Βιοηθική

Τι είναι η βιοηθική;

Η Βιοηθική είναι η εφαρμογή της ηθικής στις επιστήμες της ζωής. Είναι ο κλάδος που ασχολείται με όσα ηθικά και κοινωνικά προβλήματα ανακύπτουν από τις νέες εφαρμογές της Βιολογίας και της Ιατρικής, προσπαθώντας να πετύχει μια εξισορρόπηση των ωφελειών και των κινδύνων από τις αποφάσεις μας για τη χρήση της τεχνολογίας. Η βιοηθική δεν περιορίζεται μόνο σε έναν επιστημονικό κλάδο, άλλα συνδυάζει πολλά πεδία και μεθοδολογίες μελέτης: τη Βιολογία και την Ιατρική, τη Νομική, τη Φιλοσοφία, τη Κοινωνιολογία και τη Θεολογία.

Στόχοι της βιοηθικής:

Να υπερασπίζεται ανθρώπινες αξίες και δικαιώματα, όπως την ελευθερία του ατόμου να κάνει αυτόνομες επιλογές σε θέματα υγείας.

Να προαγάγει τις αξίες αυτές στην επιστήμη και την έρευνα.

Να προβλέπει πιθανούς κίνδυνους που προκύπτουν από την ταχύτατη και ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, ισοσταθμίζοντας τους με τα πιθανά οφέλη τους, λαμβάνοντας υπόψιν τον άνθρωπο, τους υπόλοιπους ζωντανούς οργανισμούς και το περιβάλλον.

Να διαμορφώνει ένα πλαίσιο το οποίο να επιλύει πρακτικά δύσκολα ηθικά διλήμματα.

Inquiry based learning

Inquiry-based learning (also enquiry-based learning in British English)[1] is a form of active learning that starts by posing questions, problems or scenarios—rather than simply presenting established facts or portraying a smooth path to knowledge. The process is often assisted by a facilitator. Inquirers will identify and research issues and questions to develop their knowledge or solutions. Inquiry-based learning includes problem-based learning, and is generally used in small scale investigations and projects, as well as research.[2] The inquiry-based instruction is principally very closely related to the development and practice of thinking skills.[3]

 

Φυλετικά χρωμοσώματα

Στον άνθρωπο αλλά και σε ορισμένους άλλους οργανισμούς το φύλο καθορίζεται από ένα ζεύγος χρωμοσωμάτων, τα οποία ονομάζονται φυλετικά. Τα υπόλοιπα χρωμοσώματα δεν σχετίζονται με το φύλο και ονομάζονται αυτοσωμικά (ή αυτοσώματα).

Στα κύτταρα ενός άνδρα υπάρχουν 22 ζεύγη αυτοσωμάτων και τα φυλετικά χρωμοσώματα Χ και Y. Στα κύτταρα μιας γυναίκας, εκτός από τα 22 ζεύγη αυτοσωμάτων, υπάρχει και το φυλετικό χρωμόσωμα Χ δύο φορές. Η παρουσία του χρωμοσώματος Y είναι αυτή που χαρακτηρίζει το αρσενικό άτομο (ΧY), ενώ η απουσία του καθορίζει το θηλυκό (ΧΧ).

Το άτομο που έχει τον παραπάνω καρυότυπο είναι αρσενικό ή θηλυκο;

Ένα άτομο με σύνδρομο Down πόσα χρωμοσώματα έχει;

Ομόλογα χρωμοσώματα

Χρωμοσώματα

Στα ευκαρυωτικά κύτταρα το γενετικό υλικό   εντοπίζεται κυρίως στον πυρήνα και σχηματίζει δομές οι οποίες ονομάζονται χρωμοσώματα. Σε ορισμένα στάδια της ζωής του κυττάρου τα χρωμοσώματα γίνονται ορατά ακόμη και με το οπτικό μικροσκόπιο. Κάθε χρωμόσωμα δομείται κυρίως από DNA, το οποίο συσπειρώνεται με τη βοήθεια πρωτεϊνών. Ο αριθμός των χρωμοσωμάτων είναι χαρακτηριστικός για κάθε είδος οργανισμού. Για παράδειγμα, στον άνθρωπο κάθε σωματικό κύτταρο έχει 46 χρωμοσώματα, τα οποία είναι ανά δύο όμοια. Κάθε ζευγάρι χρωμοσωμάτων που έχουν ίδιο σχήμα και μέγεθος ονομάζονται ομόλογα. Τα ομόλογα χρωμοσώματα περιέχουν γενετικές πληροφορίες που αφορούν τις ίδιες ιδιότητες σε αντίστοιχες θέσεις. Για να τα μελετήσουμε, κατασκευάζουμε τον καρυότυπο. Δηλαδή, αφού τα φωτογραφίσουμε, τα τοποθετούμε σε ζεύγη. Στη συνέχεια, τα ταξινομούμε από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος προς τα μικρότερα. Ο καρυότυπος είναι η απεικόνιση των χρωμοσωμάτων ενός κυττάρου ταξινομημένων σε ζεύγη, κατά ελαττούμενο μέγεθος.

Απλοειδείς και διπλοειδείς οργανισμοί

  • Οι οργανισμοί των οποίων τα κύτταρα περιέχουν ομόλογα χρωμοσώματα χαρακτηρίζονται ως διπλοειδείς (2n) και είναι συνήθως ανώτεροι οργανισμοί. Σε κάθε ζεύγος ομόλογων χρωμοσωμάτων το ένα χρωμόσωμα είναι μητρικής και το άλλο πατρικής προέλευσης. Έτσι, κάθε άνθρωπος έχει 23 χρωμοσώματα από τον πατέρα του και 23 χρωμοσώματα από τη μητέρα του (2×23=46).
  • Σε άλλους οργανισμούς, όπως είναι οι προκαρυωτικοί και οι περισσότεροι μονοκύτταροι ευκαρυωτικοί, τα χρωμοσώματα δεν είναι ανά δύο όμοια και δεν μπορούμε να τα τοποθετήσουμε σε ζεύγη. Οι οργανισμοί αυτοί χαρακτηρίζονται ως απλοειδείς (1n).