•  

 

 

 
 

Κεντρική

 

 

«Φωνάζουν όλοι ότι έφτασαν σε έσχατη αθλιότητα από τις ατέλειωτες ληστεύσεις που κάνουν οι αξιωματούχοι και το κακό προχώρησε τόσο, ώστε έχουν ανθρώπους που γυρίζουν έφιπποι στα χωριά και ρίχνουν βίαια χρήματα στα σπίτια των χωρικών, λέγοντας ότι είναι προκαταβολή για να παραδώσουν το λάδι, το μετάξι, το λινάρι ή άλλο καλύτερο εισόδημα με εξευτελιστικές τιμές…

Οι χωρικοί της Κρήτης διοικούνται με σκληρότητα και τραχύτητα από μερικούς φεου­δάρχες, καστελλάνους και άλλα ισχυρά πρόσωπα που έχουν εξουσία επάνω τους και με την κακή μεταχείριση που υφίστανται και τους εκβιασμούς έχουν καταντήσει πάμπτωχοι και ενδεείς όλων των πραγμά­των…  Υπάρχουν χωριά-φέουδα στα οποία δεν είναι ορισμένη η γη που πρέπει να κρατούν οι χωρικοί, και γι' αυτό ο φεουδάρχης άλλοτε τους δίνει λιγότερη και άλλοτε περισσότερη. Οι χωρικοί, ωστόσο, είναι υποχρεωμένοι, αν δεν τη θέλουν τη γη αυτή, να εγκαταλείψουν ακόμη και το σπίτι, μολονότι το έχουν κτίσει οι ίδιοι, και να πάνε να κατοικήσουν άλλου…

Η καταπιεστική πολιτική της Βενετίας απέναντι στα κατώτερα στρώματα του πληθυσμού και η αδυνα­μία της να επιλύσει τα ζωτικά προβλήματά του είχε ως αποτέλεσμα οι χωρικοί είτε να αντιμετωπίζουν ευνοϊκά τις εχθρικές εισβολές στο νησί είτε να αδιαφορούν μπροστά στο ενδεχόμενο αλλαγής της κυριαρχίας. Δεν ήταν λίγοι, λοιπόν, οι Κρητικοί, που λόγω κακών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών είχαν προτιμήσει την τουρκική από τη βενετική εξουσία και είχαν καταφύγει σε τουρκοκρατούμενες περιοχές, πιστεύο­ντας, όπως τονίζεται στην έκθεση του Βενετού αξιωματούχου Malipetro, ότι θα ζούσαν καλύτερα ως υπήκοοι των Τούρκων παρά των Βενετών. ΄Ηδη, το 1538, στη διάρκεια του τρίτου βενετοτουρκικου πολέμου, οι χωρικοί του Σελίνου είχαν καλέσει κάποιον πειρατή από την Αφρική να καταλάβει το φρούριο, δίνοντας του πληροφορίες για τη φρουρά και τη γενικότερη κατάσταση του. Το 1555, ό Gritti ειδοποιούσε τη Βενετία ότι δεν μπορούσε να εμπιστεύεται τη φρούρηση του τόπου στους χωρικούς». (σελ. 149)