Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Εισήγηση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:

Συνέδριο «Άρτα, Ιστορία και Πολιτισμός (1881-2006)

Ξενοδοχείο «Βυζαντινό», Φιλοθέη Άρτας, 20-7-2007 έως 22-7-2007

Τίτλος εισήγησης: «Η Ροδαυγή στο έργο του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη»

 

Δημοσιεύτηκε στα πρακτικά του συνεδρίου, σ. 589-601

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Λόγοι επιλογής του θέματος

      Ο βασικός λόγος επιλογής του θέματος της παρούσας εισήγησης σχετίζεται άμεσα με τις θεματικές ενότητες που πρότεινε το παρόν συνέδριο με τίτλο «ΑΡΤΑ 1881-2006, ΙΣΤΟΡΙΑ – ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ». Μία από αυτές τις ενότητες αφορά σημαντικές προσωπικότητες της περιοχής κι εμείς στα πλαίσια αυτής της ενότητας θα παρουσιάσουμε την προσωπικότητα του συγχωριανού μας Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη καθώς  και την προβολή του χωριού Ροδαυγή μέσα στο συγγραφικό του έργο. Ένας άλλος λόγος της παρουσίασης του εν λόγω θέματος μπορεί να αναζητηθεί στη μελέτη του συγγραφικού έργου του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη, αφού αποτέλεσε για μας σημαντική βιβλιογραφική αναφορά κατά τη συγγραφή του βιβλίου μας λαογραφικού περιεχομένου με τίτλο «Ροδαυγή- Το ρόδο της αυγής». Επίσης, ένας άλλος ικανός λόγος για την εδώ παρουσία μας, είναι η πεποίθησή μας πως οι πνευματικοί άνθρωποι πρέπει να τιμώνται για το έργο τους, το οποίο οφείλουμε να κάνουμε ευρύτερα γνωστό. Τέλος, ως έναν άλλο προφανή λόγο, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε  το θαυμασμό, τη χαρά και την ευγνωμοσύνη που νιώθουμε για το συμπατριώτη μας Κωνσταντίνο Α. Διαμάντη, ο οποίος ως γνήσιος πνευματικός άνθρωπος ανάλωσε τη ζωή του στη μελέτη και τη συγγραφή και άφησε μια πλούσια πνευματική παρακαταθήκη για τους συγχωριανούς του, αλλά και για τους μελετητές του μέλλοντος, αφού το έργο του παρουσιάζει ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον.

Δομή εισήγησης

      Στην αρχή της εισήγησής μας, θα σας μιλήσουμε εν συντομία για τη ζωή του συγγραφέα. Κατόπιν θα σας παρουσιάσουμε εν συντομία το χωριό Ροδαυγή καθώς και άλλο συγγραφικό έργο, εκτός από αυτό του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη, που υπάρχει για τη Ροδαυγή. Κατόπιν θα αναπτύξουμε το κύριο μέρος της εισήγησής μας που αφορά τον τρόπο που παρουσιάζει ο συγγραφέας τη Ροδαυγή στο έργο του. Στο τέλος θα παραθέσουμε ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με την παρουσίαση της Ροδαυγής στο συνολικό έργο του συγγραφέα, την πρωτοτυπία αυτής της περιγραφής, τη δική μας μελέτη για το έργο του συγγραφέα που αναφέρεται στη Ροδαυγή και τέλος, για την αξία του έργου του συγγραφέα για το μελλοντικό ερευνητή.

ΣΥΝΤΟΜΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ Α. ΔΙΑΜΑΝΤΗ

Καταγωγή 

      Ο Κωνσταντίνος Διαμάντης, γνωστός στους πνευματικούς κύκλους της Αθήνας για αρκετές δεκαετίες, ξεκίνησε την πορεία του από το μικρό συνοικισμό της Ροδαυγής, τη Λάψινα. «Οι γονείς μου Αθανάσιος και Βασιλική», σημειώνει, «κατοικούσαν στο χωριό Κεντρικό (πρώην Νησίστα Παλαιάς Ελλάδος) στη συνοικία Πολίτσινα (σήμερα Βαθύκαμπος). Το 1914 μετοίκησαν στο απέναντι χωριό Ροδαυγή (πρώην Νησίστα Νέας Ελλάδος) στη συνοικία Λάψινα στη θέση Πίτριτση. Εκεί στα Πολίτσινα, γεννήθηκα στις 17/30 Αυγούστου 1912 τη νύχτα Παρασκευή προς Σάββατο». Η μετοίκηση της οικογένειας στη Ροδαυγή σχετίζεται με την πρώτη εγκατάσταση του προπάππου του Γεωργίου Διαμάντη, Σουλιώτη από τη Λάκα Σουλίου, ο οποίος παντρεύτηκε στο χωριό Κεντρικό και μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και την απελευθέρωση επέστρεψε στο χωριό της πρώτης εγκατάστασής του.

Σπουδές

      Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο Δημοτικό σχολείο της Ροδαυγής και είχε δασκάλους το Λεωνίδα Οικονόμου και τον Ντούλα Καρύδη. Μόλις τελείωσε το δημοτικό, αν και οι γονείς του ήταν αγράμματοι και φτωχοί, δεν τον εμπόδισαν να συνεχίσει τις σπουδές του μακριά από την οικογενειακή εστία στην Άρτα, όπου φοίτησε στο Σχολαρχείο και το Γυμνάσιο. Από μικρός, είχε αρχίσει να δημιουργεί την ατομική του βιβλιοθήκη αλλά και να  συλλέγει ποικίλο υλικό, όπως άγνωστες λέξεις, ωραίες φράσεις, περικοπές από διαβάσματα κ.α. Στην Άρτα, αφού οι βιοτικές συνθήκες δεν του επέτρεπαν να αγοράζει όσα βιβλία θα ήθελε, τη δίψα του για γνώση την ικανοποιούσε με το δανεισμό βιβλίων  είτε από τη βιβλιοθήκη του πολιτιστικού συλλόγου με την επωνυμία "Μικρός Όμιλος"  είτε από μαθητές του Γυμνασίου είτε από σπουδαστές της Ιερατικής Σχολής.

      Μετά το Γυμνάσιο, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από την οποία αποφοίτησε το Δεκέμβριο του 1936 και κατόπιν πήρε διδακτορικό δίπλωμα.

Ωριμότητα – Συγγραφικό έργο

      Μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο, επειδή η επετηρίδα για το διορισμό του ως καθηγητή στη Μέση Εκπαίδευση προϋπέθετε αναμονή τουλάχιστον δέκα χρόνων, αλλά η επιβίωση απαιτούσε εργασία, συμμετείχε σε διαγωνισμό για πρόσληψη στο ΙΚΑ όπου και προσλήφθηκε στις 6 Οκτωβρίου του 1937 με το βαθμό Γραφέως Β'.

      Μετά από τρία χρόνια ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, στον οποίο πήρε μέρος από τις πρώτες μέρες και τραυματίστηκε στον τράχηλο. Ο τραυματισμός αυτός προκάλεσε βλάβη στις φωνητικές του χορδές με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να διδάξει στην εκπαίδευση. Ως ανάπηρος πολέμου διορίστηκε το 1943 σε θέση των Γενικών Αρχείων του Κράτους όπου εξελίχθηκε στις θέσεις του Αρχιφύλακα, του Γραμματέα και τέλος του Διευθυντή, από την οποία αποχώρησε το 1977. Η θέση αυτή, η οποία ήταν διοικητική και επιστημονική, του επέτρεψε να εργαστεί και επιστημονικά, δημοσιεύοντας ιστορικές και άλλες μελέτες και μάλιστα εκδίδοντας τη σειρά «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΡΧΕΙΩΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ» σε 16 τόμους. Επίσης διετέλεσε Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Τις διάσπαρτες εργασίες του (μελέτες, πραγματείες φιλολογικές, ιστορικές και λαογραφικές, καθώς και βιβλιοκρισίες)    συγκέντρωσε στα «Άπαντα» του, που περιλαμβάνουν 25 τόμους και τα οποία εξέδιδε από το 1980 έως το 2000. Πέθανε στην Αθήνα το 2004.

ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΡΟΔΑΥΓΗ

Σύντομη παρουσίαση της Ροδαυγής

      Η Ροδαυγή, πρώην Νησίστα Νέας Ελλάδος, είναι ένα από τα κεφαλοχώρια του νομού Άρτας και απλώνεται στις ανατολικές υπώρειες του Ξηροβουνίου απ’ όπου μπορεί κανείς να ατενίσει τη μαγευτική κορυφογραμμή του κεντρικού κορμού της  Πίνδου. Είναι ένα χωριό που, σύμφωνα με τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές, τις παραδόσεις και τα μνημεία, αλλά και την ίδια τη ζωή των κατοίκων, έχει πανάρχαια ιστορική και πολιτισμική παρουσία. Σήμερα, παρά τη μείωση του πληθυσμού, εξακολουθεί να είναι ένα χωριό με αρκετούς κατοίκους, με πολλές φυσικές ομορφιές, με ιστορικά μνημεία, με σημαντικές προσπάθειες για τουριστική ανάπτυξη και γενικότερα ένας τόπος που αξίζει να τον επισκεφθείς ή να ζήσεις εκεί.

Συγγραφικό έργο για τη Ροδαυγή

      Για τη Ροδαυγή, εκτός από διάσπαρτες αναφορές σε διάφορους συγγραφείς και το έργο του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη, στο οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια, έχουν γραφεί τα εξής βιβλία:

Γεωργίου Χ. Κομζιά, «Το Καγκελάρι»- Χορευτικό δρώμενο απ’ τη Ροδαυγή Άρτας, Αθήνα 2003

Παναγιώτας Π. Λάμπρη, Ροδαυγή - «Το ρόδο της αυγής»- Η κοινωνική και πνευματική παράδοση της Ροδαυγής και οι αρχαιοελληνικές της ρίζες, Πάτρα 2006

Η ΡΟΔΑΥΓΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α. ΔΙΑΜΑΝΤΗ

Φυσικό περιβάλλον      

      Η Ροδαυγή που κουβαλάει μέσα του ο συγγραφέας δεν είναι απλά το χωριό του, είναι ένα πανέμορφο φυσικό περιβάλλον και ένας τεράστιος πολιτιστικός πλούτος που τον καθόρισε ως άνθρωπο. Αυτό το φυσικό περιβάλλον δεν το παρατηρεί και δεν το περιγράφει σαν φυσιοδίφης, αλλά ως ένας ευαίσθητος άνθρωπος που το θεωρεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του στο χωριό και δε στέκεται δίπλα του αδιάφορος, αλλά αφουγκράζεται και αισθάνεται τη ζωή που πηγάζει απ’ αυτό. Τα δέντρα, τα έντομα, τα ζώα και κάθε τι που υπάρχει και ζει μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, τον αφορά, τον συγκινεί και το βλέπει σχεδόν πάντα στη σχέση του με τον άνθρωπο. Έτσι, το φυσικό περιβάλλον άλλοτε το αντιμετωπίζει ως πηγή έμπνευσης και καλλιτεχνικής δημιουργίας, άλλοτε ως κάτι που εξυπηρετεί τις πρακτικές ανάγκες του ανθρώπου κι άλλοτε ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του τόπου για το οποίο δίνει ποικίλες πληροφορίες (ιστορικές-λαογραφικές-ετυμολογικές κ.α.). «Από τα δέντρα του δάσους», σημειώνει στον πρώτο τόμο των «Απάντων» του (σ. 37-38), «ξεχώριζα πάντοτε την Κουμαριά και τη Ρείκη. Η κουμαριά είναι αειθαλές, διατηρεί την πρασινάδα των φύλλων όλο το χρόνο και δεν είναι εύφλεκτο όπως το πεύκο. Βγάζει ωραία μικρά αρμαθιαστά άνθη ευωδιαστά από τα οποία βγαίνουν αργότερα τα κόκκινα κούμαρα. Την ομορφιά της κουμαριάς είχαν προσέξει και οι ποιητές. Θυμάμαι τους στίχους του Οράτιου στην Πρώτη Ωδή και το στίχο της Κοντές ντε Νοάιγ στο ποίημα «Μελαγχολία του βραδυού»… Το φθινόπωρο τα δάση της Κουμαριάς προσφέρουν και ένα άλλο σπουδαίο έσοδο, το ποτό (ρακί) Κούμαρο. Τότε κοκκινίζουν τα άφθονα κούμαρα και πολλοί χωριανοί τα μαζεύουν με τροβάδες και τα ρίχνουν σε μεγάλους τάλαρους που είχαν στο κατώι ή στο καλύβι για να υποστούν με τον καιρό την αναγκαία ζύμωση. Όταν έρθει η κατάλληλη ώρα στα τέλη φθινοπώρου ή το χειμώνα κάναν την απόσταξη. Δηλαδή σε ορισμένα απομακρυσμένα απόκρυφα μέρη που να υπάρχει και νερό, στήναν το ρακοκάζανο (άμβυκα) για να βγάλουν το ρακί ή τη ρακή ή το κούμαρο».

      Σ’ ένα άλλο σημείο, μιλώντας για τον Άραχθο που χωρίζει στα δύο το νομό Άρτας, σημειώνει: «Ο Άραχθος είναι το ποτάμι της Άρτας, που από σύγχυση πολλοί γεωγράφοι και ιστορικοί το λένε και Ίναχο. Πηγάζει από τα δυτικά του Λάκμωνα στη θέση Οξυά του Δεσπότη…Τα ονόματα του ποταμιού σήμερα είναι: Ποτάμι της Άρτας, Άραχθος, Φειδάς, απλώς Ποτάμι, Μέγας. Από το 1881 μέχρι 1912 ήταν σύνορο της Ελλάδας και της Τουρκίας στην Ήπειρο. Χωρίζει την άλλοτε Νησίστα σε δυο χωριά: την Πέρα Νησίστα και τη Δώθε Νησίστα, ανάλογα με το πού βρίσκεται κανείς, ή Νησίστα στο Τούρκικο και Νησίστα στο Ελληνικό, και μετά την απελευθέρωση: Παλαιά Νησίστα ή Παλαιάς Ελλάδος και Νέα Νησίστα ή Νησίστα Νέας Ελλάδος. Σήμερα η Παλαιά λέγεται Κεντρικό και η Νέα λέγεται Ροδαυγή…Το ποτάμι διασχίζει την κοιλάδα ανάμεσα στα Τζουμέρκα και το Ξεροβούνι και χύνεται στον Αμβρακικό κόλπο. Στις εκβολές του είχε γίνει κάποτε στα παλιά χρόνια ναυμαχία, όπου σκοτώθηκε ο Αρνιάδας, ο γιος του Χάροπα, στον οποίο γράφτηκε επιτύμβιο επίγραμμα, που βρίσκεται στο Μουσείο της Κέρκυρας ως εξής:

         «Σάμα τόδ’ Αρνιάδα Χάροπος· τον δ’ ώλεσεν Άρης

         βαρνάμενον παρά ναυσίν επ’ Αράθθοιο ροαίσι

         πολλόν αριστεύοντα ναυσίν κατά στονόεσσαν αϋτάν».

   (=Το μνήμα αυτό είναι του Αρνιάδα του γιου του Χάροπα, που σκοτώθηκε σε ναυμαχία κοντά στο ρεύμα του ποταμού Άραχθου, πολεμώντας με τρανή παλληκαριά στη βροντερή μάχη την γεμάτη στεναγμούς).

Αρχιτεκτονική

      Η αρχιτεκτονική των δημοσίων και ιδιωτικών οικοδομημάτων του χωριού κίνησε επίσης το ενδιαφέρον του συγγραφέα και δίνει σημαντικές πληροφορίες για τον τόπο και τον τρόπο που χτίζονταν. Στα οικοδομήματα κοινής χρήσεως  αναφέρει τους ναούς του χωριού, το σχολείο, την αστυνομία, το ταχυδρομείο, το κοινοτικό γραφείο, τους νερόμυλους, τις νεροτριβές και τα μαντάνια, τις βρύσες, τους λάκκους για την άρδευση των χωραφιών, τους υποστηρικτικούς τοίχους των δρόμων και των χωραφιών και με πολλές λεπτομέρειες περιγράφει την ιδιωτική κατοικία: «Ο σπιτότοπος», σημειώνει, «συνήθως είναι κατηφορικός ή έχει όχτο και στο μισό κάτω μέρος γίνεται το κατώι, στο μισό άνω το στρωτό· πάνω από το κατώι θα ριχτούν γρεντιές και εκεί θα καρφωθούν οι σανίδες που θα αποτελέσουν το πάτωμα που απάνω του θα γίνει η κούλια», και συνεχίζει δίνοντας πολλές πληροφορίες όπως προαναφέραμε.

Τοπωνύμια

      Εξαιρετική είναι επίσης η ενότητα που αφορά στα τοπωνύμια της Ροδαυγής. Ο συγγραφέας τα παραθέτει αλφαβητικά και δίνει στον αναγνώστη πολλές πληροφορίες που σχετίζονται με το καθένα απ’ αυτά, όπως: Αλαταριές, οι (σ’τς Αλαταργιές): Μέρη ξάγναντα στους λόγγους ή αλώνια ή πεζούλες χωραφιών όπου οι βοσκοί έχουν τοποθετημένες αραιά πλάκες, πάνω στις οποίες ρίχνουν με το πλοχέρι κατά καιρούς αλεύρι ανακατωμένο με μπόλικο αλάτι. Αυτό το γλείφουν λαίμαργα τα «πράματα» (γίδια και πρόβατα) με αποτέλεσμα να τρώνε εύκολα χορτάρι και κλαρί και να φέρουν περισσότερο γάλα, επίσης να μη θέλουν πριτσιάλο. Συνήθως λένε στο σπίτι «τα γίδγια θελ’ν αλάτ’σμα. Δαν τ’ αλατίσαμαν κι δαν ιάχ’ν γάλα».

      Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει κι όλες τις εκφάνσεις του πολιτισμού της περιοχής, αφού η γλώσσα, τα έθιμα κι όλες οι μορφές του έντεχνου προφορικού λόγου κατέχουν σημαντική θέση στους τόμους των «Απάντων»του που αφορούν τη Ροδαυγή.

Λεξιλόγιο

      Στο λεξιλόγιο που παρατίθεται στον τέταρτο τόμο περιέχονται λέξεις και ιδιωματισμοί της περιοχής, φράσεις με την ντόπια προφορά καθώς και ερμηνεία αυτής της προφοράς. Παραδείγματος χάριν: Γκαβέλου, η = η γκαβή (υβριστικά και με δόση μομφής). Η κατάληξη -έλης, -έλου, -έλικο, φανερώνει πρόσωπο που έχει κάποιο σημαντικό ελάττωμα ή κακή συνήθεια ή πάθος και λέγεται υβριστικά και με δόση μομφής. Π. χ. κιτρινέλου, κ(ου)τσέλου, κ(ου)φέλου, μαυρέλου, τεμπέλου κλπ. ή Δγιοφύρ(ι), το = το γεφύρι. Παρατηρούμε την ανάπτυξη του δ σε μερικές λέξεις που αρχίζουν από γι. Π.χ. δγιακάς, δγιαούρτη κλπ. ή Θρυψερός, ή, ό = ο τρυφερός: «η γίδα έκουψι ιένα θρυψερό κλουνάρ (ή φύλλο) κι τόφαε».

Έθιμα

      Τα έθιμα καλύπτουν αρκετές σελίδες και δίνουν τη δυνατότητα στον αναγνώστη να πληροφορηθεί για τον τρόπο που γιόρταζαν  τις σημαντικότερες γιορτές του χρόνου οι κάτοικοι της Ροδαυγής. Ο συγγραφέας στον πρώτο τόμο των «Απάντων» του (σ.138) όπου το 1982, όπως σημειώνει, αρχίζει να γράφει για τα έθιμα, σε τόνο εξομολόγησης λέει: «Οι παιδικές μας αναμνήσεις και η κατοπινή εμπειρία μας βοηθούν να αναπολήσουμε τα έθιμα της καθημερινής ζωής των τόπων που ζήσαμε. Η χρονική και η τοπική απόσταση από το ένα μέρος και η νοσταλγία που γεννιέται στην τρίτη ηλικία για τα περασμένα και γι’ αυτά που δεν πρόκειται να τα ξαναδούμε από το άλλο, είναι ερεθίσματα να βλέπουμε όλα αυτά αχνοντυμένα με παραμυθένιο και ονειρικό μαγνάδι. Είναι η μαγική χώρα όλου του πνευματικού και ψυχικού πλούτου που κουβαλάμε στη μνήμη, τη φαντασία, την καρδιά και το νου». Με τέτοια σκέψη και τέτοιο συναίσθημα, γράφει για τα έθιμα που βίωσε στην παιδική και εφηβική του ηλικία και μας μεταφέρει στο μαγικό τους κόσμο. Μας μιλά για τους μήνες και την ετυμολογία τους, για παραδόσεις και παροιμίες που σχετίζονται μ’ αυτούς, για τις δραστηριότητες των αγροτών και των κτηνοτρόφων κατά μήνα, για τις γιορτές και για τα έθιμα που τηρούνται σ’ αυτές  καθώς και για το βίο των αγίων. Να λίγα από αυτά που γράφει για το Φεβρουάριο: «Το όνομα του μήνα αυτού είναι λατινικό από τη λέξη Febra  (=καθαρμοί) και σημαίνει καθαρτήριος μήνας…Ο Φλεβάρης έχει 28 μέρες και κάθε τέσσερα χρόνια 29, οπότε λέγεται δίσεκτος ή βίσεκτος… Κατά την παράδοση ο Φεβρουάριος είχε 30 μέρες, αλλά τη μία ή τις δυο μέρες του τις δανείστηκε ο Μάρτης για να τιμωρήσει τις γριές που τον κορόιδεψαν. Γι’ αυτό ο Φλεβάρης λέγεται και Κουτσοφλέβαρος. Υπάρχει και παροιμία: «Φλεβάρης Κουτσοφλέβαρος και του τσαπιού ο μήνας», επειδή τότε οι γεωργοί βάζουν μπροστά όλες τις γεωργικές εργασίες για την άνοιξη, δηλ. κλάδεμα, ξελάκκωμα, όργωμα, ξάκρισμα… Στις 10 Φεβρουαρίου, κατά το Μηναίο: «Τω αυτώ μηνί Ι' του Αγίου ιερομάρτυρος Χαραλάμπους του θαυματουργού». Γιατρεύει πολλές αρρώστιες ανθρώπων και ζώων, είναι προστάτης των ζευγάδων, ιδίως απομακρύνει την πανώλη (λιμό, πανούκλα). Είναι πολιούχος της Πρέβεζας. Η αγία Κάρα του βρίσκεται στη μονή Αγίου Στεφάνου στα Μετέωρα και με αυτήν γίνονται λιτανείες και αγιασμοί στα περίχωρα, ιδίως σε περιπτώσεις επιδημιών».

      Ιδιαίτερα στην περιγραφή των εθίμων που τηρούνται στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης ο συγγραφέας γυρίζει πίσω στο χρόνο και μας τα παρουσιάζει όχι μόνο με ιδιαίτερη ευαισθησία, αλλά και με τις ποικίλες εκφάνσεις τους, από τις οικιακές ασχολίες των νοικοκυράδων μέχρι τα τραγούδια που τραγουδούν τα παιδιά κατά τη γιορτή του Λαζάρου και την εβδομάδα των Παθών.: «Σαν παιδιά», σημειώνει, «προετοιμάζαμε τον εαυτό μας για τις Χριστουγεννιάτικες χαρές αφ’ ότου άρχιζε η Σαρακοστή του Σαρανταήμερου. Του Αγίου Φίλιππα το βράδυ αποκρέβαμε. Το τραπέζι ήταν πλούσιο με κρέας, τυρόπιτες και κρασί. Αλησμόνητες είναι οι τυρόπιτες του χωριού, η μητέρα έβαζε όλη την τέχνη της να πλάση καλά τα «πέτρα» (= φύλλα), να βάλη μπόλικα αυγά και καλό τυρί και βούτυρο για να πετύχη το «χαμούρι», αλλά και να προσέξη στο ψήσιμο να μην αρπάξη από πάνω η πίττα, να ψηθή καλά και να γυριστή και ανάποδα για να γίνει «γυρισμένη». Αλλά όταν τα φαγητά ήταν πολλά και παχειά χορταίναμε με τα μάτια. Με δυσκολία τρώγαμε ένα ή δυο φελιά. Από την επομένη άρχιζε η νηστεία. Νηστεύαμε όλοι σαράντα μέρες, εκτός αν κανένας ήταν πολύ άρρωστος».

Καγκελάρι

      Σημαντικά είναι και όσα μαθαίνουμε για το χορό καγκελάρι που χορεύεται στη Ροδαυγή την Τρίτη της Λαμπρής και στο πανηγύρι της αγίας Παρασκευής και μεταξύ άλλων σημειώνει: «Αυτό είναι περίεργο αρχαϊκό λείψανο μέσου συμμετοχής και εκδηλώσεως κοινών συναισθημάτων υπό μεγάλων ομάδων λαού. Κατά τη γνώμη μου ο χορός αυτός δεν μοιάζει με τους συνηθισμένους κυκλικούς χορούς στα διάφορα μέρη της Ελλάδος και προ παντός στα νησιά του Αιγαίου. Ο ανάλογός του μόνο στην «Τράτα» των Μεγάρων μπορεί να αναζητηθή, καθ’ όσον γνωρίζω…». Για το τραγούδι που συνοδεύει το χορό: «Τέτοια νώρα ήταν εψές, τέτοια και παραπροψές./ Στο χορό που χόρευαν όλο αγόρια και παιδιά./ Όλο αγόρια και παιδιά και κορίτσια ανύπαντρα…», σημειώνει επίσης: «Κατά τη γνώμη μου το τραγούδι αυτό είναι το καθαυτό δημοτικό ελληνικό τραγούδι, το απηλλαγμένο από τη νόθευση και τη διασκευή των επαγγελματιών οργανοπαικτών». Ο μελετητής των «Απάντων» του συγγραφέα μπορεί να αποκομίσει επίσης πολλά για τον τρόπο που γιορτάζονταν και εν πολλοίς γιορτάζεται το πανηγύρι της αγίας Παρασκευής καθώς και τις παραδόσεις που σχετίζονται μ’ αυτό και ιδιαίτερα με την τιμώμενη αγία.

Παραμύθια- παραδόσεις- διηγήσεις

      Ο έντεχνος προφορικός λόγος κατέχει επίσης σημαντική θέση στους τόμους που αναφέρονται στη Ροδαυγή. Τα παραμύθια, οι παραδόσεις και διάφορες διηγήσεις μας βοηθούν να προσεγγίσουμε την ψυχή του λαϊκού ανθρώπου ο οποίος ερμηνεύει με το δικό του τρόπο τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η ύπαρξη, παραδείγματος χάριν, του Γαλαξία ερμηνεύεται ως εξής: «Ένας είχε πάει επίσκεψη στον Κουμπάρο του. Φεύγοντας τη νύχτα έκλεψε ένα μεγάλο δεμάτι άχυρο που είχε ο Κουμπάρος για τα ζώα του. Στο δρόμο που πήγαινε του έπεφτε λίγο κι αλλού πολύ άχυρο και έτσι σχηματίστηκε ο Γαλαξίας στον ουρανό».

Δημοτικά τραγούδια- σύντομα έμμετρα λαϊκά κείμενα

      Αξιόλογη είναι και η συλλογή δημοτικών τραγουδιών τα οποία όπως σημειώνει ο συγγραφέας τα κατέγραφε από το 1928 έως το 1942 και τα είχε ακούσει  από τη μάνα του, τη βάβω του, τον πατέρα του και τις αδελφές του. Και σε αυτή την καταγραφή αποδεικνύεται όχι μόνο η ερευνητική του διάθεση, αλλά  η προσπάθεια και η αγωνία  του να διασωθούν κείμενα και να χρησιμοποιηθούν από μελλοντικούς ερευνητές και μελετητές του παρελθόντος του τόπου, αφού λέει πως μερικά τραγούδια τα κατέγραψε ολόκληρα και άλλα όχι και πως στόχος της δημοσίευσής τους είναι «να γίνει αντιπαραβολή με άλλες συλλογές και μπορεί να γίνουν οι απαραίτητες συμπληρώσεις και να γίνει γνωστό ολόκληρο το τραγούδι».

      Ενδιαφέρον έχουν επίσης τα σύντομα έμμετρα λαϊκά κείμενα τα οποία είναι γραμμένα στη ντοπιολαλιά της Ροδαυγής, όπως: «Άλφα -Βήττα,/ κόψι πίττα,/ φάι κι συ,/ δόμ’ κ’ ιμένα,/ δώσ’ κι τς γάτα». Η συλλογή των παροιμιών επίσης αποτελεί ένα λαϊκό θησαυρό. Ο συγγραφέας τις παραθέτει αλφαβητικά και διατηρεί κι εδώ την ντόπια προφορά, π.χ. «Αγαπάει ου Θιός τουν γκλιέφτ’,/ αγαπάει κι του γκουκύρ’- Άδουλους δ’λειά δαν ιέχ’,/ του βρακί τ’ λύει κι δεν’» και πολλές άλλες.

Έγγραφα - ιστορικά αρχεία

      Σημαντικές πληροφορίες μπορεί να αντλήσει κάποιος για τη Ροδαυγή και από τα παλιά έγγραφα και τα ιστορικά αρχεία που παραθέτει ο συγγραφέας από τη συλλογή του συντοπίτη μας Χρήστου ή Χριστόδουλου Δασκαλάκη και τα οποία φυλάσσονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Κ. 48,8).

Παιχνίδια

      Στο έργο του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη μπορεί ο αναγνώστης να γνωρίσει κάποια παιχνίδια που έπαιζαν τα παιδιά του χωριού καθώς και για κάποια εξ αυτών τον τρόπο που παίζονταν. «Τα παιδιά», σημειώνει «το καλοκαίρι κολυμπούσαν στο λάκκο (βρο) ή στο ποτάμι. Παίζαν τη γουρούνα, τη σκλέντζα, το κορώνα- γράμματα, τις αμάδες, τις τσιούκες, τον καλόγηρο, τον κουτσό, τον αιχμάλωτο, το κυνηγητό, τις καβάλλες, τις κούνιες, τη ντραμπάλα, τη βεντούζα, την κουρκουσούρα, το τόπι, το σημάδι με πέτρες, αλλά και επικίνδυνα παιχνίδια όπως το φυσεκοκούμπουρο, το χτύπημα αναμμένων κάρβουνων με φτυσμένη τη σκούλη του τσεκουριού που έκανε μεγάλο κρότο, τις τρακατρούκες κ.α.».

Είδη διατροφής

      Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να αναφερθεί και σε βασικά είδη διατροφής, νηστίσιμα ή αρτύσιμα, των κατοίκων. Σε μερικά μάλιστα σημεία περιγράφει και τον τρόπο παρασκευής τους. «Τα νηστήσιμα φαγητά μας ήταν καμπρολάχανα «μαγειρεμένα» δηλαδή χτυπημένα με το στούμπο και αλευρωμένα όπου ρίχναμε και ξύδι, «ακέργια» με λάδι και ιδίως όταν ήταν «καρδιές» άσπρα που εθεωρούνταν φαγητό πολυτελείας… Επίσης κουρκούτη ή μερμελόνια (γίνονται με το αλεύρι καθάριο που βράζεται με νερό στο δοχείο σε τρόπο που να σχηματίζονται γρουμπούλια ανάμεσα στο χυλό) και κάποτε «ζεματούρα» (ψωμί καμένο με νερό που έβραζε στο δοχείο και το ζεματούσαν με λάδι καμένο στο τηγάνι με ψιλοκομμένο κρεμμύδι ή κάβγιες (είδος μακρουλών κρεμμυδιών που καίνε πολύ)».

      Τέλος αξίζει να αναφερθεί πως ο συγγραφέας αναφέρεται και στις ασχολίες των κατοίκων καθώς και σε σκηνές και δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, όπως η καλλιέργεια της γης, η βοσκή των ζώων, η παραγωγή του τσίπουρου και πολλές άλλες.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η παρουσίαση της Ροδαυγής στο συνολικό έργο του συγγραφέα

      Από το συγγραφικό έργο του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη, σημαντικό του τμήμα αναφέρεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του και συγκεκριμένα, ο πρώτος τόμος έχει τίτλο «Η Ροδαυγή των Τζουμέρκων», οι άλλοι δύο, αν και έχουν ως τίτλο «Εικόνες και αναμνήσεις από τα χωριά των Τζουμέρκων», αναφέρονται κυρίως στο χωριό Ροδαυγή, καθώς και μέρος του ένατου τόμου που φέρει τον τίτλο «Συγκέντρωση Β'».

Η πρωτοτυπία στην περιγραφή της Ροδαυγής από το συγγραφέα

      Το γεγονός και μόνο ότι ο Κωνσταντίνος Α. Διαμάντης είναι ο πρώτος συντοπίτης μας που έγραψε ένα τόσο εκτενές έργο για το χωριό μας είναι από μόνο του κάτι πρωτότυπο και σημαντικό. Επιπλέον θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πως ο συγγραφέας λόγω της αγάπης του για το γενέθλιο τόπο, λόγω της μόρφωσής του, λόγω του ότι έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σ’ ένα μεγάλο αστικό κέντρο, την Αθήνα, όπου συντελούνταν ραγδαίες μεταβολές σε όλα τα επίπεδα, και λόγω της εργασίας του στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, είχε βαθιά συνείδηση πως έπρεπε να διασώσει ό, τι κρατούσε μέσα στην ψυχή του από την ιδιαίτερη πατρίδα του και είναι κάτι που το έκανε χωρίς διάθεση εξωραϊσμού του παρελθόντος, αλλά οπωσδήποτε με αγάπη γι’ αυτά που έζησε σε αγαπημένο τόπο με προσφιλή πρόσωπα πολλά χρόνια πριν.

Η δική μας μελέτη για το έργο του συγγραφέα που αναφέρεται στη Ροδαυγή

      Η δική μας μελέτη ξεκίνησε από αγάπη και θαυμασμό για το έργο του συγγραφέα, ο οποίος αφιέρωσε  πολύ χρόνο από τη ζωή του για να καταγράψει τόσα σημαντικά πράγματα για τη Ροδαυγή και όχι μόνο. Στόχος αυτής της σύντομης εισήγησης ήταν να κάνουμε γνωστό σε ευρύτερο κοινό το συγγραφέα και το έργο του και ιδιαίτερα το κομμάτι που αφορά τη Ροδαυγή. Άλλωστε, αν και ο συγγραφέας εν ζωή ήταν δραστήριος και γνωστός πνευματικός άνθρωπος, το έργο του το εξέδιδε  σταδιακά σε μικρό αριθμό αντιτύπων (150 περίπου) και το διένειμε σε φίλους και βιβλιοθήκες και δεν έχει κυκλοφορήσει ευρέως. Θέλουμε να πιστεύουμε πως αυτή η εισήγηση μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για περαιτέρω μελέτη του πολύ σημαντικού συγγραφικού έργου που μας έχει αφήσει.

Η αξία του έργου του συγγραφέα για το μελλοντικό ερευνητή

      Επειδή ο χρόνος μιας εισήγησης σε συνέδριο είναι περιορισμένος, αλλά κατά τη άποψή μας, το συγγραφικό έργο του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα για το μελλοντικό ερευνητή που θα θελήσει να ασχοληθεί με λαογραφικά θέματα και όχι μόνο, θα περιοριστούμε και θα σας αναφέρουμε  κάποια θέματα από αυτά που περιλαμβάνονται στα «Άπαντα» του συγγραφέα, τα οποία, εκτός από το πλήθος των γνώσεων που παρέχουν, αποτελούν ένα ενδιαφέρον ανάγνωσμα κι ίσως αποτελέσουν μια αφετηρία για εμπεριστατωμένη προσέγγιση και παρουσίασή τους. Ο συγγραφέας, εκτός από τους τόμους των «Απάντων» του που αναφέρονται στη Ροδαυγή και την περιοχή της Άρτας, έχει κάνει μεταφράσεις ευρωπαίων δημιουργών, όπως του Βίκτωρα Ουγκώ, του Μπωντλαίρ, του Λαφονταίν, του Γκαίτε και άλλων. Έχει γράψει για τη Φιλική Εταιρεία, το έργο του Αθανάσιου Ψαλίδα, την Ιόνιο Ακαδημία, την περιοδεία του βασιλέως Γεωργίου του Α' στην οροθετική γραμμή του 1881, Ημερολόγιο από τη συμμετοχή του στον πόλεμο του 1940, παραθέτει κριτικά επιστολιμαία, Ιστορικά Έγγραφα Ηπειρωτών και γειτόνων τους καθώς και κατάλογο με τα περιεχόμενα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, χρήσιμα για πολλούς ερευνητές, και πολλά άλλα.

Παρατήρηση: Στα παρεμβαλλόμενα κείμενα του συγγραφέα διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κ. Α. Διαμάντης, Άπαντα, τ. 1, Αθήνα 1984

Κ. Α. Διαμάντης, Άπαντα, τ. 3, 4, Αθήνα 1985

Κ. Α. Διαμάντης, Άπαντα, τ. 9, Αθήνα 1990