανάγκη τους να δημιουργούν  και να μαθαίνουν καινούργια πράγματα, η  έντονη δραστηριότητά τους που ζητούν κάπου να τη διοχετεύσουν καθώς και η διάθεσή τους να έρθουν σε επαφή με συνομηλίκους τους και να παίξουν. Διότι, όπως προαναφέραμε, τα παιδιά της εποχής μας, λόγω των διαμορφωμένων κοινωνικών και οικιστικών συνθηκών, δεν έχουν την «πολυτέλεια» να παίξουν, όπως τα παιδιά παλαιότερων εποχών. Δεν έπαψαν, βέβαια, να παίζουν. Απλά, παίζουν με άλλα παιχνίδια, και κυρίως με τα συναρπαστικά videogames. Αυτά τα παιχνίδια μπορεί να ανταποκρίνονται στην εποχή που μεγαλώνουν τα παιδιά, αλλά ως παιχνίδια δεν εκτονώνουν την ενεργητικότητά τους, δε δημιουργούν την ανάγκη για παρέα, αλλά και όσες φορές τη δημιουργούν είναι δύσκολο για τα παιδιά να την εξασφαλίσουν, καθηλώνουν και παθητικοποιούν, αντί να καλούν σε δράση και εγρήγορση και  τα εμποδίζουν να  δημιουργήσουν αυτό που λέμε ατομική – υποκειμενική ιστορική μνήμη, αφού τα περισσότερα παιδιά γνωρίζουν τον κόσμο μέσα από την οθόνη των παιχνιδιών τους κι όχι μέσα από τη βιωματική εμπειρία του παραδοσιακού παιχνιδιού, η οποία τους προσφέρει ουσιαστική συμμετοχή στο θαύμα της ζωής σε αντίθεση με τα videogames τα οποία προσφέρουν μια επίφαση της ζωής.

      Όλη αυτή η προσπάθεια για την ένταξη του παραδοσιακού παιχνιδιού στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του σύγχρονου αστικού χώρου πιστεύουμε πως είναι σημαντική και πρέπει να πετύχει για πολλούς λόγους. Θα δώσει τη δυνατότητα στα παιδιά που μένουν για πολύ χρόνο εγκλωβισμένα μέσα στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών να βγουν στον έξω χώρο, να απομακρυνθούν από τη συνεχή κηδεμονία των γονέων, να ξεφύγουν, έστω και για λίγο, από την οθόνη της τηλεόρασης ή των videogames,  να δραστηριοποιηθούν σωματικά και ψυχικά, να ψυχαγωγηθούν, να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις με συνομηλίκους τους και να κάνουν σκανταλιές μαζί τους, να αναπτύξουν το πνεύμα της συνεργασίας και της άμιλλας, να μάθουν να λειτουργούν ως ομάδα, να συνάψουν φιλίες και να παίξουν. Θα είναι πραγματικά μια ευκαιρία για τα παιδιά να νιώσουν ελεύθερα, να κινητοποιήσουν τη σκέψη και τη φαντασία τους, να εκδηλώσουν τον αυθορμητισμό και τα συναισθήματά τους, να σταματήσουν να ζουν μια ζωή που θυμίζει τη ζωή των μεγάλων σε μικρογραφία και να βιώσουν την παιδικότητά τους. Γιατί ένα παιδί που δε βιώνει την παιδικότητά του δεν μπορεί να είναι ένας συγκροτημένος και εν τέλει ένας ευτυχισμένος ενήλικας.

      Πιστεύουμε, επίσης, πως οι μεγάλοι, αυτοί πρώτοι, αξίζει να ενστερνιστούν εν ονόματι της ψυχοσωματικής υγείας των παιδιών της εποχής μας τη μεταπλασμένη ρήση: «Παίζω, άρα υπάρχω!» που, όταν τη διαβάσαμε  σ’ ένα περιοδικό, σκεφτήκαμε  ότι εκφράζει περισσότερο από κάθε τι άλλο αυτό που κυρίως έχουν ανάγκη τα παιδιά για να αναπτυχθούν και που δεν είναι άλλο από το παιχνίδι. Γιατί το παιχνίδι, και ιδιαίτερα το παραδοσιακό παιχνίδι, είναι αυτό που κυρίως μυεί τα παιδιά στα μυστικά και το μυστήριο της ζωής.

   Εξάλλου, πολλοί υποστηρίζουν ότι η ίδια η ζωή είναι ένα μεγάλο παιχνίδι που ίσως ζούμε για να ανακαλύπτουμε τους κανόνες του και που, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο πιο καλά το μαθαίνουμε, μολονότι άλλοτε κερδίζουμε κι άλλοτε χάνουμε, αφού κάθε μέρα παίζουμε κι ένα διαφορετικό γύρο. 

      Κλείνοντας, θα θέλαμε να σημειώσουμε πως το παραδοσιακό παιχνίδι μαζί με τόσα άλλα πολύτιμα στοιχεία που συνθέτουν την παράδοση του τόπου μας μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό έρεισμα στην παιδεία των παιδιών. Πιστεύουμε, επίσης, πως οφείλουμε να γνωρίσουμε στα παιδιά μας το παρελθόν σε όλες του τις εκφάνσεις, όχι ως εμμονή, αλλά ως αφετηρία για το μέλλον και οι εθνοτοπικοί σύλλογοι και για την περίπτωσή μας, ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πάτρας, μπορεί να προσφέρει πολλά.       

Βιβλιογραφία – Δικτυακοί τόποι

      Χρ. Δ. Λάζος, Παίζοντας στο χρόνο, εκδ. Αίολος, Αθήνα 2002

      Π. Λάμπρη, Ροδαυγή- Το ρόδο της αυγής, Πάτρα 2006

      Κ. Ρωμαίος, Κοντά στις ρίζες (έρευνα στον ψυχικό κόσμο του ελληνικού λαού), Αθήνα 1959

      www.apodimos.com                                

      www.ethnos.gr

      www.fournos-culture.gr                           

      www.in.gr

      www.unicef.gr                                         

      www.web.auth.gr

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

http://www.forumanaptixis.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=42:%CE%B4%CE%AF%CF%89%CF%81%CE%B5%CF%82-%CE%B5%CE%BA%CE%B4%CE%B7%CE%BB%CF%8E%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82&Itemid=16 (ΑΙΘΟΥΣΑ 2, ΘΕΜΑ: «Ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πατρών ως κοινωνικός παιδαγωγικός φορέας στο πλαίσιο της σύγχρονης αστικής πραγματικότητας».

http://www.gowest.gr/index.php?option=com_content&task=blogcategory&id=460&Itemid=1759&limit=9&limitstart=9