Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Δημοσίευση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Συνομιλία ανάμεσα στο "καγκελάρι" της Ροδαυγής Άρτας και των Ραφταναίων Ιωαννίνων, (18-1-2020)

 

Δημοσιεύτηκε: «Τζουμερκιώτικα Χρονικά», τεύχος 21, Καλοκαίρι 2020, σ. 78-84.

 

   Με το «καγκελάρι» έχω ασχοληθεί κι άλλες φορές και το έχω προσεγγίσει πολλαπλά(1). Βασική αιτία το ότι συνιστά σημαντικό έθιμο της γενέτειράς μου, της Ροδαυγής. Ετούτη τη φορά, έχοντάς το ως αφετηρία, θα προσπαθήσω να δω τη συνομιλία, η οποία υπάρχει μεταξύ αυτού και εκείνου, το οποίο τραγουδιέται και χορεύεται στο χωριό Ραφταναίοι, που ανήκει στον νομό Ιωαννίνων και γειτνιάζει με χωριά του νομού Άρτας. Βέβαια, χωρίς να κομίζω γλαύκα εις Αθήνας, σημειώνω πως, τόσο το εν λόγω τραγούδι όσο κι ο χορός, αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά πολλών χωριών, τα οποία φωλεύουν στις υπώρειες των Τζουμέρκων και του Ξηροβουνίου, αλλά και άλλων της ευρύτερης περιοχής. Ως εκ τούτου δεν σκοπεύω να κάνω αναλυτική προσέγγισή τους, αφού για κείνα του χωριού μου την έχω κάνει ήδη(2). Ο λόγος της συγγραφής αυτού του κειμένου, έχει ως αφορμή το τραγούδι «καγκελάρι», που άκουσα κάποια στιγμή να άδει ο καταγόμενος από τους Ραφταναίους Θεοφάνης Μάντζος. Καθώς αμέσως εντόπισα τους κοινούς με του «καγκελαριού» της Ροδαυγής στίχους, του ζήτησα να μου το δώσει γραμμένο, όπως και έπραξε. Η προσεκτική μελέτη του στη συνέχεια με έκανε να θέλω να μιλήσω για τις διαφορές των δύο τραγουδιών, οι οποίες έχουν το ενδιαφέρον τους, όπως, άλλωστε, όλες οι παραλλαγές των δημοτικών τραγουδιών, οι οποίες προκύπτουν, όταν ένα τραγούδι ξεπερνά τα όρια της κοινότητας, που το δημιούργησε, και τραγουδιέται και σ’ άλλες περιοχές. Όσον αφορά, βέβαια, στο «καγκελάρι», δεν είναι γνωστό, τουλάχιστον σε μένα, πού δημιουργήθηκε και χορεύτηκε για πρώτη φορά ή αν είναι αποτέλεσμα σύμπραξης, για παράδειγμα, πολλών πανηγυριωτών, οι οποίοι μετακινούνταν από πανηγύρι σε πανηγύρι κι ένιωθαν την ανάγκη, όπως οι αρχαίοι πρόγονοι(3), να μετάσχουν σε κύκλιους χορούς τραγουδώντας οι ίδιοι τον σκοπό! Πάντως, όπου και όπως αν είδε το φως αυτό το χορευτικό δρώμενο, σημασία έχει πως αγαπήθηκε και αγαπιέται από τον κόσμο, με αποτέλεσμα να διαρκεί στον χρόνο.

   Πριν, λοιπόν, αρχίσει ο εντοπισμός και ο σχολιασμός των διαφορών, ας σημειωθεί  πως και στα δύο χωριά, όπως και στα υπόλοιπα που χορεύεται ο χορός «καγκελάρι», συνδέεται με το σημαντικότερο πανηγύρι του χωριού και κατά περίπτωση χορεύεται, ή μάλλον τελείται, δύο ή και περισσότερες φορές μέσα στον ενιαύσιο κύκλο, συνδεόμενος με τις γιορτές της Λαμπρής ή άλλη σημαντική για το κάθε χωριό γιορτή. Έτσι, στη Ροδαυγή χορεύεται παραδοσιακά την Τρίτη της Λαμπρής – πέρυσι, με στόχο ν’ αλλάξει ο χρόνος τέλεσής του, χορεύτηκε την ημέρα της Λαμπρής –, καθώς και στο μεγάλο πανηγύρι του χωριού, στις 27 Ιουλίου, ενώ στους Ραφταναίους χορεύεται στο πανηγύρι του Προφήτη Ηλία, στις 20 Ιουλίου, καθώς και στο πανηγύρι του μοναστηριού της Πλάκας, συνοικισμό του χωριού, το οποίο είναι αφιερωμένο στη Γέννηση της Θεοτόκου και γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου.

   Αλλά ας πάμε στα τραγούδια, τα οποία θα παρουσιαστούν τμηματικά, σε τρία μέρη, προς διευκόλυνση των αναγνωστών. Για τον ίδιο λόγο, πρώτο παρατίθεται το εκάστοτε απόσπασμα από το «καγκελάρι» της Ροδαυγής και δεύτερο εκείνο των Ραφταναίων, στο οποίο θα είναι υπογραμμισμένοι οι στίχοι ή τα ημιστίχια, που μας ενδιαφέρουν.  

   Ροδαυγής / 1ο μέρος

          Τέτοιαν ώρα ήταν εψές, τέτοια και παραπροψές,

          στο χορό που χόρευαν όλο αγόρια και παιδιά

          και κορίτσια ανύπαντρα (δις).

          Και στη μέση στο χορό κάθεται χρυσός αϊτός

5        και τροχάει τα νύχια του, τα χρυσά φτερούγια του,

          το Θεό παρακαλεί: «Κύριε, δος μου προθυμιά,

          να ριχτώ ν’ αρπάξω μια, κι αν δεν την εδιάλεγα,

          να ’πεφταν τα νύχια μου, τα χρυσά φτερούγια μου».

   Ραφταναίων / 1ο μέρος

          Τέτοια ώρα ήταν εψές, τέτοια και παραπροψές,

          στο χορό που χόρευαν όλ’ αγόρια και παιδιά

          και κορίτσια ανύπαντρα με καινούργια φορεσιά,

          με καινούργια φορεσιά, με χρυσά κεντήματα,

5        και στη μέση στο χορό κάθεται χρυσός αϊτός

          και τσιμπάει τα νύχια του τα χρυσά φτερούγια του,

          τα χρυσά φτερούγια του, τα βασιλικούδια του,

          το Θεό παρακαλεί: «Θε μου, δος μου δύναμη

          να χυθώ ν’ αρπάξω μια κι αν δεν την εδιάλεγα

10      να ’πεφταν τα νύχια μου, τα χρυσά φτερούγια μου,

          τα χρυσά φτερούγια μου, τα βασιλικούδια μου.

   Οι τρεις πρώτοι στίχοι, λοιπόν, με εξαίρεση το δεύτερο ημιστίχιο του τρίτου, είναι πανομοιότυποι και ορίζουν τον χρόνο τέλεσης του χορού, καθώς και το ποιοι συμμετέχουν σ’ αυτόν. Μάλιστα, πρόκειται για μοτίβο, το οποίο υπάρχει στην αρχή όλων των παραλλαγών του τραγουδιού, που έχω υπόψη μου.

   Στο τραγούδι από τους Ραφταναίους τονίζεται πως από τους χορευτές μόνο τα κορίτσια φορούν «καινούργια φορεσιά» με «χρυσά κεντήματα»! Αν και όλοι όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα έραβαν καινούργια ενδύματα για τις γιορτές του Πάσχα, καθώς και για το μεγάλο πανηγύρι του χωριού τους ή, πάντως, φορούσαν εκείνα, τα οποία είχαν για επίσημά τους, δεν είναι τυχαίο, που ο δημιουργός του τραγουδιού αναφέρεται μόνο στα κορίτσια, τα οποία βρίσκονται στην ακμή της νεότητας και κατ’ επέκταση σε ηλικία γάμου! Πόσο μάλλον, που το ένδυμα, εκτός από τα κάλλη, αναδείκνυε τη νοικοκυροσύνη τους, αφού, όχι σπάνια, το έφτιαχναν οι ίδιες, και, φυσικά, την κοινωνική τους θέση.

   Στη συνέχεια, ο χρυσός αϊτός(4), που κάθεται στη μέση στον χορό, στην παραλλαγή από τη Ροδαυγή «τροχάει τα νύχια του, τα χρυσά φτερούγια του», ενώ σε κείνη από τους Ραφταναίους τα «τσιμπάει»! Ό,τι και να τα κάνει, βέβαια, αυτά συνιστούν μέρος της δύναμής του και της εξουσίας του. Πάντως, τα φτερούγια του είναι χρυσά, κάτι που, πιθανόν, σχετίζεται με το ιδιαίτερα διαδεδομένο είδος του χρυσαετού στην Ελλάδα, αλλά και με τον χρυσό, δείγμα πλούτου και κοσμικής εξουσίας. Αυτό συνδέεται άριστα, θαρρώ, με το δεύτερο ημιστίχιο του έβδομου στίχου της παραλλαγής των Ραφταναίων, όπου τα χρυσά φτερούγια προσδιορίζονται και ως «βασιλικούδια», λέξη, η οποία υπάρχει και στον ενδέκατο, πανομοιότυπο με τον έβδομο στίχο «τα χρυσά φτερούγια μου, τα βασιλικούδια μου»!

   Στους στίχους, έκτο και έβδομο της παραλλαγής της Ροδαυγής, η αναφορά «Κύριε, δος μου προθυμιά, / να ριχτώ ν’ αρπάξω μια, κι αν δεν την εδιάλεγα», συναντιέται νοηματικά με το «Θε μου, δος μου δύναμη / να χυθώ ν’ αρπάξω μια κι αν δεν την εδιάλεγα», όγδοο και ένατο στίχο της άλλης παραλλαγής, καθώς χρησιμοποιούνται συνώνυμες λέξεις για την εκφορά των νοημάτων.

   Ροδαυγής / 2ο μέρος

          Μπαϊραχτάρη στο χωριό, εσύ που σέρνεις το χορό,

10      σαν κλωνί βασιλικό, σαν κλωνάρι αμάραθο,

          να το ’χα στον κήπο μου να το συχνοπότιζα

          Τετραδοπαράσκευο και Σαββατοκύριακο.

          Εσύ που σέρνεις το χορό, κάνε διπλοκάγκελο

          κάνε καγκελίσματα, κάνε τριτοκάγκελο

15      κάνε καγκελίσματα, κάνε τετροκάγκελο κ.ο.κ.

          κάνε καγκελίσματα, κάνε σταυροκάγκελο

          κάνε σταυροκάγκελο, τράβα σιάσε το χορό,

          είμαι ξένος και θα ιδώ και θα πάω να μολογώ

          στα χωριά που θα διαβώ, μες τον πέρα μαχαλά

20      και στη δώθε γειτονιά, π’ αγαπώ κι εγώ μια νια,

          την αφέντρω καλογριά, κι έμαθα πως πέθανε

          και θα πάω το βράδυ εκεί με λαμπάδες με κεριά,

          με καθάρια λειτουργιά. Όταν (ή φόντας) πάαινα εκεί

          μου ’στρωνε παλιό σακί, μου τηγάνιζε τυρί.

   Ραφταναίων / 2ο μέρος

          Συ που σέρνεις το χορό σα κλωνί βασιλικό

          σαν κλωνάρι αμάραντο να ’τανε στον κήπο μου

          να το συχνοπότιζα Τετραδοπαράσκευο και Σαββατοκύριακο.

15      Συ που σέρνεις το χορό, κάνε κύκλες στο χορό

          κάνε διπλοκάγκελο, διπλοκαγκελίσματα

          διπλοκαγκελίσματα και κλωθογυρίσματα.

          Συ που σέρνεις το χορό κάνε τριπλοκάγκελο κ.ο.κ.

          Στα χωριά που θα διαβώ και στην πόλη που θα μπω

20      και θα με ρωτήσουνε τι χορός γινότανε.

          Τι χορός γινότανε τετρακάγκελος χορός

          τετρακαγκελίσματα και κλωθογυρίσματα.

          Και στον πέρα μαχαλά πέθανε μια καλογριά

         και την πάν’ στην εκκλησιά με λαμπάδες με κεριά

25      μ’ ασημένια θυμιατά τρείς παπάδες πάν’ μπροστά

          πέντε διάκοι από κοντά ψάλλοντας διαβάζοντας

          και μοιριολογίζοντας.

          Συ που σέρνεις το χορό τράβα σιάξε το χορό.

   Άλλη μια διαφορά υπάρχει στον ένατο στίχο της πρώτης παραλλαγής, που λέει «Μπαϊραχτάρη στο χωριό»(5), ενώ σε κείνη από τους Ραφταναίους, στον δωδέκατο στίχο, μιλάει αόριστα, λέγοντας «Συ που σέρνεις το χορό», ημιστίχιο που το συναντάμε και στον δέκατο τρίτο στίχο της παραλλαγής από τη Ροδαυγή. Αυτό το τελευταίο ταιριάζει και με την πληροφορία, που έλαβα από τον Θεοφάνη Μάντζο, σύμφωνα με την οποία τον χορό έσερνε ο γηραιότερος του χωριού, χωρίς να έχει απαραίτητα κάποια συγκεκριμένη κοινωνική θέση, όπως ο «μπαϊρακτάρης», και ακολουθούσαν οι υπόλοιποι άνδρες, οι γυναίκες και τα παιδιά.      

   Κατόπιν, στον τρόπο τέλεσης του χορού, βλέπουμε πως και τα δύο τραγούδια καθοδηγούν τον πρωτοχορευτή να κάνει διπλοκάγκελο, μόνο που σε κείνο των Ραφταναίων προηγείται η οδηγία να «κάνει κύκλες στο χορό», εννοώντας προφανώς τα καγκελίσματα, τα οποία αμέσως μετά προσδιορίζονται και ως κλωθογυρίσματα.

   Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, στη συνέχεια, έχει η συνομιλία των στίχων 17-24 και 19-27, της πρώτης και της δεύτερης παραλλαγής αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, αφού γίνουν τα καγκελίσματα, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται συνήθως από την έκταση του χοροστασιού, από τον αριθμό των μετεχόντων, ακόμα και από τις καιρικές συνθήκες, διατυπώνεται η έγνοια για την ποιότητα του χορού, ο οποίος πρέπει να σιάξει, να πάρει δηλαδή την κανονική κύκλια μορφή του. Στη μεν παραλλαγή από τη Ροδαυγή, εκτός από λόγους τάξης, αυτό γίνεται και διότι στο χορευτικό δρώμενο παρίσταται ξένος(6), έτοιμος να μολογήσει την επιτυχία ή την αποτυχία του στα χωριά που πρόκειται να διαβεί, ενώ στην παραλλαγή από τους Ραφταναίους, κάποιο από τα παριστάμενα πρόσωπα, χωρίς να κάνει αναφορά στο σιάξιμο του χορού σ’ αυτό το σημείο, το αφήνει για πιο κάτω, θέλει να ξέρει τι θα πει σχετικά με τον χορό αν τον ρωτήσουν στην πόλη που σκοπεύει να πάει. Παρότι, μάλιστα, στην πρώτη παραλλαγή αναφέρεται ο λόγος, για τον οποίο ο ξένος θα διαβεί από χωριά, καθώς υπάρχει, πέραν άλλων, και ερωτικής φύσεως λόγος, στη δεύτερη εστιάζεται η προσοχή μόνο στην περικαλλή κηδεία κάποιας καλόγριας, που στην πρώτη τυχαίνει να είναι και αγαπητικιά του ξένου!       

   Ροδαυγής / 3ο μέρος

25      Σήμερα τα παλικάρια στέκονται σαν τα λιοντάρια.

          Σήμερα και τα κορίτσια στέκονται σαν κυπαρίσσια.

          Σήμερα κι οι παντρεμένες στέκονται καμαρωμένες.

          Μα τον Άγιο Κωνσταντίνο το χορό δεν τον αφήνω.

          Μα τον Άγιο Άι-Θανάση, κι ο χορός δε θα χαλάσει.

30      Μα τον Άγιο Άι-Νικόλα, τι χορός θα γίνει τώρα!

    Ραφταναίων / 3ο μέρος

          Μα τον Άγιο Αι-Γιάννη ο χορός πάει γαϊτάνι,

30     μα τον Άγιο Αι-Νικόλα τι χορός θα γίνει τώρα

          μα τον Άγιο Αι-Σένη αύριο βράδ’ θα φύγουν οι ξένοι

          μα τον Άγιο Κωσταντίνο το χορό δεν τον αφήνω

          μα τον Άγιο Αι-Θανάση ο χορός δεν θα χαλάσει

          μα τον Άγιο Αι-Θανάση κι ο χορός πάει να χαλάσει.

   Στους καταληκτικούς στίχους των τραγουδιών παρατηρούμε πως σε κείνο της Ροδαυγής γίνεται αναφορά στα παλικάρια, που τη μέρα της γιορτής, κατά την οποία τελείται το χορευτικό δρώμενο, «στέκονται σαν τα λιοντάρια», λόγια μέσα από τα οποία προβάλλεται η λεβεντιά και η γενναιότητά τους! Κατόπιν, αναφέρονται τα κορίτσια, τα οποία «στέκονται σαν κυπαρίσσια»! Η παρομοίωση δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού το κυπαρίσσι, πέραν άλλων, συμβολίζει το λυγερόκορμο και την ομορφιά των κοριτσιών, που βρίσκονται σε ώρα γάμου! Η τελευταία αναφορά, αφορά στις παντρεμένες γυναίκες, οι οποίες «στέκονται καμαρωμένες», όπως μπορούμε να υποθέσουμε, για πολλούς λόγους. Ευτύχησαν να δημιουργήσουν οικογένεια, βασικό προορισμό των γυναικών στις παραδοσιακές κοινωνίες, και, φυσικά, καμαρώνουν για τον άνδρα τους, για τα παιδιά τους, για το νοικοκυριό τους,... 

   Τέλος, και τα δύο τραγούδια κλείνουν με αναφορά σε διάφορους αγίους, στους οποίους οι άδοντες ορκίζονται πως θα συνεχίσουν ή θα χαλάσουν τον χορό! Όσο για την επιλογή των ονομάτων τους, αυτή μάλλον είναι τυχαία, προκειμένου να βγαίνει ο ρυθμός. Χάριν του ρυθμού, επίσης, αυτά αποδίδονται λαϊκότροπα, τα οποία επιπλέον προσφέρουν και οικειότητα με το θείο την ώρα του κεφιού, το οποίο, άλλωστε, δεν βιώνεται απόκοσμα, αφού τα πανηγύρια γίνονται με αφορμή κάποια θρησκευτική γιορτή. Κοινά και για τα δύο τραγούδια είναι τα ονόματα των αγίων Κωνσταντίνου, Αθανασίου και Νικολάου. Ενώ στο τραγούδι από τους Ραφταναίους υπάρχει αναφορά και στους αγίους Ιωάννη και Σένη!

   Ομολογώ πως με παραξένεψε το όνομα του τελευταίου αγίου! Ακόμα κι ο πληροφοριοδότης μου Θεοφάνης Μάντζος δεν γνώριζε ποιου το όνομα κρυβόταν πίσω από το χαϊδευτικό Σένης! Αυτό δεν με ξένισε, διότι, όχι σπάνια, όσοι τραγουδούν δημοτικά τραγούδια, τα οποία γνωρίζουν από παιδιά μέσω της προφορικής παράδοσης, τα επαναλαμβάνουν όπως τα άκουσαν, και ενίοτε οι παραφθορές, οι οποίες προκύπτουν μέσω μη ευκρινών κάποιες φορές ακουσμάτων την ώρα του χορού, λέγονται και ξαναλέγονται, θεωρούμενες ορθές. Εν προκειμένω, η προφορά είναι σωστή, αλλά ο Αι-Σένης, δεν πρέπει να είναι άλλος από τον Άγιο Αρσένιο!

   Κλείνοντας αυτή την αναφορά στο «καγκελάρι» της Ροδαυγής και των Ραφταναίων, πιστεύω πως προστέθηκε ένα ακόμα λιθαράκι στο οικοδόμημα που λέγεται «καγκελάρι» και για το οποίο φρονώ πως λείπει μια συγκριτική μελέτη, η οποία θα το αναδείξει, όπως του αξίζει, αφού έχει πανάρχαιες ρίζες(7), άρα ζωή πολλών αιώνων, ανακαλεί πλήθος αναμνήσεων στους ανθρώπους του τόπου μας, όπου από χωριό σε χωριό παρουσιάζει μικρές ή πιο μεγάλες παραλλαγές, οι οποίες αναδεικνύουν, στο μέτρο που τους αναλογεί, τη μαγεία της μετάδοσης των λαϊκών διανοημάτων μέσω της προφορικής παράδοσης.  

Υπόμνημα

1. & 2. Παναγιώτα Π. Λάμπρη: α) «Ροδαυγή - Το Ρόδο της Αυγής», 2016, σ. 155-169, β) «Το καγκελάρι της Ροδαυγής - Αναζητώντας τις ρίζες - Προοπτικές», «Τζουμερκιώτικα Χρονικά», Καλοκαίρι 2018, σ. 96-102, γ) «Ο χορός καγκελάρι της Ροδαυγής Άρτας - Απόπειρα νοηματικής προσέγγισης του ομώνυμου τραγουδιού», «Τζουμερκιώτικα Χρονικά», Καλοκαίρι 2019, σ. 82-91.

3. Τζουμερκιώτικα Χρονικά, Π. Π. Λάμπρη, «Το καγκελάρι της Ροδαυγής - […], 2018, σ. 96 κ.ε.

4. Τζουμερκιώτικα Χρονικά, Π. Π. Λάμπρη «Ο χορός καγκελάρι της Ροδαυγής Άρτας - […]», 2019, σ. 84-86.

5. Τζουμερκιώτικα Χρονικά, Π. Π. Λάμπρη «Ο χορός καγκελάρι της Ροδαυγής Άρτας - […]», 2019, σ. 86-87.

6. Τζουμερκιώτικα Χρονικά, Π. Π. Λάμπρη «Ο χορός καγκελάρι της Ροδαυγής Άρτας - […]», 2019, σ. 88-90.

7. Τζουμερκιώτικα Χρονικά, Π. Π. Λάμπρη, «Το καγκελάρι της Ροδαυγής - […], 2018, σ. 96 κ.ε.