Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Δημοσίευση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

«Το παραδοσιακό  παιχνίδι και η θέση του στη διαπαιδαγώγηση των  παιδιών του σύγχρονου αστικού χώρου»

 

Δημοσιεύτηκε: Περιοδικό «Δοκεῖ μοι», Αίγιο, Φθινόπωρο 2008, τεύχος 11, σ. 34-40.

 

Η προσφορά του παιχνιδιού στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών

      Χωρίς να «κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας» σημειώνουμε πως η σπουδαιότητα του παιχνιδιού στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού είναι καθοριστική και γι’ αυτό το λόγο διαχρονικά αποδεκτή από όλες τις κοινωνίες. Ο Πλάτωνας συμβούλευε τους γονείς να αφήνουν τα παιδιά να παίζουν γιατί το παιχνίδι θα συνέβαλε στην προετοιμασία των μελλοντικών πολιτών. Και σίγουρα είχε δίκιο, αν  σκεφτούμε πόσες ικανότητες των παιδιών διαμορφώνονται και αναπτύσσονται με το παιχνίδι, αφού μέσα από το παιχνίδι δεν ψυχαγωγούνται μόνο, αλλά ετοιμάζονται για ποικίλους κοινωνικούς ρόλους που θα κληθούν να αναλάβουν κατά τον ενήλικο βίο. Παίζοντας, μαθαίνουν να υπακούν σε κανόνες, να παίρνουν ηγετικές πρωτοβουλίες αλλά και να αναγνωρίζουν τον ηγέτη, να αποδέχονται το αποτέλεσμα της νίκης ή της ήττας, να συνεργάζονται, να κρίνουν τον εαυτό τους και τους άλλους, να εναλλάσσουν ρόλους. Τα μικρά παιδιά λοιπόν μακριά από τον έλεγχο και την κηδεμονία των γονιών τους ενεργούν με ελεύθερη βούληση, ρισκάρουν, τολμούν, οικοδομούν θα λέγαμε την αυτοεκτίμηση και την αυτοσυνειδησία τους και ετοιμάζονται για το μέλλον.

      Το παιχνίδι διαχρονικά επιτελεί λίγο ή πολύ τους ίδιους ρόλους, με τη διαφορά ότι σήμερα τα παιδιά παίζουν πολύ λιγότερο από άλλες εποχές κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τα παιδιά που ζουν στις μεγαλουπόλεις αλλά και για όσα ζουν στην ύπαιθρο. Ιδιαίτερα το παραδοσιακό παιχνίδι έχει υποχωρήσει σημαντικά κι αυτή η υποχώρηση σχετίζεται άμεσα με την αλλαγή του τρόπου ζωής ο οποίος προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη σαφή διαφοροποίηση του προσανατολισμού των σύγχρονων κοινωνιών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την εγκατάλειψη πατροπαράδοτων συνηθειών και από την ομοιομορφία στη ζωή η οποία επηρεάζει τους πάντες και επομένως και τα παιδιά.

Λόγοι υποχώρησης του παραδοσιακού παιχνιδιού

      Με δεδομένη τη συντελεσθείσα αλλαγή, είναι προφανές ότι εκείνα που δεν ευθύνονται καθόλου για την υφιστάμενη κατάσταση γύρω από το παραδοσιακό παιχνίδι είναι τα παιδιά. Το παραδοσιακό παιχνίδι για να λειτουργεί απαιτεί κάποια συνέχεια στο χώρο και στο χρόνο. Η συνέχεια στο χώρο, επί σειρά αιώνων, εξασφαλίζονταν από τον τρόπο που παίζονταν το κάθε παιχνίδι σε κάθε τόπο, πράγμα που συνέβαλε στην ύπαρξη πολλών παραλλαγών του ίδιου παιχνιδιού, και η συνέχεια στο χρόνο εξασφαλίζονταν από τη μεταφορά της γνώσης του παιχνιδιού από γενιά σε γενιά. Μια άλλη διάσταση του χώρου που αποτελεί ζωτικό στοιχείο για τη λειτουργία του παραδοσιακού παιχνιδιού είναι ο χώρος ως τόπος τέλεσης του παιχνιδιού και που δεν είναι άλλος από τους δρόμους, τις αλάνες και τις πλατείες.

      Αυτή η συνέχεια στο χώρο και στο χρόνο η οποία είναι απαραίτητη κατά την άποψή μας για την ίδια την ύπαρξη του παραδοσιακού παιχνιδιού, έχει διαταραχθεί σχεδόν ανεπανόρθωτα. Η έντονη αστυφιλία με την επακόλουθη αστικοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού της χώρας, ξερίζωσε από τις εστίες τους τους ανθρώπους που ήταν φορείς αυτής της παράδοσης και, ενώ στο καινούργιο περιβάλλον διατήρησαν ως συνεκτικό κρίκο με την ιδιαίτερη πατρίδα τους πολλά πολιτισμικά αγαθά, το παραδοσιακό παιχνίδι δέχθηκε μεγάλο πλήγμα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η αστικοποίηση μετέβαλε και τον οικιστικό ιστό των τόπων μετοίκησης. Τα μικρά σπίτια τα διαδέχθηκαν οι πολυκατοικίες, τις  αλάνες, στις περισσότερες των περιπτώσεων, τις εξαφάνισε η αλόγιστη χρήση χάριν του οικονομικού συμφέροντος, οι δρόμοι γέμισαν με αυτοκίνητα και οι πλατείες  ελάχιστες στον αριθμό και την έκταση δεν αρκούν για το μέγεθος του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού. 

      Άμεση συνέπεια των ανωτέρω είναι τα παιδιά να μένουν για πολύ χρόνο εγκλωβισμένα μέσα στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών, χωρίς να μπορούν να τρέξουν στις αλάνες και στους δρόμους για να συναντήσουν τους φίλους τους και να παίξουν. Έτσι, αντί για τους φίλους στη γειτονιά έχουν για συμπαίκτη τους το παιχνίδι – αντικείμενο και όχι μόνο αυτό, πολλές φορές αυτό το παιχνίδι τα μεταφέρει σε μια εικονική πραγματικότητα, η οποία πόρρω απέχει από αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη τα παιδιά για την ψυχοσωματική τους υγεία.

      Η σύγχρονη κοινωνία λοιπόν, αφού στέρησε από το παιδί τους χώρους όπου θα μπορούσε να παίξει και να συναναστραφεί με τους συνομηλίκους του, έρχεται ως  Επιμηθέας να διορθώσει το κακό φτιάχνοντας παιδότοπους και αθλητικά κέντρα ή οργανώνει διασκέδαση σε γιορτές και γενέθλια, πολλές φορές έξω από την οικογενειακή εστία, για να καλύψει το δυσαναπλήρωτο κενό. Έτσι, τα γήπεδα πέντε επί πέντε ή άλλοι αθλητικοί χώροι προσπαθούν να υποκαταστήσουν τους δρόμους της γειτονιάς, τις αλάνες και τις πλατείες, τους χώρους δηλαδή στους οποίους κυρίως άκμασε το παραδοσιακό παιχνίδι.

      Ένας άλλος πολύ σημαντικός λόγος που συνέβαλε καθοριστικά στην υποχώρηση του παραδοσιακού παιχνιδιού είναι το ότι αυτό το είδος του παιχνιδιού συνδέονταν άμεσα με τη ζωή της κοινωνίας στην οποία λειτουργούσε κάθε φορά. Αν κάποιος μελετήσει  τα παιχνίδια σε βάθος, πολύ εύκολα θα κατανοήσει την άμεση σύνδεσή τους με τις τελετουργίες, με το θρησκευτικό συναίσθημα, με τη μαγεία και τη μαντεία αλλά και  με τις διαβατήριες τελετές που τελούνταν στην κάθε περιοχή που παίζονταν αυτά τα παιχνίδια. Βέβαια στην ελληνική ύπαιθρο δεν έχει πάψει εντελώς αυτός ο συσχετισμός, αλλά στις περισσότερες των περιπτώσεων, ενώ παίζονται τα παιχνίδια, έχει ατονήσει η γνώση και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που τα νοηματοδοτούσε.  Έχοντας τα ανωτέρω ως δεδομένα, το ζήτημα πλέον είναι κατά πόσο  οι γονείς που κατέχουν τη σχετική με το παραδοσιακό παιχνίδι γνώση μπορούν να τη μεταφέρουν στα παιδιά τους που μεγαλώνουν στα αστικά κέντρα, ως γνώση και δράση κι όχι ως αφήγηση για πράγματα που συνέβαιναν στα παλιά «καλά» χρόνια. Διότι αυτό που θα κάνει τα παιδιά να ενδιαφερθούν είναι το να δουν το παραδοσιακό παιχνίδι ως κάτι που τα αφορά στο σήμερα και όχι ως ένα κομμάτι του παρελθόντος που το μαθαίνουν δίκην λαογραφικής γνώσης. 

      Συν τοις άλλοις, το παραδοσιακό παιχνίδι το ανταγωνίζονται άλλες μορφές παιδικής ψυχαγωγίας, όπως τα άκρως εντυπωσιακά videogames. Αυτά τα παιχνίδια  αποτελούν ένα συναρπαστικό και σύγχρονο μέσο ψυχαγωγίας  για μικρούς και μεγάλους. Η δυνατότητα να παίζεις μόνος σου μπροστά σε μια οθόνη, η γοητεία της τρισδιάστατης πολύχρωμης και γρήγορα εναλλασσόμενης εικόνας, το πλούσιο σκηνικό, η έντονη δράση, η ευκαιρία να μετέχεις στα διαδραματιζόμενα πατώντας μόνο κάποιο πλήκτρο, είναι λίγες μόνο από τις ιδιότητές τους που τα καθιστούν ελκυστικά.  Ως δημιούργημα λοιπόν του σύγχρονου πολιτισμού αυτά τα παιχνίδια τον εκφράζουν και τον αντανακλούν διαμορφώνοντας ταυτόχρονα καινούργιες ιδέες, καινούργιες ιδεολογίες, καινούργια αισθητική και καινούργιο τρόπο κατανόησης του κόσμου. Διαμορφώνουν επίσης άλλες συμπεριφορές και αγγίζουν σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό πολλούς τομείς της πραγματικότητας. Τα παιδιά κάτω από αυτές τις συνθήκες παίζουν ομολογουμένως με συναρπαστικά στη σύλληψή τους παιχνίδια, αυτά τα παιχνίδια όμως τα κρατούν ακίνητα κι αμίλητα για ώρες μπροστά σε μια οθόνη, μόνα με τους εικονικούς ήρωες που πολλές φορές με τις ενέργειές τους οι οποίες είναι προγραμματισμένες και οι δυνατότητες επιλογής του παίκτη προκαθορισμένες, δε δίνουν δημιουργική διέξοδο στη σκέψη και τα συναισθήματα των χειριστών τους. Έτσι, τα παιδιά απομονωμένα, αφού οι γονείς για βιοποριστικούς και όχι μόνο λόγους λείπουν πολύ από το σπίτι, έχουν ως συντροφιά για πολλές ώρες μια εικονική πραγματικότητα. Το πού θα οδηγήσει αυτό, δεν είναι ακόμα βέβαιο. Πάντως το γεγονός ότι  οι κοινωνιολόγοι και οι ψυχολόγοι λαμβάνουν πλέον σοβαρά υπόψη τις νέες συνθήκες που διαμορφώνουν τα videogames σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο δηλώνει περισσότερα από ένα απλό επιστημονικό ενδιαφέρον.

Προβληματική γύρω από το παραδοσιακό παιχνίδι

      Μετά από τα προαναφερθέντα θα ήταν παρακινδυνευμένο να αναθεματίσουμε ή να επικροτήσουμε άκριτα κάποια κατηγορία παιχνιδιών. Μπορούμε όμως να διατυπώσουμε κάποια ερωτήματα που μπορεί να μας διευκολύνουν να οδηγηθούμε σε χρήσιμα συμπεράσματα: Το παραδοσιακό παιχνίδι καθαυτό έχει κάποια αξία; Πώς θα δώσουμε τη δυνατότητα στα παιδιά που μεγαλώνουν παίζοντας videogames να παίξουν και με τα παραδοσιακά παιχνίδια; Μπορεί το παραδοσιακό παιχνίδι να βοηθήσει και να δώσει λύσεις σε σύγχρονα ατομικά αδιέξοδα της παιδικής ηλικίας;

      Το γεγονός ότι το παραδοσιακό παιχνίδι επιβίωσε στο χρόνο είναι ένας μόνο λόγος της αξίας του. Σύμφωνα με το λαογράφο Κ. Ρωμαίο «Προϋποθέσεις για τη διατήρηση ενός παιχνιδιού εκτός από τη συνήθεια, είναι η μεγάλη διάδοση και ακμή σε άλλους καιρούς με συνέπεια να έχει δημιουργηθεί ισχυρή παράδοση, καθώς και παράλληλη συνέχεια ζωής της αντίστοιχης με το παιχνίδι κοινωνικής κατάστασης, ώστε να τροφοδοτεί με στοιχεία το παιχνίδι που να δικαιολογεί την ύπαρξή του. Ακόμη κι όταν δεν υπάρχει η συνέχεια της ζωής, η ανάμνηση και κάποια υπόληψη στην αξία της, αδιάφορα αν τα στοιχεία αυτής είναι σοβαρά ή κωμικά, είναι στηριγμένη μια τέτοια αξία».

      Η αξία του παραδοσιακού παιχνιδιού ως μέσου διαπαιδαγώγησης είναι αποδεκτή από την πλειονότητα των παιδαγωγών. Το ζήτημα όμως που προκύπτει είναι, αν τα παιδιά που μεγαλώνουν παίζοντας videogames έχουν τη δυνατότητα να παίξουν αυτά τα παιχνίδια κι αν αυτοί που είναι υπεύθυνοι για την αγωγή τους βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Οι γονείς παραδείγματος χάριν που φέρουν την κύρια ευθύνη της αγωγής των παιδιών  δεν έχουν πάντοτε τη σωστή στάση απέναντι στα παιχνίδια τους, αλλά και στις προτεραιότητες που σχετίζονται με την αγωγή τους. Ενώ πολλοί γνωρίζουν τα παραδοσιακά παιχνίδια ή μπορούν να τα γνωρίσουν μέσα από τη σχετική βιβλιογραφία, συνήθως δεν παροτρύνουν τα παιδιά τους να τα μάθουν και να τα παίζουν. Οι ίδιοι, αν και πολλές φορές ζητούν τη βοήθειά των παιδιών τους για κάποια ρύθμιση του κινητού τους τηλεφώνου, λόγω μη επαρκούς γνώσης αντιμετωπίζουν με τρόμο τα ηλεκτρονικά τους παιχνίδια και συχνά τα απορρίπτουν συλλήβδην. Επίσης πολύ συχνά φορτώνουν το ημερήσιο πρόγραμμα των παιδιών με τόσες πολλές δραστηριότητες που τα παιδιά ασφυκτιούν και δεν έχουν χρόνο να παίξουν.

      Οι γονείς, λοιπόν, είναι αυτοί που πρώτοι πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τη στάση τους σχετικά με το τι πρέπει να μαθαίνει ένα παιδί. Διότι καλό είναι να μάθουν τα παιδιά πολλά πράγματα, αλλά, αν όλα αυτά έχουν ως κόστος την επιβάρυνση της ψυχοσωματικής τους υγείας μάλλον δεν αξίζουν τον κόπο. Εξάλλου οι γονείς και γενικότερα οι μεγάλοι έχουν υποχρέωση απέναντι στα παιδιά. Όχι να δημιουργήσουν, να κατασκευάσουν θα λέγαμε καλύτερα ανθρώπους καλά προετοιμασμένους για τις υπερβολικές απαιτήσεις της τεχνοκρατούμενης εποχής μας, αλλά να βοηθήσουν τα παιδιά εκτός των άλλων και μέσα από το παιχνίδι να αναπτύξουν αυτογνωσία και αλληλοσεβασμό, να τα κρατήσουν σε ουσιαστική επαφή με τα πολιτιστικά αγαθά της χώρας μας και γενικά να τα προετοιμάσουν για τη ζωή. Το παραδοσιακό παιχνίδι πιστεύουμε πως χωρίς να είναι πανάκεια μπορεί να βοηθήσει πολύ τα παιδιά. Σε μια προσπάθεια προσέγγισης των παιδιών με το παραδοσιακό παιχνίδι κρίνεται σκόπιμο να αξιοποιήσουμε  την αγάπη τους για κάθε τι άγνωστο, την ανάγκη τους να δημιουργούν  και να μαθαίνουν καινούργια πράγματα, την  έντονη δραστηριότητά τους που ζητούν κάπου να τη διοχετεύσουν, τη διάθεσή τους να έρθουν σε επαφή με συνομηλίκους τους και να παίξουν. Μια καλή σκέψη θα ήταν να εντάξουμε αυτό το είδος του παιχνιδιού στο πλαίσιο της απαραίτητης καθημερινής τους άθλησης που είναι αναγκαία για την ψυχοσωματική τους ισορροπία.      

      Εκτός από τους γονείς, ένας φορέας ο οποίος θα μπορούσε ανεπιφύλακτα να παίξει καθοριστικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση είναι το σχολείο. Λέμε ανεπιφύλακτα, διότι το παραδοσιακό παιχνίδι στο χώρο του σχολείου μπορεί να λειτουργήσει όχι μόνο ως παιχνίδι, αλλά μπορεί να βοηθήσει αποφασιστικά και την ίδια τη διαδικασία της μάθησης. Ένα σχέδιο δράσης για το παραδοσιακό παιχνίδι μπορεί να είναι  μια διαθεματική εργασία στα πλαίσια περισσοτέρων του ενός μαθημάτων η οποία θα βοηθήσει τα παιδιά του σύγχρονου αστικού χώρου να έρθουν σε επαφή με την παράδοση, να αξιοποιήσουν τον ελεύθερο χρόνο δημιουργικά, να γνωρίσουν καλύτερα άλλα παιδιά, να δημιουργήσουν παρέες και σχέσεις άμιλλας, να γνωρίσουν τα ανθρωπογεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής προέλευσης του παιχνιδιού, επίσης ερευνώντας τα παιχνίδια να έρθουν σε επαφή με μεγαλύτερους - παππούδες, γιαγιάδες ή γονείς - που είχαν την τύχη να παίξουν τα παιχνίδια στην ύπαιθρο και να παρουσιάσουν ίσως και σε ευρύτερο κοινό τα αποτελέσματα της συλλογικής τους εργασίας.  Εκτός αυτών όμως, ένα σύγχρονο σχολείο θα επιτελούσε καλύτερα το ρόλο του, αν δεν ήταν χωμένο ανάμεσα στις πολυκατοικίες, αλλά βρίσκονταν κοντά στη φύση και είχε τους κατάλληλους χώρους για να παίζουν οι μαθητές με όλα αυτά τα παιχνίδια και να δέχονται τις ευεργετικές τους επιδράσεις.

      Μια άλλη κατηγορία φορέων οι οποίοι μπορούν να παίξουν επίσης σημαντικό ρόλο στην καταγραφή, την εκμάθηση και τη διάδοση των παραδοσιακών παιχνιδιών είναι οι πολιτιστικοί σύλλογοι. Ως γνωστό στη χώρα μας υπάρχουν πολλοί τέτοιοι σύλλογοι οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε ποικίλους τομείς του πολιτισμού. Ένας παραμελημένος κατά τη γνώμη μας τομέας είναι αυτός του παιχνιδιού. Βέβαια πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι στο χώρο της Λαογραφίας έχουν συγκεντρώσει παιχνίδια που παίζονται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, πιστεύουμε όμως πως θα είχε ιδιαίτερη σημασία ο κάθε σύλλογος να ερευνήσει και να καταγράψει τα παιχνίδια της περιοχής του και μάλιστα τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο παίζεται το κάθε παιχνίδι, αφού, όπως προαναφέραμε, σε πολλά μέρη της πατρίδας μας παίζονται πολλά ίδια παιχνίδια, αλλά  λόγω της ιδιόρρυθμης κοινωνικής ζωής του κάθε τόπου διαμορφώθηκαν πολλές παραλλαγές του ίδιου παιχνιδιού. Αφού γίνει αυτό, μια καλή κίνηση θα ήταν να δημιουργηθούν από τους συλλόγους τμήματα παιχνιδιού, γιατί καλό είναι να μαθαίνουμε τους χορούς του τόπου μας, τομέας στον οποίο οι σύλλογοι έχουν κάνει και κάνουν καταπληκτική δουλειά, αλλά ο πολιτισμός είναι μια πολυδιάστατη υπόθεση και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. Έτσι, το παραδοσιακό παιχνίδι μπορεί να εξελιχθεί σε άλλη μια καλή ευκαιρία για γνωριμία των παιδιών με τις ρίζες τους, αλλά και με την ίδια τους την ύπαρξη.

      Η σύγχρονη κοινωνία η οποία δημιούργησε πολλές συνθήκες για να μη βιώνουν τα παιδιά την παιδική τους ηλικία, ενδιαφέρθηκε ουσιαστικά πολύ λίγο για το αν τα παιδιά παίζουν κι αν αυτά τα παιδιά, χάριν και εξ αιτίας των οποίων οι βιομηχανίες παιχνιδιών έχουν περισσότερα έσοδα από την κινηματογραφική βιομηχανία, είναι ευτυχισμένα παιδιά. Τα παιδιά των σύγχρονων μεγαλουπόλεων έχουν τόση αφθονία και ποικιλία παιχνιδιών που η δική μας γενιά ούτε στα πιο υπερφίαλα όνειρά της δεν μπορούσε να φανταστεί. Παιχνίδια που έφτιαξαν άλλοι για κείνα, παιχνίδια τα οποία τις περισσότερες φορές δεν επέλεξαν τα ίδια για να παίξουν, παιχνίδια που δεν εκτονώνουν την ενεργητικότητά τους, παιχνίδια που δεν δημιουργούν την ανάγκη για παρέα, αλλά και όσες φορές τη δημιουργούν είναι δύσκολο για τα παιδιά να την εξασφαλίσουν, παιχνίδια που καθηλώνουν και παθητικοποιούν, αντί να καλούν σε δράση και εγρήγορση, παιχνίδια που τα εμποδίζουν να  δημιουργήσουν αυτό που λέμε ατομική – υποκειμενική ιστορική μνήμη, αφού τα περισσότερα παιδιά γνωρίζουν τον κόσμο μέσα από την οθόνη των παιχνιδιών τους κι όχι μέσα από τη βιωματική εμπειρία του παραδοσιακού παιχνιδιού, η οποία του προσφέρει ουσιαστική συμμετοχή στο θαύμα της ζωής σε αντίθεση με τα videogames τα οποία προσφέρουν μια επίφαση της ζωής. Βέβαια, θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει εδώ ότι αυτά τα παιχνίδια είναι παιχνίδια σύγχρονα, παιχνίδια που ανταποκρίνονται στην εποχή που ζουν αυτά τα παιδιά, πως δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό και πως δεν μπορεί να μη βλέπει κανείς τον κόσμο που αλλάζει ραγδαία και πως σ’ αυτό τον κόσμο θα ζήσουν τα παιδιά και πρέπει να ’ναι έτοιμα. Μόνο που δεν τα ρωτήσαμε, θα λέγαμε εμείς, αν θέλουν να ζουν σ’ έναν τέτοιο κόσμο κι αβίαστα έρχεται στα χείλη μας ο στίχος του τραγουδιού: «Φοβάμαι γι’ αυτά που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα!».

      Δεν είμαστε αιθεροβάμονες, ούτε πιστεύουμε πως μπορεί ο σύγχρονος κόσμος να αλλάξει προσανατολισμό ως δια μαγείας και να έχει όντως ως κέντρο του τη διανοητική και ψυχική υγεία του ανθρώπου και εν τέλει την ευτυχία του πάνω στη γη.  Η δυτική κοινωνία στην οποία ανήκει και η χώρα μας, οφείλει να επαναπροσδιορίσει πολλά ζητήματα και κυρίως ζητήματα που αφορούν το παιδί και τον κόσμο στον οποίο καλείται να ζήσει. Κι αφού ο πρώτος κόσμος του παιδιού είναι το παιχνίδι, πρέπει να δει και το παραδοσιακό παιχνίδι με το οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές ανθρώπων. Εξάλλου τα περισσότερα παραδοσιακά παιχνίδια αποδεδειγμένα καλούν τα παιδιά να έχουν έντονη σωματική και πνευματική δραστηριότητα, πράγμα που συντελεί στη σωματική, την πνευματική, την ψυχολογική και την κοινωνική ανάπτυξή τους. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει χαρίσει στα παιδιά υλική ευμάρεια που μπορεί και να τη ζήλευαν παιδιά άλλων εποχών ή άλλων χωρών σήμερα. Αυτός ο τρόπος ζωής δημιούργησε παιδιά κορεσμένα από βιομηχανικά παιχνίδια, κορεσμένα από ενδύματα, κορεσμένα από λιχουδιές, γενικά κορεσμένα από καταναλωτικά αγαθά. Στέρησε όμως απ’ αυτά τα παιδιά την ελευθερία να τρέχουν ανέμελα στους δρόμους και τις αλάνες συμμετέχοντας σε σκανταλιές και παιχνίδια με τους συνομηλίκους τους, τα καθήλωσε μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεων ή των videogames και πολλά εξ αυτών τα οδήγησε στη μοναξιά, την κατάθλιψη και το στρες. 

      Κλείνοντας θα θέλαμε να στείλουμε ένα αισιόδοξο μήνυμα στο μέλλον. Δεν πιστεύουμε ότι το παρελθόν  πρέπει να στοιχειώνει την πορεία των κοινωνιών προς το μέλλον, αλλά είναι γεγονός πως κοινωνίες που αγνόησαν τις ρίζες τους  ή αδιαφόρησαν γι’ αυτές «τιμωρήθηκαν». Με αυτή τη σκέψη το παραδοσιακό παιχνίδι μαζί με τόσα άλλα πολύτιμα στοιχεία που συνθέτουν την παράδοση του τόπου μας μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό έρεισμα στην παιδεία των παιδιών. Πιστεύουμε πως οφείλουμε να γνωρίσουμε στα παιδιά μας το παρελθόν σε όλες του τις εκφάνσεις, όχι ως εμμονή, αλλά ως αφετηρία για το μέλλον. Κι όλα αυτά είναι απαραίτητο να ξεκινήσουν σήμερα,  γιατί αύριο θα ’ναι αργά πια και κάποιοι από εμάς θα κληθούν να δώσουν λόγο στην ιστορία του μέλλοντος.      

Βιβλιογραφία - Δικτυακοί τόποι

     Χρ. Δ. Λάζος, Παίζοντας στο χρόνο, εκδ. Αίολος, Αθήνα 2002

      Π. Π. Λάμπρη, Ροδαυγή - Το ρόδο της αυγής, Πάτρα 2006

      Κ. Ρωμαίος, Κοντά στις ρίζες (έρευνα στον ψυχικό κόσμο του ελληνικού λαού), Αθήνα 1959

      www.apodimos.com                                

      www.ethnos.gr

      www.fournos-culture.gr                           

      www.in.gr

      www.unicef.gr                                         

      www.web.auth.gr

Σημείωση: Το ανωτέρω κείμενο γεννήθηκε με αφορμή ομότιτλη εισήγηση μου στο συνέδριο MONEY SHOW Πάτρας (18 & 19 Νοεμβρίου 2006), η οποία ήταν προσαρμοσμένη στο θέμα με το οποίο συμμετείχε ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πάτρας στο εν λόγω συνέδριο: «Ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Πατρών ως κοινωνικός φορέας στο πλαίσιο της σύγχρονης αστικής πραγματικότητας».