Η διάσκεψη του Πότσνταμ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κλέμεντ Άττλη, ο Αμερικανός πρωθυπουργός Χάρι Τρούμαν, ο Σοβιετικός ηγέτης Ιωσήφ Στάλιν, και πίσω: ο Αμερικανός Γουίλιαμ Μτάνιελ Λί, ο Βρετανός υπουργός εξωτερικών Έρνεστ Μπέβιν, ο Αμερικανός Τζέιμς Βερνς και ο Σοβιετικός υπουργός εξωτερικών Βιατσεσλάβ Μολότωφ

 

Η διάσκεψη του Πότσδαμ ήταν η τελευταία διάσκεψη των ηγετών των τριών μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων αμέσως μετά την παράδοση άνευ όρων της Ναζιστικής Γερμανίας και τον τερματισμό του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Στη διάσκεψη, που πραγματοποιήθηκε στο Ανάκτορο Σεσίλιενχοφ (Cecilienhof, Ανάκτορο του διαδόχου Βίλχελμ Χοεντζόλλερν) του Πότσδαμ προαστίου του Βερολίνου κατά το χρονικό διάστημα 17 Ιουλίου έως 2 Αυγούστου 1945, συμμετείχαν οι Χάρι Τρούμαν, Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ιωσήφ Στάλιν, ηγέτης της ΕΣΣΔ και Ουίνστων Τσώρτσιλ και Κλέμεντ Άττλη, Πρωθυπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου[1][2]Η καταμέτρηση ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της διάσκεψης και ο Τσώρτσιλ αποχώρησε από τη διάσκεψη στις 25 Ιουλίου 1945.[3]

Το υπόβαθρο

Τον Απρίλιο του 1945 ο Φράνκλιν Ρούζβελτ απεβίωσε από εγκεφαλική αιμορραγία[4] και αντικαταστάθηκε από τον ως τότε Αντιπρόεδρο Χάρι Τρούμαν. Προαναφέρθηκε, επίσης, η αλλαγή ηγεσίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στις 8 Μαΐου η Γερμανία υπέγραψε την άνευ όρων παράδοσή της και ήδη είχε προκύψει το θέμα της κατοχής της. Σε επιστολή του Τσώρτσιλ προς τον Τρούμαν, με ημερομηνία 6 Μαΐου 1945, ο Βρετανός ανέφερε ότι "είναι πλέον εμφανές πως δεν είναι δυνατή η συνεννόηση με τον Στάλιν μέσω αλληλογραφίας" και ότι απαιτείται η σύγκληση διάσκεψης, προκειμένου να συζητηθούν τα ζητήματα που προέκυπταν από τις νέες συνθήκες. Ο Τρούμαν απάντησε ότι συμφωνεί και ότι είναι σκόπιμη η σύγκληση διάσκεψης "αν και θα προτιμούσε η αίτηση αυτή θα προτιμούσε να προέρχεται από τον Στάλιν και όχι από κάποιον από αυτούς τους δύο".[5]

Αν και η Γερμανία είχε ηττηθεί, οι ΗΠΑ και η Βρετανία βρίσκονταν ακόμη σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιαπωνία. Στη Γιάλτα είχαν προσπαθήσει να πείσουν τον Στάλιν να συμμετάσχει στη σύρραξη με την Ιαπωνία. Όταν όμως αποφασίστηκε η σύγκληση της διάσκεψης στο Πότσδαμ, είχαν αρχίσει να αμφιβάλλουν κατά πόσον αυτό ήταν επιθυμητό: Ο αντικομμουνιστής Τσώρτσιλ, ιδιαίτερα, εξέφραζε φόβους για ενδεχόμενη αύξηση της Σοβιετικής επιρροής στις χώρες της Άπω Ανατολής. Από την άλλη, ο Στάλιν στη Γιάλτα είχε υποσχεθεί πως θα εμπλεκόταν στη σύγκρουση με την Ιαπωνία τρεις μήνες ύστερα από την ήττα της Γερμανίας. Αρχικά είχε σχεδιαστεί να επιβεβαιωθεί αυτή η διαβεβαίωση στο Πότσδαμ, μεσολάβησε όμως το γεγονός της επιτυχούς δοκιμής της ατομικής βόμβας στο Αλαμογκόρντο (16 Ιουλίου 1945): Οι σύμβουλοι του Τρούμαν τον πίεζαν να τη χρησιμοποιήσει εναντίον της Ιαπωνίας, αποφεύγοντας την άμεση εισβολή στη χώρα. Με τον τρόπο αυτό αποφευγόταν η εμπλοκή ναυτικών και χερσαίων δυνάμεων, με συνέπεια τη μη απώλεια ίσως και δύο εκατομμυρίων Αμερικανών.[6] Η παρέμβαση της ΕΣΣΔ θα ήταν, συνεπώς, άνευ πρακτικής σημασίας.

Όταν ο Τρούμαν ανάγγειλε στον Στάλιν τη δημιουργία του νέου υπερόπλου, αντιμετωπίστηκε μάλλον αδιάφορα από το Σοβιετικό ηγέτη. Δεν είναι γνωστό αν η αδιαφορία αυτή οφείλεται στην άγνοια του Στάλιν σχετικά με την ατομική βόμβα ή αν ήταν ήδη πληροφορημένος γι' αυτήν από τις μυστικές του υπηρεσίες.[4] Ίσως να οφείλεται και στο γεγονός ότι κύριο μέλημα του Στάλιν στη Διάσκεψη ήταν η εξασφάλιση παροχής οικονομικής βοήθειας προς τη χώρα του, καθώς μεγάλο τμήμα της είχε υποστεί ολική καταστροφή: 31.000 εργοστάσια είχαν καταστραφεί, οι καλλιέργειες είχαν καεί ή εγκαταλειφθεί, η κτηνοτροφία αντιμετώπιζε έλλειψη ζώων και τα τρόφιμα διανέμονταν με δελτίο. Οι σύμβουλοί του τον είχαν ενημερώσει ότι ο υποσιτισμός των εργαζομένων είχε ως συνέπεια τη χαμηλή παραγωγικότητα και ο Στάλιν πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αναζωογονήσει τη χώρα του ήταν να λάβει υψηλές πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία.[6] Μέλημά του, επίσης, ήταν η εξασφάλιση της επιθυμητής ζώνης κατοχής της Γερμανίας καθώς και η δημιουργία κρατών - δορυφόρων, ώστε να αποτελούν τα "μαξιλάρια" προστασίας της ΕΣΣΔ από νέα ενδεχόμενη εισβολή. Δήλωσε, μάλιστα, ότι όλα τα εδάφη που είχαν καταληφθεί από τον Κόκκινο Στρατό "θα είναι κόκκινα".[4]

Η αντιμετώπιση του Στάλιν, όμως, από τη συμμαχική πλευρά είχε μεταβληθεί σημαντικά από την εποχή της Διάσκεψης της Γιάλτας: Δεν τον έβλεπαν πλέον με συμπάθεια, αλλά με ολοένα αυξανόμενη δυσπιστία. Ο Τρούμαν ήταν σαφές ότι δεν συμμεριζόταν τα αισθήματα του Ρούζβελτ απέναντι στο Σοβιετικό ηγέτη - ο Τσώρτσιλ είχε ήδη καταστήσει σαφή την αντίθεσή του με τα σχέδια και τις αντιλήψεις του Στάλιν, ιδιαίτερα ύστερα από τη σύγκρουσή τους στη Γιάλτα. Ο Στάλιν ένιωσε "προδομένος" από τους Συμμάχους του και πίστευε - καθόλου αδικαιολόγητα - ότι αυτό οφειλόταν στην απουσία του Ρούζβελτ. Με την ήττα της Γερμανίας καταργήθηκε και ο Νόμος Εκμισθώσεως και Δανεισμού (lend - lease act) και ο Χένρι Ουάλας (Henry Wallace), Αμερικανός υπουργός εμπορίου εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, ύστερα από λόγο του, στον οποίο είχε εκφράσει την υποστήριξή του στις Σοβιετικές οικονομικές απαιτήσεις. Αυτό έπεισε τον Στάλιν ότι η εχθρότητα απέναντι στην ΕΣΣΔ από τους δυτικούς, που υπήρχε κατά τη μεσοπολεμική περίοδο, είχε επανέλθει.[6]

Ωστόσο, ο Ουόλτερ Μόνκτον (Walter Monckton), νομικός σύμβουλος της Βρετανίας κατά τη διάσκεψη, έγραψε αργότερα:

«Ο Στάλιν μιλούσε ήσυχα, κοφτά, και ο νεαρός διερμηνέας του Παβλόφ μετέφραζε αμέσως σε κατανοητά αγγλικά. Κατά τις συζητήσεις ο Στάλιν συχνά έκανε χιούμορ και δεν υπήρξε ποτέ επιθετικός, αντίθετα ήταν άμεσος και εποικοδομητικός. Συχνά τα μάτια του θύμιζαν σχισμές, αλλά όταν μιλούσε κοιτούσε πάντα προς τα επάνω, ενώ σχεδόν συνεχώς ρουφούσε τον καπνό του τσιγάρου του. Τα μαλλιά του ήταν πιο γκρίζα απ' όσο φανταζόμουν.»[6]

Οι αποφάσεις

Γερμανία

Όταν ολοκληρώθηκε η διάσκεψη, οι τρεις ηγέτες συμφώνησαν στην ανάληψη των πρωτοβουλιών που αναφέρονται πιο κάτω. Τα θέματα που δεν επιλύθηκαν παραπέμφθηκαν για την τελική διάσκεψη ειρήνης που επρόκειτο να συγκληθεί το ταχύτερο δυνατόν.

  • Δημιουργείται Συμβούλιο, υπό την επωνυμία Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου (Allied Control Council, ACC) από τους Υπουργούς εξωτερικών ΗΠΑ, Βρετανίας, ΕΣΣΔ, Κίνας και Γαλλίας, στο οποίο ανατίθενται όλες οι προπαρασκευαστικές εργασίες και στη συνέχεια ο έλεγχος των υπό κατοχή γερμανικών εδαφών. Αυτό θα συνεδριάζει στο Λονδίνο. Άμεσος σκοπός του θα είναι να εξουσιοδοτηθεί για τη σύναψη ειρηνευτικών συνθηκών με την Ιταλία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και τη Φινλανδία και να προτείνει διευθετήσεις των εδαφικών ζητημάτων που θα προκύψουν μετά τον τερματισμό του Πολέμου. Το Συμβούλιο αυτό θα προετοιμάσει, επίσης, ανάλογη συνθήκη ειρήνης με τη Γερμανία, η οποία θα γίνει αποδεκτή από τη Γερμανική Κυβέρνηση, όταν συσταθεί κυβέρνηση επαρκής για το σκοπό αυτό.
  • Επαναφορά όλων των γερμανικών προσαρτήσεων στην Ευρώπη στις χώρες από τις οποίες είχαν παρθεί, συμπεριλαμβανομένων της Σουδητίας, της Αλσατίας-Λωρραίνης, της Αυστρίας και των δυτικών τμημάτων της Πολωνίας. Το ανατολικό σύνορο της Γερμανίας θα επανέλθει στη γραμμή Όντερ - Νάισσε. Η Ανατολική Πρωσία, η Σιλεσία, η Δυτική Πρωσία και τα δύο τρίτα της Πομερανίας δεν θα περιλαμβάνονται στα γερμανικά εδάφη. (Οι περιοχές αυτές ήταν κυρίως γεωργικές, με εξαίρεση την Άνω Σιλεσία, η οποία αποτελούσε το δεύτερο μεγαλύτερο κέντρο της βαριάς βιομηχανίας του Γ' Ράιχ).
  • Εκδίωξη των γερμανικών πληθυσμών που θα βρίσκονταν πέρα από τα νέα προς ανατολάς σύνορα της Γερμανίας.
  • Συμφωνήθηκε η άσκηση δίωξης κατά των Γερμανών εγκληματιών πολέμου. Αυτή η συμφωνία οδήγησε στη Δίκη της Νυρεμβέργης.
  • Ανακοίνωση μιας δήλωσης σχετικά με τους σκοπούς κατοχής της Γερμανίας από τους Συμμάχους. Ως βασικοί σκοποί καθορίστηκαν η αποναζιστικοποίηση, ο εκδημοκρατισμός, η αποκέντρωση και η κατάργηση των καρτέλ.[7]
  • Ο διαχωρισμός Γερμανίας και Αυστρίας σε τέσσερις ζώνες κατοχής (όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί στη Γιάλτα). Ανάλογος διαχωρισμός θα γίνει και στις πρωτεύουσες αυτών των χωρών, Βερολίνο και Βιέννη.
  • Προκειμένου να εξαλειφθεί το πολεμικό δυναμικό της Γερμανίας, απαγορεύεται η παραγωγή όπλων, πυρομαχικών, όλων των τύπων αεροσκαφών και πλοίων. Η παραγωγή μετάλλων, χημικών, μηχανημάτων και άλλων υλικών απαραίτητων σε μια πολεμική οικονομία, θα ελέγχεται αυστηρά και θα περιορίζεται στις καθορισμένες ανάγκες της χώρας. Τυχόν πλεονάσματα παραγωγής παρόμοιων υλικών θα παραδίδονται στους Συμμάχους ως μέρος των πολεμικών επανορθώσεων και, αν δεν παραδίδονται ή δεν εγκρίνονται από τις αντίστοιχες συμμαχικές κυβερνήσεις θα καταστρέφονται.[7]
  • Κατά την οργάνωση της γερμανικής οικονομίας, η βασική έμφαση θα δοθεί στην ανάπτυξη της γεωργίας και βιομηχανίας ειδών οικιακής χρήσεως. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής η Γερμανία θα τύχει μεταχείρισης ως ενιαία οικονομική οντότητα.
  • Θα ληφθούν τα εξής επείγοντα μέτρα:Η εξασφάλιση ότι το βιοτικό επίπεδο στη Γερμανία δεν θα ξεπεράσει το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Οι τύποι και η ποσότητα των βιομηχανιών που θα διαλυθούν για την επίτευξη αυτού του στόχου θα αποφασιστεί αργότερα.
    • Η άμεση αποκατάσταση των μεταφορών
    • Η αύξηση της παραγωγής άνθρακα
    • Η μεγιστοποίηση της αγροτικής παραγωγής
    • Η άμεση αποκατάσταση κατοικιών και των απαραίτητων βοηθητικών έργων
  • Συμφωνήθηκε οι πολεμικές επανορθώσεις της Γερμανίας προς την ΕΣΣΔ να ληφθούν από τη σοβιετική ζώνη κατοχής της χώρας. Συμφωνήθηκε επίσης ότι το 10% της βιομηχανικής παραγωγής από τη δυτική ζώνη κατοχής που δεν θα χρειαζόταν στη γερμανική οικονομία σε καιρό ειρήνης, θα μεταφερόταν στην ΕΣΣΔ μέσα σε δύο χρόνια. Ο Στάλιν πρότεινε, και έγινε αποδεκτό, η Πολωνία να εξαιρεθεί από τη "μοιρασιά" και στο τέλος να της αποδοθεί το 15% από όσα θα λάμβανε η ΕΣΣΔ.

Ο Στάλιν υπήρξε, επίσης, σαφής σχετικά με τις προθέσεις του για τις (σήμερα αποκαλούμενες πρώην ανατολικές) χώρες: Οι κυβερνήσεις Ρουμανίας, Ουγγαρίας και Βουλγαρίας ήταν ήδη υπό τον έλεγχο της ΕΣΣΔ και ο Στάλιν αρνήθηκε στους Συμμάχους την παραμικρή τους ανάμιξη σε θέματα των χωρών αυτών.[2]

Ιαπωνία

Όπως προαναφέρθηκε, κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ΗΠΑ και Βρετανία μάχονταν ακόμη κατά της Ιαπωνίας. Στις 26 Ιουλίου στάλθηκε τελεσίγραφο στην Ιαπωνική Κυβέρνηση από ΗΠΑ, Βρετανία και Κίνα, με το οποίο της ζητήθηκε η άνευ όρων παράδοση, υπό την απειλή αύξησης της έντασης των ήδη έντονων βομβαρδισμών στη χώρα. Στη διάσκεψη περιγράφηκε η τραγική κατάσταση της Ιαπωνίας και οι όροι για τη σύναψη ειρήνης, καθώς και οι προθέσεις των Συμμάχων για το μεταπολεμικό καθεστώς της χώρας. Τα συμπεράσματα της διάσκεψης κατέληγαν σε νέο τελεσίγραφο: "Η Ιαπωνία πρέπει να συμφωνήσει άμεσα σε άνευ όρων παράδοση ή να αντιμετωπίσει την πλήρη καταστροφή της. Δεν θα παρεκκλίνουμε από τους όρους μας. Δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Δεν θα ανεχθούμε καθυστερήσεις."[3] Σε περίπτωση απόρριψής του ο Τρούμαν ήταν αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει εναντίον της Ιαπωνίας την ατομική βόμβα, όπως και έγινε.

Πολωνία

  • Θα δημιουργηθεί προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας, αναγνωριζόμενη και από τις τρεις δυνάμεις. Αναγνώριση της υπό Σοβιετικό έλεγχο κυβέρνησης από τις δυτικές δυνάμεις θα σηματοδοτούσε το τέλος της αναγνώρισης της υπάρχουσας εν εξορία πολωνικής κυβέρνησης του Λονδίνου.
  • Οι Πολωνοί που υπηρέτησαν στον Βρετανικό Στρατό είναι ελεύθεροι να επιστρέψουν στην Πολωνία, χωρίς όμως καμία εγγύηση ασφάλειας.
  • Το προσωρινό δυτικό σύνορο της χώρας θα είναι η γραμμή Όντερ - Νάισσε, όπως το καθορίζουν οι ποταμοί Όντερ και Νάισσε. Τμήματα της Ανατολικής Πρωσία και η πρώην ελεύθερη ζώνη της πόλης Ντάντσιχ θα τεθούν υπό πολωνική διοίκηση. Εν τούτοις, ο τελικός καθορισμός του δυτικού συνόρου της Πολωνίας θα καθοριστεί με τη συνθήκη ειρήνης.

Επακόλουθα και συνέπειες

Η διάσκεψη ουσιαστικά καθόρισε τον μεταπολεμικό χάρτη της Ευρώπης. Στη Σοβιετική σφαίρα επιρροής πέρασαν η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Τσεχοσλοβακία, η Βουλγαρία, η Αλβανία, η Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία και το τμήμα της Γερμανίας που είχε καταληφθεί από την ΕΣΣΔ (πρώην Ανατολική Γερμανία).

Η απόφαση για τη δίωξη των Ναζιστών εγκληματιών πολέμου προκάλεσε τη Δίκη της Νυρεμβέργης και τις συνακόλουθες δίκες (στις οποίες το δικαστήριο απαρτιζόταν αμιγώς από Αμερικανούς).

Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τελικά την ατομική βόμβα, ύστερα από την απόρριψη του τελεσιγράφου που απεστάλη στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια της διάσκεψης. Η ρίψη ατομικών βομβών στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι οδήγησαν στην άνευ όρων παράδοση της Ιαπωνίας τον Σεπτέμβριο του 1945.

Ωστόσο, όσα συμφωνήθηκαν στη διάσκεψη δεν τηρήθηκαν. Ο Κόνραντ Αντενάουερ, πρώτος μεταπολεμικός Καγκελάριος της Γερμανίας, γράφει στα Απομνημονεύματα 1945 - 1953:

Η απόφαση της διάσκεψης του Πότσδαμ η Γερμανία να τύχει μεταχείρισης ως ενιαίας οικονομικής οντότητας αποδείχτηκε αδύνατο να εκτελεστεί. Οι νικήτριες δυνάμεις είχαν συνάψει μια συμφωνία που απαιτούσε την ομοθυμία του Συμμαχικού Συμβουλίου Ελέγχου (Allied Control Council) για κάθε απόφαση. Ωστόσο, οι τέσσερις δυνάμεις ποτέ δεν συμφώνησαν επί του προγράμματος που αφορούσε την Γερμανία, με την ΕΣΣΔ ιδιαιτέρως να ακολουθεί τη δική της πολιτική. Αρχικά ακόμη και οι δυτικές δυνάμεις διαφωνούσαν ως προς την πολιτική που έπρεπε να ακολουθηθεί σχετικά με τη Γερμανία.
Οι τέσσερις ζώνες κατοχής απομακρύνονταν όλο και περισσότερο από οικονομικής άποψης και το οικονομικό χάος όλο και διευρυνόταν. Η οικονομική δομή της Γερμανίας απαιτούσε ανταλλαγή αγροτικών προϊόντων από την ανατολή και, σε μικρότερο βαθμό, από το νότο της χώρας, με βιομηχανικά προϊόντα από την Κοιλάδα του Ρουρ και άλλες βιομηχανικές ζώνες. Η ανταλλαγή αυτή διακόπηκε με τη διαίρεση της χώρας σε τέσσερις ζώνες. Οι διοικητές κάθε ζώνης ενεργούσαν με βάση κατευθύνσεις που λάμβαναν από τις κυβερνήσεις τους και καθένας ακολουθούσε διαφορετική πολιτική σε κάθε ζώνη. Η τακτική αυτή παρακώλυε μια οικονομία ήδη παράλυτη από τις συνέπειες του πολέμου.[8]

 

Παραπομπές

  1. ? Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης πραγματοποιήθηκε η καταμέτρηση των ψήφων των εκλογών που διεξήχθησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο το Μάιο του 1945. Επειδή δεν ήταν ακόμη γνωστό ποιος θα ήταν Πρωθυπουργός, παρέστησαν αρχικά και οι δύο άνδρες.
  2. ? 2,0 2,1 Encyclopedia Britannica
  3. ? 3,0 3,1 US Navy History site
  4. ? 4,0 4,1 4,2 Ρεϊμόν Καρτιέ, Ιστορία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, Πάπυρος, Αθήνα, 1964
  5. ? Ψηφιακή βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν: United States Department of State / Foreign relations of the United States: diplomatic papers: the Conference of Berlin (the Potsdam Conference), 1945 (1945)
  6. ? 6,0 6,1 6,2 6,3 Spartacus SchoolNet
  7. ? 7,0 7,1 Πανεπιστήμιο Γέιλ, Avalon project
  8. ? Konrad Adenauer, Memoirs 1945 - 53 στο Spartacus SchoolNet
Commons logo
Τα Κοινά έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα

Ατομικές Βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
 

Το πυρηνικό "μανιτάρι" που σχηματίστηκε μετά την έκρηξη στη Χιροσίμα.

 

 

Το πυρηνικό "μανιτάρι" ύψους 18 χιλιομέτρων που σχηματίστηκε από την έκρηξη στο Ναγκασάκι.

 

Η ρίψη ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που με τον τρόμο που προκάλεσε αναδείχτηκε σύμβολο υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και του πυρηνικού αφοπλισμού. Οδήγησε στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με την παράδοση της Ιαπωνίας λίγες μέρες αργότερα.

Ο βομβαρδισμός της Χιροσίμα από τις ΗΠΑ έλαβε χώρα λίγο πριν τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου, στις 6 Αυγούστου 1945 και ήταν η πρώτη πολεμική πυρηνική επίθεση της Ιστορίας. Η βόμβα ήταν τύπου ουρανίου 235, η οποία είχε λάβει το προσωνύμιο "Little Boy" (αγοράκι) στο κέντρο συναρμολόγησης και δοκιμών Αλαμογκόρντο. Τα αποτελέσματα της έκρηξης δεν ήταν γνωστά εκ των προτέρων, μια και τέτοιου τύπου βόμβα δεν είχε δοκιμαστεί, όπως η βόμβα πλουτωνίου, που ακολούθησε. Τη ρίψη της έκανε ο συνταγματάρχης Πολ Τίμπετς, κυβερνήτης ενός αεροσκάφους Β29 της Αεροπορίας Στρατού, στο οποίο είχε δώσει το όνομα της μητέρας του, "Ένολα Γκαίυ". Το Β29 υπέστη ισχυρή ανατάραξη με την έκρηξη της βόμβας, παρά το γεγονός ότι απείχε ήδη 18 περίπου χιλιόμετρα από το σημείο της έκρηξης. Υπολογίζεται ότι επιτόπου φονεύθηκαν περίπου 70.000 άτομα, οι περισσότεροι άμαχοι. Πολύ περισσότεροι πέθαναν αργότερα ή έπαθαν σημαντικές βλάβες στην υγεία τους λόγω της ραδιενέργειας. Από την πόλη διασώθηκε μόνον ο θόλος (από μπετόν) και ο σκελετός του κτιρίου που τον στήριζε. Πριν την έκρηξη αυτό ήταν το κτίριο που στέγαζε την "Εμπορική Έκθεση της Περιφέρειας της Χιροσίμα". Ο θόλος υπάρχει και σήμερα, όπως ακριβώς απέμεινε μετά την έκρηξη, και είναι από τα διατηρητέα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 9 Αυγούστου 1945, οι Αμερικανικές δυνάμεις έριξαν τη δεύτερη (και τελευταία μέχρι σήμερα πυρηνική βόμβα εναντίον ανθρώπων) στο Ναγκασάκι. Εδώ η βόμβα ήταν άλλου τύπου και χρησιμοποιούσε ως γόμωση το πλουτώνιο. Αυτή είχε λάβει το προσωνύμιο "Fat Man" (χοντρός) στο εργαστήριο κατασκευής της. Αρχικός στόχος ήταν η ιαπωνική πόλη Κοκούρα (Kokura), επειδή όμως το νησί Κιουσού, στο οποίο βρίσκεται, ήταν καλυμμένο από πυκνή ομίχλη, ο επικεφαλής της αποστολής ταγματάρχης Σουέινι, ακολουθώντας το σχέδιο, υποχρεώθηκε να στραφεί στον "αναπληρωματικό" στόχο, την πόλη του Ναγκασάκι. Η έκρηξη ήταν ακόμη σφοδρότερη από την προηγούμενη και σχεδόν διέλυσε το Β29 του Σουέινι, το οποίο μόλις που πρόλαβε να προσγειωθεί στην Οκινάβα[1]. Ωστόσο, λόγω της γεωγραφικής θέσεως του Ναγκασάκι, τα αποτελέσματά της στο έδαφος ήταν λιγότερο καταστροφικά από αυτά της βόμβας στη Χιροσίμα. Ωστόσο, οι συνέπειες της ραδιενέργειας δεν ήταν λιγότερο βαρείες από αυτές της προηγούμενης βόμβας.

Οι δύο αυτές ρίψεις έγιναν με προσωπική απόφαση του τότε Προέδρου των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν. Για να πραγματοποιηθούν, ο διοικητής της μοίρας της Αεροπορίας Στρατού Σπατζ, στην οποία ανήκαν τα αεροσκάφη, ζήτησε έγγραφη τη διαταγή από την πολιτική ηγεσία "αρνούμενος να σκοτώσει ίσως 100.000 άτομα με προφορικές μόνον εντολές". Η διαταγή πράγματι του στάλθηκε εγγράφως με τις υπογραφές του Υπουργού Εσωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ και του Υπουργού Στρατιωτικών Χένρι Στίμσον. Η τελική, ωστόσο, απόφαση, σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, έπρεπε να ληφθεί μόνον από τον Πρόεδρο, ο οποίος και την έλαβε, με την αιτιολογία ότι οι ρίψεις αυτές θα έφερναν γρήγορο τέλος στον πόλεμο στο θέατρο του Ειρηνικού και ότι τα θύματα από τις βόμβες θα ήταν λιγότερα από τις απώλειες σε μια ενδεχόμενη απόβαση στην Ιαπωνία ή από τη συνέχιση του πολέμου. Η εκτίμηση αυτή, όμως, έχει ισχυρά αμφισβητηθεί και υποστηρίζεται η άποψη ότι η ρίψη των ατομικών βομβών ήταν μια επίδειξη δύναμης από τις ΗΠΑ προς τον υπόλοιπο κόσμο και κυρίως προς τη Σοβιετική Ένωση. Ως τέτοια, προλείανε το έδαφος για την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου.

Ο αρχικός αριθμός των θυμάτων που πέθαναν ακαριαία από τη ρίψη των βομβών υπολογίζεται σε περίπου 70.000 στη Χιροσίμα και 40.000 στο Ναγκασάκι. Όμως οι ολέθριες συνέπειες της πυρηνικής ακτινοβολίας τους επόμενους τέσσερις μήνες αύξησαν τον αριθμό των νεκρών σε 90,000?166,000 στη Χιροσίμα και 80.000 στο Ναγκασάκι[2]. Μέχρι το 1950 ο απολογισμός των θυμάτων είχε φτάσει τα 200.000 θύματα[3].

Οι δυο βόμβες είχαν κατασκευαστεί στα πλαίσια του Σχεδίου Μανχάταν, του αμερικανικού προγράμματος για την κατασκευή ατομικής βόμβας. Το πρόγραμμα ήταν σε λειτουργία όταν έπεσαν οι βόμβες και είχε και άλλες σχεδόν έτοιμες, στα τελευταία στάδια συναρμολόγησης. Υπήρξε η πρόταση από Αμερικανούς επιτελείς να εκτελεστούν κι άλλοι ατομικοί βομβαρδισμοί της Ιαπωνίας· είναι άγνωστο όμως αν κάτι τέτοιο τελικά θα συνέβαινε, καθώς η Ιαπωνία παραδόθηκε στους συμμάχους στις 15 Αυγούστου 1945, δυο μέρες πριν την ολοκλήρωση της κατασκευής της επόμενης βόμβας.

Πηγές

  1. ? Ρειμόν Καρτιέ, Ιστορία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα (μτφ. από τα Γαλλικά), τ. Β' σσ. 380-390
  2. ?  http://www.rerf.or.jp/general/qa_e/qa1.html
  3. ? The Spirit of Hiroshima: An Introduction to the Atomic Bomb Tragedy. Hiroshima Peace Memorial Museum. 1999.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Χιροσίμα:

Ναγκασάκι:

Η μάχη της Γκουανταλκανάλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Γκουανταλκανάλ
Solomon Islands - Guadalcanal.PNG
Γεωγραφία
GuadalcanalCloseup.png
Συντεταγμένες 09°37?S 160°11?EΣυντεταγμένες: 09°37?S 160°11?E (Χάρτης)
Αρχιπέλαγος Αρχιπέλαγος του Σολομώντος
Έκταση 5.302 km2
Υψηλότερη Κορυφή Όρος Popomanaseu (2.449 m)
Χώρες
  Flag of the Solomon Islands.svg Νήσοι Σολομώντα
Πρωτεύουσα Ονιάρα (πληθ. 78.190)
Δημογραφικά Χαρακτηριστικά
Πληθυσμός 109.382 (απογραφής 1999)
Πυκνότητα 20,6 /km2

Το Γκουανταλκανάλ (Αγγλικά: Guadalcanal) είναι ένα τροπικό νησί στο νοτιοδυτικό Ειρηνικό Ωκεανό. Είναι το μεγαλύτερο νησί των Νησιών Σολομώντα και το 1942-43 ήταν η περιοχή όπου διαδραματίστηκε μία από τις πιο σκληρές μάχες μεταξύ Αμερικανών και Ιαπώνων. Μετά το τέλος του πολέμου, η Ονιάρα, πόλη του Γκουανταλκανάλ, έγινε η νέα πρωτεύουσα των Νησιών Σολομώντα. Το Γκουανταλκανάλ αποτελείται κυρίως από τροπικό δάσος ενώ έχει και ένα ενεργό ηφαίστειο. Η έκταση του είναι 5.302 τ.χλμ. και έχει περίπου 110.000 κατοίκους.

Πίνακας περιεχομένων

Ιστορία

Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος

Κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η Ιαπωνία κατέλαβε το Γκουανταλκανάλ τον Μάιο του 1942. Οι Ιάπωνες ξεκίνησαν την κατασκευή ενός αεροδρομίου με σκοπό να δημιουργηθεί εκεί ένα κομβικό σημείο όπου θα βοηθούσε στην εξάπλωση της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας προς την Αυστραλία. Οι Αμερικανοί στις 7 Αυγούστου του 1942 ξεκίνησαν την απόβαση στο νησί η οποία και διήρκεσε μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου του 1943. Συνολικά στο νησί πήγαν 60.000 Αμερικανοί αλλά και Αυστραλοί στρατιώτες ενώ η ιαπωνική δύναμη αριθμούσε 36.000.

Οι επιθέσεις των συμμαχικών δυνάμεων ήταν αδυσώπητες. Για έξι μήνες πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη επιχείρηση από ξηρά, θάλασσα και αέρα. Η μάχη με τον καιρό εξελίχθηκε σε εκστρατεία φθοράς έως ότου οι Ιάπωνες τελικά παραδοθούν. Μετά το τέλος του πολέμου οι απώλειες ήταν τρομακτικές. Οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν χάσει 7.000 περίπου στρατιώτες την στιγμή που οι Ιάπωνες μέτραγαν 31.000 νεκρούς. Επίσης χάθηκαν 29 πλοία και 615 αεροπλάνα για τους Αμερικανούς και 38 πλοία και 683 αεροπλάνα για τους Ιάπωνες.

Εμφύλιος

Το 1999 ξέσπασε εμφύλια διαμάχη στην περιοχή. Η διαμάχη ξέσπασε μεταξύ των εγχώριων κατοίκων και των Μαλαϊτάνων που είχαν έρθει από το γειτονικό νησί. H οργάνωση "Επαναστατικός Στρατός του Γκουανταλκανάλ", η οποία μετά ονομάστηκε Κίνημα Ελευθέρωσης του Ισατάμπου άρχισε να τρομοκρατεί και να εκδιώκει τους Μαλαϊτάνους. Ο λόγος ήταν ότι οι ντόπιοι κατηγορούσαν τους Μαλαϊτάνους ότι τους παίρνουν την γη και τις δουλειές. Περίπου 20.000 εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Όμως στην συνέχεια ένα αντίπαλο κίνημα με όνομα η 'Δύναμη του Αετού της Μαλάιτα' "έριξε" την κυβέρνηση λέγοντας πως δεν κατάφερε να προστατεύσει την ζωή και την περιουσία των Μαλαϊτάνων.

Τελικά ειρήνη επήλθε το 2000 με την βοήθεια της Αυστραλίας. Ο εμφύλιος πόλεμος στοίχισε περίπου 100 νεκρούς.

Η αεροναυμαχία της Σάντα Κρούζ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
Αεροναυμαχία της Σάντα Κρουζ
Μέρος του Θεάτρου του Ειρηνικού του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου

The aircraft carrier Hornet under attack


Αντιαεροπορικά βλήματα εκρήγνυνται κατά των επιτεθεμένων ιαπωνικών αεροσκαφών και γεμίζουν τον ουρανό πάνω από το USS Hornet (στο κέντρο) με σύννεφα καπνού κατά τη διάρκεια της μάχης στις 26 Οκτωβρίου, 1942.

Χρονολογία 25 Οκτωβρίου - 27 Οκτωβρίου 1942
Τόπος Νησιά Σάντα Κρουζ, Νησιά Σολομώντα
Έκβαση Πύρρεια ιαπωνική τακτική νίκη, αμερικανική στρατηγική νίκη
Μαχόμενα μέρη
Flag of the United States.svg
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής
Naval Ensign of Japan.svg
Ιαπωνική Αυτοκρατορία
Αρχηγοί
Ουίλιαμ Χόλσεϊ
Τόμας Κίνκέιντ
Ιζορόκου Γιαμαμότο
Κόντο Νομπουκάτε
Τσουίτσι Ναγκούμο
Δυνάμεις
2 Αεροπλανοφόρα,
1 Θωρηκτό,
6 καταδρομικά,
14 αντιτορπιλικά,
136 αεροπλάνα
4 Αεροπλανοφόρα,
4 θωρηκτά,
10 καταδρομικά,
22 αντιτορπιλικά,
199 αεροπλανα
Απώλειες
1 αεροπλανοφόρο βυθίστηκε,
1 αντιτορπιλικό βυθίστηκε,
1 αεροπλανοφόρο υπέστη σοβαρές ζημιές,
2 αντιτορπιλικά υπέστησαν σοβαρές ζημιές
81 αεροσκάφη καταστράφηκαν,
266 νεκροί
2 αεροπλανοφόρα υπέστησαν σοβαρές ζημιές,
1 καταδρομικό υπέστη σοβαρές ζημιές,
99 αεροσκάφη καταστράφηκαν,
400- 500 νεκροί

 

H ναυμαχία των νησιών Σάντα Κρουζ, στις 26 Οκτωβρίου ή απλά της Σάντα Κρουζ η σύμφωνα με ιαπωνικές πηγές ναυμαχία του νότιου Ειρηνικού, ήταν η τέταρτη ναυμαχία αποκλειστικά με αεροπλανοφόρα στον πόλεμο του Ειρηνικού και η τέταρτη μεγάλη ναυμαχία μεταξύ του αμερικανικού και του ιαπωνικού αυτοκρατορικού ναυτικού και δόθηκε κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας και της στρατηγικά σημαντικής εκστρατείας του Γκουανταλκανάλ. Όπως και στις ναυμαχίες της θάλασσας των Κοραλλίων, του Μίντγουεϊ και των ανατολικών νήσων Σολομώντα οι δύο αντίπαλες πλευρές δεν είχαν καθαρή οπτική επαφή μεταξύ τους. Αντίθετα, όλες σχεδόν οι επιθέσεις, και από τις δύο πλευρές, έγιναν από αεροσκάφη.

Σε μία προσπάθεια να διώξουν τουςσυμμάχους από το Γκουανταλκανάλ και τα γύρω νησιά και να τερματίσουν την αδιέξοδο που υπήρχε ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1942, ο ιαπωνικός αυτοκρατορικός στρατός σχεδίασε μία μεγάλη χερσαία επίθεση στο Γκουανταλκανάλ στις 20-25 Οκτωβρίου 1942. Για να υποστηρίξουν την επίθεση, και με την ελπίδα να εμπλακούν σε ναυμαχία με συμμαχικές ναυτικές δυνάμεις, τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα, καθώς και άλλα μεγάλα πολεμικά πλοία έπλευσαν προς τα νότια νησιά του Σολομώντα. Από αυτήν τη θέση, οι ιαπωνικές ναυτικές δυνάμεις ήλπιζαν να καταφέρουν καίρια πλήγματα κατά των συμμαχικών (κυρίως αμερικανικών) ναυτικών δυνάμεων, και ειδικότερα των αεροπλανοφόρων, που θα έρχονταν να υποστηρίξουν τις χερσαίες δυνάμεις τους. Οι συμμαχικές ναυτικές δυνάμεις, επίσης, ήλπιζαν να συμπλακούν με τις ιαπωνικές ναυτικές δυνάμεις και είχαν ίδιους σκοπούς, δηλαδή να σπάσουν την αδιέξοδο και να νικήσουν ολοκληρωτικά τον εχθρό τους.

Η ιαπωνική χερσαία επίθεση στο Γκουανταλκανάλ απέτυχε από τις συμμαχικές χερσαίες δυνάμεις στην μάχη τουαεροδρομίου Χέντερσον (Henderson). Εντούτοις, τα πολεμικά πλοία και αεροπλάνα των δύο αντιπάλων ήρθαν αντιμέτωπα το πρωινό βόρεια των νησιών Σάντα Κρουζ. Μετά από μία ανταλλαγή αεροπορικών επιθέσεων, τα συμμαχικά πλοία αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από την ναυμαχία, αφού έχασαν ένα αεροπλανοφόρο, που βυθίστηκε, και ενός άλλου, που υπέστη σοβαρές ζημιές. Τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα επίσης υποχώρησαν μετά την απώλεια τόσων αεροσκαφών και πιλότων καθώς και την ζημιά που υπέστησαν δύο αεροπλανοφόρα τους. Παρόλο που ήταν μία καθαρή νίκη για τους Ιάπωνες από την άποψη των πλοίων που βυθίστηκαν, η απώλεια τόσων αναντικατάστατων έμπειρων Ιαπώνων πιλότων έδωσε ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα στους συμμάχους, των οποίων οι απώλειες σε πιλότους στη μάχη ήταν σχετικά χαμηλές, οι οποίες σύντομα αναπληρώθηκαν. Ως εκ τούτου, η ναυμαχία θα μπορούσε να θεωρηθεί μία πύρρεια ιαπωνική νίκη και είχε ως αποτέλεσμα να μην συμμετάσχουν ξανά τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα ενεργά στην εκστρατεία του Γκουανταλκανάλ, η οποία είχε ως τελικό νικητή τους συμμάχους.

 

Υπόβαθρο

Στις 7 Αυγούστου 1942, συμμαχικές δυνάμεις (κυρίως αμερικανικές)αποβιβάστηκαν στο Γκουανταλκανάλ, το Τουλάγκι και στα νησιά Φλόριντα στα Νησιά Σολομώντα. Οι αποβάσεις στα νησιά σκόπευαν να αποτρέψουν τη χρήση τους από τους Ιάπωνες ως βάση που θα απειλούσε τις γραμμές ανεφοδιασμού των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αυστραλίας, και να καταλάβει τα νησιά ως σημεία εκκίνησης για μία εκστρατεία που είχε απώτερο στόχο την απομόνωση της μεγάλης ιαπωνικής βάσης στη Ραμπάουλ ενώ θα υποστήριζε την συμμαχική εκστρατεία στην Νέα Γουινέα. Οι αποβάσεις οδήγησαν στην εξάμηνη εκστρατεία του Γκουανταλκανάλ.

Μετά την ναυμαχία των ανατολικών νήσων Σολομώντα, κατά την οποία το USS Enterprise υπέστη σοβαρές ζημιές και αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Περλ Χάρμπορ για ένα μήνα επισκευών, οι άλλες 3 επιχειρησιακές δυνάμεις αεροπλανοφόρων παρέμειναν στην περιοχή του νότιου Ειρηνικού. Οι επιχειρησιακές δυνάμεις περιλάμβαναν τα αεροπλανοφόρα Ουάσπ USS Wasp, Σαρατόγκα USS Saratoga και Χόρνετ USS Hornet μαζί με τις αντίστοιχες αεροπορικές δυνάμεις και τα υποστηρικτικά πλοία επιφανείας, συμπεριλαμβανομένων θωρηκτών, καταδρομικών και αντιτορπιλικών, και στάθμευαν κυρίως μεταξύ των νησιών Σολομώντα και των Νέων Εβρίδων(Βανουάτου). Από εκείνη την τοποθεσία ανατέθηκε στα αεροπλανοφόρα να προστατέψουν την γραμμή ανεφοδιασμού μεταξύ των μεγάλων συμμαχικών βάσεων στην Νέα Καληδονία και στο Εσπιρίτο Σάντο και του Γκουανταλακανάλ, πολεμώντας και βυθίζοντας κάθε ιαπωνικό πλοίο και ,ιδιαίτερα αεροπλανοφόρο, που ερχόταν στην ακτίνα δράσης τους.

Η περιοχή που επιχειρούσαν τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα έγινε γνωστή ως «κόμβος τορπιλών» από τις αμερικανικές δυνάμεις εξαιτίας της μεγάλης συγκέντρωσης ιαπωνικών υποβρυχίων στην περιοχή. Στις 31 Αυγούστου, το Σαρατόγκα τορπιλίστηκε από το ιαπωνικό υποβρύχιο I-26 και έμεινε εκτός μάχης για 3 μήνες για επισκευές. Στις 14 Σεπτεμβρίου, το Ουάσπ χτυπήθηκε από 3 τορπίλες, που εξαπέλυσε το ιαπωνικό υποβρύχιο I-19, ενώ υποστήριζε μία μεγάλη νηοπομπή που μετέφερε ενισχύσεις και εφόδια και σχεδόν συγκρούστηκε με τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα Σοκακού (Sh?kaku) και Ζουικακού (Zuikaku),τα οποία όμως υποχώρησαν προτού εισέλθουν οι δύο αντίπαλοι εντός ακτίνας δράσης των αεροσκαφών τους. Με την μηχανή εκτός λειτουργίας από την ζημιά που προξένησαν οι τορπίλες τα συνεργεία ελέγχου του Ουάσπ δεν κατάφεραν να συγκρατήσουν την επακόλουθη πυρκαϊά και έτσι το πλοίο εγκαταλείφθηκε και βυθίστηκε.

Παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μόνο ένα επιχειρησιακό αεροπλανοφόρο στο νότιο Ειρηνικό, οι Σύμμαχοι διατηρούσαν ακόμα αεροπορική κυριαρχία πάνω από τα νησιά Σολομώντα χάρη στα αεροσκάφη που στάθμευαν στο αεροδρόμιο Χέντερσον. Ωστόσο, την νύχτα όταν τα αεροπλάνα δεν μπορούσαν να δράσουν αποτελεσματικά, οι Ιάπωνες χρησιμοποιούσαν τα πλοία τους σχεδόν κατά βούληση. Έτσι μία αδιέξοδο αναπτύχθηκε στην εκστρατεία του Γκουανταλκανάλ, με τους συμμάχους να αποβιβάζουν εφόδια και ενισχύσεις την ημέρα και τους Ιάπωνες να αποβιβάζουν εφόδια και ενισχύσεις την νύχτα από πολεμικά πλοία έτσι καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορούσε να εξασφαλίσει ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Η αδιέξοδο διακόπηκε για δύο φορές από δύο μεγάλες ναυτικές επιχειρήσεις. Τη νύχτα της 11/12 Οκτωβρίου μία αμερικανική ναυτική δύναμη αναχαίτισε΄και νίκησε μία ιαπωνική ναυτική δύναμη, που είχε ως σκοπό να βομβαρδίσει το Αεροδρόμιο Χέντερσον, στην ναυμαχία του ακρωτηρίου της Ελπίδας. Μόλις Δύο νύχτες μετά την ναυμαχία μία ιαπωνική ναυτική δύναμη που συμπεριλάμβανε τα θωρηκτά Κόνγκο και Χαρούνα βομβάρδισε επιτυχώς το αεροδρόμιο Χέντερσον καταστρέφοντας τα περισσότερα αμερικανικά αεροπλάνα και προκαλώντας σοβαρές ζημιές στις εγκαταστάσεις του αεροδρομίου. Αν και μπορούσε να λειτουργήσει με κάποια δυσκολία, χρειάστηκαν αρκετές εβδομάδες για να διορθωθούν οι ζημιές και να αντικατασταθούν τα κατεστραμμένα αεροσκάφη.

Τότε οι Αμερικανοί έκαναν δύο κινήσεις για να βγουν από την αδιέξοδο. Πρώτον, οι επισκευές του Εντερπράιζ επισπεύσθηκαν ώστε να γυρίσει το συντομότερο δυνατό στον Νότιο Ειρηνικό. Στις 10 Οκτωβρίου, το Εντερπράιζ έλαβε την αεροπορική δύναμή του. Στις 16 Οκτωβρίου απέπλευσε από το Πέρλ Χάρμπορ και στις 23 έφτασε στο νότιο Ειρηνικό όπου συναντήθηκε με το Χόρνετ και τις συμμαχικές ναυτικές δυνάμεις στις 24 Οκτωβρίου 273 ναυτικά μίλια (314 μίλια, 506 χιλιόμετρα) Βορειοανατολικά από το Εσπιρίτο Σάντο.

Δεύτερον, στις 18 Οκτωβρίου, ο ναύαρχος Τσέστερ Νίμιτς-ο Ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στον Ειρηνικό- αντικατέστησε τον αντιναύαρχο Ρόμπερτ Γκόρμλεϊ με τον αντιναύαρχο Ουίλιαμ Χάλσεϊ ως διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στο νότιο Ειρηνικό. Έτσι ο Χάλσεϊ θα διοικούσε τις συμμαχικές δυνάμεις στην εκστρατεία των νήσων Σολόμωντα. Ο Νίμιτς πίστευε ότι ο Γκόρμλεϊ ήταν πολύ απαισιόδοξος για να ηγηθεί αποτελεσματικά των συμμαχικών δυνάμεων στον αγώνα τους στο Γκουανταλκανάλ. O Χάλσεϊ ήταν σεβαστός σε όλο τον αμερικανικό στόλο ως μαχητής. Μετά την ανάληψη της διοίκησης ο Χάλσεϊ άρχισε να κάνει σχέδια ώστε να εμπλακεί σε μάχη με τους Ιάπωνες. Όπως έγραψε και στον Τσεστερ Νίμιτς «Έπρεπε να αρχίσω να ρίχνω μπουνιές σχεδόν αμέσως».

Ο ιαπωνικός συνδυασμένος στόλος επίσης ήλπιζε να παρασύρει τις συμμαχικές ναυτικές δυνάμεις σε μία αποφασιστική ναυμαχία.Τα 2 αεροπλανοφόρα-Χίγιο και Γιούνγιο-και ένα ελαφρύ αεροπλανοφόρο-Ζουίχο-και έφτασαν στην κύρια ιαπωνική βάση στο Τρουκ από την Ιαπωνία στις αρχές Οκτωβρίου και ενώθηκαν με τα αεροπλανοφόρα Σοκάκου και Ζουικάκου. Με 5 αεροπλανοφόρα γεμάτα πλήρως με αεροσκάφη, καθώς και αρκετά θωρηκτά, καταδρομικά και αντιτορπιλικά, ο ιαπωνικός συνδυασμένος στόλος, διοικούμενος από τον Ισορόκου Γιαμαμότο, πίστευε πως μπορούσε να επανορθώσει την ήττα τους στο Μίντγουεϊ. Εκτός από δύο αεροπορικές επιδρομές στο αεροδρόμιο Χέντερσον τον Οκτώβριο, ο ιαπωνικός στόλος δεν συμμετείχε στην μάχη του Γκουανταλκανάλ, αλλά παρέμεινε σε μία περιοχή βορειοδυτικά των νήσων Σολομώντα, αναμένοντας την στιγμή που θα πλησίαζαν τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα ώστε να τα καταστρέψουν. Ενώ ο ιαπωνικός στρατός σχεδίαζε την επόμενη μεγάλη επίθεση στο Γκουανταλκανάλ στις 20 Οκτωβρίου, ο Γιαμαμότο τοποθέτησε τα πλοία του κοντά στα νότια νησιά του Σολομώντα για να υποστηρίξουν την επίθεση στο Γκουανταλκανάλ και να είναι έτοιμα να ναυμαχήσουν με όποιο συμμαχικό(κυρίως αμερικάνικο) πλοίο, κυρίως αεροπλανοφόρο, πλησίαζε για να υποστηρίξει τους συμμάχους στο Γκουανταλκανάλ. Οι Ιάπωνες πίστευαν ότι οι δυνάμεις του αμερικανικού ναυτικού, μάλλον, βρίσκονταν κοντά στα νησιά Σολομώντα από ένα άρθρο του αμερικανικού τύπου που ανέφερε ότι το αμερικανικό ναυτικό προετοιμαζόταν για μία μεγάλη αεροναυμαχία στο νότιο Ειρηνικό.

Μάχη

Πρελούδιο

Στις 20-25 Οκτωβρίου, ιαπωνικές χερσαίες δυνάμεις αποπειράθηκαν να καταλάβουν το αεροδρόμιο Χέντερσον με μία επίθεση μεγάλης κλίμακας εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων που υπερασπίζονταν το αεροδρόμιο. Ωστόσο, οι επιτιθέμενοι Ιάπωνες ηττήθηκαν αποφασιστικά με βαριές απώλειες στην στην μάχη του αεροδρομίου Χέντερσον.

Πιστεύοντας λανθασμένα ότι ο ιαπωνικός στρατός κατάφερε να καταλάβει το αεροδρόμιο, τα ιαπωνικά πλοία πλησίασαν το Γκουανταλκανάλ στις 25 Οκτωβρίου για να προσφέρουν περαιτέρω υποστήριξη στην επίθεση του στρατού. Αεροπλάνα από το αεροδρόμιο Χέντερσον επιτέθηκαν στον ιαπωνικό στόλο σε όλη τη διάρκεια της μέρας βυθίζοντας το ελαφρύ καταδρομικό Γιούρα και προκαλώντας ζημιές στο αντιτορπιλικό Ακιζούκι.

Παρά την Απώλεια του Γιούρα και την αποτυχία της ιαπωνικής χερσαίας επίθεσης τα υπόλοιπα ιαπωνικά πλοία συνέχισαν να ελίσσονται κοντά στα νότια νησιά του Σολομώντα ελπίζοντας να ναυμαχήσουν με συμμαχικά πλοία. Η ιαπωνική ναυτική δύναμη συμπεριλάμβανε 4 αεροπλανοφόρα, επειδή το Χίγιο άρπαξε φωτιά από ατύχημα και αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Τρουκ για επισκευές. Ο ιαπωνικός στόλος χωρίστηκε σε 3 ομάδες: Η προωθημένη δύναμη που περιείχε το Γιούνγιο καθώς και 2 θωρηκτά, 4 βαριά καταδρομικά, 1 ελαφρύ καταδρομικό και 10 αντιτορπιλικά και διοικούνταν από τον αντιναύαρχο Νομπουτάκε Κόντο στο βαρύ καταδρομικό Ατάγκο, η κυρίως δύναμη που συμπεριλάμβανε το Σοκάκου, το Ζουικάκου και το Ζουίχο, ένα βαρύ καταδρομικό και 8 αντιτορπιλικά και διοικούνταν από τον αντιναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο στο Σοκάκου και η δύναμη Βάνγκαρντ που περιείχε δύο θωρηκτά, 3 βαριά καταδρομικά, 1 ελαφρύ καταδρομικό και 7 αντιτορπιλικά διοικούμενη από τον υποναύαρχος Χιροάκι Άμπε στο θωρηκτό Χίεϊ. Εκτός από τη διοίκηση της προωθημένης δύναμης, ο αντιναύαρχος Κόντο ήταν και ο ανώτατος διοικητής του συνόλου του ιαπωνικού στόλου.

Από την πλευρά των Αμερικανών, οι επιχειρησιακές δυνάμεις του Χόρνετ και του Εντερπράιζ, υπό την διοίκηση του υποναύαρχου Τόμας Κινκέιντ σάρωναν την περιοχή βόρεια από τα νησιά Σάντα Κρουζ, στις 25 Οκτωβρίου, αναζητώντας ιαπωνικές ναυτικές δυνάμεις. Ο αμερικανικός στόλος χωρίστηκε σε δύο διαφορετικές επιχειρησιακές δυνάμεις, η μία του Χόρνετ και η άλλη του Εντερπράιζ και η μία απείχε από την άλλη 19 χλμ. Ο αμερικανικός στόλος αποτελούνταν από δύο αεροπλανοφόρα (Hornet και Enterprise), ένα θωρηκτό(USS South Dakota), έξι καταδρομικά(USS Portland, USS San Juan, USS Northampton, USS Pensacola, USS San Diego, USS Juneau) και 14 αντιτορπιλικά. Ένα αμερικανικό υδροπλάνο PBY Catalina εντόπισε την ιαπωνική κύρια δύναμη στις 11:03. Ωστόσο, τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα απείχαν 657 χλμ. από τον αμερικανικό στόλο, πέρα από το βεληνεκές των αεροσκαφών που βρίσκονταν πάνω στα αεροπλανοφόρα. Ο Κινκέιντ, προσπαθώντας, να μειώσει την απόσταση, ώστε να εξαπολύσει την επίθεση την ίδια μέρα, έπλευσε προς τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα με μέγιστη ταχύτητα και στις 14:25 εξαπέλυσε μία δύναμη κρούσης 23 αεροσκαφών. Αλλά οι Ιάπωνες γνωρίζοντας ότι είχαν εντοπιστεί από αμερικανικό αεροπλάνο αλλά χωρίς να γνωρίζουν την θέση των αμερικανικών αεροπλανοφόρων έστριψαν προς τα βόρεια για να βγουν από την ακτίνα δράσης των αμερικανικών αεροπλάνων. Έτσι η αμερικανική δύναμη κρούσης επέστρεψε στα αεροπλανοφόρα τους χωρίς να βρει ή να επιτεθεί σε ιαπωνικό πλοίο.

26 Οκτωβρίου: Πρώτες επιθέσεις

Στις 2:50 στις 26 Οκτωβρίου οι ιαπωνικές ναυτικές δυνάμεις άλλαξαν κατεύθυνση και οι δυνάμεις των 2 αντιπάλων βρίσκονταν σε 370 χλμ. μεταξύ τους. Και οι δύο πλευρές εξαπέλυσαν αναγνωριστικά αεροσκάφη και ετοίμασαν τα υπόλοιπα αεροσκάφη να επιτεθούν μόλις εντοπιζόταν τα πλοία του εχθρού. Παρόλο που ένα, εξοπλισμένο με ραντάρ PBY Catalina τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα στις 3:10 μήνυμα δεν έφτασε στον Κινκέιντ μέχρι τις 5:12. Έτσι, πιστεύοντας ότι ίσως τα ιαπωνικά πλοία είχαν αλλάξει θέση στις 2 ώρες αποφάσισε να μην επιτεθεί μέχρι να λάβει νεότερες πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία των ιαπωνικών πλοίων.

Στις 6:45 ένα αμερικανικό αναγνωριστικό αεροπλάνο τα αεροπλανοφόρα της κύριας δύναμης του Ναγκούμο. Στις 6:58 εντόπισε την επιχειρησιακή δύναμη του Χόρνετ. Και οι δύο πλευρές προσπαθούσαν να εξαπολύσουν επίθεση πρώτη η μία στην άλλη. Οι Ιάπωνες κατάφεραν πρώτοι να απονηώσουν μία δύναμη κρούσης στις 7:40, 64 αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων 21 D3A2 Val βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης, 20 B5N2 Kate τορπιλοπλάνα, 21 A6M3 zero καταδιωκτικά και 2 B5N2 αεροπλάνα διοίκησης, για να επιτεθεί στο Χόρνετ. Στις 7:40 2 αμερικανικά αναγνωριστικά αεροσκάφη SBD-3 Dauntless, ανταποκρινόμενα στον εντοπισμό των ιαπωνικών αεροπλανοφόρων λίγο νωρίτερα, έφτασαν και εφόρμησαν κατά του ιαπωνικού αεροπλανοφόρου Ζουίχο. Με τα ιαπωνικά αεροσκάφη περιπολίας απασχολημένα στην καταδίωξη άλλων αμερικανικών αναγνωριστικών αεροσκαφών τα 2 αμερικανικά αεροσκάφη κατάφεραν να προσεγγίσουν το Ζουίχο και να του ρίξουν βόμβες οι οποίες προκάλεσαν μεγάλη ζημιά ώστε να μην μπορεί να προσνηώνει αεροσκάφη.

Στο μεταξύ, ο Κόντο διέταξε την δύναμη Βάνγκαρντ του αντιναυάρχου Άμπε, να συνεχίσει μπροστά και να αναχαιτίσει τα αμερικανικά πλοία. Επίσης ο Κόντο προώθησε την δικιά του δύναμη με μέγιστη ταχύτητα ώστε να μπορούν τα αεροπλάνα του Γιούνγιο να συμμετάσχουν στην επίθεση στα αμερικανικά πλοία. Στις 8:10 το Σοκάκου εξαπέλυσε δεύτερο κύμα επιθέσεων, αποτελούμενο από 19 βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης και 8 zero και το Ζουικάκου εξαπέλυσε 16 τορπιλοπλάνα στις 8:40. Έτσι, στις 9:10 είχαν 110 αεροπλάνα για να επιτεθούν στα αμερικανικά αεροπλανοφόρα. Τα αμερικανικά αεροσκάφη επίθεσης απονηώθηκαν 20 λεπτά μετά. Πιστεύοντας ότι μία γρήγορη επίθεση ήταν πιο σημαντική από μία μεγάλη επίθεση, τα αμερικανικά αεροσκάφη επιτέθηκαν σε μικρές ομάδες αντί να σχηματίσουν μία μεγάλη δύναμη κρούσης. Η πρώτη ομάδα αποτελούμενη από 15 SBD βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης, 6 TBF-1 Avenger τορπιλοπλάνα και και 8 F4-4 Wildcat μαχητικά διοικούμενα από τον πλωτάρχη Εάτιον από το Hornet ξεκίνησε στις 8:00. Μία δεύτερη ομάδα, αποτελούμενη από 3 SBD, 7 TBF και 8 Wildcat από το Enterprise ξεκίνησε στις 8:10. Μία τρίτη ομάδα 9 SBD, 8 TBF και 7 Wildcat από το Hornet ξεκίνησε στις 8:20.

Στις 8:40 οι δύο αντίπαλοι σχηματισμοί πέρασαν ο ένας δίπλα από τον άλλον. Εννέα zero από το Ζουίχο αιφνιδίασαν την ομάδα του Enterprise και επιτέθηκαν από την πλευρά του ήλιου. Στην επακόλουθη αερομαχία 4 zero 3 Wildcat και 2 TBF καταρρίφθηκαν και άλλα 2 TBF και ένα Wildcat με σοβαρές ζημιές αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο Enterprise.

Στις 8:50 ο πρώτος σχηματισμός του Xόρνετ εντόπισε 4 πλοία της δύναμης Βάνγκαρντ του Άμπε. Συνεχίζοντας τα αμερικανικά αεροπλάνα εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα και ετοιμάστηκαν να επιτεθούν. Τρία Zero από το Ζουίχο επιτέθηκαν στον σχηματισμό των Wildcat παρασέρνοντας τα από τα βομβαρδιστικά που έπρεπε να προστατεύουν. Έτσι τα βομβαρδιστικά ξεκίνησαν τις επιθέσει τους χωρίς συνοδεία μαχητικών. Είκοσι περιπολικά Zero επιτέθηκαν στον σχηματισμό των SBD καταρρίπτοντας 4 από αυτά. Τα υπόλοιπα 11 SBD ξεκίνησαν τις επιθέσεις στο Σοκάκου στις 9:27 πλήττοντας το με 3 έως 6 βόμβες, οι οποίες κατέστρεψαν το κατάστρωμα και προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο εσωτερικό του πλοίου. Το τελευταίο SBD έχασε τα ίχνη του Σοκάκου και έτσι έριξε την βόμβα του κοντά στο ιαπωνικό αντιτορπιλικό Τερουζούκι προκαλώντας μικρή ζημιά. Τα 6 TBF της πρώτης δύναμης κρούσης έχοντας χωριστεί από την δύναμη κρούσης τους, δεν βρήκαν τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα και τελικά έκαναν στροφή για να γυρίσουν στο Χόρνετ. Στο γυρισμό, επιτέθηκαν στο ιαπωνικό καταδρομικό Τον, αλλά αστόχησαν όλες οι τορπίλες τους.

Τα TBF της δεύτερης ομάδας του Enterprise δεν εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα και επιτέθηκαν στο ιαπωνικό βαρύ καταδρομικό Σουγιούζα από την δύναμη Βάνγκουαρντ του Άμπε αλλά δεν του προξένησαν ζημιές. Σχεδόν την ίδια στιγμή η τρίτη ομάδα από το Xornet εντόπισε τα πλοία του Άμπε και επιτέθηκαν στο ιαπωνικό βαρύ καταδρομικό Τσικούμα, πλήττοντας το με 2 βόμβες των 1000 λιβρών(450 κιλών), που προκάλεσαν μεγάλη ζημιά. Άλλα 3 SBD από το Enterprise έφτασαν και επιτέθηκαν στο Τσικούμα και του προκάλεσαν περισσότερη ζημιά, πλήττοντας με 1 βόμβα και 2 βόμβες που έπεσαν κοντά, αλλά αστόχησαν. Τέλος, 8 TBF από τη τρίτη ομάδα επιτέθηκαν στο Τσικούμα καταφέρνοντας άλλο ένα πλήγμα. Το Τσικούμα συνοδευόμενο από 2 αντιτορπιλικά κατευθύνθηκε προς το Τρουκ για επισκευές.

Τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα ενημερώθηκαν από τα αεροσκάφη τους στις 8:30 ότι ιαπωνικά αεροσκάφη κατευθύνονταν προς το μέρος τους. Στις 8:52 ο διοικητής της ιαπωνικής δύναμης κρούσης εντόπισε την επιχειρησιακή δύναμη του Hornet(η επιχειρησιακή δύναμη του Enterprise είχε καλυφθεί από μία μπόρα) και ξεκίνησε την επίθεση. Στις 8:56 τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροσκάφη περίπου 65 χλμ. μακρυά και άρχισαν να ειδοποιούν τις εναέριες περιπολίες που είχαν 37 Wildcat να επιτεθούν στα επιτιθέμενα ιαπωνικά αεροσκάφη. Ωστόσο, προβλήματα επικοινωνίας, λάθη από τους καθοδηγητές των αμερικανικών μαχητικών και πρωτόγονες διαδικασίες ελέγχου είχε ως αποτέλεσμα μόνο λίγα αμερικανικά μαχητικά να εμπλακούν με τα ιαπωνικά αεροσκάφη πριν αυτά ξεκινήσουν τις επιθέσεις τους στο Hornet. Παρόλο που τα αμερικανικά μαχητικά κατάφεραν να καταρρίψουν αρκετά ιαπωνικά βομβαρδιστικά, τα περισσότερα ιαπωνικά αεροσκάφη ξεκίνησαν τις επιθέσεις τους σχεδόν ανενόχλητα από αμερικανικά μαχητικά .

Στις 9:09 τα αντιαεροπορικά πυροβόλα του Hornet και των συνοδευτικών πλοίων άνοιξαν πυρ κατά των 20 τορπιλοβόλων βομβαρδιστικών και των 16 εναπομεινάντων ιαπωνικών βομβαρδιστικών κάθετης εφόρμησης. Στις 9:12 ένα ιαπωνικό βομβαρδιστικό κάθετης εφόρμησης έριξε μία διατρητική βόμβα 250 κιλών δίπλα στην υπερκατασκευή του αεροπλανοφόρου διαπερνώντας 3 καταστρώματα προτού εκραγεί σκοτώνοντας 60 άντρες. Λίγα λεπτά αργότερα, μία βόμβα έπληξε το κατάστρωμα απονήωσης, δημιουργώντας μία τρύπα 3,4 μέτρων και σκοτώνοντας 30 άντρες. Ένα λεπτό αργότερα, μία τρίτη βόμβα χτύπησε το αεροπλανοφόρο στο ίδιο σημείο περίπου με την πρώτη βόμβα και διαπέρασε 3 καταστρώματα προτού εξερράγη, προκαλώντας σοβαρή ζημιά αλλά καθόλου απώλειες. Στις 9:14 ένα βομβαρδιστικό κάθετης εφόρμησης χτυπήθηκε από αντιαεροπορικά πυρά πάνω από το Hornet. Το κατεστραμμένο αεροσκάφος έπεσε πάνω στη καπνοδόχο του Hornet και διέσπειρε φλεγόμενα καύσιμα πάνω στο κατάστρωμα.

Την ίδια στιγμή της επίθεσης των βομβαρδιστικών επιτέθηκαν και τα τορπιλοβόλα προσέγγισαν το Hornet από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Παρά τις βαριές απώλειες από τα αντιαεροπορικά τα τορπιλοβόλα πέτυχαν με 2 τορπίλες το Hornet ανάμεσα στις 9:13 και 9:17 καταστρέφοντας τις μηχανές του. Καθώς το Hornet σταματούσε ένα κατεσραμμένο ιαπωνικό βομβαρδιστικό κάθετης εφόρμησης έπεσε σκοπίμως στο Hornet και έβαλε φωτιά στα αεροπορικά καύσιμα του. Στις 9:20 τα εναπομείναντα ιαπωνικά αεροσκάφη υποχώρησαν αφήνοντας το Hornet κατεστραμμένο και φλεγόμενο. 6 αμερικανικά και 25 ιαπωνικά αεροσκάφη χάθηκαν σε αυτήν την επίθεση.

Με την βοήθεια των πυροσβεστήρων 3 αμερικανικών συνοδευτικών αντιτορπιλικών, οι φωτιές στο Hornet βρίσκονταν υπό έλεγχο μέχρι τις 10:00. Οι τραυματίες απομακρύνθηκαν από το αεροπλανοφόρο και έγινε μία προσπάθεια από το καταδρομικό Northampton να ρυμουλκήσει το Hornet. Ωστόσο, χρειάστηκε χρόνος να δεθεί το σκοινί και οι ιαπωνικές επιθέσεις συνεχίζονταν.

26 Οκτωβρίου: Μετέπειτα επιθέσεις

Από τις 9:30 το Enterprise προσνήωσε πολλά κατεστραμμένα και χωρίς καύσιμα μαχητικά από τις εναέριες περιπολίες και κατασκοπευτικά αεροσκάφη από τα αμφότερα αεροπλανοφόρα. Ωστόσο με το κατάστρωμα του γεμάτο αεροπλάνα και το δεύτερο ιαπωνικό κύμα επίθεσης να πλησιάζει, αφού εντοπίστηκε από ραντάρ στις 9:30, το Enterprise σταμάτησε τις προσνηώσεις στις 10:00. Πολλά αεροπλάνα χωρίς καύσιμα τότε άρχισαν να προσθαλασσώνονται και τα συνοδευτικά αντιτορπιλικά διέσωζαν τα πληρώματα των αεροσκαφών. Ένα από τα αεροσκάφη κρούσης του Enterprise, ένα κατεστραμμένο TBF, που νωρίτερα είχε δεχτεί επίθεση από τα Zero του Ζουίχο, έπεσε στο νερό κοντά στο αντιτορπιλικό USS Porter. Ενώ το αντιτορπιλικό έσωζε το πλήρωμα του αεροσκάφους, η τορπίλη του TBF χτύπησε το αντιτορπιλικό Porter, σκότωσε 15 άντρες και προκάλεσε μεγάλη ζημιά. Αφού ο διοικητής της επιχειρησιακής δύναμης διέταξε το αντιτορπιλικό να βυθιστεί, το αντιτορπιλικό USS Shaw διέσωσε το πλήρωμα και βύθισε το Porter.

Καθώς το πρώτο κύμα ιαπωνικών αεροσκαφών από την επίθεση τους στο Hornet, ένα από τα αεροπλάνα εντόπισε την επιχειρησιακή δύναμη του Enterprise. Έτσι το δεύτερο ιαπωνικό κύμα αεροσκαφών, πιστεύοντας ότι το Hornet βυθιζόταν, επιτέθηκαν στην επιχειρησιακή δύναμη του Enterprise στις 10:08. Για άλλη μια φορά τα αμερικανικά μαχητικά δυσκολεύτηκαν να αναχαιτίσουν τα ιαπωνικά αεροσκάφη πριν επιτεθούν στο Enterprise, καταρρίπτοντας μόλις 2 από τα 19 ιαπωνικά βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης, ενώ αυτά ξεκινούσαν τις επιθέσεις τους στο Enterprise. Επιτέθηκαν, με έντονα αντιαεροπορικά πυρά του Enterprise και των συνοδευτικών σκαφών του, τα βομβαρδιστικά έπληξαν το αεροπλανοφόρο με 2 βόμβες των 250 κιλών και μία κοντινή αστοχία προκαλώντας μεγάλες ζημιές στο αεροπλανοφόρο και τον μπροστινό ανελκυστήρα. Δώδεκα από τα 19 ιαπωνικά βομβαρδιστικά χάθηκαν στην επίθεση.

Αποτελέσματα

Πηγές

  • Evans, David C. (Editor) (1986 (2nd Edition)). "The Struggle for Guadalcanal". The Japanese Navy in World War II: In the Words of Former Japanese Naval Officers. Annapolis, Maryland: Naval Institute Press. ISBN 0-87021-316-4.
  • Fahey, James C. (1983 (reissue)). The Ships and Aircraft of the United States Fleet. 1265 Broadway New York 1, N. Y.: Ships and Aircraft. ISBN 0-87021-636-8.
  • Frank, Richard B. (1990). Guadalcanal: The Definitive Account of the Landmark Battle. New York: Penguin Group. ISBN 0-14-016561-4. Online views of selections of the book:[1]
  • Hammel, Eric (1997). Carrier Clash: The Invasion of Guadalcanal & and the Battle of the Eastern Solomons, August 1942. Pacifica Press. ISBN 0-7603-2052-7.
  • Hammel, Eric (1999). Carrier Strike: The Battle of the Santa Cruz Islands, October 1942. Pacifica Press. ISBN 0-7603-2128-0.
  • Hara, Tameichi (1961). Japanese Destroyer Captain. New York & Toronto: Ballantine Books. ISBN 0-345-27894-1. ? First-hand account of the battle by the captain of the Japanese destroyer Amatsukaze
  • Lundstrom, John B. (2005 (New edition)). The First Team And the Guadalcanal Campaign: Naval Fighter Combat from August to November 1942. Naval Institute Press. ISBN 1-59114-472-8.
  • McGee, William L. (2002). The Solomons Campaigns, 1942?1943: From Guadalcanal to Bougainville?Pacific War Turning Point, Volume 2 (Amphibious Operations in the South Pacific in WWII). BMC Publications. ISBN 0-9701678-7-3.
  • Peattie, Mark R. (1999). Sunburst: The Rise of Japanese Naval Air Power 1909?1941. Annapolis, Maryland: Naval Institute Press. ISBN 1-59114-664-X.

Απόβαση στη Νορμανδία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 

 

Ένα LCVP από το πλοίο USS Samuel Chase αποβιβάζει στρατιώτες της 1ης Μεραρχίας του Στρατού των ΗΠΑ το πρωί της 6ης Ιουνίου 1944, στην Παραλία Όμαχα.

 

Η Απόβαση της Νορμανδίας με κωδική ονομασία Operation Overlord ήταν η Συμμαχική απόβαση στα παράλια της Γαλλίας, που έλαβε χώρα στις 6 Ιουνίου 1944, μέρα γνωστή (εσφαλμένα) και ως D-Day [1]. Αντικειμενικός σκοπός της απόβασης ήταν να δημιουργήσει ένα προγεφύρωμα από την Καν έως το Χερβούργο, μέσω του οποίου οι Σύμμαχοι θα περνούσαν στρατεύματα από τη Μεγάλη Βρετανία στην ηπειρωτική Ευρώπη.

Η Μάχη της Νορμανδίας που ακολούθησε, τελείωσε στις 19 Αυγούστου 1944, όταν τα Συμμαχικά στρατεύματα πέρασαν το Σηκουάνα. Επικεφαλής του όλου εγχειρήματος ορίσθηκε ο Αμερικανός αρχιστράτηγος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ.

Η αρχική επίθεση έγινε σε δυο φάσεις: κατά τα μεσάνυχτα 5ης προς 6η δυο Αμερικανικές αερομεταφερόμενες μεραρχίες και μια Βρετανική έπεσαν στα μετόπισθεν, και την αυγή ακολούθησε αμφίβια απόβαση Συμμαχικών δυνάμεων που ξεκίνησε κατά τις 6:30. Η διεξαγωγή της απόβασης απαίτησε τη μεταφορά στρατευμάτων και υλικού από την Αγγλία και την Ουαλία με μεταγωγικά αεροπλάνα και πλοία, καθώς και υποστήριξη πυρών από αέρα και θάλασσα. Έγιναν επίσης ναυτικές επιχειρήσεις αντιπερισπασμού και παρενόχλησης προκειμένου να μην επέμβει το Γερμανικό Ναυτικό στις περιοχές που θα γινόταν η απόβαση, ενώ η θάλασσα της Μάγχης αποναρκοθετήθηκε από τις γερμανικές νάρκες και ποντίσθηκαν νέες.

Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος πάνω από τρια εκατομμύρια άνθρωποι, από τους οποίους οι 195.700 ήταν το προσωπικό των Συμμαχικών σκαφών. Η απόβαση έλαβε χώρα στη χερσόνησο Κοταντέν, την ανατολική όχθη του ποταμού Ορν και τον κόλπο του Σηκουάνα, σε πέντε παραλίες με τα κωδικά ονόματα Gold Beach, Juno Beach, Omaha Beach, Sword Beach και Utah Beach. Θεωρήθηκε ότι ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 1944, όταν πια είχε εδραιωθεί το προγεφύρωμα των Συμμάχων. Μέχρι τότε είχαν συνολικά μεταφερθεί 850.000 άνδρες, 148.000 οχήματα και 570.000 τόννοι προμηθειών στις γαλλικές ακτές από 7.000 πλοία, από τα οποία μόλις 59 βυθίστηκαν.[2]

 

Οργάνωση της επιχείρησης

Απαρχές

Ο Βρετανοί πίεζαν από νωρίς για μια Συμμαχική απόβαση σε ευρωπαϊκό έδαφος. Είχαν και ως απροσδόκητο σύμμαχο τον Στάλιν, που πίεζε για τη δημιουργία δεύτερου μετώπου, ώστε να ανακουφιστεί το ρωσικό από τη γερμανική πίεση. Οι Αμερικανοί, ωστόσο, ήταν πολύ περισσότερο επιφυλακτικοί: Γνώριζαν ότι επιχείρηση τέτοιου μεγέθους χρειαζόταν πολύ προσεκτική προετοιμασία, για να μη καταλήξει σε τραγική αποτυχία (όπως είχε συμβεί στη Διέππη (Dieppe) με τους Καναδούς to 1942). Αποφασίστηκε ότι προείχε η κατάληψη ολόκληρης της Βόρειας Αφρικής πριν γίνει δυνατή μια απόβαση σε οποιοδήποτε σημείο της Ευρώπης. Στη διάσκεψη της Καζαμπλάνκα τον Ιανουάριο του 1943 διαπιστώθηκε ότι το κλίμα είχε εξελιχτεί πλέον έτσι που να επιτρέπει το σχεδιασμό μιας μεγάλης αποβατικής επιχείρησης στην Ευρώπη. Αρχικά προτάθηκε ότι τον Αύγουστο του 1943 θα ήταν δυνατή η δημιουργία μιας "γέφυρας" μεταξύ Βρετανίας και της χερσονήσου Κοταντέν (Cotentin Peninsule) στη Νορμανδία, απ' όπου θα ήταν δυνατή η έναρξη μιας επιχείρησης μεγάλης κλίμακας. Ωστόσο, ύστερα από πιο ώριμες σκέψεις, το σχέδιο αυτό κρίθηκε υπερβολικό και εγκαταλείφθηκε[3] .

Δημιουργία του COSSAC

Ήδη, από το Δεκέμβριο του 1942 είχε συγκροτηθεί μια μικτή ομάδα, η οποία ονομάστηκε αρχικά "COSSAC" από τα αρχικά των λέξεων "Chief of Staff to Supreme Allied Commander" (Αρχηγός Επιτελείου Ανώτατης Συμμαχικής Διοίκησης). Επικεφαλής αυτής της ομάδας ορίστηκε ο Βρετανός υποστράτηγος Φρέντερικ Ε. Μόργκαν (Frederic E. Morgan), ο οποίος ηγήθηκε των εξής αξιωματικών, κατά κλάδο:

  • Ναυτικός κλάδος: Υποναύαρχος Π. Λ. Βάιαν (P. L. Vian) (Βρ), Πλοίαρχος Χ. Τζ. Ράιτ (H. J. Wright) (ΗΠΑ)
  • Κλάδος Στρατού Ξηράς: Στρατηγός Κ. Α, Γουέστ (C. A. West) (Βρ), Συνταγματάρχης Τζ. Τ. Χάρρις (J. T. Harris) (ΗΠΑ)
  • Κλάδος Αεροπορίας: Ρ. Γκράχαμ (R. Graham) (Βρ) Ταξίαρχος Ρ. Κ. Καντή (R. C. Candee) (ΗΠΑ)
  • Κλάδος Διοίκησης: Στρατηγός Ν. Μπράουντζον (N. C. D. Brownjohn) (Βρ), Συνταγματάρχης Φ. Λ. Ρας (F. L. Rash) (ΗΠΑ)
  • Κλάδος Κατασκοπείας: Στρατηγός Π. Γκ. Χουάιτφοoρντ (P.G. Whitefoord) (Βρ)

Μέχρι να οριστεί επικεφαλής της επιχείρησης, το καθεστώς του COSSAC ήταν αρκετά περίεργο, καθώς ο Μόργκαν και οι περί αυτόν οργάνωναν επιχείρηση με πολλές στρατιωτικές μονάδες, οι οποίες δεν είχαν καν ακόμη συγκροτηθεί, ενώ και τα αποβατικά σκάφη που υπολόγιζαν να χρησιμοποιήσουν δεν είχαν όχι κατασκευασθεί αλλά ούτε καν σχεδιαστεί. Η μέθοδος που ακολουθούσαν ήταν η εξής: Στην Ουάσιγκτον έδρευε η συντονιστική Επιτροπή Αρχηγών Επιτελείων (CSS). Αυτή γνωστοποιούσε στο COSSAC τα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν και το COSSAC πρότεινε σχετικές λύσεις. Η αλληλογραφία μεταξύ αυτών των φορέων βρίσκεται σε αρχεία, τα οποία αποτελούν "ένα από τα μεγαλύτερα επιτελικά μνημεία που έχουν ποτέ οικοδομηθεί".[4].

Το Επιτελείο αυτό παρουσίασε το πρώτο αποτέλεσμα των εργασιών του στη διάσκεψη του Κεμπέκ το Μάιο του 1943.[5] Το πρώτο θέμα που αντιμετώπισαν ήταν ο προσδιορισμός της θέσης της απόβασης: Η Ολλανδία απορρίφθηκε λόγω των πλημμυρών στις ακτές της, το Βέλγιο είχε κατάλληλες ακτές αλλά με πολύ ισχυρά παράκτια ρεύματα, η Βρετάνη εμφάνιζε καταλληλότατες ακτές, αλλά ήταν σχετικά απομακρυσμένη από την Αγγλία ενώ οι επικοινωνίες με την υπόλοιπη Γαλλία ήταν προβληματικές. Έτσι, ο "κλήρος" έπεσε στη Νορμανδία και τις δύο περιοχές της, την Άνω (Haute) και την κάτω (Basse). Συγκροτήθηκαν δύο ομάδες του COSSAC καθεμιά από τις οποίες υποστήριζε αντίστοιχα τις δύο αυτές περιοχές, επιχειρηματολογώντας σχετικά με την καταλληλότητά τους. Τα επιχειρήματα της ομάδας για την Κάτω Νορμανδία επικράτησαν κι έτσι επιλέχτηκαν οι περιοχές της χερσονήσου του Κοταντέν και του Καλβαντός ως οι πλέον κατάλληλες.

Δημιουργία του SHAEF

Ο Τσώρτσιλ, διαβλέποντας από νωρίς ότι οι Αμερικανοί θα αξίωναν την ηγεσία της επιχείρησης "Overlord", πράγμα που δε θα μπορούσε να τους αρνηθεί, πήρε την πρωτοβουλία και πρότεινε στον Ρούζβελτ, κατά τη διάσκεψη του Κεμπέκ, το διορισμό Αμερικανού επικεφαλής της επιχείρησης, αγνοώντας το γεγονός πως είχε ήδη προτείνει στον Άλαν Μπρουκ την ηγεσία της. Ο Ρούζβελτ, φυσικά, συμφώνησε αμέσως και, ενώ αρχικά προόριζε ως επικεφαλής τον Στρατηγό Μάρσαλ, τελικά επικράτησε ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Ο επίσημος διορισμός του έγινε τον Ιανουάριο του 1944 και ο "Άικ" εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο δημιουργώντας το "Ανώτατο Αρχηγείο των Συμμαχικών Εκστρατευτικών Δυνάμεων" (Supreme Headquarters of Allied Expeditionary Forces, SHAEF). Το COSSAC εντάχθηκε στο SHAEF και ο Μόργκαν ονομάστηκε "Deputy Chief of Staff".

Το αρχικό σχέδιο του Μόργκαν (για το οποίο και ο ίδιος είχε εκφράσει επιφυλάξεις) δεν άντεξε στις επικρίσεις. Πρώτος και βασικός επικριτής του ήταν ο επικεφαλής των χερσαίων δυνάμεων Βρετανός Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ, ο οποίος παρενέβη τόσο δυναμικά ("ή το σχέδιό σας θα αλλάξετε ή εμένα"), ώστε αυτό αναθεωρήθηκε σημαντικά: Οι αρχικά τρεις μεραρχίες κρούσεως έγιναν εννέα και αντί μίας αερομεταφερόμενης μεραρχίας θα χρησιμοποιούνταν τρεις. Αναθεωρήθηκε, επίσης, και η αρχική ημερομηνία πραγματοποίησης της επιχείρησης: Αντί της 1ης Μαΐου αποφασίστηκε να ξεκινήσει την 1η Ιουνίου, για να ενισχυθούν οι δυνάμεις με τη βιομηχανική παραγωγή ενός ακόμη μηνός. Εν τω μεταξύ οι δυνάμεις που είχαν ήδη αρχίσει να συγκεντρώνονται στη Βρετανία ήταν κολοσσιαίες: Περίπου 3,5 εκατ. άνδρες και 20 εκατ. τόνοι υλικού. Έτσι, έλεγαν για τη Βρετανία: "Αν το νησί δε βουλιάζει, το οφείλει στα αερόστατα της αντιαεροπορικής άμυνας που το κρατούν στην επιφάνεια". Οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί, παρόλ' αυτά, κατάφεραν να επιλύσουν τα τεράστια προβλήματα που δημιούργησε η συσσώρευση αυτή. Εκεί παρουσιάζεται για πρώτη φορά ο όρος "logistics" (αποδίδεται ως "Διαχείριση Εφοδιαστικής Αλυσίδας" στα ελληνικά)[6] για την στέγαση/σίτιση των ανδρών και την αποθήκευση του υλικού.

Λιμένες Μάλμπερι

Κύριο λήμμα: Λιμένες Μάλμπερι

    Don't argue the matter; The difficulties will argue for themselves
Ουίνστων Τσώρτσιλ    

Ένα βασικό πρόβλημα της μεταφοράς - κυρίως του υλικού - ήταν η έλλειψη κατάλληλων λιμένων στην περιοχή. Οι μεγάλοι λιμένες (Χερβούργο, Χάβρη, Καλαί) της Νορμανδίας κατέχονταν από τους Γερμανούς και ήταν ουτοπικό να ζητηθεί η κατάληψή τους (σε καλή κατάσταση) πριν ή κατά την απόβαση, καθώς μάλιστα το Χερβούργο και η Χάβρη είχαν άριστα οργανωθεί αμυντικά. Αποφασίστηκε, λοιπόν, ύστερα από ιδέα του Τσώρτσιλ, η κατασκευή δύο "προκατασκευασμένων" λιμανιών, τα οποία ονομάστηκαν "Λιμένες Μάλμπερι" (Mulberry harbours): Ένα στην Παραλία Όμαχα (Μάλμπερι "Α") και ένα στην Αρρομάνς (Παραλία Γκολντ) (Μάλμπερι "Β"). Η ιδέα ήταν απλή: Τα προκατασκευασμένα πλωτά μεταλλικά τμήματα θα ρυμουλκούνταν μέχρι τις γαλλικές ακτές και εκεί θα στερεώνονταν με τη βοήθεια μπετονένιων αρμών και θα συνδέονταν με μεταλλικούς διαδρόμους με την ακτή. Η υπερδομή θα προστίθονταν αργότερα. Απαιτούμενος χρόνος κατασκευής: Μόλις δύο εβδομάδες. Η δυναμικότητα καθενός υπολογίστηκε ίση με αυτή του λιμένα του Ντόβερ. Τα λιμάνια αυτά πράγματι κατασκευάστηκαν, αλλά στις 19 Ιουνίου 1944 μια μεγάλης έντασης θύελλα κατέστρεψε μεγάλα τους τμήματα. Στην Αμερικανική ζώνη αποφασίστηκε η εγκατάλειψή του, στη Βρετανική ζώνη επισκευάστηκε και συνέχισε να χρησιμοποιείται μέχρι την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων.

Το σχέδιο

Το σχέδιο της Απόβασης

 

Η απόβαση αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί σε αρχικά τέσσερις διαφορετικούς τομείς (παραλίες). Αργότερα προστέθηκε και μια πέμπτη (η Παραλία Γιούτα) με το σκεπτικό ότι ήταν πολύ κοντά (μόνο 60 km) στο μεγάλο και σημαντικό λιμάνι του Χερβούργου.[7] Στις δύο δυτικότερες (Παραλία Γιούτα και Παραλία Όμαχα) θα αποβιβάζονταν Αμερικανοί, στην τρίτη (Παραλία Γκολντ) Βρετανοί, στην τέταρτη (Παραλία Τζούνο) Καναδοί και Βρετανοί και στην πέμπτη, ανατολικότερη (Παραλία Σγουόρντ) Βρετανοί και μια μικρή μονάδα των "Ελεύθερων Γάλλων". Οι δυνάμεις κάθε τομέα είχαν συγκεκριμένους αντικειμενικούς στόχους. Παράλληλα θα ρίπτονταν με αλεξίπτωτα η 82η και 101η Αμερικανικές Αερομεταφερόμενες Μεραρχίες, η 6η Βρετανική Αερομεταφερόμενη Μεραρχία και το 1ο Καναδικό Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών, ενώ θα γινόταν και αερομεταφορά στρατευμάτων με ανεμόπτερα.

Ο διάπλους της Μάγχης και η φάση εφόδου της απόβασης έλαβαν την κωδική ονομασία "Επιχείρηση Ποσειδών" (Operation Neptune)[8].

Οι Νορμανδικές ακτές παρουσιάζουν την ιδιομορφία της έντονης παλίρροιας. Για να αποβιβαστούν όλες οι δυνάμεις υπό τις ίδιες συνθήκες, ως ώρα απόβασης στις Παραλίες Όμαχα και Γιούτα ορίστηκε η 06:30, ενώ η απόβαση των βρετανικών και γαλλικών δυνάμεων είχε προγραμματιστεί μεταξύ των ωρών 07:00 και 08:00[9].

Οι θέσεις

Παραλία Γιούτα

 

Άνδρες του 8ου Αμερικανικού Συντάγματος Πεζικού αποβιβάζονται στην Παραλία Γιούτα. 6 Ιουνίου 1944

 

Στην Παραλία αυτή αποβιβάστηκε το VII Αμερικανικό Σώμα Στρατού. Βασικά εμπόδια σε αυτόν τον τομέα δεν ήταν τόσο τα παράκτια έργα και οι δυνάμεις αμύνης, όσο τα φυσικά εμπόδια που θα συναντούσαν οι αποβατικές δυνάμεις κατά την προώθησή τους στο εσωτερικό, καθώς το έδαφος συχνά πλημμύριζε και υπήρχαν πολλοί φράκτες, ενώ οι δρόμοι ήταν περιτριγυρισμένοι από πυκνή και υψηλή βλάστηση: Οι ντόπιοι τους αποκαλούν "Bocage". Το εμπόδιο αυτό αποδείχτηκε καθοριστικό, καθώς ό,τι κινείτο σε αυτού του τύπου δρόμους ήταν ευκολότατος στόχος για τα αεροπλάνα και δεν διέθετε τρόπο διαφυγής.

Παραλία Ομάχα

Κύριο λήμμα: Παραλία Ομάχα
 

Η Παραλία Όμαχα όπως είναι σήμερα

 

Αποτελούσε το σύνδεσμο μεταξύ αμερικανικών και βρετανικών δυνάμεων και, ταυτόχρονα, σημαντικό κόμβο μεταξύ της χερσονήσου του Κοταντέν και της πεδιάδας της Καν. Ήταν η πιο καλά φυλασσόμενη περιοχή, γι' αυτό αποφασίστηκε η συμμετοχή της 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας, που είχε πολεμική εμπειρία, στην επιχείρηση αυτού του τομέα. Το έδαφος παρουσίαζε αρκετές δυσκολίες: Σε αντίθεση με τις άλλες ζώνες εφόδου δεν ήταν επίπεδο, αλλά εμφάνιζε λοφίσκους, απότομες κρημώδεις πλαγιές και εξογκώματα που ήταν άμεσα αναγνωρίσιμα και από τη θάλασσα. Η φύση του εδάφους ήταν τέτοια που επέτρεπε στους αμυνόμενους στην ακτή να την εποπτεύουν με ευκολία, ενώ τα περάσματα προς το εσωτερικό ήταν ιδιαίτερα στενά. Επιπλέον, οι Γερμανοί είχαν κατασκευάσει μια σειρά πολυβολείων που δέσποζαν της ακτής και των περασμάτων, τα οποία έπρεπε να καταληφθούν με άμεση έφοδο. Εδώ σημειώθηκε και μια σημαντική παράλειψη του συμμαχικού τμήματος πληροφοριών: Σχεδόν πίσω από την Παραλία Όμαχα στάθμευε η 352η γερμανική Μεραρχία πεζικού, η οποία πιστευόταν ότι βρισκόταν 20 μίλια πιο μέσα, κοντά στο Σαιν Λο. Την απόβαση στην παραλία αυτή ανέλαβε το 5ο Αμερικανικό Σώμα Στρατού. Αντικειμενικός σκοπός του η εδραίωση ενός προγεφυρώματος μεταξύ των θέσεων Πορ-εν-Μπεσσέν (Port-en-Bessin) και ποταμού Βιρ (Vire), ώστε να μπορέσει να προωθηθεί προς Σαιν Λο και Κομόν (Caumont) και να αποκόψει τις γερμανικές επικοινωνίες.

Παραλία Γκολντ

7 Ιουνίου 1944: Βρετανικό άρμα προχωρά προς τα ενδότερα από την Παραλία Γκολντ.

 

Αποτελούσε τον αντικειμενικό σκοπό της 50ής Μεραρχίας του 2ου Βρετανικού Σώματος Στρατού. Πρώτος αντικειμενικός σκοπός η κατάληψη της λουτρόπολης Αρρομάνς, όπου προβλεπόταν η κατασκευή του πρόχειρου λιμανιού "Μάλμπερι Β" και να προωθηθεί προς τον κόμβο της Μπαγιέ (Bayeux), διατηρώντας την επαφή με τους Αμερικανούς της Όμαχα και τους Καναδούς της Παραλίας Τζούνο. Η αντίσταση που αντιμετώπισαν οι Βρετανοί ήταν λυσσαλέα, ωστόσο κατάφεραν να την ξεπεράσουν, κύρια χάρη στον εξοπλισμό τους με τα λεγόμενα "Funnies" (αστεία) της 79ης θωρακισμένης μεραρχίας: Επρόκειτο για τροποποιημένα άρματα μάχης Σέρμαν Μ4 "Crab", τα οποία στο πρόσθιο τμήμα τους έφεραν δύο μακρείς μεταλλικούς βραχίονες, συνδεδεμένους με ένα κύλινδρο. Σε αυτόν ήταν δεμένα μακριά συρματόσχοινα ή αλυσίδες. Όταν ο κύλινδρος περιστρεφόταν, τα συρματόσχοινα κτυπούσαν το έδαφος σαν μαστίγια, εξουδετερώνοντας, κατ' αυτό τον τρόπο, τις νάρκες που ενδεχομένως υπήρχαν στο έδαφος.[10] Η χρήση αυτού του άρματος περιόρισε κατά πολύ τις ανθρώπινες απώλειες.

Παραλία Τζούνο

 

Καναδοί στρατιώτες στην Παραλία Τζούνο. 7 Ιουνίου 1944

 

Εδώ αποβιβάστηκε η 3η Καναδική μεραρχία. Οι Καναδοί έφεραν πολύ βαριά την ήττα και εξουδετέρωση της 2ης καναδικής μεραρχίας στην απόβαση της Διέππης το 1942. Από αυτή την αποτυχία, ωστόσο, είχαν διδαχτεί πολλά. Η γερμανική αντίσταση στο Κουρσέλ-συρ-Μερ (Courselles-sur-Mer) κάμφθηκε σύντομα και οι Καναδοί προέλασαν σχεδόν αυθημερόν, προς τον αντικειμενικό τους στόχο, το αεροδρόμιο του Καρπικέ (Carpiquet) στα δυτικά της Καν, επιτυγχάνοντας τη βαθύτερη διείσδυση της 6ης Ιουνίου και έχοντας σχετικά χαμηλές απώλειες.

Παραλία Σουόρντ

 

6 Ιουνίου 1944: Συμμαχικά στρατεύματα στην Παραλία Σουόρντ.

 

Στη θέση αυτή αποβιβάστηκε η 3η Βρετανική μεραρχία πεζικού και μικρές γαλλικές δυνάμεις. Αντικειμενικός της σκοπός η προέλαση προς την Καν και η ευθυγράμμισή της με τις αερομεταφερόμενες ομάδες ανατολικά του ποταμού Ορν. Οι γέφυρες του Ορν είχαν καταληφθεί από τις αερομεταφερόμενες (με ανεμοπλάνα) δυνάμεις του ταγματάρχη Τζον Χάουαρντ. Παρόλ' αυτά, αντικειμενικός σκοπός όπως η Καν ήταν ανέφικτος για τη δύναμη μιας μεραρχίας, έστω και αν αυτή έκαμψε την παράκτια αντίσταση και ενισχύθηκε από τις αερομεταφερόμενες: Οι Γερμανοί σταμάτησαν την προέλαση των Βρετανών αρχικά με την 21η Μεραρχία Πάντσερ, η οποία ενισχύθηκε από τη 12η Μεραρχία Πάντσερ SS.

Οι Αντίπαλοι

Γερμανικές δυνάμεις

Το Ρωσικό μέτωπο είχε, στην κυριολεξία, ρουφήξει τις Γερμανικές δυνάμεις. Το 1943 η Γερμανία έχασε περίπου 2 εκατομ. στρατιώτες εκεί και, όπως είναι φυσικό, στο μέτωπο που οι Γερμανοί κρίνουν πως παρουσιάζει μικρότερο κίνδυνο, οι δυνάμεις δεν είναι ούτε πολλές ούτε ισχυρής δυναμικότητας. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η κίνηση του πυροβολικού γινόταν αποκλειστικά με άλογα, οι παλαιότερα μηχανοκίνητες μεραρχίες χρησιμοποιούσαν ποδήλατα για τις μετακινήσεις τους. Σε αναφορά στρατηγού αναγράφεται ότι από τα 57 οχήματα της μονάδας του τα 50 ανήκαν σε διαφορετικές μάρκες και μοντέλα, ενώ το υπόλοιπο υλικό δεν υστερούσε σε αυτόν τον τομέα: Υπήρχε εξοπλισμός γερμανικής, γαλλικής, πολωνικής, ιταλικής, τσεχικής και ρωσικής κατασκευής. Αυτό δημιουργούσε πολύ σοβαρό πρόβλημα στον ανεφοδιασμό των μονάδων. Το προσωπικό τους, επίσης, δεν ήταν ομογενές: Πολλές μονάδες συγκροτούνταν από ημιθεραπευμένους τραυματίες, εφέδρους παλαιών κλάσεων, ασθενείς (ένα τάγμα το αποτελούσαν αποκλειστικά στομαχικοί, που έπρεπε να τρέφονται με ειδικό τύπο ψωμιού), από πολύ νέους με ελλιπή εκπαίδευση και από "Οσττρούππεν" (Osttruppen), δηλαδή εθελοντές κάθε εθνικότητας από τις κατακτημένες χώρες.[11] Αντίθετα, επαρκές προσωπικό και καλό εξοπλισμό διέθεταν οι μονάδες των Ένοπλων SS (Waffen SS). Εκεί που οι Γερμανοί δεν υστερούσαν ήταν στην ηγεσία των μεγάλων μονάδων: Γενικός Διοικητής των στρατευμάτων στο Δυτικό τομέα ήταν ο Γκερντ φον Ρούντστεντ και την περιφρούρηση των γαλλικών ακτών και την ενίσχυση του "Τείχους του Ατλαντικού" είχε αναλάβει ο Έρβιν Ρόμελ και την ηγεσία της 7ης Γερμανικής Στρατιάς είχε ο Φρίντριχ Ντόλμαν (Friedrich Dollmann). Ωστόσο, οι διοικητές των μονάδων δεν βρίσκονταν στο επίπεδο της ανώτατης ηγεσίας τους και διέπραξαν σημαντικά σφάλματα στην αντιμετώπιση της εισβολής.

Μονάδες Στρατού ξηράς

  • 716η Μεραρχία Πεζικού (στατική): Αποτελείτο κυρίως από παλαίμαχους "ανίκανους για ενεργή υπηρεσία" και απελευθερωθέντες φυλακισμένους.
  • 352η Μεραρχία Πεζικού: Αντίθετα με την πιο πάνω, διέθετε άνδρες πολύ καλά εκπαιδευμένους και πεπειραμένους στη μάχη.
  • 91η Αερομεταφερόμενη (Luftlande) Μεραρχία: Κανονική μεραρχία πεζικού, με άνδρες εκπαιδευμένους και εξοπλισμένους για μεταφορά τους από αέρος.
  • 709η Μεραρχία Πεζικού (στατική): Όπως και η 716η διέθετε αρκετές μονάδες "Osttruppen"[12] υπό γερμανική ηγεσία.
  • 243η Μεραρχία Πεζικού (στατική): Διοικητής ο Στρατηγός Χάιντς Χέλμιχ (Heinz Hellmich), αποτελούμενη από το 920ό Σύνταγμα Πεζικού (δύο τάγματα), το 921ό και 922ο Συντάγματα Πεζικού. Η μεραρχία αυτή είχε αναλάβει τη φύλαξη της δυτικής πλευράς της χερσονήσου του Κοταντέν.
  • 711η Μεραρχία Πεζικού (στατική): Περιλάμβανε τα 731 και 744 Συντάγματα Πεζικού. Είχε αναλάβει τη φύλαξη της δυτικής πλευράς της περιοχής του Κω (Pays de Caux).
  • 30ή ταχυκίνητη Ταξιαρχία: Διοικητής ο Συνταγματάρχης φον ουντ τσου Άουφζες (Freiherr von und zu Aufsess), αποτελούμενη από τρία τάγματα που μετακινούνταν με ποδήλατα.

Ναυτικό, Αεροπορία

Οι τομείς στους οποίους οι Γερμανοί υστερούσαν σημαντικά ήταν το Ναυτικό και η Αεροπορία: Το Ναυτικό διέθετε ελάχιστα σκάφη επιφανείας (τρία ανέπαφα αντιτορπιλλικά και δύο δεκάδες τορπιλλοβόλα), σχετικά μικρό αριθμό καλά εξοπλισμένων και επανδρωμένων υποβρυχίων (48), διαμοιρασμένων, όμως, μεταξύ γαλλικών και νορβηγικών ακτών: Η έκταση που μπορούσαν να καλύψουν ήταν τεράστια σε σχέση με τον αριθμό τους. Το μοναδικό μεγάλο σκάφος του Γερμανικού ναυτικού, το θωρηκτό Τίρπιτς, παραμένει αποκλεισμένο στα φιόρδ της Νορβηγίας. Δύναμη ολοσχερώς ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει τα 6.900 σκάφη κάθε τύπου που διέθεταν οι Σύμμαχοι. Στην Αεροπορία η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη: Ο επικεφαλής του 3ου Αεροπορικού στόλου (Luftflotte No 3) Χούγκο Σπέρρλε διέθετε μόλις 891 αεροσκάφη κάθε τύπου, από τα οποία μόνο 500 μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε επιχειρήσεις (150 βομβαρδιστικά και 266 καταδιωκτικά, τα υπόλοιπα άλλων τύπων)[13]. Οι Σύμμαχοι υπολόγιζαν την αεροπορική υπεροχή τους σε 15:1, αλλά οι Γερμανοί υπολόγιζαν, πιο σωστά, την αεροπορική υπεροχή των Συμμάχων σε 50 προς 1, καθώς οι Σύμμαχοι διέθεταν περίπου 13.500 αεροσκάφη κάθε τύπου έτοιμα για επιχειρήσεις.

Συμμαχικές δυνάμεις

Ηγεσία

Στρατός ξηράς

  • 6η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία
  • 1ο Βρετανικό Σώμα Στρατού, 3η Μεραρχία Πεζικού, 27η Θωρακισμένη Ταξιαρχία
  • 3η Καναδική Μεραρχία Πεζικού, 2η Καναδική Θωρακισμένη Ταξιαρχία
  • 30ό Βρετανικό Σώμα Στρατού, 50ή Μεραρχία Πεζικού, 8η Θωρακισμένη Ταξιαρχία
  • 79η Βρετανική Θωρακισμένη Μεραρχία
  • 5ο Σώμα Στρατού ΗΠΑ, 1η και 29η Μεραρχία Πεζικού
  • 4ο Σώμα Στρατού ΗΠΑ, 4η Μεραρχία Πεζικού
  • 101η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία ΗΠΑ
  • 82η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία
  • 4ο Σύνταγμα SAS (Special Air Service), δύναμη των Ελεύθερων Γάλλων

Συνολικά στην επιχείρηση της Απόβασης την 1η ημέρα υπολογίζεται ότι η συνολική δύναμη των στρατευμάτων που έλαβαν μέρος ανήλθε από 130.000 έως 156.000 άνδρες.

Αεροπορική δύναμη

Υπολογίζεται ότι ο Στρατάρχης Λι-Μάλλορι είχε στη διάθεσή του περίπου 13.500 αεροσκάφη και ανεμόπτερα παντός τύπου.

Ναυτικές δυνάμεις

Στην Απόβαση έλαβαν μέρος περίπου 7.000 σκάφη κάθε τύπου και σχεδόν από όλες τις χώρες που συμμετείχαν στο πλευρό των Συμμάχων. Η επιχείρηση διάπλου της Μάγχης όφειλε να οργανωθεί με μεγάλη προσοχή, καθώς η Μάγχη είναι "δύσκολη θάλασσα", οι Γερμανοί είχαν ποντίσει ναρκοπέδια και υπήρχε πάντα ο κίνδυνος των Γερμανικών υποβρυχίων: Οι στόχοι ήταν τόσοι που, λίγοι μόνον ικανοί κυβερνήτες, θα μπορούσαν να προκαλέσουν πραγματική πανωλεθρία στο Συμμαχικό στόλο. Ευτυχώς, ο Χίτλερ δεν πιστεύει ότι οι Σύμμαχοι θα επιχειρήσουν απόβαση στις Νορμανδικές ακτές και θεωρεί ότι η απόβαση που του γνωστοποιείται είναι απλός αντιπερισπασμός. Έτσι ούτε συγκεντρώνει τις δυνάμεις του εκεί ούτε και τις ενισχύει.

Οι επιχειρήσεις χρονολογικά

5 Ιουνίου

22:00΄: Αρχίζει η προκαταρκτική φάση της επιχείρησης με την κωδική ονομασία "Επιχείρηση Ποσειδών" (Operation Neptune): Πρόκειται για την επιχείρηση διάπλου της Μάγχης.

6 Ιουνίου

00:05΄: Οι Συμμαχικές δυνάμεις αρχίζουν το βομβαρδισμό των παράκτιων πυροβολαρχιών μεταξύ Χάβρης και Χερβούργου.

00:10΄: Ρίπτονται με αλεξίπτωτο οι πρώτες ομάδες αναγνώρισης. Ο υπολοχαγός Πουλ (Poole) είναι ο πρώτος στρατιωτικός των Συμμαχικών δυνάμεων που πατά σε Γαλλικό έδαφος.

00:20΄: Οι Βρετανοί κομμάντος του ταγματάρχη Χάουαρντ (Howard) καταφθάνουν με ανεμοπλάνα και επιτίθενται κατά γεφυρών στον ποταμό Ορν.

01:00΄: Η 82η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία των ΗΠΑ προσεδαφίζεται στα δυτικά της κωμόπολης Σαιντ Μερ Εγκλίζ.

01:10΄: Φθάνουν στο γερμανικό Αρχηγείο του 84ου Σώματος στο Σαιν Λο οι πρώτες αναφορές για την παρουσία Αμερικανών αλεξιπτωτιστών στο γαλλικό έδαφος.

01:30΄: Η 101η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία των ΗΠΑ προσεδαφίζεται κοντά στη Παραλία Γιούτα.

01:50΄: Το κύριο σώμα της 6ης Βρετανικής Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας προσεδαφίζεται ανατολικά του ποταμού Ορν.

02:45΄: Τα στρατεύματα που προορίζονται για την Παραλία Όμαχα επιβιβάζονται στα αποβατικά.

03:00΄: Τα μεγάλα συμμαχικά σκάφη φθάνουν στις προκαθορισμένες θέσεις προκειμένου να υποστηρίξουν με τα πυροβόλα τους την απόβαση.

03:20΄: Καταφθάνει, με ανεμόπτερα, ο βαρύς εξοπλισμός των Αερομεταφερόμενων Μονάδων.

03:25΄: Οι Γερμανοί παρατηρητές αναφέρουν την παρουσία των Συμμαχικών δυνάμεων στις ακτές της Νορμανδίας.

03:50΄: Οι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές επιτίθενται στο χωριό Ρανβίλ (Ranville).

04:30΄: Η κωμόπολη Σαιντ Μερ Εγκλίζ καταλαμβάνεται από το 505ο Σύνταγμα του Αμερικανικού Στρατού και γίνεται η πρώτη Γαλλική κωμόπολη που ελευθερώνεται από τους Γερμανούς.

04:45΄: Οι Βρετανοί εξουδετερώνουν τα παράκτια πυροβόλα στην περιοχή της Μερβίλ (Merville).

05:30΄: Τα συμμαχικά πολεμικά σκάφη ανοίγουν πυρ εναντίον των γερμανικών παράκτιων οχυρωμάτων.

06:00΄: Αμερικανικά βομβαρδιστικά επιτίθενται εναντίον των παράκτιων οχυρώσεων στις θέσεις των Γιούτα και Όμαχα.

06:30΄: Αποβιβάζονται οι πρώτοι Αμερικανοί στρατιώτες στις Γιούτα και Όμαχα.

07:00΄: Το Γερμανικό ραδιόφωνο αναφέρει την απόβαση.

07:10΄: Οι Αμερικανοί καταδρομείς του 2ου Συντάγματος επιτίθενται κατά του ακρωτηρίου του Οκ (Pointe du Hoc) στο άκρο της Παραλίας Γιούτα.

07:30΄: Οι Βρετανοί αποβιβάζονται στις παραλίες Γκολντ και Σουόρντ.

07:35΄: Οι Καναδοί αποβιβάζονται στην παραλία Τζούνο.

09:00΄: Ο Στρατηγός Αϊζενχάουερ εγκρίνει τη δημόσια ανακοίνωση της απόβασης στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

09:15΄: Ο Στρατηγός Όμαρ Μπράντλεϊ (Omar Bradley) αντιμετωπίζει σφοδρή αντίσταση στην Παραλία Όμαχα και ζητά ενισχύσεις.

09:30΄: Ο Γάλλος ταγματάρχης Κιφέρ (Kieffer) απελευθερώνει το κτήριο του Καζίνο στη Ρίβα Μπέλλα (Riva Bella). Απελευθερώνεται το χωριό Ερμανβίλ (Hermanville), παρακείμενο της Παραλία Σουόρντ.

09:45΄: Οι Αμερικανοί εκκαθαρίζουν ολοσχερώς την Παραλία Γιούτα.

12:00΄: Ο Τσώρτσιλ ανακοινώνει, σε ομιλία του στη Βουλή, την απόβαση των Συμμαχικών δυνάμεων.

13:00΄: Τα στρατεύματα της Παραλίας Γιούτα ενώνονται με την 101η Αερομεταφερόμενη.

13:30΄: Τα στρατεύματα στην Παραλία Όμαχα αρχίζουν να κινούνται προς το εσωτερικό.

14:30΄: Γερμανική αντεπίθεση με άρματα μάχης της 21ης Μεραρχίας Πάντσερ.

15:00΄: Η 12η Μεραρχία Πάντσερ SS διατηρεί τις θέσεις της νότια της Καν.

16:00΄: Βρετανικά άρματα μάχης καταφθάνουν στην Αρρομάνς-λε-μπαιν (Arromanches-les-Bains).

18:00΄: Τα αμερικανικά στρατεύματα της Παραλία Όμαχα προωθούνται στο εσωτερικό. Απελευθερώνεται το χωριό Σαιν Λωράν (Saint-Laurent).

20:00΄: Η 21η Μεραρχία Πάντσερ καταφθάνει στο Λυκ-συρ-Μερ ανάμεσα στις παραλίες Τζούνο και Σουόρντ.

22:00΄: Ο Στρατάρχης Ρόμελ επιστρέφει στο Αρχηγείο του. Η 21η Μεραρχία Πάντσερ ανακόπτει την Βρετανοκαναδική προέλαση στο δάσος του Λεμπισέ (Lebisay).[14]

7 Ιουνίου

  • Η πρώτη μεγάλη πόλη που απελευθερώνεται στη Γαλλία είναι η Μπαγιέ (Bayeux). Καταλαμβάνεται ξημερώματα της 7ης Ιουνίου από τη βρετανική δύναμη καταδρομέων "Sherwood" (Sherwood Rangers).[15][16]
  • Ο Πρόεδρος Ρούζβελτ προσεύχεται από ραδιοφώνου για την ευόδωση της επιχείρησης.
  • Η ηγεσία του εγχειρήματος παρατηρεί ότι κανείς από τους αρχικούς αντικειμενικούς στόχους δεν έχει επιτευχθεί, εκτός από την εδραίωση των αρχικών θέσεων απόβασης. Οι πληροφορίες, ωστόσο, μιλούν για κακή οργάνωση των αμυνομένων, καθώς οι Γερμανοί δεν κατάφεραν να οργανώσουν αντεπίθεση για να "πετάξουν τους εισβολείς στη θάλασσα" όπως είχε διατάξει ο Χίτλερ, ενώ οι δυνάμεις τους φαίνονται πολυδιασπασμένες. Δίνεται εντολή για αναδιοργάνωση των συμμαχικών μονάδων.

9-11 Ιουνίου

Το αρχικό μέτωπο της απόβασης επεκτείνεται. Η 2η Μεραρχία προωθείται εγκαθιστώντας μέτωπο 4,5 χλμ. βόρεια του Τρεβιέρ (Trevieres) και καταλαμβάνει θέση - κλειδί στο δάσος του Σερισύ (Cerisy). Δεξιά και αριστερά της προωθούνται παρόμοια οι 1η και 29η Μεραρχία.

12 Ιουνίου

Αρχίζει προώθηση δυνάμεων προς το Χερβούργο, καθώς η 352ή Γερμανική Μεραρχία, που κρατά τις θέσεις της από τις 6 του μήνα, αρχίζει να εμφανίζει σημεία κάμψης.

13 Ιουνίου

Καταφθάνουν, σε διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς, γερμανικές ενισχύσεις. Η ταχεία ανάπτυξη των Συμμαχικών δυνάμεων από τις παραλίες της απόβασης προς το εσωτερικό ανακόπτεται. Ο Χίτλερ πραγματοποιεί την απειλή του κατά του Λονδίνου εκτοξεύοντας, από αρκετά βορειοανατολικότερα σημεία, τα ιπτάμενα βλήματα V-1.[17]

14 Ιουνίου

Ο Στρατηγός Σαρλ ντε Γκωλ φθάνει στην Μπαγιέ και εγκαθιστά την Προσωρινή Κυβέρνηση της Γαλλίας.

17 Ιουνίου

Οι Ρούντστεντ και Ρόμελ οργανώνουν αντεπίθεση εναντίον των δυνάμεων του Μοντγκόμερι. Ζητούν από τον Χίτλερ να τους επιτραπεί να αναδιπλώσουν τις δυνάμεις τους εκτός βεληνεκούς των βαρέων όπλων των πολεμικών σκαφών. Ο Χίτλερ αρνείται.

18 Ιουνίου

Το 7ο Σώμα Στρατού αποκόπτει όλους τους δρόμους από και προς τη Χερσόνησο του Κοταντέν.

19 Ιουνίου

Ξεσπά έντονη καλοκαιρινή θύελλα στη Μάγχη, η οποία θα διαρκέσει τέσσερεις ημέρες. Οι πρόχειροι λιμένες "Μάλμπερι" υφίστανται σοβαρές καταστροφές. Οι Αμερικανοί αποφασίζουν να εγκαταλείψουν το δικό τους στην Παραλία Όμαχα, οι Βρετανοί της Παραλίας Γκολντ, αντίθετα, αποφασίζουν την επισκευή και επαναχρησιμοποίησή του. Η απώλεια των λιμένων προκαλεί σημαντικές ανησυχίες, καθώς δεν είναι δυνατή η ενίσχυση των αποβιβασθέντων με άνδρες και υλικό.

26 Ιουνίου

Οι Βρετανοί οργανώνουν την "Επιχείρηση Έπσομ" (Operation Epsom) για να εγκαταστήσουν ένα προγεφύρωμα στον ποταμό Οντόν, δυτικά της Καν. Το εγχείρημα αποτυγχάνει και η στασιμότητα στα μέτωπα παραμένει.

27 Ιουνίου

Οι Αμερικανικές δυνάμεις απελευθερώνουν το Χερβούργο. Ωστόσο, το γερμανικό Μηχανικό έχει επιφέρει τέτοιες καταστροφές στο λιμάνι, που θα χρειαστούν περισσότερες από τρεις εβδομάδες μέχρι να μπορέσει να επαναχρησιμοποιηθεί με ικανοποιητικές αποδόσεις.

28 Ιουνίου

Αυτοκτονεί ο επικεφαλής της 7ης Γερμανικής Στρατιάς Στρατηγός Ντόλμαν.

1 Ιουλίου

Οι Σύμμαχοι έχουν εδραιώσει προγεφύρωμα πλάτους 70 χλμ και έχουν αποβιβάσει περίπου 1 εκατ. άνδρες και 180.000 οχήματα κάθε τύπου. Το βάθος, ωστόσο, αυτού του προγεφυρώματος δεν ξεπερνά τα 25 χλμ., ενώ στα περισσότερα σημεία δεν υπερβαίνει τα 5 μόλις χλμ.

Η φάση εφόδου ολοκληρώθηκε. Αρχίζει η Μάχη της Νορμανδίας.

Η Ελληνική συμμετοχή

Στην απόβαση συμμετείχαν δύο Ελληνικά πλοία του τότε Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού, οι κορβέτες "Τομπάζης" και "Κριεζής", με πλήρωμα 155 ανδρών. Κυβερνήτης του πρώτου πλοίου ήταν ο Πλωτάρχης Γεώργιος Παναγιωτόπουλος και του δεύτερου ο Δημήτριος Κιοσσές, μετέπειτα ναύαρχος και Αρχηγός του Γεν. Επιτ. Ναυτικού. Ο ύπαρχος του "Κριεζής" Γρηγόριος Παυλάκης τιμήθηκε το 2004 με τον τίτλο του Ιππότη της Τιμής της Γαλλικής Δημοκρατίας σε επετειακή τελετή που έγινε στη Γαλλία.[18]

Πηγές, Αναφορές

  1. ? D-Day ονομάζεται η πρώτη μέρα οποιασδήποτε απόβασης, όχι μόνο της συγκεκριμένης
  2. ? The Oxford Companion to World War II, John Keegan, Oxford 2001
  3. ? US Army History, COSSAC plan
  4. ? Ρεϊμόν Καρτιέ, Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τόμ. Β', Πάπυρος, Αθήνα, 1964
  5. ? History Learning, COSSAC plan
  6. ? Ελληνική Εταιρεία Logistics
  7. ? U.S. Army History: D-Day
  8. ? D-Day Museum, Portsmouth
  9. ? ibiblio: War in Western Europe
  10. ? D-Day Overlord.com
  11. ? Gilles Perrault, Le grand jour, Ed. Cerres, Paris, 1994
  12. ? Ονομάζονταν έτσι εθελοντές από τις "ανατολικές χώρες" (κύρια Σοβιετικές Δημοκρατίες)
  13. ? Καρτιέ, ό.π.
  14. ? World at War, Overlord
  15. ? WW II Battlefields
  16. ? Σύμφωνα με άλλες πηγές World at War η Μπαγιέ απελευθερώθηκε στις 8 Ιουνίου.
  17. ? History in film
  18. ? Ό Πάτμιος Γρηγόρης Παυλάκης τιμήθηκε με το παράσημο της λεγεώνας της τιμής, Εφημερίδα "Πατμιακή", ηλεκτρ. έκδοση 8-6-2004
© 2015 - Σχεδίαση & Συντήρηση Ιστοτόπου : Λάμπρου Αθανάσιος - Καθηγητής Πληροφορικής 1ου Γενικού Λυκείου Αρτέμιδος